Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέστειλε επιστολή προς τον Ισραηλινό πρόεδρο Ισαάκ Ερτζογκ, με την οποία τον καλεί να προχωρήσει στην πλήρη απονομή χάριτος προς τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος παραμένει υπό δικαστική δίωξη για κατηγορίες διαφθοράς, γνωστοποίησε το γραφείο του Ερτζογκ στις 12 Νοεμβρίου.
Στην επιστολή του, ο Τραμπ επισημαίνει πως «το Ισραήλ πέρασε τρομερά δύσκολες στιγμές τα τελευταία τρία χρόνια», αναφερόμενος στη σύρραξη στη Γάζα, και καλεί τον Ερτζογκ να απονείμει πλήρη χάρη στον Νετανιάχου.
Εξήρε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό ως «ισχυρή και αποφασιστική ηγετική φυσιογνωμία εν καιρώ πολέμου, που πλέον οδηγεί το Ισραήλ σε μια εποχή ειρήνης», τονίζοντας πως έχει έρθει η ώρα να επικεντρωθεί στην ειρήνη και όχι σε δικαστικές περιπέτειες.
Ο Τραμπ πρόσθεσε πως «η προσοχή του Νετανιάχου δεν μπορεί να αποσπάται άσκοπα από τη συνεχιζόμενη δίκη για διαφθορά, η οποία ξεκίνησε το 2020 και περιλαμβάνει κατηγορίες για δωροδοκία, απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης».
Παρότι δήλωσε σεβασμό στην ανεξαρτησία της ισραηλινής Δικαιοσύνης, χαρακτήρισε τις κατηγορίες πολιτικά υποκινούμενες, εκτιμώντας πως η δίωξη κατά του Νετανιάχου –“ο οποίος έχει πολεμήσει στο πλευρό μου επί μακρόν, μεταξύ άλλων κατά του ιδιαίτερα σκληρού εχθρού του Ισραήλ, του Ιράν”– είναι «πολιτική, αδικαιολόγητη δίωξη».
Η επιστολή ακολουθεί την επίσκεψη του Τραμπ στο Ισραήλ τον Οκτώβριο, μετά την ανακοίνωση της εκεχειρίας στη Γάζα, όταν απηύθυνε δημόσια έκκληση από το βήμα της Κνεσέτ προς τον Ερτζογκ να απονείμει χάρη στον Νετανιάχου. Τότε, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό «καλό άνθρωπο που ξέρει να νικά».
Στην τελευταία του επιστολή ο Τραμπ υπενθυμίζει πως με τον Ερτζογκ είχαν συμφωνήσει νωρίς στην προεδρία του να επικεντρωθούν στην επιστροφή των ομήρων και στην επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας. Τώρα που, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, οι στόχοι αυτοί έχουν εκπληρωθεί, προσθέτει πως «είναι η ώρα να ενώσει ο Νετανιάχου το Ισραήλ, παρέχοντάς του χάρη και βάζοντας τέλος οριστικά σε αυτή τη δικαστική διαμάχη».
Η απάντηση του γραφείου Ερτζογκ
Το γραφείο του Ισαάκ Ερτζογκ επιβεβαίωσε την παραλαβή της επιστολής και ευχαρίστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη στήριξη που παρείχαν στην απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων που κρατούσε η τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς στη Γάζα, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας του Ισραήλ.
Σε δήλωση που επικαλείται η εφημερίδα Jerusalem Post, το γραφείο του προέδρου διευκρίνισε ότι «η διαδικασία απονομής χάριτος στο Ισραήλ πρέπει να ακολουθείται αυστηρά».
Κάθε ενδιαφερόμενος πρέπει να υποβάλει τυπικό αίτημα σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Βάσει του ισραηλινού δικαίου, ο πρόεδρος μπορεί να χορηγεί χάρη σε όσους έχουν καταδικαστεί σε δικαστήριο και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ακόμη και πριν την ολοκλήρωση της δίκης, εφόσον αυτό κρίνεται πως εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.
Το αίτημα πρέπει να υποβληθεί από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο ή μέλος της άμεσης οικογένειάς του. Μέχρι σήμερα, ούτε ο Νετανιάχου ούτε οι συγγενείς του έχουν προχωρήσει σε σχετική αίτηση.
Τα δικαστικά προβλήματα του Νετανιάχου
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου κατηγορήθηκε επισήμως τον Νοέμβριο του 2019 σε τρεις ξεχωριστές υποθέσεις –γνωστές ως 1000, 2000 και 4000– για δωροδοκία, απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης.
Στην υπόθεση 4000, οι εισαγγελείς υποστηρίζουν ότι προσέφερε ρυθμιστικά οφέλη αξίας εκατομμυρίων σεκέλ στον επιχειρηματία Σαούλ Ελοβιτς, ιδιοκτήτη της Bezek και της ιστοσελίδας Wallah News, με αντάλλαγμα ευνοϊκή δημοσιογραφική κάλυψη για τον ίδιο και την οικογένειά του.
Η υπόθεση 2000 αφορά συζητήσεις του Νετανιάχου με τον εκδότη της Yedioth Ahronoth, Αρνόν Μόζες, με αντικείμενο νομοθεσία που θα περιόριζε ανταγωνιστική εφημερίδα (Israel Hayom), έναντι θετικής προβολής από τα μέσα του Μόζες.
Στην υπόθεση 1000, ο Νετανιάχου και η σύζυγός του κατηγορούνται ότι έλαβαν πολυτελή δώρα, μεταξύ αυτών πούρα και σαμπάνιες, αξίας περίπου 700.000 σεκέλ (περ. 170.000 ευρώ) από τους επιχειρηματίες Αρνόν Μιλτσάν και Τζέιμς Πάκερ, ενώ ο Νετανιάχου φέρεται να έλαβε αποφάσεις υπέρ των συμφερόντων τους.
Ο Νετανιάχου έχει αρνηθεί το σύνολο των κατηγοριών και κατά την περσινή κατάθεσή του στο δικαστήριο αυτοχαρακτηρίστηκε ως «υπερασπιστής της ασφάλειας του Ισραήλ, που έχει σταθεί όρθιος απέναντι στις πιέσεις ξένων δυνάμεων αλλά και απέναντι σε ένα εχθρικό εσωτερικό μιντιακό τοπίο».
Σε παλαιότερη ομιλία του, στις 24 Μαΐου 2020, λίγο πριν αρχίσει η δίκη του, είχε τονίσει πως «οι διώξεις αυτές αποτελούν απόπειρα υπονόμευσης της βούλησης του λαού, μια προσπάθεια να ανατραπεί τόσο ο ίδιος όσο και η δεξιά παράταξη».








