Σάββατο, 26 Απρ, 2025
(Daisy Daisy/Shutterstock)

Οι έφηβοι είναι ‘συνδεδεμένοι’ για ώρες, αλλά οι πραγματικές σχέσεις τούς διαφεύγουν

Ο χρόνος και η προσοχή είναι πολύτιμοι πόροι. Τα social media βελτιώνουν ή τραυματίζουν το πώς οι έφηβοι επενδύουν στις φιλίες τους;

Είναι σύνηθες φαινόμενο μια παρέα εφήβων που αντί να μιλάνε μεταξύ τους κοιτάζει ο καθένας το τηλέφωνό του – όπως και η εικόνα ενός μοναχικού εφήβου, σκυμμένος πάνω από το τηλέφωνό του, να περνά την ώρα τους κάνοντας κύλιση στην οθόνη αφής.

Περισσότεροι από τους μισούς εφήβους στις ΗΠΑ περνούν τουλάχιστον τέσσερις ώρες την ημέρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup. Αυτό ανέρχεται σε τρεις μήνες κάθε χρόνο σχεδόν. Με αυτόν τον ρυθμό, το ένα τέταρτο της ζωής τους είναι δοσμένο σε μια οθόνη.

Τι θα γινόταν αν ο χρόνος τους περνούσε διαφορετικά; Η έρευνα δείχνει ότι χρειάζονται περίπου 200 ώρες για να αναπτυχθεί μια στενή φιλία. Με αυτό το μέτρο, αν ο μέσος έφηβος αφιέρωνε τον χρόνο του σε πραγματικές σχέσεις αντί σε κοινωνικά μέσα, θα μπορούσε να έχει έναν νέο στενό φίλο κάθε 40 ημέρες.

Το κρίσιμο ερώτημα όμως είναι αν οι έφηβοι ικανοποιούν τις κοινωνικές τους ανάγκες στο διαδίκτυο ή απλώς περιηγούνται σε μια αυταπάτη κοινωνικών σχέσεων.

Οι πιο σπάνιοι πόροι στον κόσμο

Το 1971, ο Αμερικανός οικονομολόγος και βραβευμένος με Νόμπελ Χέρμπερτ Σάιμον επινόησε τον όρο «οικονομία της προσοχής». Πρότεινε ότι, σε αυτήν την εποχή της υπερπληθώρας πληροφοριών, η ανθρώπινη προσοχή έχει γίνει ο πιο σπάνιος και πολύτιμος πόρος μας.

Η παρατήρηση του Σάιμον απηχεί την αρχαία κινεζική παροιμία «Ένα εκατοστό χρόνου αξίζει ένα εκατοστό χρυσού, αλλά ένα εκατοστό χρυσού δεν μπορεί να αγοράσει ένα εκατοστό χρόνου».

Εάν ο χρόνος και η προσοχή είναι πράγματα πιο πολύτιμα κι από τον χρυσό, δεν θα έπρεπε οι έφηβοι να τα χρησιμοποιούν με σύνεση;

Το παράδοξο του «πληθωρισμού των σχέσεων»

Η ψηφιακή επαφή δεν αποφέρει τα ίδια οφέλη με τη φυσική επαφή και τα δεδομένα δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν αναγνωρίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως πραγματικό υποκατάστατο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Ο Τζέφρι Χολ, καθηγητής επικοινωνιακών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας, περιγράφει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως παθητική δραστηριότητα, όπως η παρακολούθηση ανθρώπων, σημειώνοντας σε δελτίο Τύπου ότι μόνο το 3,5% του χρόνου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αφιερώνεται σε σχολιασμό και συζήτηση, ενώ η πλειοψηφία αφιερώνεται στην περιήγηση σε προφίλ.

Με άλλα λόγια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν δημιουργήσει ένα παράδοξο: την ψευδαίσθηση της αποτελεσματικής διαχείρισης σχέσεων, κατά την οποία οι άνθρωποι πιστεύουν ότι μπορούν να διατηρήσουν περισσότερες επαφές με λιγότερη προσπάθεια. Ο οικονομολόγος και συγγραφέας Ουμαΐρ Χακ αποκαλεί αυτό το παράδοξο «πληθωρισμό σχέσεων», στο οποίο η αξία κάθε αλληλεπίδρασης μειώνεται όσο αυξάνεται η ποσότητα της.

Ο Μπέρναρντ Κρέσπι, καθηγητής εξελικτικής βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Simon Fraser (SFU), εξήγησε στην Epoch Times ότι τα συστήματα συντονισμού που μπαίνουν σε λειτουργία όταν οι άνθρωποι συνδέονται συναισθηματικά μεταξύ τους δεν ενεργοποιούνται στο διαδίκτυο. Για παράδειγμα, οι νευρώνες καθρέφτη, τα ειδικά εγκεφαλικά κύτταρα που σχετίζονται με την ενσυναίσθηση, αδρανούν στις διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις.

Στην υπηρεσία του ψευδαισθητικού βλέμματος

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο BMC Psychiatry διαπίστωσε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεγεθύνουν τις παραμορφωμένες απόψεις του εαυτού, παρέχοντας ένα εξαιρετικά επιμελημένο περιβάλλον από το οποίο απουσιάζουν στοιχεία όπως η γλώσσα του σώματος, ο ρυθμός ομιλίας και ο κοινός χρόνος και χώρος.

Για παράδειγμα, ένα νεαρό κορίτσι μπορεί να αφιερώνει ώρες στο μακιγιάζ, το ντύσιμο και την επεξεργασία της φωτογραφίας της, περιμένοντας με αγωνία τις απαντήσεις των συνομηλίκων της όταν τα δημοσιεύσει. Η απουσία των like ή των σχολίων είναι πολύ εύκολο να ερμηνευτεί ως απόρριψη. Ταυτόχρονα, μπορεί να κρύβεται για ώρες στα προφίλ άλλων γυναικών, συγκρίνοντας την εμφάνισή της με τις προσεκτικά επεξεργασμένες φωτογραφίες άλλων, κάτι που μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση χαμηλής αυτοεκτίμησης.

Σύμφωνα με τη Νάνσυ Γιανγκ, εξελικτική βιολόγο στο SFU και επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης, αυτές οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις είναι μια «εξελικτική ανωμαλία». Όπως είπε στην Epoch Times, σε αντίθεση με τη φυσική αλληλεπίδραση, τα κοινωνικά μέσα διαταράσσουν την ικανότητά μας για κοινωνική αυτορρύθμιση και αποτίμησης του εαυτού μας μέσω της κοινωνικής ανατροφοδότησης από τους άλλους.

Η βλεμματική επαφή είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό της παραδοσιακής συνομιλίας που χάνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ενώ η «οικεία γλώσσα της βλεμματικής επαφής» είναι απαραίτητη για τη σύναψη σχέσεων, η επιτυχία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξαρτάται από τα υψηλά επίπεδα κοινωνικής φαντασίας — το φαντασιακό βλέμμα. Οι δημιουργοί περιεχομένου προσπαθούν να καταλάβουν εκ των προτέρων την κατεύθυνση των «εικονικών ματιών» — αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «ψευδαισθητική οπτική επαφή» — και να χρησιμοποιούν την κάμερα με τρόπο που να οδηγεί το κοινό να αισθάνεται προσωπική δέσμευση.

Η Γιανγκ επισημαίνει ότι οι εικονικοί χώροι αποτελούν περιβάλλοντα όπου όχι μόνο είστε σωματικά διαχωρισμένοι από τους άλλους, αλλά «μπορείτε ακόμη και να αποσυνδεθείτε από τον εαυτό σας… έναν απομονωμένο ‘κόμβο’ στο δίκτυο, δεμένο μόνο από τα στελέχη της [δικής σας] φαντασίας».

Ο Κρέσπι, ο οποίος κατέχει διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και είναι ο δεύτερος συγγραφέας της μελέτης BMC Psychiatry, είπε ότι οι άνθρωποι είμαστε «εντόνως κοινωνικά όντα», σκεπτόμενοι συνήθως άλλους ανθρώπους ενώ συνεργαζόμαστε ή ανταγωνιζόμαστε. Έχουμε εξελιχθεί έτσι ώστε να είμαστε πολύ ευαίσθητοι στις κοινωνικές ευκαιρίες και απειλές.

Όσοι δεν έχουν ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους είναι πιο ευάλωτοι στις παγίδες του διαδικτυακού κόσμου, επισημαίνει.

Αυτοί οι ευάλωτοι άνθρωποι, που συχνά δεν έχουν ικανοποιητικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις στην πραγματική ζωή, στρέφονται στο διαδίκτυο για να δημιουργήσουν, να ενισχύσουν και να διατηρήσουν την αίσθηση του εαυτού τους με τρόπους που είναι όμως τεχνητοί.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επηρεάζεται το αναπτυσσόμενο μυαλό», είπε ο Κρέσπι.

«Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για κοινωνική ικανοποίηση μπορεί να είναι σαν να τρώτε ποπ κορν για να ικανοποιήσετε την πείνα σας – σας χορταίνει αλλά δεν σας τρέφει», τονίζει η Γιανγκ.

Καθώς οι έφηβοι συνεχίζουν να ‘τσιμπολογούν’ ψηφιακές αλληλεπιδράσεις, η λαχτάρα αυξάνεται και η ανάγκη παραμένει.

Η συναισθηματική οικονομία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης

Η εφηβεία είναι μια αναπτυξιακή φάση που χαρακτηρίζεται από αυξημένη ευαισθησία στην απόρριψη και την έγκριση των συνομηλίκων. Έρευνα που διεξήχθη από μια ομάδα ψυχολόγων το 2024 στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ δείχνει ότι οι έφηβοι είναι πιο ευαίσθητοι από τους ενήλικες στην κοινωνική ανατροφοδότηση που μετριέται με «like» και προσαρμόζουν τις αναρτήσεις τους βάσει του αριθμού των «like» που λαμβάνουν.

Επιπλέον, όταν οι συμμετέχοντες δημοσίευσαν εικόνες σε μια πλατφόρμα προσομοίωσης που μοιάζει με το Instagram, η διάθεση των εφήβων επηρεαζόταν πιο έντονα από τη μείωση των like σε σχέση με τους ενήλικες. Αυτό υποδηλώνει ότι η χρήση των εφήβων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι περισσότερο συναισθηματική σε σύγκριση με των ενηλίκων.

Εικονογράφηση από Epoch Times, Shutterstock

 

Μελέτη μακράς χρονικής περιόδου παρατήρησης, που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Digital Health, αποκάλυψε για τους εφήβους και το άγχος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης το εξής: ότι αυτό που βλάπτει περισσότερο τη φιλία δεν είναι η προσδοκία της συνεχούς διαθεσιμότητας ή η πίεση να ανταποκρίνεται πάντα στα μηνύματα — αυτό που οι ερευνητές ονόμασαν «παγίδευση» — αλλά μάλλον τα αρνητικά συναισθήματα όταν οι φίλοι δεν ανταποκρίνονται σε αυτά — «απογοήτευση».

Η απογοήτευση συνδέθηκε σημαντικά με περισσότερες διαφωνίες μεταξύ φίλων έξι μήνες αργότερα. Η αίσθηση της υποχρέωσης απάντησης σε φίλους δεν προκάλεσε το ίδιο επίπεδο σύγκρουσης.

Και αυτό χωρίς τον παράγοντα της όρασης — η μελέτη διαπίστωσε ότι οι φωτογραφίες και τα βίντεο αντιπροσωπεύουν υψηλότερες «επενδύσεις» που αναμένουν ανάλογες αποδόσεις, γεγονός που κάνει το αποτέλεσμα της απογοήτευσης ακόμη πιο ισχυρό. Όταν οι έφηβοι μοιράζονται μια προσεκτικά επιμελημένη εικόνα, ουσιαστικά κάνουν μια μεγαλύτερη συναισθηματική κατάθεση και αναμένουν μια αντίστοιχη απόκριση επικύρωσης.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι αυτό που δυσχεραίνει τα πράγματα για τους εφήβους δεν είναι η προσπάθεια που καταβάλλουν, αλλά η έλλειψη της αναμενόμενης ανταπόκρισης. Δημοσιεύουν περιεχόμενο περιμένοντας «κέρδη» που μετρώνται σε απαντήσεις και εκδηλώσεις ενδιαφέροντος. Όταν δεν τα λαμβάνουν, επέρχεται η σύγκρουση.

Ένα μη ελεγχόμενο πείραμα

«[Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι] ένα πολύ μεγάλο πείραμα χωρίς σημαντική ομάδα ελέγχου αυτή τη στιγμή», είπε ο Κρέσπι. «Πρέπει να ζήσουμε με αυτό όσο καλύτερα μπορούμε.»

Αν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, η Γιανγκ συνιστά να χρησιμοποιούνται με μέτρο. «Βγείτε έξω και παίξτε», προτείνει, υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα της φυσικής επαφής για την καλλιέργεια ουσιαστικών σχέσεων.

Σύμφωνα με τη Γιανγκ, «οι κοινωνικές δεξιότητες είναι σαν να μαθαίνεις να χορεύεις — μπορείς να παρακολουθήσεις όσα βίντεο χορού θέλεις, αλλά δεν είναι το ίδιο με τον χορό καθεαυτό. Το σύνολο είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του.»

Της Mari Otsu

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Σχολιάστε