Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εντείνει τις πιέσεις προς την Ευρώπη για τον περιορισμό των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου, επικεντρώνοντας την κριτική του σε Ουγγαρία και Σλοβακία, λόγω της εξάρτησής τους από τη Μόσχα.
Ωστόσο, κράτη αυτά που δεν διαθέτουν πρόσβαση στη θάλασσα, προβάλλουν ισχυρή αντίσταση, επιμένοντας να διατηρήσουν τη ροή του φθηνού αργού μέσω του αγωγού Ντρούζμπα—μιας ενεργειακής αρτηρίας μήκους 4.000 χιλιομέτρων που μεταφέρει ρωσικό πετρέλαιο στην καρδιά της Ευρώπης.
Βρυξέλλες, Ουάσιγκτον και αναλυτές υποστηρίζουν πως η υπάρχουσα υποδομή, κυρίως ο αγωγός Άντρια της Κροατίας, μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των δύο χωρών, ενώ παράλληλα θα περιορίσει τη χρηματοδότηση του πολέμου από το Κρεμλίνο και τη γεωπολιτική του επιρροή.
Ωστόσο, η Βουδαπέστη, η Μπρατισλάβα και η ουγγρική πετρελαϊκή εταιρεία MOL υπογραμμίζουν ότι μια τέτοια μετάβαση είναι ανέφικτη, προειδοποιώντας πως θα αυξηθεί το κόστος και θα τεθεί σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ στις 25 Σεπτεμβρίου, με θέμα το ρωσικό πετρέλαιο και άλλα ζητήματα.
Σε δηλώσεις του στη δημόσια ραδιοφωνία την Παρασκευή, ο Όρμπαν ανέφερε πως είπε στον Αμερικανό πρόεδρο ότι η απεμπλοκή από τις ρωσικές ενεργειακές εισαγωγές θα ήταν οικονομική καταστροφή για την Ουγγαρία.
«Είπα στον πρόεδρο των ΗΠΑ πως αν η Ουγγαρία αποκοπεί από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ακαριαία, σε ένα λεπτό, η οικονομική μας απόδοση θα υποχωρήσει κατά 4%», τόνισε. «Αυτό σημαίνει ότι η ουγγρική οικονομία θα γονατίσει». Πρόσθεσε ότι, σε ό,τι αφορά τις πηγές ενέργειας, «είναι σαφές ποιο είναι το συμφέρον της Ουγγαρίας και θα πράξουμε αναλόγως».
«Η Ουγγαρία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι κυρίαρχες χώρες. Δεν χρειάζεται να αποδεχτεί ο ένας τα επιχειρήματα του άλλου. Η Αμερική έχει τα συμφέροντά της, η Ουγγαρία τα δικά της», δήλωσε ακόμη ο Όρμπαν.
Στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, στις 23 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ επέκρινε τα μέλη του ΝΑΤΟ επειδή συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσική ενέργεια. «Ανεπίτρεπτα, ακόμη και χώρες του ΝΑΤΟ δεν έχουν διακόψει σε σημαντικό βαθμό τις ρωσικές προμήθειες ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων», ανέφερε. «Σκεφτείτε το: χρηματοδοτούν έναν πόλεμο εναντίον των ίδιων τους των συμφερόντων».
Σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο Ιντερφάξ, η Ρωσία προμήθευσε 4,78 εκατομμύρια τόνους πετρελαίου στην Ουγγαρία μέσω του νότιου σκέλους του Ντρούζμπα το 2024 και 956.000 τόνους την περίοδο Ιανουαρίου–Φεβρουαρίου 2025.
Για δεκαετίες, το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα βασιζόταν σε ρωσικές προμήθειες. Η ΕΕ έχει δεσμευτεί να σταματήσει πλήρως τις αγορές ρωσικής ενέργειας μέχρι το 2028, ενώ η Ουάσιγκτον πιέζει για ταχύτερη αποδέσμευση, επιδιώκοντας και να αυξήσει τις αμερικανικές εξαγωγές.
Αγωγοί όπως ο Nord Stream 1 τροφοδοτούσαν τη γερμανική βιομηχανία, ενώ χώρες όπως η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Τσεχία κατέστησαν έντονα εξαρτημένες από τις ρωσικές προμήθειες.
Ουγγαρία και Σλοβακία βασίζονται σε δύο σημαντικούς αγωγούς: τον Ντρούζμπα, έναν από τα μεγαλύτερα δίκτυα μεταφοράς αργού στον κόσμο που μεταφέρει αποκλειστικά ρωσικό πετρέλαιο μέσω Ουκρανίας, και τον Άντρια, που ανήκει στον κρατικό κροατικό όμιλο Janav, μεταφέροντας μη ρωσικό αργό από τον τερματικό σταθμό Αλμάσοϊλ στις ακτές της Αδριατικής.
Ο Ντρούζμπα παραμένει η πηγή για πάνω από το 80% των συνολικών εισαγωγών πετρελαίου Σλοβακίας και Ουγγαρίας, με το υπόλοιπο 20% να εισάγεται μέσω του Άντρια και της Κροατίας. Τη διαχείριση των ροών του Ντρούζμπα αναλαμβάνει ο Όμιλος MOL, ο οποίος λειτουργεί και τα κύρια διυλιστήρια σε Σαζαλόμπατα και Μπρατισλάβα.
Αυτή την εβδομάδα, ο MOL αμφισβήτησε τα αποτελέσματα δοκιμών της εταιρείας Janav, σύμφωνα με τα οποία ο Άντρια θα μπορούσε να καλύψει πλήρως τις ανάγκες των δύο χωρών.
Η Janav απέρριψε τον ισχυρισμό, ξεκαθαρίζοντας: «Ο μοναδικός λόγος για τη μειωμένη ροή ήταν η άμεση απαίτηση του Ομίλου MOL – δεν υπήρξαν εμπόδια εκ μέρους της Janav για να επιτευχθεί η προγραμματισμένη ροή».
Ο αναλυτής ενέργειας του Ινστιτούτου Οικονομικών Υποθέσεων, Άντι Μέιερ, εκτίμησε στην Epoch Times πως η Ουγγαρία ενδεχομένως να αναγκαστεί να επιδιώξει συμφωνία με τις ΗΠΑ.
Τόνισε πως παραμένουν τεχνικές διαφωνίες μεταξύ MOL και Janav ως προς την επάρκεια της δυναμικότητας. «Αν τα νούμερα είναι ορθά—5 εκατ. τόνοι για τον Ντρούζμπα και 14 εκατ. τόνοι ετήσιας δυναμικότητας για τον Άντρια—τότε έχουν δίκιο οι Κροάτες», είπε. «Οι Ούγγροι πάντως σωστά επισημαίνουν ότι η περιορισμένη πρόσβαση σε μία επιλογή εγκυμονεί κινδύνους για την ασφάλεια των προμηθειών και θα απαιτούσε συνεννόηση για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων».
Σημείωσε επίσης πως η υπόλοιπη Ευρώπη και ο Λευκός Οίκος θεωρούν λογικά τις ενέργειες του Κρεμλίνου και την αμυδρή διάθεση για ειρήνη ως αιτίες που καθιστούν αναγκαίες τέτοιες πολιτικές επιλογές. «Ασυνήθιστα, αυτή ίσως να είναι μια από τις περιπτώσεις όπου ο Τραμπ θα μπορούσε να διαμεσολαβήσει ή η ΕΕ να αποδείξει ότι δεν είναι ανάγκη να το κάνει εκείνος», πρόσθεσε. Οι επικριτές εκτιμούν ότι το δίλημμα μεταξύ Ντρούζμπα και Άντρια είναι περισσότερο πολιτικό παρά οικονομικό.
Κοινή έκθεση των οργανώσεων Clean Air and Energy και Center for the Study of Democracy τον Μάιο διαπίστωσε πως Ουγγαρία και Σλοβακία δεν δείχνουν ουσιαστικές προσπάθειες απεξάρτησης από το ρωσικό αργό, παρά το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία είχε αυτό το σκοπό ως όρο της εξαίρεσης.
Επιπλέον, ανέφερε ότι η σταδιακή απεμπλοκή είναι απολύτως εφικτή, αφού ο Άντρια επαρκεί για τις εγχώριες ανάγκες των δύο χωρών. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, Ουγγαρία και Σλοβακία έχουν αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές τους μέσω του αγωγού TurkStream, μετατρέποντας την Ουγγαρία σε στρατηγικό χάμπ του Κρεμλίνου στην ΕΕ, γεγονός που υπονομεύει τις ευρωπαϊκές προσπάθειες διαφοροποίησης και ενισχύει ένα αδιαφανές, πολιτικά ελεγχόμενο δίκτυο ρωσικής επιρροής.
Η ΕΕ επιθυμεί να επιταχύνει την πλήρη ενεργειακή απεξάρτηση από τη Μόσχα. Ενώ αρχικά επεδίωκε τερματισμό των εισαγωγών ως την 1η Ιανουαρίου 2028, ο Τραμπ ασκεί επανειλημμένες πιέσεις για ταχύτερο χρονοδιάγραμμα.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Τζοζέπ Μπορέλ, στις 19 Σεπτεμβρίου η νέα πρόταση στοχεύει να επιταχύνει το τέλος των εισαγωγών ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου έως την 1η Ιανουαρίου 2027.
Ωστόσο, οι κυρώσεις της ΕΕ απαιτούν ομοφωνία: Ουγγαρία και Σλοβακία μπορούν να ασκήσουν βέτο, αποκλείοντας κάθε «πυρηνική» επιλογή χωρίς τη δική τους συναίνεση, όπως και του Όρμπαν και του Σλοβάκου πρωθυπουργού Ρόμπερτ Φίτσο. Έτσι, η Επιτροπή στρέφεται στην οικονομική πίεση: χρησιμοποιεί ευρωπαϊκά κονδύλια για να επιβάλλει συμμόρφωση και διατηρεί προς το παρόν «παγωμένα» 19 δισ. ευρώ για την Ουγγαρία, λόγω απόκλισης από τις ευρωπαϊκές αξίες.
Την ίδια ώρα, ο κίνδυνος πολέμου θα μπορούσε να καταστήσει το δίλημμα άνευ αντικειμένου: Τον Αύγουστο, η Ουκρανία έπληξε τον αγωγό Ντρούζμπα. «Ο πετρελαιαγωγός Ντρούζμπα… αναπαύεται», έγραψε ο Ρόμπερτ Μάντιαρ-Μπράβντι, επικεφαλής των ουκρανικών drones, στο Exxon στις 18 Αυγούστου.
Τότε, ο ΥΠΕΞ της Ουγγαρίας Πέτερ Σιγιάρτο σχολίασε: «Ο ουκρανικός στρατός μ’ αυτήν την επίθεση δεν βλάπτει κυρίως τη Ρωσία, αλλά την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, καθώς ο αγωγός είναι ζωτικής σημασίας για την ενεργειακή μας ασφάλεια – χωρίς αυτόν, η προμήθεια πετρελαίου θα ήταν φυσικά αδύνατη. Θέτουμε την ασφάλεια σε κίνδυνο και αυτό είναι απαράδεκτο».
Μετά από τρίτο πλήγμα στον αγωγό τον Σεπτέμβριο, οι υπουργοί Εξωτερικών Ουγγαρίας και Σλοβακίας απέστειλαν κοινή επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας να ληφθούν μέτρα για την προστασία των κρίσιμων υποδομών από νέες επιθέσεις. Εκπρόσωπος της ουγγρικής κυβέρνησης παρέπεμψε την Epoch Times σε ανακοίνωση του Όρμπαν στο Χ, στις 26 Σεπτεμβρίου.
«Η Ουγγαρία είναι περίκλειστη χώρα», δήλωσε ο Όρμπαν. «Όπως σωστά επεσήμανε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, δεν μπορεί να μας κατηγορήσει κανείς επειδή δεν έχουμε λιμάνια ή εναλλακτικούς αγωγούς, και εκτιμούμε την αναγνώρισή του γι’ αυτήν την πραγματικότητα. Αν μας κόψουν από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η οικονομία μας θα σημειώσει πτώση 4%, τα νοικοκυριά θα πληγούν και οι λογαριασμοί ενέργειας θα εκτοξευθούν. Δεν θα υποκύψουμε στις απαιτήσεις των Βρυξελλών – προτεραιότητά μας είναι η ασφάλεια εφοδιασμού και το συμφέρον των οικογενειών μας», προσέθεσε.
Η Epoch Times επικοινώνησε και με την κυβέρνηση της Σλοβακίας για σχόλιο.
Με την συμβολή των Associated Press και Reuters