Σάββατο, 21 Δεκ, 2024
Χρωματισμένο λουλούδι, Μα Τσουέν, Δυναστεία Τσινγκ. (Public domain)

Όνειρο Πορφυρών Δωματίων – Κεφάλαιο ΙΙΙ (Μέρος γ΄)

Η ελληνική Epoch Times μεταφράζει κατά τμήματα το «Όνειρο Πορφυρών Δωματίων».
Το «Όνειρο Πορφυρών Δωματίων» είναι ένα από τα τέσσερα μεγάλα λογοτεχνικά βιβλία της Κίνας.
Γράφτηκε περί το 1760 από τον Τσάο Σιουε-τσιν, κατά την Δυναστεία Τσινγκ (1644-1911). 

Μπορείτε να διαβάσετε τα υπόλοιπα τμήματα του βιβλίου εδώ.

 

(Συνέχεια)

Απευθυνόμενη την ίδια στιγμή στις γυναίκες, ρώτησε: «Έχουν φέρει μέσα τις αποσκευές και πράγματα τις δεσποινίδας Λιν; Πόσους βοηθούς έχει φέρει μαζί της; Πηγαίνετε, το δυνατόν συντομότερο, και σκουπίστε δύο χαμηλότερα δώματα και ζητήστε τους να πάνε να ξεκουραστούν.»

Καθώς μιλούσε, τσάι και κεράσματα ήδη σερβίρονταν, και η Σι-φενγκ η ίδια μοίρασε τα ποτήρια και πρόσφερε τα φρούτα.

Ακούγοντας την ερώτηση που τέθηκε από την θεία της, την Δεύτερη κυρία: «Αν το θέμα των μηνιαίων πληρωμών έχει ολοκληρωθεί;» Η Σι-φενγκ απάντησε: «Το θέμα των χρημάτων έχει επίσης ολοκληρωθεί· αλλά λίγο πριν, όταν πήγαινα με μερικές γυναίκες στην πίσω σοφίτα, ψάχνοντας τα σατέν, ψάξαμε πάρα πολύ, αλλά δεν είδαμε το είδος των σατέν που αναφέρατε χθες, κυρία· έτσι μήπως δεν είναι ότι η μνήμη σας σας απατά;»

«Αν υπάρχουν κάποια ή όχι, από αυτό το ειδικό είδος, δεν έχει σημασία», παρατήρησε η κυρία Γουάνγκ. «Θα πρέπει να βγάλεις έξω», πρόσθεσε στην συνέχεια, «όποια δύο κομμάτια πέσουν πρώτα στο χέρι σου, για αυτήν την ξαδέλφη σου για να φτιάξει φορέματα για αυτήν· και το βράδυ, αν δεν το ξεχάσω, θα στείλω κάποιον να τα φέρει.»

«Έχω βασικά προβλέψει για όλα», αποκρίθηκε η Σι-φενγκ, «γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η ξαδέλφη μου θα ερχόταν αυτές τις δύο μέρες, τα ετοίμασα όλα για αυτήν. Και όταν εσείς, κυρία, επιστρέψετε, αν τα εξετάσετε όλα, θα μπορώ να τα στείλω.»

Η κυρία Γουάνγκ χαμογέλασε, κατένευσε, αλλά δεν είπε ούτε μία λέξη ως απάντηση.

Το τσάι και τα φρούτα είχαν μέχρι τότε τελειώσει και απομακρύνθηκαν, και η πρώτη κυρία Τζια είπε σε δύο ηλικιωμένες γυναίκες να πάρουν την Ταϊ-γιού να δει τους δύο θείους της. Τότε η γυναίκα του Τζια Σε, κυρία Σινγκ, σηκώθηκε βιαστικά και με χαμογελαστό πρόσωπο είπε: «Θα πάρω μαζί μου την ανηψιά μου, γιατί εν τέλει θα είναι σίγουρα καλύτερα αν πάω κι εγώ!»

«Ακριβώς!» απάντησε η πρώτη κυρία Τζια, χαμογελώντας. «Μπορείς να πας σπίτι επίσης, και δεν χρειάζεται να έρθεις πάλι εδώ!»

Η κυρία Σινγκ εξέφρασε την σύμφωνη γνώμη της, και πήρε έπειτα την Ταϊ-γιού για να αφήσουν την κυρία Γουάνγκ. Όλη η ομάδα τις συνόδευσε ως την πόρτα της Αίθουσας Εισόδου, από όπου κρεμόταν κισσός, και αρκετοί νέοι είχαν φέρει ένα φορείο, βαμμένο γαλανό, με μια οροφή σε χρώμα αλκυόνας.

Η κυρία Σινγκ οδήγησε την Ταϊ-γιου από το χέρι και ανέβηκαν στις θέσεις τους. Όλη η παρέα γυναικών κατέβασε την κουρτίνα, και μετά είπε στους νέους να σηκώσουν το φορείο, που το μετέφεραν ώσπου έφτασαν σε έναν ανοιχτό χώρο και τότε σταμάτησαν.

Βγαίνοντας έξω πάλι από την ανατολική πύλη, προχώρησαν σε μια ανατολική κατεύθυνση, πέρασαν την κύρια είσοδο της έπαυλης Ρονγκ, και εισήλθαν σε μια ψηλή πόρτα βαμμένη μαύρη. Φτάνοντας μπροστά στην πόρτα των τελετών, αμέσως κατέβηκαν από το φορείο, και η κυρία Σινγκ, πιάνοντας το χέρι της Ταϊ-γιού περπάτησαν μέσα στην αυλή.

«Αυτοί οι χώροι», σκέφτηκε η Ταϊ-γιού, «θα πρέπει να είχαν δοθεί και διαμορφωθεί από ένα κομμάτι που χωρίστηκε από τον κήπο της έπαυλης Ρονγκ.»

Εισερχόμενες από τρεις σειρές θυρών τελετών είδαν την κύρια δομή, με τους προθαλάμους και βεράντες της, και όλα αυτά, αν και σε μικρή κλίμακα, ήταν γεμάτα καλλιτεχνική και μοναδική ομορφιά. Δεν μπορούσαν να συγκριθούν με το μεγαλοπρεπές, επιβλητικό, τεράστιο και πολυτελές ύφος αρχιτεκτονικής της άλλης πλευράς, αλλά οι δρόμοι και οι συνθέσεις βράχων, στα διάφορα μέρη της αυλής, ήταν όλα σε άψογη καλαισθησία.

Όταν έφτασαν στο εσωτερικό του κυρίου κτίσματος, μια μεγάλη ομάδα κορών εργασιών και προσωπικού φροντίδας, ντυμένες με επίσημα φορέματα, ήταν ήδη εκεί για να τις χαιρετήσουν. Η κυρία Σινγκ πρόσφερε με ευγένεια μια καρέκλα στην Ταϊ-γιού, ενώ είπε σε κάποιον να πάει στην εξωτερική βιβλιοθήκη και να ζητήσει από τον κ. Τζια Σε να έλθει.

Σε λίγα λεπτά η βοηθός επέστρεψε. «Ο κύριος», εξήγησε, «λέει πως δεν νιώθει καλά τις τελευταίες μέρες, ότι καθώς η συνάντηση με την δίδα Λιν θα επηρεάσει τόσο αυτήν όσο και αυτόν, δεν νιώθει προς το παρόν σε κατάλληλη κατάσταση για να συναντηθούν, και ότι συμβουλεύει την δεσποινίδα Λιν να μην νιώθει αποκαρδιωμένη ή νοσταλγικά για το σπίτι, και ότι θα πρέπει να νιώθει σαν στο σπίτι της με την σεβαστή δεσποσύνη της, καθώς και με τις θείες της, ότι οι ξαδέλφες της είναι, είναι αλήθεια, μη εξευγενισμένες, αλλά αν όλες οι νεαρές έκαναν παρέα σε ένα μέρος, θα μπορούσαν ίσως να απομακρύνουν κάποια ανία, ότι αν ποτέ έχει κάποιο παράπονο, θα πρέπει αμέσως να μιλήσει, και σίγουρα να μην νιώθει ποτέ σαν ξένη, και όλα τότε θα είναι εντάξει.»

Η Ταϊ-γιού σηκώθηκε αμέσως όρθια με σεβασμό, και κάθισε πάλι αφότου είχε ακούσει κάθε πρόταση που της είπε η αγγελιοφόρος. Μετά από λίγο, χαιρέτησε, και αν και η κυρία Σινγκ χρησιμοποίησε κάθε επιχείρημα για να την κάνει να μείνει για δείπνο και μετά να φύγει, η Ταϊ-γιού χαμογέλασε και είπε: «Δεν θα πρέπει υπό κανονικές συνθήκες να αρνούμαι την πρόσκληση για δείπνο που εσύ θεία μου προτείνεις με αγάπη, αλλά πρέπει ακόμα να πάω στην άλλη πλευρά και να χαιρετήσω τον θείο μου. Αν πάω πολύ αργά φοβάμαι πως θα είναι ένδειξη έλλειψης σεβασμού εκ μέρους μου, αλλά θα δεχθώ μια άλλη φορά. Ελπίζω συνεπώς πως εσύ, αγαπητή θεία, θα με συγχωρέσεις.»

«Αν έχουν έτσι τα πράγματα», απάντησε η κυρία Σινγκ, «είναι εντάξει.» Και λέγοντας σε δύο γυναίκες να πάρουν την ανηψιά της, στο φορείο, με το οποίο είχαν έρθει πριν λίγο, η Ταϊ-γιού τότε έφυγε· η κυρία Σινγκ την συνόδευσε έως την θύρα τελετών, όπου έδωσε κάποιες πρόσθετες οδηγίες στην ομάδα του προσωπικού. Ακολούθησε το φορείο με τα μάτια της ώσπου να μην μπορεί άλλο να φανεί, και μετά άρχισε να πηγαίνει πίσω.

Η Ταϊ-γιού εισήλθε στην Έπαυλη Ρονγκ, κατέβηκε από το φορείο, και ακολουθώντας όλες τις γυναίκες, προχώρησε προς την ανατολή, έστριψε σε μια γωνία, πέρασε μέσα από την Αίθουσα Εισόδου, πηγαίνοντας ανατολικά και δυτικά, και περπάτησε μετά σε μια νότια κατεύθυνση, στο πίσω μέρος της Μεγάλης Αίθουσας. Στην εσωτερική πλευρά μιας θύρας τελετών, και στο πάνω τέλος μια ευρύχωρης αυλής, βρισκόταν ένα μεγάλο κεντρικό κτήριο, με πέντε διαμερίσματα, πλαισιωμένα και από τις δύο πλευρές από εξωτερικά σπιτάκια που εκτείνονταν προς τα έξω όπως τα κέρατα στο κεφάλι ενός ελαφιού· επίσης πλευρικές θύρες που έμοιζαν με περάσματα από λόφο, δίνοντας πλήρη επικοινωνία σε ολόκληρο το μέρος· (ένα κεντρικό κτήριο) μεγαλοπρεπές, μεγαλειώδες, στέρεο και επιβλητικό, που δεν έμοιαζε με αυτά στους χώρους της πρώτης κυρίας Τζια.

Η Ταϊ-γιού κατέληξε ότι αυτό ήταν τελικά το κύριο εσωτερικό τμήμα διαμερισμάτων. Ένας υπερυψωμένος φαρδύς δρόμος οδηγούσε με ευθεία γραμμή στην μεγάλη πύλη. Εισερχόμενη στην Αίθουσα, και σηκώνοντας το κεφάλι, πρώτα από όλα παρατήρησε μπροστά της μια μεγάλη πινακίδα με κυανό υπόβαθρο, πάνω στην οποία υπήρχαν εννέα δράκοι κοκκινωπού χρυσού. Η επιγραφή στην πινακίδα αποτελούνταν από τρεις χαρακτήρες μεγάλους όσο ένα εργαλείο μέτρησης όγκου, που διακήρυσσαν ότι αυτή ήταν η Αίθουσα Ενδόξου Ευτυχίας.

Στο τέλος, ήταν μια σειρά από χαρακτήρες μικρού μεγέθους, που ανέφεραν το έτος, μήνα και ημέρα, κατά την οποία η Μεγαλειότητά του είχε την χαρά να παραδώσει την πινακίδα στον Τζια Γιουέν (ομόηχο του Ψεύτικος Μακρινός), Δούκα του Ρονγκ Γκουό. Δίπλα από αυτήν την πινακίδα, βρίσκονταν αναρίθμητα ακριβά αντικείμενα που έφεραν το αυτόγραφο του Αυτοκράτορα. Στο μεγάλο μαύρο εβένινο τραπέζι, με χαραγμένα σχέδια δράκων, υπήρχαν τρεις αντίκες κυανοπράσινοι τρίποδες, περίπου ένα μέτρο ψηλοί. Στον τοίχο κρεμόταν μια μεγάλη εικόνα μαύρων δράκων, όπως αυτοί που υπήρχαν σε θαλάμους αναμονής κατά την δυναστεία Σουί. Στην μία πλευρά ήταν μια χρυσή κούπα με εγχάρακτα σχέδια, ενώ στην άλλη, μια κρυστάλλινη κασετίνα. Στο έδαφος ήταν τοποθετημένες, σε δύο σειρές, δεκαέξι καρέκλες, φτιαγμένες από σκληρό κέδρο.

Υπήρχε επίσης ένα ζεύγος παπύρων από μαύρες ξύλινες συμμετρικές ταμπλέτες, με ιδεογράμματα χαραγμένα με χρυσό. Το νόημά τους ήταν αυτό:

Στην βεράντα λάμπουν θαυμαστά μαργαριτάρια όπως ο ήλιος ή η σελήνη,

Και η λάμψη της πρόσοψης της Αίθουσας φωτίζει όπως o ουρανός το ηλιοβασίλεμα

Πιο κάτω, ήταν μια σειρά μικρών χαρακτήρων, λέγοντας ότι ο πάπυρος είχε γραφτεί από το χέρι του Μου Σου, ενός συμπατριώτη και παλιού φίλου της οικογένειας, ο οποίος, για τις αξιέπαινες συνεισφορές του, είχε αποκτήσει τον κληρονομικό τίτλο του Πρίγκηπα του Τουνγκ Νγκαν.

Στην πραγματικότητα η κυρία Γουάνγκ δεν είχε επίσης την συνήθεια να κάθεται και να ξεκουράζεται, σε αυτό το κύριο κτίσμα, αλλά σε τρία βοηθητικά δωμάτια στην ανατολή, έτσι οι γυναίκες οδήγησαν αμέσως την Ταϊ-γιού μέσω της θύρας της ανατολικής πτέρυγας.

Σε έναν πέτρινο καναπέ-θερμάστρα, κοντά στο παράθυρο, ήταν απλωμένο ένα ξένο κόκκινο χαλί. Στην τιμητική μεριά, υπήρχαν βαθιά πορφυρά μαξιλάρια ανάπαυσης, με δράκους, με χρυσά νομίσματα (ως σώμα των δράκων), και ένα επίμηκες καφέ μαξιλάρι καθίσματος με δράκους με χρυσά νομίσματα. Στις δύο πλευρές, βρισκόταν ένα ζεύγος μικρών τραπεζιών τσαγιού ξένου βερνικιού με σχέδια ανθών ροδακινιάς. Στο αριστερό τραπεζάκι, ήταν τοποθετημένοι μικροί τρίποδες Γουέν Γουάνγκ, κουτάλια, ξυλάκια φαγητού και μπουκάλια αρωμάτων. Στο δεξιά τραπεζάκι, ήταν βάζα από τον Κάμινο Τζου, ζωγραφισμένα με κόρες μεγάλης ομορφιάς, στα οποία είχαν βάλει άνθη της εποχής· υπήρχαν επίσης ποτήρια τσαγιού και τα σχετικά σκεύη για την παρασκευή και ετοιμασία τσαγιού.

Στο έδαφος στην δυτική πλευρά του δωματίου, ήταν τέσσερις καρέκλες στην σειρά, όλες καλυμμένες με υφάσματα, με κεντήματα αργυροερυθρών ανθών, ενώ από κάτω, στα πόδια των καρεκλών, ήταν τέσσερα υποπόδια. Εκατέρωθεν, ήταν επίσης ένα ζεύγος ψηλών τραπεζιών τσαγιού, και αυτά τα τραπέζια ήταν γεμάτα με ποτήρια τσαγιού και βάζα λουλουδιών.

Τα άλλα μικροπράγματα δεν χρειάζεται να περιγραφούν με λεπτομέρεια.

Οι ηλικιωμένες γυναίκες πίεσαν την Ταϊ-γιού να καθίσει στον θερμαινόμενο καναπέ· αλλά, βλέποντας κοντά στην άκρη του καναπέ δύο κεντητά μαξιλάρια, το ένα απέναντι από το άλλο, σκέφτηκε για την διαβάθμιση των θέσεων, και έτσι δεν κάθισε στον καναπέ, αλλά σε μια καρέκλα στην ανατολική πλευρά του δώματος· και τότε οι κόρες που εξυπηρετούσαν αυτούς τους χώρους, σέρβιραν γρήγορα τσάι.

Ενώ η Ταϊ-γιού σιγόπινε το τσάι της, παρατήρησε τα κοσμήματα στα μαλλιά, τα ενδύματα, την στάση και τρόπους των κορών, που βρήκε πραγματικά τόσο διαφορετικά από ό,τι είχε δει σε άλλα σπίτια. Μόλις είχε τελειώσει το τσάι της, όταν παρατήρησε μια κόρη προσωπικού να πλησιάζει, ντυμένη σε ερυθρό σατέν χιτώνιο, και κυανό σατέν γιλέκο με ανάγλυφα σχήματα οστράκων.

«Η κυρία μου ζητά από την Δεσποινίδα Λιν να έλθει και να καθίσει μαζί της», είπε σχηματίζοντας ένα χαμόγελο.

Οι ηλικιωμένες γυναίκες προσωπικού, ακούγοντας το μήνυμα, οδήγησαν βιαστικά την Ταϊ-γιού και πάλι εκτός αυτού του δώματος, στο τριών δωματίων μικρό κεντρικό κτήριο από την ανατολική βεράντα.

Στον θερμαινόμενο καναπέ, τοποθετημένο στον κύριο χώρο του δώματος, ήταν τοποθετημένα εγκαρσίως, ένα χαμηλό τραπεζάκι καναπέ, στην άνω άκρη του οποίου ήταν στοιβαγμένα βιβλία και σκεύη τσαγιού. Στηριζόμενο στο πέτασμα διαχωρισμού δωμάτων, στην ανατολική πλευρά, κοιτώντας δυτικά, ήταν ένα μαξιλάρι ανάπαυσης, φτιαγμένο από κυανό σατέν, ούτε παλιό ούτε καινούριο.

Η κυρία Γουάνγκ, όμως, είχε την χαμηλότερη θέση, στην δυτική πλευρά, στην οποία ήταν παρομοίως τοποθετημένο ένα κάπως φθαρμένο κυανό σατέν ύφασμα καθίσματος, με ένα μαξιλάρι πλάτης· και μόλις είδε την Ταϊ-γιού να έρχεται μέσα την προέτρεψε αμέσως να καθίσει στην ανατολική πλευρά.

Η Ταϊ-γιού συμπέρανε, στο μυαλό της, ότι αυτή η θέση θα πρέπει σίγουρα να ανήκει στον Τζια Τζενγκ (ομόηχο του Ψεύτικος Ορθός), και παρατηρώντας, δίπλα στον καναπέ, μια σειρά τριών καρεκλών, καλυμμένων με ύφασμα κεντημένο με λουλούδια, επίσης κάπως φθαρμένο, η Ταϊ-γιού κάθισε σε μία από αυτές τις καρέκλες.

Αλλά καθώς η κυρία Γουάνγκ την πίεσε ξανά και ξανά να καθίσει στον καναπέ, η Ταϊ-γιού έπρεπε τελικά να πάρει μια θέση δίπλα της.

«Ο θείος σου», εξήγησε η κυρία Γουάνγκ, «έχει φύγει για να τηρήσει νηστεία σήμερα, αλλά θα τον δεις κάποια στιγμή. Υπάρχει, όμως, κάτι που θέλω να σου πω. Οι τρεις ξαδέλφες σου είναι όλες, είναι αλήθεια, η εκπροσώπηση της ευγένειας· και όταν αργότερα βρίσκεστε για να διαβάζετε, ή να μάθετε πως να κεντάτε και να πλέκετε, ή οποτεδήποτε παίζετε μαζί και γελάτε, θα βρεις πως είναι όλες τους οι πιο περιποιητικές· αλλά υπάρχει ένα πράγμα που μου προκαλεί πολύ ανησυχία. Έχω εδώ έναν, που είναι η ίδια η πηγή της ανταπόδοσης, η ενσάρκωση της ίδιας της αταξίας, έναν που ποτέ δεν κάνει τα πράγματα καλά, έναν πρίγκηπα κακόβουλων πνευμάτων σε αυτήν την οικογένεια. Πήγε σήμερα να εκπληρώσει τους όρκους του στον ναό, και ακόμα δεν έχει επιστρέψει, αλλά θα τον δεις το βράδυ, όταν θα μπορείς να κρίνεις άνετα η ίδια. Ένα θα πρέπει να κάνεις, και αυτό είναι, από αυτήν την στιγμή, να μην του δίνεις καθόλου σημασία. Όλες αυτές οι ξαδέλφες σου δεν τολμούν να προσκαλέσουν τον όποιο λεκέ πάνω τους προκαλώντας τον.»

Η Ταϊ-γιού είχε ακούσει παλιότερα την μητέρα της να εξηγεί ότι είχε έναν ανηψιό, γεννημένο στον κόσμο με ένα κομμάτι νεφρίτη στο στόμα του [1], ο οποίος ήταν άτακτος πέρα από σύγκριση, που δεν έβρισκε χαρά στα βιβλία, και του οποίου η μοναδική μεγάλη ευχαρίστηση ήταν απλώς να παίζει σαν τον χαζοχαρούμενο σκύλο στα εσώτερα δώματα· και ότι η γιαγιά της από την μητέρα, από την άλλη πλευρά, τον αγαπούσε τόσο πολύ που κανένας ποτέ δεν διανοήθηκε να τον αναγκάσει να δώσει εξηγήσεις, ώστε όταν, εν προκειμένω, άκουσε την συμβουλή της κυρίας Γουάνγκ, ένιωσε αμέσως σίγουρη ότι θα πρέπει να είναι αυτός ακριβώς ο εξάδελφος.

«Είναι αυτός ο εξάδελφος που γεννήθηκε με τον νεφρίτη στο στόμα, στον οποίον αναφέρεσαι, θεία;» ρώτησε ανταποδίδοντας το χαμόγελο. «Όταν ήμουν στο σπίτι, θυμάμαι την μητέρα μου να μου λέει περισσότερες από μία φορές για αυτόν ακριβώς τον εξάδελφο, ο οποίος (είπε) ήταν έναν χρόνο μεγαλύτερος από εμένα, και το παιδικό του όνομα ήταν Παο-γιού. Είχε προσθέσει ότι η συμπεριφορά του ήταν πραγματικά ξεροκέφαλη, αλλά ότι φέρεται σε όλες τις εξαδέλφες του με την μεγαλύτερη φροντίδα. Επιπλέον, τώρα που ήλθα εδώ, θα πρέπει, φυσικά, να είμαι πάντα μαζί με τις εξαδέλφες μου, ενώ τα αγόρια θα έχουν την δική τους αυλή, και χωριστά διαμερίσματα· και πως θα μπορούσε να υπάρξει ο όποιος λόγος να επιφέρω κάποια κακολογία επάνω μου προκαλώντας τον;»

 

Παραπομπές

[1]: (Σημείωμα του Έλληνα μεταφραστή – ΣτΜ):
Καλοσυνάτε αναγνώστη, το πρώτο κεφάλαιο δίνει ίσως μια καθαρή πληροφορία για το ποιο είναι αυτό το άτομο, σε δύο υπάρξεις.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε