Ανάλυση Ειδήσεων
Οι πρόσφατες διπλωματικές επαφές του Πεκίνου με χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας—περιλαμβανομένης της περιοδείας του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ σε Βιετνάμ, Μαλαισία και Καμπότζη—οδήγησαν σε ανταλλαγές και δεσμεύσεις για εμβάθυνση της οικονομικής συνεργασίας. Ωστόσο, οι προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) να οικοδομήσει κοινό μέτωπο κατά των αυστηρότερων εμπορικών πολιτικών των ΗΠΑ έχουν αποδώσει λιγότερο.
Κατά την πρώτη του διεθνή περιοδεία για το 2025, από τις 14 έως τις 18 Απριλίου, ο Σι υπέγραψε δεκάδες συμφωνίες με τις χώρες που επισκέφθηκε. Πολλές από αυτές ήταν μνημόνια συνεργασίας σε τομείς όπως οι υποδομές, η τεχνητή νοημοσύνη, η γεωργία και το εμπόριο.
Ταυτόχρονα, κυβερνήσεις της Νοτιοανατολικής Ασίας προχωρούν σε κινήσεις για τη σύναψη συμφωνιών με την Ουάσιγκτον, μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αναστείλει για τρεις μήνες την εφαρμογή των αμοιβαίων δασμών που αφορούν δεκάδες χώρες παγκοσμίως.
Πέραν της ενίσχυσης των δικών τους βιομηχανικών βάσεων, οι χώρες της περιοχής έχουν καταστεί ελκυστικοί προορισμοί για Κινέζους κατασκευαστές που επιδιώκουν να παρακάμψουν τους αμερικανικούς δασμούς. Οι κατασκευαστές αυτοί εξάγουν προϊόντα και πρώτες ύλες στις χώρες αυτές, οι οποίες στη συνέχεια μεταπωλούν τα αγαθά στις ΗΠΑ μέσω διαδικασίας γνωστής ως «μεταφόρτωση».
Ο όγκος εμπορίου μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας έφτασε τα 476,8 δισ. δολάρια το 2024, εκ των οποίων τα 124,6 δισ. δολάρια αντιστοιχούν σε αμερικανικές εξαγωγές, σύμφωνα με το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ. Την ίδια χρονιά, το διμερές εμπόριο μεταξύ Κίνας και Νοτιοανατολικής Ασίας αυξήθηκε στα 982,3 δισ. δολάρια, σύμφωνα με το κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua. Ωστόσο, έκθεση του Asia Society Policy Institute που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο σημειώνει ότι, παρότι οι κινεζικές εξαγωγές προς την περιοχή συνεχίζουν να αυξάνονται, οι εισαγωγές αγαθών από τις χώρες αυτές παραμένουν σχεδόν στάσιμες.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν εκφράσει ανησυχίες για το φαινόμενο της μεταφόρτωσης, το οποίο εντάθηκε μετά την επιβολή δασμών στις κινεζικές εισαγωγές κατά την πρώτη θητεία Τραμπ. Το ζήτημα αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση των εισαγωγών αμερικανικών προϊόντων, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στις εμπορικές διαπραγματεύσεις με τις χώρες της περιοχής.
Μακρινό το ενδεχόμενο αντι-αμερικανικού άξονα
Ο καθηγητής Σουν Κούο-σιάνγκ, από το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων και Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Νανχουά στην Ταϊβάν, δήλωσε στην κινεζική έκδοση της Epoch Times ότι οι κινήσεις του ΚΚΚ αποσκοπούν στο να καλλιεργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στις ΗΠΑ και να καθιερώσουν την Κίνα ως κυρίαρχη δύναμη στη Νοτιοανατολική Ασία.
Οι αμερικανικοί δασμοί στα προϊόντα από Βιετνάμ, Μαλαισία και Καμπότζη είχαν αρχικά καθοριστεί στο 46%, 24% και 49% αντίστοιχα, αλλά μειώθηκαν στο γενικό επίπεδο του 10% στις 9 Απριλίου.

Σε συνέντευξη Τύπου στις 17 Απριλίου, ο εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εμπορίου, Χε Γιαντόνγκ, αποφεύγοντας άμεση αναφορά στους αμερικανικούς δασμούς, ανέφερε ότι η περιοδεία του Σι αποτέλεσε ευκαιρία για ενίσχυση της συνεργασίας με γειτονικές χώρες και για την οικοδόμηση ισχυρότερων αλυσίδων εφοδιασμού.
Παρότι ο Σι έτυχε θερμής υποδοχής, ο καθηγητής Σουν εκτιμά ότι η προσπάθεια του Πεκίνου να συγκροτήσει «κάποιου είδους αντι-αμερικανική συμμαχία» δύσκολα θα ευδοκιμήσει, καθώς οι χώρες της περιοχής «προτιμούν να κρατούν αποστάσεις από την Κίνα και να υιοθετούν μια πραγματιστική διπλωματική στάση» βασισμένη στα θεμελιώδη εθνικά τους συμφέροντα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας αποδίδουν μεγαλύτερη αξία στις εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και στις ευκαιρίες που απορρέουν από αυτές, προσεγγίζοντας με ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα τις πρωτοβουλίες του Πεκίνου. Όπως τόνισε, «ανησυχούν μήπως μια υπερβολικά φιλοκινεζική στάση προκαλέσει κυρώσεις από τις ΗΠΑ» και δεν είναι διατεθειμένες να θυσιάσουν την οικονομική τους διαπραγματευτική ισχύ για να εξυπηρετήσουν τους στρατηγικούς στόχους του ΚΚΚ.
Εντατικοί έλεγχοι σε «μεταφορτώσεις» κινεζικών προϊόντων
Οι χώρες που επισκέφθηκε ο Σι Τζινπίνγκ εμφανίστηκαν διστακτικές στο να επαναλάβουν τη ρητορική του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.
Στις 18 Απριλίου, τελευταία ημέρα της περιοδείας του Κινέζου ηγέτη, ο Βιετναμέζος πρωθυπουργός Φαμ Μιν Τσιν υπογράμμισε τον «ιδιαίτερο δεσμό» της χώρας του με τις ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι το Ανόι έχει «σε μεγάλο βαθμό ανταποκριθεί στις ανησυχίες των ΗΠΑ» μειώνοντας φόρους και αυξάνοντας τις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων. Όπως αναφέρεται σε ανάρτηση της κυβέρνησης του Βιετνάμ, η χώρα δηλώνει πρόθυμη να συνεχίσει τον διάλογο και τις διαπραγματεύσεις.
Σε οδηγία του υπουργείου Εμπορίου του Βιετνάμ, την οποία επικαλείται το πρακτορείο Reuters, η κυβέρνηση δίνει εντολή για πάταξη της μεταφόρτωσης προϊόντων και άλλων μορφών «εμπορικής απάτης», προειδοποιώντας ότι τέτοιες πρακτικές περιπλέκουν τις προσπάθειες αποφυγής κυρώσεων σε βάρος ξένων προϊόντων. Αν και στην οδηγία δεν κατονομάζονται ρητά η Κίνα ή οι ΗΠΑ, το άρθρο της 22ας Απριλίου σημειώνει ότι σχεδόν το 40% των εισαγωγών του Βιετνάμ προέρχονται από την Κίνα και ότι η Ουάσιγκτον έχει ανοιχτά κατηγορήσει το Πεκίνο για χρήση του Βιετνάμ ως διαμετακομιστικού κόμβου ώστε να παρακαμφθούν οι αμερικανικοί δασμοί.
Η οδηγία φέρει ημερομηνία 15 Απριλίου, την ημέρα που ο Σι αναχώρησε από το Βιετνάμ για τη Μαλαισία.
Το Bloomberg ανέφερε στις 18 Απριλίου ότι το Βιετνάμ ήταν από τις πρώτες χώρες που προσέγγισαν τις ΗΠΑ, με τον Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Το Λαμ να επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον πρόεδρο Τραμπ στις 4 Απριλίου, δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση δασμού 46% στα βιετναμέζικα προϊόντα στο πλαίσιο των λεγόμενων δασμών της «Liberation Day» («Ημέρας Απελευθέρωσης»).

Το Βιετνάμ προμηθεύει πολλές δυτικές εταιρείες στην περιοχή, ενώ εξαρτάται σημαντικά από εισαγόμενες κινεζικές πρώτες ύλες. Σύμφωνα με τα τελωνειακά στοιχεία του Βιετνάμ, το εμπορικό του πλεόνασμα με τις ΗΠΑ το 2024 ανήλθε σε 123 δισ. δολάρια. Στο πρώτο τρίμηνο του 2025, οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ έφτασαν τα 31,4 δισ. δολάρια, ενώ οι κινεζικές εισαγωγές προς το Βιετνάμ διαμορφώθηκαν στα 30 δισ. δολάρια.
Αντίστοιχα, και η Καμπότζη—αν και θεωρείται πιο στενά συνδεδεμένη με την Κίνα από το Βιετνάμ—έχει προβεί σε μέτρα περιορισμού της μεταφόρτωσης κινεζικών προϊόντων. Σύμφωνα με την εφημερίδα Cambodia China Times, που εκδίδεται στην κινεζική γλώσσα, η κυβέρνηση της Καμπότζης εξέδωσε αναθεωρημένο ρυθμιστικό πλαίσιο αμέσως μετά την επιστροφή του Σι στην Κίνα, με σκοπό την αποτροπή της χρήσης της χώρας ως «κόμβου μεταφόρτωσης» κινεζικών προϊόντων.
Στις 16 Απριλίου, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σουν Τσαντόλ ηγήθηκε αντιπροσωπείας σε τηλεδιάσκεψη με τον Αμερικανό εκπρόσωπο Εμπορίου Τζέιμσον Γκριρ. Στο πλαίσιο αυτών των διαπραγματεύσεων εξετάστηκαν και οι νέες ρυθμίσεις για τη μεταφόρτωση, καθώς η Πνομ Πενχ προσπαθεί να πετύχει μείωση ή κατάργηση του επικείμενου δασμού 49% από τις ΗΠΑ.
Ισορροπίες στις σχέσεις με τις υπερδυνάμεις
Όπως και το Βιετνάμ, η Καμπότζη έχει δεχθεί επικρίσεις από την κυβέρνηση Τραμπ για διευκόλυνση της παράκαμψης δασμών από κινεζικούς παραγωγούς.
Αναφερόμενος στη συνεργασία Καμπότζης–Κίνας, ο πρωθυπουργός Χουν Μανέτ τόνισε ότι οι «παντός καιρού» σχέσεις που ενίσχυσε με τον Σι βασίζονται στην ισότητα και το αμοιβαίο όφελος. Παράλληλα, απέρριψε τις αιτιάσεις περί απώλειας κυριαρχίας ή ελέγχου από την Κίνα. Υποστήριξε ότι, μολονότι η ναυτική βάση του Ρεάμ αναβαθμίστηκε με κινεζική υποστήριξη και πραγματοποιήθηκαν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις μετά την επίσκεψη του Σι, η βάση δεν προορίζεται αποκλειστικά για χρήση από την Κίνα. Στις 19 Απριλίου, δύο ιαπωνικά πολεμικά πλοία κατέπλευσαν στη βάση, τα πρώτα ξένα πλοία που την επισκέπτονται. Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι αναμένονται επίσης πλοία από το Βιετνάμ, τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και άλλες χώρες.
Η Μαλαισία, η οποία αντιμετωπίζει χαμηλότερο δασμό 24%, ανακοίνωσε στις 25 Απριλίου ότι θα αυξήσει τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, κίνηση που, σύμφωνα με άρθρο της South China Morning Post, καταδεικνύει τη χαλάρωση οποιουδήποτε ενιαίου μετώπου στην περιοχή απέναντι στις πιέσεις του εμπορικού πολέμου.
Ο Χουάνγκ Τσουνγκ-τινγκ, ερευνητής της πολιτικής και στρατιωτικής στρατηγικής του ΚΚΚ στο Ινστιτούτο Εθνικής Άμυνας και Ερευνών Ασφαλείας της Ταϊβάν, δήλωσε στο Radio France Internationale ότι, παρότι οι δασμοί θα επηρεάσουν τη μεταφόρτωση κινεζικών προϊόντων, θα χρειαστεί χρόνος για να μειώσουν οι χώρες της περιοχής την εξάρτησή τους από κρίσιμες κινεζικές πρώτες ύλες.
Αν και οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας επιλέγουν να «στηρίζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες» για τις εμπορικές τους σχέσεις, ο Χουάνγκ εκτιμά ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει να προσφέρει επιπλέον κίνητρα ώστε να αποφευχθεί μια περαιτέρω στροφή προς την Κίνα.
Ο σχολιαστής κινεζικών υποθέσεων Τανγκ Τζινγκγιουάν δήλωσε στην Epoch Times ότι οι περισσότερες συμφωνίες που υπεγράφησαν μεταξύ Πεκίνου και των τριών χωρών ήταν μονομερείς παραχωρήσεις εκ μέρους του ΚΚΚ—όπως εξαγωγές σιδηροδρομικής τεχνολογίας και τεχνητής νοημοσύνης—χωρίς να σηματοδοτούν ουσιαστική εμβάθυνση των διμερών σχέσεων. Στην Καμπότζη, ο Σι υποσχέθηκε να χρηματοδοτήσει την ολοκλήρωση ενός ημιτελούς φράγματος αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Στις 21 Απριλίου, μετά την επιστροφή του Σι, το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου δήλωσε ότι το Πεκίνο «αντιτίθεται σθεναρά σε οποιαδήποτε συμφωνία εις βάρος των κινεζικών συμφερόντων», τονίζοντας πως «ο κατευνασμός δεν φέρνει ειρήνη και οι συμβιβασμοί δεν χαίρουν σεβασμού».
Το υπουργείο προειδοποίησε ότι εφόσον υπογραφούν εμπορικές συμφωνίες που θίγουν τα συμφέροντα του ΚΚΚ, «η Κίνα δεν θα τις αποδεχθεί ποτέ και θα προβεί αποφασιστικά σε αντίμετρα».
Ο καθηγητής Σουν Κούο-σιάνγκ, σε εκπομπή της 22ας Απριλίου του NTD News (αδερφού μέσου της Epoch Times), υποστήριξε ότι το ΚΚΚ «στερείται αξιοπιστίας και ελκυστικότητας». Αντιθέτως, όπως είπε, «οι τιμωρητικοί δασμοί του Τραμπ είναι απτοί και άμεσοι και καταδεικνύουν ότι η ικανότητα της Κίνας να συγκεντρώσει διεθνή υποστήριξη υπολείπεται της πραγματικής ισχύος».