Πέμπτη, 19 Ιούν, 2025
(Shutterstock)

Οι λέξεις έχουν σημασία: Οι αλλαγές στην κυβερνητική γλώσσα επηρεάζουν τον δημόσιο διάλογο σε αμφιλεγόμενα θέματα  

Από την «παράτυπη» πίσω στην «παράνομη» μετανάστευση και από το «κόστος ρύπανσης» στον «φόρο άνθρακα», ανάλογα με το πώς φυσούν οι πολιτικοί άνεμοι

Ανάλυση ειδήσεων

ΚΑΝΑΔΑΣ – Τις πρώτες ημέρες της προσπάθειας της καναδικής κυβέρνησης να αποτρέψει την επιβολή ευρείας κλίμακας δασμών από την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ, υπουργοί άρχισαν να ξαναχρησιμοποιούν έναν όρο που είχε εγκαταλειφθεί από τα μέσα του 2018: «παράνομη μετανάστευση».

Μέχρι τότε, ο επίσημος όρος ήταν «παράτυπη μετανάστευση» (irregular migration), σε συντονισμό με τη γλωσσική στροφή που είχε σημειωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες υπό την προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση, με στόχο μια πιο «συμπεριληπτική» προσέγγιση στα ζητήματα μετανάστευσης. Η αλλαγή είχε ενσωματωθεί και στους οδηγούς ύφους πολλών ΜΜΕ από τα μέσα της δεκαετίας του 2010.

Oil-painting-ntdtv

Ανάλογη στροφή παρατηρήθηκε και στο πεδίο της περιβαλλοντικής φορολόγησης, όταν η καναδική κυβέρνηση άρχισε φέτος να αναφέρεται στον «φόρο άνθρακα» αντί για την έως τότε επίσημη ορολογία «τιμολόγηση ρύπανσης» ή «τιμολόγηση άνθρακα», έπειτα από την απόφαση της κυβέρνησης να αποσύρει το μέτρο, το οποίο είχε πολιτικό κόστος. Η αλλαγή αυτή επηρέασε και τον τρόπο κάλυψης από τα μέσα ενημέρωσης: κάποια έθεταν σε εισαγωγικά τον όρο «φόρος άνθρακα» ή τον συνόδευαν από εκφράσεις όπως «ο λεγόμενος».

Ο Μάρκο Ναβάρρο-Ζενί, πρόεδρος του ερευνητικού ινστιτούτου Haultain εξέφρασε την ανησυχία του για την τάση των κυβερνήσεων να χρησιμοποιούν συγκεκριμένες λέξεις προκειμένου να επηρεάσουν την κοινή γνώμη, επισημαίνοντας ότι στη συνέχεια αυτή η γλωσσική αλλαγή ακολουθείται και από τα μέσα ενημέρωσης ή ακόμη και από το εκπαιδευτικό σύστημα. Όπως σημείωσε, «οι λέξεις έχουν σημασία, καθώς φέρουν βιωματική σχέση με αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα».

Ο Ντέηβιντ Μίλλαρντ Χάσκελ, καθηγητής στο Wilfrid Laurier University και πρώην δημοσιογράφος, τόνισε ότι τα ΜΜΕ οφείλουν να καλύπτουν τα διχαστικά θέματα με κριτική σκέψη, λέγοντας ότι οι δημοσιογράφοι δεν είναι απλώς στενογράφοι, αλλά θα πρέπει να λειτουργούν ως διαμεσολαβητές της αλήθειας στον βαθμό που αυτή μπορεί να τεκμηριωθεί, ανεξαρτήτως προσωπικών απόψεων.

«Παράτυπη» ή «παράνομη», «κόστος ρύπανσης» ή «φόρος άνθρακα»

Με την καναδική ομοσπονδιακή κυβέρνηση να χαρακτηρίζει τους αμερικανικούς δασμούς ως «υπαρξιακή απειλή», υπουργοί δήλωναν ότι προείχε να πειστεί η τότε κυβέρνηση Τραμπ να μην επιβάλει τον προτεινόμενο 25% δασμό στα καναδικά προϊόντα. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε αιτιολογήσει την επιβολή των πρώτων δασμών επικαλούμενος την παράνομη μετανάστευση και τη διακίνηση φαιντανύλης.

Στο πλαίσιο αυτό, Καναδοί αξιωματούχοι άρχισαν να υιοθετούν γλωσσικά σχήματα που ανταποκρίνονταν στους όρους και τις απαιτήσεις της αμερικανικής ηγεσίας. Μεταξύ άλλων, δέχθηκαν τον διορισμό ενός «τσάρου φαιντανύλης» και χρησιμοποίησαν τον όρο «παράνομη μετανάστευση». Σύμφωνα με δήλωση του τότε υπουργού Ντομινίκ Λεμπλάν στο CBC τον Δεκέμβριο του 2024, μετά από επίσκεψη στον εκλεγέντα πρόεδρο Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο, μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό Τζάστιν Τρυντώ, ο ίδιος ανέφερε ότι η καναδική πλευρά επιδίωκε να συνεχιστεί ο διάλογος, εξηγώντας γιατί θεωρούν τα σύνορα ασφαλή, αλλά και αναγνωρίζοντας τις ανησυχίες των ΗΠΑ για την παράνομη μετανάστευση και τη φαιντανύλη.

Έκτοτε, επίσημα έγγραφα και ανακοινώσεις της καναδικής κυβέρνησης άρχισαν να επαναλαμβάνουν τακτικά τον όρο «παράνομη μετανάστευση», εγκαταλείποντας τη φρασεολογία των τελευταίων επτά ετών, όταν — από τον Ιούλιο του 2018 — είχε επικρατήσει ο όρος «ανώμαλη μετανάστευση» για όσους εισέρχονταν στον Καναδά από μη επίσημα σημεία διέλευσης. Παρότι ο όρος «ανώμαλη» εξακολουθεί να υπάρχει σε ορισμένες κυβερνητικές ιστοσελίδες για τη μετανάστευση, νέα έγγραφα που σχετίζονται με την ασφάλεια χρησιμοποιούν πλέον την έννοια της «παρανομίας».

Ο Ναβάρρο-Ζενί εκτιμά ότι η αλλαγή αυτή δεν συνδέεται μόνο με την πολιτική πραγματικότητα των δασμών Τραμπ, αλλά και με την αυξανόμενη ανησυχία των ψηφοφόρων για την απότομη αύξηση της μετανάστευσης τα τελευταία χρόνια.

Ενώ τα μεγάλα πολιτικά κόμματα απέφευγαν επί χρόνια να θίξουν το θέμα των υψηλών ποσοστών μετανάστευσης, οι Συντηρητικοί άρχισαν να τοποθετούνται δημόσια από το 2023, με φόντο την επιδείνωση της στεγαστικής κρίσης, τις ελλείψεις στο σύστημα υγείας και τις δημοσκοπήσεις που έδειχναν πλειοψηφική ανησυχία των πολιτών για τους υψηλούς αριθμούς. Καθώς οι αντιδράσεις από τις επαρχίες εντείνονταν, η κυβέρνηση των Φιλελευθέρων ξεκίνησε αναθεώρηση της μεταναστευτικής πολιτικής το 2024. Πρόσφατα, κατά την προεκλογική περίοδο, ο Μαρκ Κάρνεϋ, νυν πρωθυπουργός του Καναδά, υποστήριξε την ανάγκη να τεθεί πλαφόν στη μετανάστευση, ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος για τη δημιουργία υποδομών για τους νεοεισερχόμενους.

Ο Ναβάρρο-Ζενί εκτιμά ότι η αλλαγή ορολογίας εντάσσεται σε μια προσπάθεια προσαρμογής, καθώς η συνέχιση της χρήσης «ωραιοποιημένης» γλώσσας θα επιδείνωνε την αντίδραση της κοινής γνώμης.

Στην περίπτωση της φορολόγησης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε επίσημα τον όρο «τιμολόγηση ρύπανσης». Όμως, καθώς οι έρευνες έδειχναν αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών για το επιπλέον κόστος ενέργειας, επιχειρήθηκε να αναπροσδιοριστεί ονομαστικά η επιστροφή φόρου από «Κίνητρο Δράσης για το Κλίμα» σε «Επιστροφή Άνθρακα Καναδά», ώστε οι πολίτες να ταυτιστούν περισσότερο με την παροχή και να της δώσουν θετικό πρόσημο.

Μετά την παραίτηση Τρυντώ, οι υποψήφιοι για την ηγεσία των Φιλελευθέρων — μεταξύ αυτών και ο Κάρνεϋ — υποσχέθηκαν την κατάργηση του φόρου για τους καταναλωτές. Ο Κάρνεϋ υλοποίησε την υπόσχεση αυτή μόλις ανέλαβε καθήκοντα.

«Μόλις καταργήσαμε τον διχαστικό φόρο άνθρακα για τους καταναλωτές», ανέφερε το Φιλελεύθερο Κόμμα στις 14 Μαρτίου, όταν ο πρωθυπουργός υπέγραψε την απόφαση για μείωση του συντελεστή στο μηδέν, στο πλαίσιο της πρώτης του κυβερνητικής πράξης.

Αντίφαση

Ο Μάρκο Ναβάρρο-Ζενί ανέφερε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα μέσα ενημέρωσης επιλέγουν να μην ευθυγραμμιστούν με την κυβερνητική γλώσσα, όταν αυτό δεν εξυπηρετεί την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Όπως σημείωσε, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επιλογή ορισμένων μέσων να αποκαλούν οργανώσεις όπως η Χαμάς «ένοπλους μαχητές» αντί για «τρομοκράτες», παρότι πρόκειται για ομάδες που έχουν επίσημα χαρακτηριστεί τρομοκρατικές από την καναδική κυβέρνηση.

Κατά τον ίδιο, τα μέσα υποστηρίζουν σε τέτοιες περιπτώσεις ότι η χρήση όρων όπως «τρομοκράτης» είναι πολιτικά φορτισμένη, οπότε επιλέγουν ουδέτερη φρασεολογία. Ωστόσο, πρόσθεσε, η ίδια στάση δεν φαίνεται να τηρείται όταν πρόκειται για άλλους κυβερνητικούς όρους που συνδέονται με συγκεκριμένη ιδεολογική προσέγγιση.

Ενδεικτικά ανέφερε τη χρήση του όρου «ιατρικώς υποβοηθούμενος θάνατος» για την ευθανασία, καθώς και την καθιέρωση γλώσσας σχετικής με την ταυτότητα φύλου, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει ενσωματωθεί εκτενώς στον δημόσιο λόγο και το εκπαιδευτικό υλικό. Εξέφρασε την άποψη ότι πρόκειται για μια στρατηγική αλλαγής της πραγματικότητας μέσω της γλώσσας, σχολιάζοντας πως ακόμη και βασικές έννοιες, όπως το τι είναι μια γυναίκα, γίνονται αντικείμενο «περίπλοκων περιγραφών» που, κατά τη γνώμη του, παραβιάζουν τη λογική και την πολιτική ουδετερότητα.

Ανάλογες επισημάνσεις έκανε και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Wilfrid Laurier και πρώην δημοσιογράφος, Ντέηβιντ Χάσκελ. Όπως δήλωσε, τα μέσα συχνά υιοθετούν ορολογία που συνάδει με τις ιδεολογικές τους θέσεις, αντί να χρησιμοποιούν ουδέτερη γλώσσα ή τους όρους που επιλέγουν οι ίδιες οι ομάδες που καλύπτουν. Αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στη χρήση του όρου «αντι-εκτρωτικοί» για ομάδες που αυτοπροσδιορίζονται ως «υπέρ της ζωής», καθώς και στον χαρακτηρισμό «αρνητές των εμβολίων» (anti-vaxxers) για όσους εξέφραζαν επιφυλάξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της COVID-19 ή τις σχετικές κρατικές εντολές.

Κατά τον Χάσκελ, τέτοια παραδείγματα δείχνουν ότι παραβιάζονται συχνά οι δεοντολογικές αρχές της δημοσιογραφίας, καθώς προτιμώνται όροι που ευνοούν την ιδεολογική τους πλευρά ή στιγματίζουν τους αντιπάλους. Απέδωσε το φαινόμενο στην επιρροή μιας «πολιτισμικής μαρξιστικής ιδεολογίας» που, όπως υποστήριξε, κυριαρχεί στα πανεπιστήμια και έρχεται σε αντίθεση με τις απόψεις της πλειονότητας των πολιτών.

Ο Ναβάρρο-Ζενί επεσήμανε ότι η χρήση γλώσσας ως μέσο επιβολής ιδεολογικής αλλαγής είναι χαρακτηριστικό των επαναστατικών κινημάτων. Ανέφερε ως παράδειγμα τη Γαλλική Επανάσταση, όταν οι ριζοσπάστες άλλαξαν ακόμη και το ημερολόγιο για να αποκόψουν τη χώρα από το θρησκευτικό της παρελθόν. Αν και δεν υφίστανται πια απαγχονισμοί και γκιλοτίνες, όπως σημείωσε, η προσπάθεια να αλλοιωθεί η αντίληψη της πραγματικότητας μέσω της γλώσσας συνιστά μια «επανάσταση» διαφορετικού τύπου, που ενέχει τον κίνδυνο να καταλήξει σε μία μορφή «τυραννίας».

Κατά την άποψή του, η αναγκαστική υιοθέτηση όρων από την πλευρά της κυβέρνησης ενέχει κινδύνους. Υποστήριξε ότι σκοπός της επιβολής συγκεκριμένης φρασεολογίας είναι η συσκότιση πτυχών της πολιτικής πραγματικότητας και η καθοδήγηση της κοινής γνώμης προς την κατεύθυνση που επιθυμεί η εξουσία.

Ιδιαίτερη ανησυχία εξέφρασε για την περίπτωση κατά την οποία οι κυβερνήσεις, τα ΜΜΕ και το εκπαιδευτικό σύστημα υιοθετούν ή επιβάλλουν τέτοια γλωσσικά πρότυπα χωρίς ουσιαστική δημόσια συζήτηση. Υπενθύμισε τη δημόσια αντίδραση του πανεπιστημιακού και ομιλητή Τζόρνταν Πήτερσον το 2017 απέναντι σε νομοθεσία για την έκφραση ταυτότητας φύλου, που, όπως υποστήριξε, θα οδηγούσε σε υποχρεωτική χρήση συγκεκριμένων όρων.

Ο Ναβάρρο-Ζενί σημείωσε πως η στρατηγική χρήση της γλώσσας από πολιτικούς ηγέτες είναι τόσο παλιά όσο και η ίδια η πολιτική, από την αρχαία Ελλάδα μέχρι σήμερα. Όπως παρατήρησε, παραδείγματα ρητορικής στρατηγικής καταγράφονται και στις πρόσφατες προεκλογικές εκστρατείες, με το Συντηρητικό Κόμμα να χρησιμοποιεί την έκφραση «συμμαχία Νεοδημοκρατών-Φιλελευθέρων» στα αγγλικά και «συμμαχία Μπλοκ-Φιλελευθέρων» στα γαλλικά, προσαρμόζοντας τη φρασεολογία ανάλογα με τον τοπικό πολιτικό αντίπαλο.

Αντίστοιχα, οι Φιλελεύθεροι χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως «επένδυση» αντί για «δημόσια δαπάνη», «απανθρακοποιημένο πετρέλαιο και φυσικό αέριο» για την ανάπτυξη σχετικών τομέων ή τον όρο «όπλα τύπου εφόδου» για κατηγορίες όπλων που θέλουν να απαγορεύσουν.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, το ζήτημα αλλάζει χαρακτήρα όταν οι κυβερνήσεις προσπαθούν να επιβάλουν τη χρήση συγκεκριμένων λέξεων στους πολίτες ή όταν τα ΜΜΕ και η εκπαίδευση αποδέχονται τις αλλαγές αυτές άκριτα, χωρίς να παρουσιάζουν την πλήρη εικόνα.

Ολοκληρώνοντας, υποστήριξε πως «οι κυβερνήσεις δεν θα έπρεπε να επινοούν τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο κόσμος. Θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο: ένας καλός πολιτικός, μια κυβέρνηση που υπηρετεί τον λαό, οφείλει να μιλά τη γλώσσα των πολιτών και να προσαρμόζεται σε αυτή». Διαφορετικά, όπως είπε, ακολουθείται ένα «αυταρχικό ή ημι-ολοκληρωτικό» πρότυπο, όπου η κρατική εξουσία επιβάλλει στους πολίτες πώς να σκέφτονται και πώς να εκφράζονται.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε