Η Ταϊβάν επιθυμεί ειρηνικές σχέσεις με την Κίνα, αλλά οφείλει να είναι έτοιμη για πόλεμο προκειμένου να τον αποτρέψει, δήλωσε ο πρόεδρος Λάι Τσινγκ-τε την Τρίτη, έπειτα από ομιλία με αφορμή την πρώτη επέτειο της θητείας του.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ταϊβάν είναι πρόθυμη για διάλογο με την Κίνα, στη βάση της ισοτιμίας. Το Πεκίνο απάντησε ότι οποιαδήποτε συζήτηση θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή της «μίας Κίνας», σύμφωνα με την οποία το κομμουνιστικό καθεστώς αποτελεί τον μόνο νόμιμο εκπρόσωπο και των δύο πλευρών του Στενού της Ταϊβάν.
Αν και το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) δεν έχει κυβερνήσει ποτέ την Ταϊβάν, θεωρεί τη νήσο επαρχία που έχει αποσχιστεί, και έχει δεσμευθεί να την «επανενώσει» με την ηπειρωτική Κίνα, χωρίς να αποκλείει τη χρήση βίας.
Από την ανάληψη των καθηκόντων του Λάι, το Πεκίνο έχει εντείνει τη ρητορική του κατά εκείνων που χαρακτηρίζει «Ταϊβανούς αυτονομιστές», ενώ έχει αυξήσει τη στρατιωτική και ναυτική του παρουσία στην περιοχή. Σύμφωνα με αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ φέρεται να έχει δώσει εντολή στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό να είναι έτοιμος για πιθανή εισβολή στην Ταϊβάν έως το 2027.
Ο Λάι έχει υιοθετήσει πιο αυστηρή στάση έναντι του Πεκίνου. Πέρυσι δήλωσε ότι επιθυμεί τη διατήρηση του status quo, σημειώνοντας ότι Κίνα και Ταϊβάν «δεν ανήκουν η μία στην άλλη». Τον Μάρτιο, χαρακτήρισε την Κίνα «εχθρική ξένη δύναμη» και παρουσίασε σειρά μέτρων για την αντιμετώπιση της κινεζικής διείσδυσης και κατασκοπείας.
Στην ομιλία του την Τρίτη, ανακοίνωσε τη δημιουργία κρατικού επενδυτικού ταμείου και εθνικής επενδυτικής πλατφόρμας, καθώς και την ενίσχυση της διεθνούς οικονομικής παρουσίας της Ταϊβάν. Όπως επεσήμανε, οι δημοκρατικές αξίες της χώρας αποτελούν βασικό στοιχείο διαφοροποίησης από αυταρχικά καθεστώτα.
Απαντώντας σε ερωτήσεις μετά την ομιλία, ο πρόεδρος ανέφερε ότι η Ταϊβάν είναι «παθιασμένη με την ειρήνη» και παραδοσιακά φιλική προς άλλους. Τόνισε ότι και ο ίδιος επιδιώκει την ειρήνη, επειδή θεωρεί ότι είναι ανεκτίμητη και ότι κανείς δεν βγαίνει νικητής από έναν πόλεμο. Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι η επιδίωξη της ειρήνης δεν πρέπει να γίνεται με αυταπάτες.
Ο Λάι υπογράμμισε ακόμη την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας και των σχέσεων με συμμάχους της Ταϊβάν. Επανέλαβε ότι, εφόσον υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός, η Ταϊβάν είναι πρόθυμη για συνεργασία με την Κίνα, με στόχο την αντικατάσταση της απομόνωσης με διάλογο και την οικοδόμηση ειρήνης και ευημερίας και για τις δύο χώρες.
Απαντώντας στις δηλώσεις του προέδρου Λάι, ο εκπρόσωπος του Γραφείου Υποθέσεων της Ταϊβάν του Πεκίνου, Τσεν Μπινχουά, δήλωσε ότι η Κίνα αντιτίθεται σθεναρά σε κάθε απόπειρα «απόσχισης για ανεξαρτησία» και σε παρεμβάσεις από εξωτερικές δυνάμεις.
Ο Ουίλλιαμ Τσουνγκ, ερευνητής του κυβερνητικού Ινστιτούτου Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊβάν, σχολίασε πρόσφατα στην κινεζική έκδοση της εφημερίδας The Epoch Times ότι το πρόβλημα είναι πως το ΚΚΚ δεν μπορεί να αποδεχθεί την Ταϊβάν ως ανεξάρτητη Δημοκρατία της Κίνας.
Η ονομασία «Δημοκρατία της Κίνας», η οποία είναι η επίσημη ονομασία της Ταϊβάν, χρησιμοποιούνταν από το 1912 έως το 1949 για την ηπειρωτική Κίνα, προτού το εθνικιστικό κόμμα Κουομιντάνγκ ηττηθεί στον εμφύλιο και καταφύγει στη νήσο.
Ο Τσουνγκ εκτίμησε ότι το Πεκίνο βρίσκεται υπό αυξημένη πίεση μετά την ψήφιση, στις 5 Μαΐου, από το αμερικανικό Κογκρέσο του Νόμου για τη Διεθνή Αλληλεγγύη με την Ταϊβάν (Taiwan International Solidarity Act), ο οποίος αποσαφηνίζει το περιεχόμενο και τη σημασία του ψηφίσματος 2758 του ΟΗΕ.
Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι το συγκεκριμένο ψήφισμα αναγνωρίζει την Ταϊβάν ως μέρος της Κίνας. Ωστόσο, ο νέος αμερικανικός νόμος διευκρινίζει ότι το ψήφισμα καθόρισε απλώς την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ως τη μόνη νόμιμη εκπρόσωπο της Κίνας στον ΟΗΕ, χωρίς να λάβει θέση για την εκπροσώπηση της Ταϊβάν ή τη σχέση της με την ηπειρωτική Κίνα και χωρίς να κάνει αναφορά στην κυριαρχία της.
Ο Λάι Τζουνγκ-γουέι, επικεφαλής της ΜΚΟ Taiwan Inspiration Association, σχολίασε ότι η Ταϊβάν δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποδεχθεί την ερμηνεία του Πεκίνου, σύμφωνα με την οποία η αρχή της «μίας Κίνας» σημαίνει την αποκλειστική κυριαρχία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Όπως είπε, το ζήτημα μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν είναι τριπλό: περιλαμβάνει το θέμα της εθνικής ταυτότητας, της δημοκρατικής ταυτότητας, αλλά και των αξιών, καθώς – όπως υποστήριξε – το μοντέλο του «σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά» διαφέρει ριζικά από τις οικουμενικές αξίες που ισχύουν στην Ταϊβάν και διεθνώς.
Με τη συμβολή του Luo Ya