Ο κορωνοϊός μας έδειξε πόσο ευάλωτη τελικά είναι η ανθρώπινη ύπαρξη ενόψει μιας θανατηφόρας νόσου. Λέξεις όπως «επιδημία» και «πανδημία» (και «πανικός») έχουν γίνει μέρος των καθημερινών μας συζητήσεων.
Οι Έλληνες της αρχαιότητας είχαν φτάσει σε μια κατανόηση των ασθενειών, τόσο από καθαρά ιατρική σκοπιά, όσο και μεταφορική, όσον αφορά την συμπεριφορά των ανθρώπων. Αυτό που οι Έλληνες ονόμαζαν «πανούκλα» («λοιμός») εμφανίζεται σε μερικά αξιομνημόνευτα αποσπάσματα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.
Ξεκινώντας από το ομηρικό έπος της Ιλιάδας (περίπου το 700 π.Χ.), ο λοιμός που ξεσπάει στο στρατόπεδο των Αχαιών είναι η τιμωρία του Απόλλωνα στον Αγαμέμνονα για την ασέβειά του απέναντι στον ιερέα Χρύση (στ.61 εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶλοιμὸς Ἀχαιούς).
Ο Απόλλωνας, ως θεός της πανούκλας – καταστροφέας αλλά και θεραπευτής – τιμώρησε όλους τους Έλληνες με αυτόν τον λοιμό . Ως θεός της τοξοβολίας, ο Απόλλωνας απεικονίζεται να ρίχνει βέλη στα στρατεύματα και το αποτέλεσμα να είναι καταστροφικό:
«Ευχήθη και ως τον άκουσεν ο Φοίβος ο Απόλλων,
κατέβη από τας κορυφάς του Ολύμπου θυμωμένος,
με τόξον και μ’ ολόκλειστην φαρέτραν εις τους ώμους.
Εβρόντησαν επάνω του τα βέλη ως εκινήθη
ο χολωμένος και ώμοιαζε την νύκτα, ως προχωρούσε.
Των πλοίων κάθισε άντικρυ και απόλυσε το βέλος
και αχός εβγήκε τρομερός απ’ τ’ ασημένιο τόξο.
Και αφού τους σκύλους έπληξε και τα μουλάρια πρώτα,
εις τους ανθρώπους έριχνε τα πικροφόρ’ ακόντια
αδιάκοπα. Και των νεκρών παντού πυρές εκαίαν».
ΙΛΙΑΔΟΣ – ΡΑΨΩΔΙΑ Α (στίχοι : 1-120)
[Μετάφραση : ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΟΛΥΛΑ]
Περίπου 270 χρόνια μετά την «Ιλιάδα», η πανούκλα είναι το επίκεντρο δύο σπουδαίων κλασικών αθηναϊκών έργων: «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή περίπου το 429 π.Χ και το «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» του Θουκυδίδη το 431 π.Χ.
Ο Θουκυδίδης (περ. 460–400 π.Χ.) και ο Σοφοκλής (490–406 π.Χ.) πρέπει να γνώριζαν ο ένας τον άλλον, αν και είναι δύσκολο να πούμε περισσότερα λόγω έλλειψης επαρκών αναφορών. Τα δύο αυτά έργα γράφτηκαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο.
Στο «Οιδίπους Τύραννος», ο λοιμός χτυπάει τη Θήβα λόγω του αμαρτήματος του Οιδίποδα (στ. 27-29 ἐνδ ̓ ὁ πυρφόρος θεὸς | σκήψας ἐλαύνει, λοιμὸς ἔχθιστος, πόλιν, | ὑφ ̓ οὗ κενοῦται δῶμα Καδμεῖον).
Στον Θουκυδίδη, ο λοιμός των Αθηνών το 430 π.Χ ερμηνεύεται ως απόρροια της κακής πολιτικής κατάστασης που επικρατούσε στην Αθηναϊκή Συμπολιτεία (στ.2.47.3 οὐ μέν τοι τοσοῦτός γε λοιμὸς οὐδὲ φθορὰ οὕτως ἀνθρώπων οὐδαμοῦ ἐμνημονεύετο γενέσθαι), και είναι αξιοσημείωτο πόσο επικεντρώνεται στα βιώματα και τη γενική αντίδραση της κοινωνίας, τόσο εκείνων που πέθαναν όσο και εκείνων που επέζησαν.
Μια υγειονομική κρίση
Η περιγραφή της πανούκλας περιγράφεται στον περίφημο Επιτάφιο του Περικλή . (Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ο Περικλής πέθανε από τον λοιμό το 429 π.Χ., ενώ ο Θουκυδίδης παρότι νόσησε επέζησε).
Ο Θουκυδίδης κάνει μια γενική αναφορά των πρώτων σταδίων της πανούκλας – την πιθανή προέλευσή της που θεωρούνταν πως ήταν η Βόρεια Αφρική, την εξάπλωσή της στις ευρύτερες περιοχές της Αθήνας, τον αγώνα των γιατρών για την αντιμετώπισή της και το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας των ίδιων των γιατρών.
Τίποτα δεν φαινόταν να βελτιώνει την κρίση – ούτε η ιατρική γνώση, ούτε οι προσευχές ή οι χρησμοί. Πράγματι, «στο τέλος, οι άνθρωποι ήταν τόσο πολύ καταβεβλημένοι από τα βάσανα τους που δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία σε τέτοιου είδους πράγματα».
Ο Θουκυδίδης περιγράφει με λεπτομέρεια τα συμπτώματα – το αίσθημα καψίματος των πασχόντων, τον στομαχόπονο και τον εμετό, την επιθυμία να είναι εντελώς γδυτοί γιατί δεν άντεχαν κανένα ένδυμα πάνω στο σώμα τους, την αϋπνία και την ανησυχία.
«Στο επόμενο στάδιο, μετά από επτά ή οχτώ ημέρες, αν οι άνθρωποι είχαν καταφέρει να επιζήσουν, η αρρώστια κατέβαινε στα έντερα και άλλα μέρη του σώματος – τα γεννητικά όργανα, τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών. Μερικοί άνθρωποι μέχρι που τυφλώθηκαν».
«Οι λέξεις πράγματι αποτυγχάνουν στο να περιγράψει κανείς την γενική εικόνα αυτής της ασθένειας· όσο για τα δεινά των ανθρώπων, φαινόταν σαν να είναι κάτι πέραν την ικανότητας της ανθρώπινης φύσης να τα αντέξει».
Εκείνοι με γερή κράση είχαν την ίδια μοίρα με αυτή των αδύναμων.
«Το πιο τρομερό πράγμα ήταν η απόγνωση στην οποία έπεσαν οι άνθρωποι όταν συνειδητοποίησαν ότι είχαν νοσήσει από την πανούκλα· διότι υιοθετούσαν αμέσως μια στάση απόλυτης απελπισίας, και υποχωρώντας με αυτόν τον τρόπο, έχαναν τις δυνάμεις τους για να αντισταθούν».
Τέλος, ο Θουκυδίδης επικεντρώνεται στην κατάρρευση των παραδοσιακών αξιών όπου η αυτοεκτίμηση αντικατέστησε την τιμή, όπου δεν υπήρχε φόβος για τον Θεό ή τον άνθρωπο.
«Όσον αφορά τα αδικήματα κατά του ανθρώπινου δικαίου, κανείς δεν περίμενε να ζήσει για αρκετό καιρό ώστε να δικαστεί και να τιμωρηθεί: Αντ ‘αυτού όλοι ένιωθαν ότι τους είχε επιβληθεί πολύ βαρύτερη ποινή».
Η όλη περιγραφή του λοιμού στο δεύτερο βιβλίο διαρκεί περίπου πέντε σελίδες, αν και φαίνεται μεγαλύτερη.
Το πρώτο ξέσπασμα του λοιμού διήρκεσε δύο χρόνια, έπειτα εμφανίστηκε για δεύτερη φορά, αν και με λιγότερη μολυσματικότητα. Όταν ο Θουκυδίδης αρχίζει να περιγράφει την εξάπλωση του λοιμού λίγο αργότερα στο χωρίο (3.87), παρέχει τους αριθμούς των νεκρών: 4.400 οπλίτες (πολίτες-στρατιώτες), 300 ιππείς και άγνωστος αριθμός απλών ανθρώπων.
Τίποτε άλλο δεν έβλαψε τόσο πολύ τους Αθηναίους όσο αυτό διότι μείωσε την πολεμική δύναμή τους.
Μια σύγχρονη ματιά
Ο Θουκυδίδης μας περιγράφει τα συμπτώματα ενός λοιμού που διαφέρει με πολλούς τρόπους από αυτό που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Τα μαθήματα που παίρνουμε από την κρίση του κορωνοϊού θα προέλθουν από τις δικές μας εμπειρίες και όχι απαραίτητα από την ανάγνωση του Θουκυδίδη, αλλά μπορεί να προβεί ωφέλιμο να αντλούμε σοφία από τα μαθήματα της ιστορίας. Ο Θουκυδίδης μας προσφέρει μια περιγραφή της κατάσταση μιας πόλης-κράτος που βρισκόταν σε κρίση. Μια κρίση που είναι τόσο οδυνηρή και μεγάλη σήμερα, όπως ήταν το 430 π.Χ.
Ο Θουκυδίδης οδηγεί τον αναγνώστη στο συμπέρασμα πως η απώτερη αιτία της ασθένειας μπορεί να αναζητηθεί σε ένα βαθύτερο διακείμενο, είτε αυτό είναι η οργή του Θεού απέναντι στους ανθρώπους είτε αυτό είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι και κατ’ επέκταση η πόλις την οποία συναπαρτίζουν.
Σε μια κοινωνία που νοσεί, αναπόφευκτα οι ελπίδες για ανάρρωση εναποθέτονται στους ιατρούς. Ενάντια στις προσδοκίες, σε πολλά κείμενα οι γιατροί παρουσιάζονται να μην είναι σε θέση να συνεισφέρουν πολλά στην καταπολέμηση της επιδημίας και παράλληλα να επιβαρύνουν με τις πράξεις τους την ήδη πληγείσα κοινωνία. Διότι η ίδια η φύση της πανδημίας είναι κάτι που διαπερνά το πλαίσιο της επιστήμης.
Η ιστορία κάνει κύκλους και όλα αυτά που μας συμβαίνουν σήμερα ίσως είναι ένα προμήνυμα να αναθεωρήσουμε μέσα μας και να δούμε ύπο ένα νέο πρίσμα τον κόσμο, έναν κόσμο όπου ο αλτρουισμός η καλοσύνη και η αρετή θα επικρατούν και αυτό θα είναι το αληθινό αντίδοτο της πανδημίας.
Ο Chris Mackie είναι καθηγητής κλασικών στο Πανεπιστήμιο La Trobe στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο The Conversation.
Η Ναταλία Μπασδέκη συνέβαλε σε αυτό το άρθρο
Ακολουθήστε μας στο Telegram @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο Parler @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο SafeChat @epochtimesgreece