Η οροφή χαρακτηρίζεται συχνά ως “πέμπτος τοίχος” στον σημερινό κόσμο της εσωτερικής διακόσμησης, αλλά η εικονογραφία της οροφής δεν είναι κάτι καινούργιο. Αν και το ψευδαισθητικό στυλ των εικόνων οροφής, γνωστό στα ιταλικά ως “di sotto in sù”, που σημαίνει “από κάτω προς τα πάνω”, εμφανίζεται στη Βενετία του 16ου αιώνα, η οροφογραφία έχει τις ρίζες της στις τοιχογραφίες της αρχαίας Ρώμης. Οι ιστορικές οροφογραφίες παρουσιάζουν συχνά έναν ουρανό trompe l’oeil που μοιάζει να επεκτείνεται σε δυσθεώρητα ύψη, καθώς και μυθολογικές ή βιβλικές μορφές. Σωζόμενα δείγματα βρίσκονται σε εκκλησίες και παλάτια της Ιταλίας, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Τρεις από τους σημαντικότερους ιστορικούς καλλιτέχνες της Ιταλίας είναι φημισμένοι όχι μόνο για το ζωγραφικό τους έργο, αλλά και για τα εντυπωσιακά φρέσκο τους. Φρέσκο ή νωπογραφία ονομάζεται μια ιδιαίτερη τεχνική ζωγραφικής σε τοίχο, στην οποία το χρώμα απλώνεται σε υγρό σοβά. Οι νωπογραφίες οροφής των αναγεννησιακών καλλιτεχνών Αντρέα Μαντένια και Κορρέτζο βρίσκονται ακόμη στη βόρεια Ιταλία, σε ένα παλάτι και έναν καθεδρικό ναό αντίστοιχα. Ο Τζοβάννι Μπαττίστα Τιέπολο, ένας καλλιτέχνης του ροκοκό που δούλεψε στο πνεύμα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, δημιούργησε τοιχογραφίες τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία. Ζωγράφισε, επίσης, τη μεγαλύτερη οροφογραφία του κόσμου σε ένα γερμανικό παλάτι.
Mantegna: Η Ζωγραφισμένη Αίθουσα
Ο Αντρέα Μαντένια [Andrea Mantegna, 1431-1506] γεννήθηκε κοντά στην Πάδοβα, μια πόλη πλούσια σε αρχαιότητες που του ενέπνευσε ένα δια βίου ενδιαφέρον για την κλασική τέχνη, καθορίζοντας το έργο του. Η σύζυγός του ανήκε στην οικογένεια των Μπελλίνι, μια εξέχουσα καλλιτεχνική οικογένεια της Βενετίας. Το έργο του Μαντένια χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες συνθέσεις, που διακρίνονται για το γλυπτικό στυλ ζωγραφικής και τη μεγάλη προσοχή στις αναλογίες και την προοπτική.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, είχε μεγάλη εκτίμηση σε και επηρέασε άλλους διακεκριμένους καλλιτέχνες, όπως τον κουνιάδο του Τζοβάννι Μπελλίνι και τον Γερμανό Άλμπρεχτ Ντύρερ. Το 1460, ο Μαντένια διορίστηκε καλλιτέχνης της αυλής των ηγεμόνων της Μάντοβα, των Γκονζάγκα, όπου παρέμεινε για τρεις γενιές.
Η καλύτερη νωπογραφία του δημιουργήθηκε σε μια αίθουσα του παλατιού του Δούκα της Μάντοβα, μεταξύ 1465 και 1474. Η αίθουσα που βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του κτιρίου ονομάζεται “Camera Picta” (“Ζωγραφισμένη Αίθουσα”), ενώ ήταν γνωστή και ως “Camera degli Sposi” (“Νυφικός Θάλαμος”). Ο Μαρκήσιος το χρησιμοποιούσε ως αίθουσα για να δέχεται κυβερνητικά στελέχη και ως επίσημο μέρος για συναντήσεις με μέλη της οικογένειας. Εικονογραφίες που εξυμνούν τους Γκονζάγκα και την αυλή τους καλύπτουν τους τοίχους με πληθωρικά τοπία που διαψεύδουν τα αρχιτεκτονικά όρια του δωματίου.
Το πιο γνωστό στοιχείο της αίθουσας είναι η καινοτόμος εικονογραφία της οροφής. Στον υποβλητικό ‘οφθαλμό’ απεικονίζεται ένας γαλανός ουρανός με λίγα σύννεφα. Γύρω από ένα κιγκλίδωμα είναι συγκεντρωμένα παιχνιδιάρικα putti (ερωτιδείς ή αγγελάκια), που ο ζωγράφος απέδωσε με έντονη προοπτική για να δημιουργήσει την αίσθηση μεγάλου ύψους. Γυναικείες μορφές, ένα παγώνι και ένα φυτό σε γλάστρα περιλαμβάνονται επίσης στη γοητευτική εικόνα, η οποία πλαισιώνεται από γιρλάντες από φρούτα και φυλλώματα. Οι τεχνικοί και υφολογικοί πειραματισμοί του Μαντένια με την ψευδαισθητική κατασκευή του χώρου “έσπασαν τη γυάλινη οροφή” και ενέπνευσαν τους επόμενους καλλιτέχνες, ιδίως τον Κορρέτζο.
Correggio: Η ‘Κοίμηση της Θεοτόκου‘
Γεννημένος ως Αντόνιο Αλλέγκρι [Antonio Allegri, 1489-1534], αλλά περισσότερο γνωστός με το όνομα της γενέτειράς του Κορρέτζο, ο καλλιτέχνης έγινε γνωστός κυρίως για τη φωτεινότητα και το θεϊκό φως που λούζει τις εικόνες του. Ο Κορρέτζο ζωγράφισε τέμπλα, αριστοτεχνικές ψευδαισθητικές τοιχογραφίες, μυθολογικές σκηνές και μικρότερης κλίμακας λατρευτικά έργα. Θεωρείται ο μεγαλύτερος ζωγράφος της περιοχής της Εμίλια-Ρομάνια και ότι δημιούργησε τα σπουδαιότερα έργα του δουλεύοντας στην πόλη της Πάρμας.
Στην Πάρμα δημιούργησε τρεις οροφογραφίες, από τις οποίες ξεχωρίζει η ‘Κοίμηση της Θεοτόκου’ στον οκταγωνικό τρούλο του ρωμανικού καθεδρικού ναού της πόλης, που ολοκληρώθηκε το 1530. Οι τέσσερεις προστάτες άγιοι της Πάρμας – ο Άγιος Βερνάρδος ντελ Ουμπέρτι, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Άγιος Ιωσήφ και ο Άγιος Ιλαρίων – είναι ζωγραφισμένοι σε ψεύτικα κελύφη στα τόξα στήριξης του τρούλου. Πάνω από αυτά, υπάρχει ένα ψεύτικο παραπέτο, παρόμοιο με αυτό του Μαντένια, μπροστά από το οποίο στέκονται οι δώδεκα Απόστολοι.
Μεταξύ των μορφών που βρίσκονται πάνω από το παραπέτο διακρίνεται η Παναγία να ανέρχεται στον ουρανό. Προκειμένου να είναι ορατή στον κόσμο που έρχεται από τη σκάλα που οδηγεί από τον κυρίως ναό προς την Αγία Τράπεζα, η μορφή της Θεοτόκου τοποθετήθηκε στη δυτική πλευρά του τρούλου και όχι στο κέντρο του. Η Μαρία, με ροζ χιτώνα και μπλε μανδύα, βρίσκεται στη βάση μιας λαμπρής, φαινομενικά άπειρης σπείρας από αγγέλους, χερουβείμ και σύννεφα.
Αριστερά της Μαρίας βρίσκονται οι πατριάρχες με επικεφαλής τον Αδάμ. Διακρίνονται ο Δαυίδ με το κεφάλι του Γολιάθ, ο Αβραάμ μαζί με τον γιο του Ισαάκ και τον αμνό της θυσίας, καθώς και ο Ιακώβ. Δεξιά της βρίσκεται η Εύα, περιστοιχισμένη από διάφορες άλλες γυναικείες μορφές, η οποία κρατά ένα μήλο με πράσινο βλαστό, σύμβολο σωτηρίας σε αυτό το πλαίσιο.
Η ταυτότητα της κεντρικής φιγούρας του θόλου που φωτίζεται από ουράνιο φως αποτελεί ακόμα αντικείμενο ατέρμονων διχογνωμιών. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι είναι ο Χριστός, που κατεβαίνει για να συναντήσει την Παρθένο. Άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για άγγελο που συνοδεύει την άνοδο της Θεοτόκου, επειδή η μορφή δεν έχει χαρακτηριστικά που συνδέονται με τον Χριστό, όπως γένια ή στίγματα. Επιπλέον, η μορφή με την ασυνήθιστη στάση φοράει πράσινο και λευκό, χρώματα που δεν συνδέονται με αναπαραστάσεις του Χριστού.
Tiepolo: Η μεγαλύτερη τοιχογραφία του κόσμου
Οι τοιχογραφίες του Κορρέτζο αποτέλεσαν σπουδαία πηγή έμπνευσης για τους συναδέλφους του στην Ιταλία και στο εξωτερικό, κατά τη διάρκεια της εποχής του μπαρόκ και του ροκοκό. Ο Τζοβάννι Μπαττίστα Τιέπολο [Giovanni Battista Tiepolo, 1696-1770] ανήκε σε επιφανή βενετσιάνικη οικογένεια. Θεωρείται ο μεγαλύτερος νωπογράφος της εποχής του, διευρύνοντας τα όρια του μέσου με τα τεχνικά του χαρίσματα και τις θεατρικές του συνθέσεις. Οι σύνθετες αφηγήσεις του περιλαμβάνουν μορφές με εξαιρετικά ενδύματα και είναι δοσμένες με θαυμαστή φαντασία. Ο Τιέπολο ήταν επίσης καινοτόμος σχεδιαστής, του οποίου τα χαρακτικά κυκλοφόρησαν ευρέως. Πολλοί από τους πίνακές του ήταν προπαρασκευαστικά έργα για τις τοιχογραφίες του ή αντίγραφα των τελειωμένων έργων.
Το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό επίτευγμα του Τιέπολο βρίσκεται στη Γερμανία, συγκεκριμένα στη βαυαρική πόλη Βούρτσμπουργκ (Würzburg), όπου και η Οικία Βούρτσμπουργκ, ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα που κατασκευάστηκε για τον κυβερνώντα πρίγκιπα-επίσκοπο. Τη μεγαλοπρεπή σκάλα των τριών ορόφων της σκεπάζει ο “Απόλλωνας και οι τέσσερις ήπειροι”, έργο που φιλοτεχνήθηκε από τον Τιέπολο μεταξύ 1750 και 1753. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη οροφογραφία στον κόσμο.
Το έργο συνδυάζει τον μύθο με τη σύγχρονη πολιτική. Με σχολαστικότητα ανάλογη με αυτήν που έδειχνε ο Κορρέτζο στη δική του σύνθεση, ο Τιέπολο σχεδίασε πλήθος οπτικές γωνίες, σύμφωνα με την πιθανή πορεία ενός επισκέπτη στη σκάλα. Στη σύνθεση δεσπόζει ένας τεράστιος ουρανός, όπου διακρίνονται οι Ολύμπιοι θεοί. Ο Απόλλων, ο θεός του ήλιου και των τεχνών, ετοιμάζεται για την καθημερινή του διαδρομή με το άρμα του, για να φέρει φως στον κόσμο – στο έργο, ο καλλιτέχνης παρομοιάζει τον Απόλλωνα με τον πρίγκιπα-επίσκοπο. Οι Ώρες, γυναικείες μορφές που απεικονίζονται με φτερά πεταλούδας, πηγαίνουν τα άλογα στον Απόλλωνα, ενώ ερωτιδείς σπρώχνουν το χρυσό άρμα μέσα από τα σύννεφα. Άλλοι θεοί παρόντες είναι ο Δίας, ο Άρης, ο Ερμής και η Αφροδίτη.
Το κεντρικό τμήμα της σύνθεσης πλαισιώνεται από βινιέτες γύρω από τα γείσα, που συμβολίζουν τις τέσσερεις ηπείρους του γνωστού κόσμου την εποχή του Τιέπολο: Αφρική, Αμερική, Ασία και Ευρώπη. Οι αντίστοιχες μορφές των τριών πρώτων είναι ντυμένες με ευφάνταστα φορέματα συνοδευόμενες από εξωτικά ζώα. Η ευρωπαϊκή σύνθεση είναι τοποθετημένη έτσι ώστε να αποτελεί την κορύφωση της εμπειρίας θέασης και παρουσιάζει την αυλή του Βούρτσμπουργκ. Υπάρχει ακόμη και ένα πορτρέτο του πρίγκιπα-επισκόπου, που το κρατούν οι προσωποποιήσεις της Φήμης και της Δόξας.
Αυτές οι τρεις μνημειώδεις εικονογραφίες οροφής αντιπροσωπεύουν το αποκορύφωμα της λαμπρής τέχνης των τριών Ιταλών καλλιτεχνών. Ο Μαντένια, ο Κορρέτζο και ο Τιέπολο δημιούργησαν αριστουργήματα που μάγεψαν, κατέπληξαν και ενέπνευσαν τόσο τον απλό κόσμο όσο και τους συναδέλφους τους καλλιτέχνες. Οι οροφογραφίες είναι μια υπενθύμιση για να συνεχίσουμε να κοιτάμε ψηλά.