Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι το Ιράν θα βρεθεί σε «μεγάλο κίνδυνο» εάν οι συνομιλίες για το πυρηνικό του πρόγραμμα, που αναμένεται να ξεκινήσουν το Σάββατο στο Ομάν, δεν έχουν επιτυχή κατάληξη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν νέες κυρώσεις στοχεύοντας στον λεγόμενο «στόλο-φάντασμα» του Ιράν, που μεταφέρει πετρέλαιο σε χώρες όπως η Κίνα, δύο ημέρες πριν οι διαπραγματευτές των δύο πλευρών συναντηθούν για να συζητήσουν μια συμφωνία σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανέφερε σε ανακοίνωσή του την Πέμπτη: «Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες προχωρούν σε ενέργειες στο πλαίσιο της εκστρατείας μέγιστης πίεσης του προέδρου Τραμπ επάνω στο Ιράν, προκειμένου να περιορίσουν τις ροές εσόδων που το καθεστώς αξιοποιεί για να υποστηρίζει κακόβουλες δραστηριότητες στο εξωτερικό και να καταπιέζει τον ίδιο του τον λαό».
Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πραγματοποιήσουν απευθείας συνομιλίες με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα στο Ομάν το Σάββατο. Νωρίτερα την ίδια εβδομάδα, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε σχολιάσει ότι το Ιράν θα βρεθεί σε «μεγάλο κίνδυνο» αν οι συνομιλίες αποτύχουν.
Την Πέμπτη, το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι επιβάλλει κυρώσεις στον Τζουγκουίντερ Σινγκ Μπραρ, έναν 63χρονο Ινδό υπήκοο εγκατεστημένο στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), ο οποίος κατέχει σχεδόν 30 πλοία μέσω μιας σειράς ναυτιλιακών εταιρειών, πολλές από τις οποίες χαρακτηρίστηκαν από το OFAC ως «μέρος του σκιώδους στόλου του Ιράν». Το υπουργείο Οικονομικών ανέφερε ότι τα πλοία του Μπραρ πραγματοποιούν μεταφορές πετρελαίου υψηλού κινδύνου από πλοίο σε πλοίο στα ύδατα στα ανοικτά του Ιράκ, του Ιράν, των ΗΑΕ και του Κόλπου του Ομάν.
Επιπλέον, κυρώσεις επιβλήθηκαν σε δύο εταιρείες με έδρα τα ΗΑΕ και δύο ινδικές εταιρείες που φέρονται να εμπλέκονται στην ιδιοκτησία και τη διαχείριση πλοίων τα οποία έχουν μεταφέρει ιρανικό πετρέλαιο εκ μέρους της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου του Ιράν (National Iranian Oil Company) και των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων.
«Δίκτυο ασυνείδητων ναυτιλιακών εταιρειών»
Κυρώσεις επιβλήθηκαν επίσης στην κινεζική εταιρεία Guangsha Zhoushan Energy Group Co. Ltd, η οποία διαχειρίζεται έναν τερματικό σταθμό πετρελαίου στο νησί Χουανγκζεσάν στη Ζουσάν, κοντά στη Σαγκάη.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επεσήμανε ότι ο τερματικός αυτός σταθμός έχει «αποδεδειγμένο ιστορικό παραβίασης των αμερικανικών κυρώσεων κατά του Ιράν». Ταυτόχρονα, διευκρίνισε ότι ο τερματικός έχει παραλάβει ιρανικό αργό πετρέλαιο τουλάχιστον εννέα φορές μεταξύ 2021 και 2025, συμπεριλαμβανομένης της παραλαβής φορτίων από πλοία που είχαν υποστεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ, με συνολική εισαγωγή τουλάχιστον 13 εκατομμυρίων βαρελιών ιρανικού αργού. Τον Φεβρουάριο του 2025, η Guangsha Zhoushan αποδέχθηκε συνειδητά ένα εκατομμύριο βαρέλια ιρανικού αργού από το δεξαμενόπλοιο Aventus I με σημαία Παναμά (γνωστό και ως Fury), που είχε ήδη υποστεί κυρώσεις από το OFAC τον Οκτώβριο του 2024.
Ο συγκεκριμένος τερματικός σταθμός συνδέεται μέσω υποθαλάσσιου αγωγού με ένα «διυλιστήριο teapot». Τα διυλιστήρια τύπου «teapot» είναι μικρά ανεξάρτητα διυλιστήρια πετρελαίου, που συχνά αγοράζουν και επεξεργάζονται ιρανικό πετρέλαιο.
Τον περασμένο μήνα, οι ΗΠΑ επέβαλαν για πρώτη φορά κυρώσεις σε ένα τέτοιο διυλιστήριο, το Huaying Huizhou Daya Bay Petrochemical Terminal Storage. Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ δήλωσε ότι επαναφέρει την εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» εναντίον του Ιράν, ώστε να το εμποδίσει από το να συγκεντρώνει κεφάλαια που χρειάζεται για να υποστηρίξει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του.
Το καθεστώς της Τεχεράνης αρνείται σταθερά ότι επιδιώκει να παράγει πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2024, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) επέκρινε το Ιράν για ανεπαρκή συνεργασία με τους επιθεωρητές που παρακολουθούν το πυρηνικό του πρόγραμμα. Στην έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2024, η ΙΑΕΑ ανέφερε ότι το Ιράν έχει συγκεντρώσει αποθέματα εμπλουτισμένου ουρανίου που υπερβαίνουν κατά τουλάχιστον 32 φορές το επιτρεπόμενο όριο της συμφωνίας του 2015 (JCPOA).
Ο Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ από τη συμφωνία JCPOA το 2018, χαρακτηρίζοντάς την «τη χειρότερη συμφωνία που έχει γίνει ποτέ». Η κυβέρνηση Μπάιντεν διεξήγαγε έμμεσες διαπραγματεύσεις για την αναβίωση της συμφωνίας στη Βιέννη το 2021, αλλά οι προσπάθειες δεν οδήγησαν σε συμφωνία.
Ο Τραμπ ξεκαθάρισε ότι δεν θα επιτρέψει το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Σε πρόσφατη συνέντευξή του δήλωσε: «Αν [οι Ιρανοί] δεν κλείσουν συμφωνία, θα υπάρξουν βομβαρδισμοί», προσθέτοντας, «Θα είναι βομβαρδισμοί που δεν έχουν ξαναδεί».
Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγκτσί, έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι «Το Ιράν και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συναντηθούν στο Ομάν το Σάββατο για έμμεσες συνομιλίες υψηλού επιπέδου. Είναι τόσο ευκαιρία όσο και δοκιμασία. Η μπάλα είναι στο γήπεδο της Αμερικής».
Το Reuters συνέβαλε σε αυτό το άρθρο