Ο πρόεδρος της Πολωνίας, Αντρέι Ντούντα, υπέγραψε στις 26 Μαρτίου νόμο που αναστέλλει το δικαίωμα υποβολής αίτησης για άσυλο από μετανάστες οι οποίοι περνούν παράνομα τα πολωνικά σύνορα. Το νέο νομοθετικό μέτρο, που προκαλεί έντονες αντιδράσεις εντός και εκτός της χώρας, εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών της Βαρσοβίας να ενισχύσει την ασφάλεια των ανατολικών συνοριακών περιοχών, που βρίσκονται υπό συνεχή πίεση λόγω των μεταναστευτικών ροών από τη Λευκορωσία.
«Πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε την ασφάλεια των συνόρων μας και την ασφάλεια των Πολωνών πολιτών. Το σημαντικότερο είναι να προστατέψουμε τα πολωνικά σύνορα και τις πολωνικές υπηρεσίες που τα φρουρούν», δήλωσε ο πρόεδρος Ντούντα κατά τη δημόσια ανακοίνωση της υπογραφής του νόμου.
Η νέα νομοθεσία επιτρέπει προσωρινή αναστολή για διάστημα έως και 60 ημερών της δυνατότητας υποβολής αίτησης για διεθνή προστασία από όσους εισέρχονται παράνομα στην επικράτεια της Πολωνίας, αλλά και άλλων κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως αναφέρεται στον νόμο, κατηγορίες ευάλωτων ατόμων – όπως ασυνόδευτα ανήλικα, έγκυες γυναίκες και πολίτες της Λευκορωσίας που κινδυνεύουν – εξαιρούνται από την εφαρμογή του μέτρου.
Στηρίζοντας απόλυτα το νέο πλαίσιο, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, δήλωσε στο κοινωνικό δίκτυο Χ ότι η κυβέρνησή του θα εφαρμόσει τον νόμο «χωρίς καμία καθυστέρηση», τονίζοντας την αναγκαιότητα διατήρησης της δημόσιας ασφάλειας.
Σε απάντηση στην απόφαση αυτή, η Human Rights Watch έχει ασκήσει έντονη κριτική ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο, επισημαίνοντας ότι ο νόμος αντίκειται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ο οποίος υποχρεώνει όλα τα κράτη-μέλη να διασφαλίζουν το δικαίωμα στο άσυλο. Η οργάνωση έχει επίσης προειδοποιήσει για ενδεχόμενο έναρξης διαδικασίας παράβασης (infringement procedure) της ΕΕ κατά της Πολωνίας.
Η Πολωνία αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση στα ανατολικά της σύνορα ήδη από το 2021, με δεκάδες χιλιάδες άνδρες, κυρίως από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, να προσπαθούν να περάσουν παράνομα τα σύνορα μέσω της Λευκορωσίας. Τόσο η Βαρσοβία όσο και οι Βρυξέλλες έχουν κατηγορήσει τη Λευκορωσία και τη Ρωσία ότι εργαλειοποιούν την παράνομη μετανάστευση ως μέσο άσκησης πίεσης έναντι της ΕΕ, κάτι που φυσικά Μινσκ και Μόσχα αρνούνται κατηγορηματικά.
Σύμφωνα με προκαταρκτικά δεδομένα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής (Frontex), το 2024 έγιναν 17.001 παράτυπες διελεύσεις στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ, αριθμός που αποτελεί αύξηση 192% συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά. Το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών είναι νέοι άνδρες από χώρες όπως η Αιθιοπία, η Ερυθραία και η Σομαλία.
Στα σύνορα της Πολωνίας, περίπου 13.000 στρατιώτες και συνοριοφύλακες προστατεύουν μια συνοριακή γραμμή μήκους 400 χιλιομέτρων, η οποία είναι εφοδιασμένη με χαλύβδινα τείχη και συρματοπλέγματα, καθώς και κάμερες ασφαλείας, drones και τεθωρακισμένα οχήματα. Τον Μάιο του 2024, ένας Πολωνός στρατιώτης μάλιστα τραυματίστηκε θανάσιμα σε επίθεση που δέχτηκε από επίδοξο μετανάστη, γεγονός που ενίσχυσε τη σκληρότητα της στάσης της κυβέρνησης.
Παρόμοια μέτρα ασφαλείας υιοθετούνται και από άλλες χώρες, όπως η Φινλανδία, η οποία ζήτησε πρόσφατα από το κοινοβούλιό της να παρατείνει έως τα τέλη του 2026 τον νόμο που επιτρέπει την επιστροφή των παράνομων μεταναστών που περνούν τα ανατολικά σύνορα με τη Ρωσία.
Η απόφαση της Πολωνίας αναμένεται να έχει σοβαρές πολιτικές και διπλωματικές συνέπειες, δεδομένου ότι αυξάνει τις ήδη τεταμένες σχέσεις της χώρας με την ΕΕ και τα διεθνή όργανα που επιτηρούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, χαίρει σημαντικής υποστήριξης στο εσωτερικό της Πολωνίας από μεγάλη μερίδα πολιτών που ανησυχούν για θέματα ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής.
Οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί όσον αφορά όχι μόνο την εφαρμογή του νέου νόμου αλλά και τη συνοχή της πολιτικής συνοριακής προστασίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αρκετές χώρες να εξετάζουν αντίστοιχα μέτρα υπό το βάρος της μεταναστευτικής κρίσης.