ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Τα βλέμματα του κόσμου ήταν στραμμένα στη Γροιλανδία, καθώς οι κάτοικοι ψήφιζαν στις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 11 Μαρτίου. Τα αποτελέσματα μπορεί να προαναγγέλλουν μια ώθηση για ανεξαρτησία από το Βασίλειο της Δανίας.
Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι επόμενες εβδομάδες και μήνες, οι εκλογές μπορεί ακόμη και να ανοίξουν τον δρόμο για μια επιτυχημένη αμερικανική προσπάθεια απόκτησης ή στενής συνεργασίας με την επικράτεια, σύμφωνα με τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ — αν και ο Τραμπ επέλεξε μια πιο ήπια πινελιά τις τελευταίες ημέρες.
«Υποστηρίζουμε σθεναρά το δικαίωμά σας να καθορίσετε το μέλλον σας και, αν το επιλέξετε, σας καλωσορίζουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», είπε ο Τραμπ στον λαό της Γροιλανδίας στην κοινή ομιλία του στο Κογκρέσο στις 6 Μαρτίου. Παρόμοια γλώσσα χρησιμοποίησε σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 9 Μαρτίου, υποσχόμενος στη Γροιλανδία θέσεις εργασίας και χρήματα με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η οικονομία της Γροιλανδίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αλιεία.
Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Γροιλανδία συνδέεται αφ’ ενός με τα κοιτάσματα σπάνιων γαιών της, που χρησιμοποιούνται σε μπαταρίες, λέιζερ και μια σειρά από άλλες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων κρίσιμων αμυντικών εφαρμογών. Εξίσου σημαντική είναι και η στρατηγική θέση της Γροιλανδίας στην Αρκτική, που προκαλεί το ενδιαφέρον και της Κίνας και της Ρωσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν ήδη στρατιωτική παρουσία στη Γροιλανδία, τη διαστημική βάση Pituffik.
Ενώ ο Ούλρικ Πραμ Γκαντ του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών της Δανίας έγραψε τον Ιανουάριο ότι η πρόσθετη συσσώρευση στρατιωτικής παρουσίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένταση και δεν δικαιολογείται από την πραγματικότητα, ο διευθύνων σύμβουλος της GreenMet Ντρου Χορν, απόστρατος καταδρομέας που υπηρέτησε στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, επικαλέστηκε την τεχνογνωσία του στην εθνική ασφάλεια λέγοντας ότι οι απειλές από τη Ρωσία και την Κίνα είναι χειροπιαστές.
«Το ερώτημα είναι ποιος θα τους περιορίσει; Όχι η Δανία, σωστά; Οι Ηνωμένες Πολιτείες [θα το κάνουν]», δήλωσε στην Epoch Times ο Χορν, ο οποίος επισκέφτηκε τη Γροιλανδία τον Ιανουάριο για να αναπτύξει δεσμούς για εξορύξεις. «Θα πρέπει να είναι μέρος της Βόρειας Αμερικής, αν θέλει».
Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Μπούραπ Έγκεντε απάντησε γρήγορα στον Τραμπ, λέγοντας ότι η Γροιλανδία «είναι δική μας». Ο Έγκεντε ηγείται ενός κόμματος υπέρ της ανεξαρτησίας, του Inuit Ataqatigiit. Θέλησε να κάνει τις εκλογές στις 11 Μαρτίου, αφού ο Τραμπ μίλησε για την απόκτηση της Γροιλανδίας μερικές εβδομάδες πριν από την ημέρα της ορκωμοσίας του.
Στις προσφορές που έκανε στις 6 και 9 Μαρτίου στη Γροιλανδία, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε λιγότερο έντονο τόνο από ό,τι σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 22 Δεκεμβρίου, στην οποία έγραφε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πιστεύουν ότι η ιδιοκτησία και ο έλεγχος της Γροιλανδίας είναι απόλυτη αναγκαιότητα». Λίγο αργότερα, ο γιος του προέδρου, ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, επισκέφτηκε την αυτόνομη περιοχή.
Ο βουλευτής Μπάντυ Κάρτερ (Ρ-Γεωργία), ο οποίος εισήγαγε ένα νομοσχέδιο που εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να διαπραγματευτεί για τη Γροιλανδία και να τη μετονομάσει σε «Κόκκινη, Λευκή και Γαλάζια χώρα», επανέλαβε την πρόσφατη υποστήριξη του Τραμπ για την αυτοδιάθεση της Γροιλανδίας σε μια δήλωση που εστάλη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην Epoch Times, προσθέτοντας ότι ελπίζει ότι η χώρα θα επιλέξει να ενσωματωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Αυτή η συμφωνία θα ήταν ωφέλιμη και για τις δύο πλευρές και έχω εμπιστοσύνη στον επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για να την ολοκληρώσει», είπε.

Ο Λώρενς «Τσιπ» Μουρ, δικηγόρος που υπηρέτησε στον Λευκό Οίκο στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, είπε στην Epoch Times ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ «αφήνει τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους» στη Γροιλανδία, κατά τη γνώμη του
Ο Τραμπ «δεν θέλει να πιέσει πολύ τα πράγματα, γιατί τελικά είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρουν οι Γροιλανδοί για τον εαυτό τους», πρόσθεσε ο Μουρ.
Οι εκλογές στις 11 Μαρτίου καθόρισαν τη σύνθεση του κοινοβουλίου (Inatsisartut) των 31 μελών. Η Γροιλανδία είναι ένα αρκτικό έθνος με σχεδόν 57.000 ανθρώπους, όπου κυριαρχούν οι Ινουίτ, οι περισσότεροι από τους οποίους μιλούν γροιλανδικά και όχι δανέζικα. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ενσωμάτωσης της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ θα προσέκρουε στην κυρίαρχη διάθεση του πληθυσμού, που πλειοψηφικά τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας του νησιού.
Δημοσκόπηση δημοσιευμένη στα τέλη Ιανουαρίου από το βρετανικό ερευνητικό πρακτορείο Verian δείχνει ότι το 56% των Γροιλανδών θα ψήφιζαν υπέρ της ανεξαρτησίας, με το 28% να είναι αντίθετο και το 17% να είναι αβέβαιο. Η ίδια δημοσκόπηση διαπίστωσε ότι το 85% των ερωτηθέντων ήταν αντίθετοι με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι Σκανδιναβοί έφτασαν για πρώτη φορά στη Γροιλανδία, το μεγαλύτερο νησί στον κόσμο, τον 10ο αιώνα, ενώ η δανέζικη αποικιακή παρουσία χρονολογείται από το 1721. Το 1953, η Γροιλανδία έγινε διοικητική περιφέρεια της Δανίας, ενώ το 1979 περισσότεροι από το 70% ψήφισαν υπέρ της εθνικής κυριαρχίας, δίνοντας στη Γροιλανδία ακόμη μεγαλύτερη αυτονομία.
Το 2009, η Γροιλανδία ψήφισε τον νόμο για την αυτοδιοίκηση της Γροιλανδίας, δημιουργώντας μια διαδικασία πολλαπλών σταδίων μέσω της οποίας η περιφέρεια θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία της από τη Δανία. Αυτός ο οδηγός περιλαμβάνει δημοψήφισμα από τον λαό της Γροιλανδίας και, τελικά, τη συναίνεση του Folketing, του κοινοβουλίου της Δανίας.
Ο Μουρ προέβλεψε ότι το Folketing δεν θα επεδίωκε να αναιρέσει μια ώθηση ανεξαρτησίας, εάν έφτανε σε αυτό το τελικό στάδιο της διαδικασίας.
«Η κοινοβουλευτική παρέμβαση σε αυτό το στάδιο θα ήταν άτοπη και θα υπονόμευε τη βούληση του λαού της Γροιλανδίας όπως εκφράζεται μέσω των εκλογών και του δημοψηφίσματος, εάν τα πράγματα φτάσουν σε αυτό το σημείο», είπε.

Πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να στείλουν εμπορικούς απεσταλμένους σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας ανεξαρτησίας — συγκεκριμένα, όταν οι εκτελεστικοί υπουργοί της Γροιλανδίας, το Naalakkersuisut, διαπραγματεύονται με τη δανέζικη κυβέρνηση.
«Ο πολιτικός κίνδυνος είναι ένας παράγοντας σε οποιαδήποτε επένδυση στο εξωτερικό. Εάν οι ΗΠΑ πρόκειται να επενδύσουν πολλά χρήματα στη Γροιλανδία, οι ΗΠΑ θα θέλουν να εξασφαλιστούν από τον κίνδυνο των κρατικοποίησεων ή από νομοθετικές αλλαγές, ώστε οι επενδύσεις τους να μην χαθούν ή μειωθούν λόγω της κυβερνητικής δραστηριότητας της Γροιλανδίας», είπε.
Μια ανεξάρτητη Γροιλανδία θα μπορούσε να ακολουθήσει ποικίλους δρόμους συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Πέλε Μπρόμπεργκ, ο οποίος ηγείται του κόμματος Naleraq που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Γροιλανδίας, έγραψε στο U.S. News and World Report ότι η Γροιλανδία θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία και στη συνέχεια «να επιδιώξει το καθεστώς της ‘ελεύθερης ένωσης’, με το οποίο θα λαμβάναμε την υποστήριξη και την προστασία των ΗΠΑ με αντάλλαγμα στρατιωτικά δικαιώματα, χωρίς να γίνει έδαφος των ΗΠΑ».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμφωνίες ελεύθερης ένωσης με το Παλάου, τη Μικρονησία και τα Νησιά Μάρσαλ.
Δύο μήνες προτού οι Γροιλανδοί προετοιμαστούν να συλλογιστούν τις επιλογές τους στις κάλπες, ο Κούπανουκ Όλσεν, ένας δημοφιλής Γροιλανδός, δήλωσε:
«Πιστεύω ακράδαντα στην ανεξαρτησία της Γροιλανδίας. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να επεκτείνουμε τις συνεργασίες μας και να δημιουργήσουμε επιχειρηματικές σχέσεις με χώρες πέρα από τη Δανία», είπε σε βίντεο που ανήρτησε τον Ιανουαρίο στο Instagram.
«Ελπίζω ότι θα ενισχύσουμε τις σχέσεις μας με τους Ινουίτ του Καναδά και της Αλάσκας στο εγγύς μέλλον», πρόσθεσε.