Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη παρουσίασε μικρή αύξηση τον Αύγουστο, διατηρούμενος κοντά στον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ενισχύοντας τις προσδοκίες ότι οι υπεύθυνοι πολιτικής θα κρατήσουν αμετάβλητα τα επιτόκια στη συνεδρίαση της επόμενης εβδομάδας.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 2 Σεπτεμβρίου, οι τιμές καταναλωτή στις 20 χώρες της νομισματικής ένωσης αυξήθηκαν κατά 2,1% σε ετήσια βάση, από 2,0% τον Ιούλιο, ενώ μηνιαίως καταγράφηκε άνοδος 0,2% μετά τη στασιμότητα του Ιουλίου.
Η μικρή αυτή αύξηση αποδίδεται κυρίως στην άνοδο των τιμών των ανεπεξέργαστων τροφίμων, που εκτοξεύτηκαν κατά 5,5% σε ετήσια βάση, καθώς και στις υπηρεσίες, που παρέμειναν υψηλές με αύξηση 3,1%.
Ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τα ευμετάβλητα τρόφιμα και την ενέργεια, παρέμεινε αμετάβλητος στο 2,3%, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν σταθερές και ενισχύει την άποψη για στάση αναμονής από την ΕΚΤ.
Αναλυτές της ING τόνισαν ότι «το περιβάλλον πληθωρισμού στην Ευρωζώνη παραμένει ήρεμο προς το παρόν. Ο πληθωρισμός βρίσκεται κοντά στον στόχο και ο δομικός πληθωρισμός, αν και ελαφρώς πάνω από τον στόχο, παραμένει σταθερός». Σύμφωνα με αυτούς, με τα επιτόκια σε ουδέτερα επίπεδα, είναι λογικό η ΕΚΤ να μην προχωρήσει σε αλλαγές.
Η άνοδος του πληθωρισμού στις υπηρεσίες παραμένει κρίσιμη για τους υπεύθυνους πολιτικής, δεδομένης της σύνδεσής της με τους μισθούς. Παρά τη μείωση της ανεργίας στο 6,2% τους τελευταίους μήνες, η αύξηση των μισθών μέσω διαπραγματεύσεων δείχνει τάσεις εξασθένησης, με προβλέψεις για περαιτέρω χαλάρωση προς 2,5% μέχρι τις αρχές του 2026.
Αναλυτές της ING εκτίμησαν ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ελαφρώς χαμηλότερο ρυθμό πληθωρισμού. Η οικονομία της Ευρωζώνης έχει βελτιωθεί οριακά, χωρίς εντυπωσιακά αποτελέσματα, όπως επισημαίνουν.
Η ΕΚΤ διατηρεί το βασικό της επιτόκιο στο 2% από τον Ιούλιο και αναμένεται ευρέως να μην το αλλάξει στη συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου. Παρά τη σταθερότητα της νομισματικής πολιτικής βραχυπρόθεσμα, συνεχίζεται η συζήτηση για πιθανή μείωση πριν από το τέλος του έτους, ειδικά αν οι δυνάμεις αποπληθωρισμού ενισχυθούν.
Ο οικονομολόγος της Oxford Economics, Ρικάρντο Φαμπιάνι, δήλωσε μέσω κοινωνικών δικτύων ότι οι δυνάμεις αποπληθωρισμού παραμένουν ορατές, καθιστώντας πιθανή μια μείωση των επιτοκίων τον Δεκέμβριο. Οι αναλυτές της ING πρόσθεσαν ότι, λόγω της αργής ανάπτυξης και των σημαντικών κινδύνων για την οικονομία της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ακόμη μια μείωση πριν από τη σταθεροποίηση, αν και αυτό θεωρείται δύσκολο.
Αντίθετα, η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δήλωσε στο Reuters ότι οι κίνδυνοι πληθωρισμού είναι προς τα πάνω, επικαλούμενη υγιή οικονομική ανάπτυξη και αυξητικές πιέσεις στο κόστος εισροών λόγω των αμερικανικών δασμών, ενισχύοντας την άποψη ότι δεν θα υπάρξουν μειώσεις επιτοκίων.
Υποστηρικτικά για στάση αναμονής της ΕΚΤ εμφανίζεται η ανάκαμψη του μεταποιητικού τομέα. Ο δείκτης PMI μεταποίησης HCOB αυξήθηκε σε 50,7 τον Αύγουστο από 49,8 τον Ιούλιο, καταγράφοντας την πρώτη επέκταση από τα μέσα του 2022 και το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Hamburg Commercial Bank, Σάιρους ντε λα Ρούμπια, ανέφερε ότι η ανάκαμψη στον μεταποιητικό τομέα διευρύνεται, με τις νέες παραγγελίες να προσφέρουν προοπτικές για βιώσιμη ανάκαμψη, καθώς οι εγχώριες παραγγελίες αυξάνονται και αντισταθμίζουν τη μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό.