Η ανθεκτικότητα στα αντιμικροβιακά φάρμακα (Antimicrobial Resistance – AMR) απέναντι σε βασικά αντιβιοτικά είναι πλέον «εκτεταμένη» και αυξάνεται, με τις θεραπείες πρώτης επιλογής για κοινές λοιμώξεις του αίματος, του γαστρεντερικού και του ουροποιητικού συστήματος να «υπονομεύονται ολοένα και περισσότερο», σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε στις 13 Οκτωβρίου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).
Η έκθεση εξέτασε 23 εκατομμύρια λοιμώξεις που αναφέρθηκαν σε 104 χώρες και ανέλυσε την ανθεκτικότητα των μικροβίων σε 22 αντιβιοτικά, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία οκτώ κοινών βακτηριακών παθογόνων υπεύθυνων για τέσσερις τύπους λοιμώξεων: του αίματος, του ουροποιητικού, του γαστρεντερικού και των ουρογεννητικών (γονόρροια).
Σύμφωνα με την έκθεση, «το 2023, περίπου μία στις έξι εργαστηριακά επιβεβαιωμένες βακτηριακές λοιμώξεις παγκοσμίως προκλήθηκε από βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά». Οι τάσεις της AMR δείχνουν «μια αυξανόμενη απειλή από τα Gram-αρνητικά βακτηριακά παθογόνα».
Αυξανόμενη απειλή από τα Gram-αρνητικά βακτήρια
Τα Gram-αρνητικά βακτήρια διαθέτουν ένα επιπλέον εξωτερικό λιπιδικό περίβλημα, το οποίο εμποδίζει πολλά αντιβιοτικά να διεισδύσουν στο κύτταρό τους. Αυτά τα βακτήρια αποτελούν σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, λόγω της υψηλής ανθεκτικότητάς τους.
Η ανθεκτικότητα στα αντιμικροβιακά φάρμακα αυξήθηκε σε 40% των συνδυασμών παθογόνων-αντιβιοτικών μεταξύ 2018 και 2023, με ετήσια αύξηση που κυμαίνεται μεταξύ 5% και 15%. Η έκθεση παρατηρεί αύξηση της ανθεκτικότητας σε ορισμένα αντιβιοτικά, κυρίως στις καρβαπενέμες και τις φθοριοκινολόνες, μεταξύ βασικών Gram-αρνητικών παθογόνων όπως E. coli, K. pneumoniae και Salmonella. Αυτό θεωρείται ανησυχητικό, καθώς αυτά τα αντιβιοτικά είναι ζωτικής σημασίας για τη θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων.
Το E. coli, που βρίσκεται στο περιβάλλον και στα έντερα ανθρώπων και ζώων, είναι κατά κύριο λόγο ακίνδυνο, ωστόσο ορισμένα στελέχη προκαλούν διάρροια, σήψη, πνευμονία και λοιμώξεις του ουροποιητικού, σύμφωνα με ανάρτηση των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) του Μαΐου 2024. Η K. pneumoniae, η οποία εντοπίζεται συνήθως στα κόπρανα του ανθρώπου, μπορεί να προκαλέσει λοιμώξεις του αίματος, πνευμονία, μηνιγγίτιδα ή λοιμώξεις σε χειρουργικά τραύματα. Η Salmonella θεωρείται κύρια αιτία τροφιμογενών ασθενειών και θανάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μεταξύ των τριών βασικών Gram-αρνητικών παθογόνων που ευθύνονται για σοβαρές λοιμώξεις του αίματος (E. coli, K. pneumoniae και Acinetobacter) διαπιστώθηκε αυξανόμενη συχνότητα ανθεκτικότητας στις καρβαπενέμες. Το Acinetobacter, το οποίο συνήθως βρίσκεται σε νοσοκομειακά περιβάλλοντα, μπορεί να προκαλέσει λοιμώξεις στο αίμα, στους πνεύμονες, στα τραύματα και στο ουροποιητικό, σύμφωνα με τα CDC.
Η έκθεση αναφέρει ότι η K. pneumoniae και το Acinetobacter, όταν είναι ανθεκτικά στις καρβαπενέμες, συνδέονται με υψηλή θνησιμότητα που υπερβαίνει το 30% των μολυσμένων ατόμων. Το E. coli, ανθεκτικό στις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς, παρουσίασε υψηλή συχνότητα και νοσηρότητα — πάνω από 10.000 περιστατικά και 1,5 έτος ζωής με αναπηρία ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Η ανθεκτικότητα της μη τυφοειδούς Salmonella στις φθοριοκινολόνες αυξάνεται επίσης παγκοσμίως, και οι παθογόνοι αυτοί «είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ελεγχθούν λόγω της εκτεταμένης μετάδοσης».
Χαμηλή αντιμετωπισιμότητα και προειδοποιήσεις από ΗΠΑ και ΕΕ
Η έκθεση του ΠΟΥ προειδοποιεί ότι η δυνατότητα θεραπείας πολλών από αυτά τα ανθεκτικά στα αντιβιοτικά παθογόνα είναι «χαμηλή έως μέτρια». Η πρόληψη αυτών των λοιμώξεων «είναι συχνά δύσκολη», ενώ η ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών «παραμένει ασθενής» και δεν αναμένεται να προσφέρει αποτελεσματικές εναλλακτικές λύσεις στο άμεσο μέλλον για πολλές από τις πιο πιεστικές απειλές.
Η ανθεκτικότητα στα αντιμικροβιακά (AMR) ήταν λιγότερο συχνή στην Ευρώπη, όπου μία στις δέκα λοιμώξεις ήταν ανθεκτική, και ακόμα χαμηλότερη στην περιοχή του Δυτικού Ειρηνικού, με μία στις έντεκα. Αντίθετα, η AMR ήταν πιο συχνή στη Νοτιοανατολική Ασία και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου σχεδόν μία στις τρεις λοιμώξεις ανήκει σε αυτή την κατηγορία, και ακολουθεί η Αφρική, με μία στις πέντε.
Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Άντανομ Γκεμπρεγέσους, δήλωσε στις 13 Οκτωβρίου ότι η ανθεκτικότητα των μικροβίων «υπερβαίνει την πρόοδο της σύγχρονης ιατρικής, απειλώντας την υγεία των οικογενειών παγκοσμίως».
Τόνισε ότι, καθώς οι χώρες ενισχύουν τα συστήματα επιτήρησης της AMR, είναι αναγκαίο να χρησιμοποιούνται τα αντιβιοτικά υπεύθυνα και να διασφαλίζεται η πρόσβαση όλων στα κατάλληλα φάρμακα, σε αξιόπιστες διαγνωστικές εξετάσεις και στα εμβόλια. Επεσήμανε ακόμη ότι το μέλλον εξαρτάται από την ενίσχυση των συστημάτων πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας των λοιμώξεων, καθώς και από την καινοτομία για τη δημιουργία αντιβιοτικών νέας γενιάς και ταχέων μοριακών διαγνωστικών εξετάσεων.
Πολλοί διεθνείς φορείς υγείας έχουν εκδώσει προειδοποιήσεις τις τελευταίες εβδομάδες σχετικά με λοιμώξεις από ανθεκτικά μικρόβια. Στα τέλη του περασμένου μήνα, τα CDC των ΗΠΑ προειδοποίησαν για «δραματική αύξηση» των NDM-CRE, βακτηρίων που παράγουν το ένζυμο ΝDM και είναι ανθεκτικά στις καρβαπενέμες, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 11 Σεπτεμβρίου, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων εξέδωσε προειδοποίηση για έναν πολυανθεκτικό μύκητα που εξαπλώνεται ραγδαία στα νοσοκομεία της περιοχής. Τα CDC εκτιμούν ότι στις ΗΠΑ εμφανίζονται πάνω από 2,8 εκατομμύρια λοιμώξεις από ανθεκτικά στα αντιμικροβιακά μικρόβια ετησίως, με περισσότερους από 35.000 θανάτους ως αποτέλεσμα.