Ο αρχαίος Έλληνας γιατρός Γαληνός είχε παρατηρήσει ότι όταν άλλαζε η διάθεση ενός ανθρώπου, άλλαζε ταυτόχρονα και η όρεξή του, και πίστευε ότι η όρεξη σχετίζεται με τη διάθεση, οι διακυμάνσεις της οποίας θεωρούσε ότι επηρεάζουν την υγεία και την όρεξη. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι για αυτό ευθύνονται οι χημικές ουσίες του εγκεφάλου – όπως η ντοπαμίνη και η σεροτονίνη.
Όταν οι νευροδιαβιβαστές είναι σε ανισορροπία, διαταράσσουν τον εσωτερικό μας ρυθμό, προκαλώντας επιθυμία για τσίμπημα, ασταθή ενέργεια και αυξομειώσεις του σακχάρου στο αίμα.
Με τη σειρά τους, οι διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα διαταράσσουν και αυτές τη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών, επιδεινώνοντας τις λιγούρες, τις διακυμάνσεις της διάθεσης και την κόπωση.
«Όταν εστιάζουμε σε τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, όπως τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα φασόλια και τα λαχανικά, και περιορίζουμε τα τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, όπως τα ραφιναρισμένα δημητριακά και οι πρόσθετες ζάχαρες, μπορούμε να σταθεροποιήσουμε το σάκχαρο στο αίμα και να υποστηρίξουμε τις χημικές ουσίες του εγκεφάλου», δήλωσε η διαιτολόγος Γουίτνεϋ Λίνσενμαγιερ σε συνέντευξή της στην εφημερίδα The Epoch Times.
Η επίδραση των νευροδιαβιβαστών
«Οι νευροδιαβιβαστές (η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη και η νορεπινεφρίνη) είναι χημικοί αγγελιοφόροι που επιτρέπουν την επικοινωνία των εγκεφαλικών κυττάρων, ιδιαίτερα σημαντικοί για τη ρύθμιση της όρεξης, των επιθυμιών και της ενέργειας», εξήγησε η Μφο Τσουκούντου, διατροφολόγος ολοκληρωμένης και λειτουργικής διατροφής, στην Epoch Times.
Όταν οι νευροδιαβιβαστές είναι ισορροπημένοι, οι άνθρωποι κάνουν υγιεινές επιλογές στον τρόπο ζωής τους, οι οποίες υποστηρίζουν τη μεταβολική υγεία και τη ρύθμιση του βάρους, πρόσθεσε.
Από την άλλη πλευρά, η ανισορροπία των νευροδιαβιβαστών συμβάλλει στη συναισθηματική ή υπερβολική κατανάλωση τροφής και στη μείωση της σωματικής δραστηριότητας.
Στο κέντρο αυτής της ρύθμισης βρίσκεται ο υποθάλαμος, ένα μέρος του εγκεφάλου που ενσωματώνει σήματα τόσο από το σώμα όσο και από το μυαλό για τον έλεγχο της όρεξης, του μεταβολισμού και της ορμονικής δραστηριότητας. Για να λειτουργεί καλά ο εγκέφαλος, οι νευροδιαβιβαστές πρέπει να επικοινωνούν με σαφήνεια και αποτελεσματικότητα, ειδικά μέσα στους νευρώνες που ρυθμίζουν την πείνα και το αίσθημα κορεσμού.
Αυτή η διαδικασία, που ονομάζεται νευροδιαβίβαση, είναι σημαντική για τη διατήρηση της ενεργειακής ισορροπίας. Με τη σειρά της, η αστάθεια του σακχάρου στο αίμα επηρεάζει περαιτέρω τη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που αυξάνει τον κίνδυνο μακροπρόθεσμων μεταβολικών προβλημάτων.
Σύμφωνα με την Τσουκούντου, οι βασικοί νευροδιαβιβαστές επηρεάζουν τη μεταβολική υγεία με τους ακόλουθους τρόπους:
Η ντοπαμίνη συνδέεται με την ανταμοιβή, την κινητοποίηση και την ευχαρίστηση, οπότε τα χαμηλά επίπεδα μπορούν να οδηγήσουν σε λαχτάρα για ζάχαρη, καταναγκαστική κατανάλωση τροφής και εθιστικές συμπεριφορές. Η επαρκής ντοπαμίνη παίζει επίσης ρόλο στον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα, καθιστώντας το σώμα πιο ευαίσθητο στην ινσουλίνη.
Η σεροτονίνη υποστηρίζει την ισορροπία της διάθεσης και το αίσθημα κορεσμού, ενώ τα χαμηλά επίπεδα συνδέονται με κατανάλωση τροφής για συναισθηματικούς λόγους και επιθυμία για τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες.
Η νορεπινεφρίνη εμπλέκεται στην εγρήγορση και βοηθά στη ρύθμιση του μεταβολισμού και της κατανάλωσης ενέργειας. Τα χαμηλά επίπεδα μπορεί να προκαλέσουν κόπωση και μειωμένη κινητοποίηση, γεγονός που μπορεί να διαταράξει και τα δύο.
Μια αμφίδρομη σχέση
Η σχέση μεταξύ νευροδιαβιβαστών και όρεξης, επιθυμίας και σακχάρου είναι αμφίδρομη. Η κακή μεταβολική υγεία, που οφείλεται σε διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα, στην αντίσταση στην ινσουλίνη ή σε δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε επεξεργασμένα τρόφιμα, μπορεί με τη σειρά της να διαταράξει τη σηματοδότηση των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο.
Οι απότομες διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα – υψηλά επίπεδα ακολουθούμενα από πτώσεις – τείνουν να προκαλούν συμπτώματα όπως άγχος, θολή σκέψη και κακή συγκέντρωση, σημείωσε η Τσουκούντου.
Η σταθερά υψηλή γλυκόζη στο αίμα μπορεί με την πάροδο του χρόνου να βλάψει περαιτέρω τη μνήμη και τη μάθηση, να προκαλέσει φλεγμονή στον εγκέφαλο και να αυξήσει τον κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης και νευροεκφυλιστικών ασθενειών», συμπλήρωσε.
Για να προστατεύσετε τόσο τον εγκέφαλο όσο και τη μεταβολική σας υγεία, είναι σημαντικό να ακολουθείτε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση.
Στην πραγματικότητα, οι ηλικιωμένοι με διαβήτη έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν νόσο του Αλτσχάιμερ, γεγονός που υποδηλώνει μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ του διαβήτη και της επιταχυνόμενης γήρανσης του εγκεφάλου.
Αποκαταστήστε την ισορροπία
Για να προστατεύσετε την υγεία του εγκεφάλου και του μεταβολισμού σας, είναι σημαντικό να ακολουθήσετε μια ολιστική προσέγγιση – να υποστηρίξετε το έντερο, να τρώτε τροφές πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά, να διαχειρίζεστε το άγχος και να δημιουργήσετε καθημερινές συνήθειες που βοηθούν στη διατήρηση σταθερών επιπέδων των νευροδιαβιβαστών και του σακχάρου στο αίμα.
Η Τσουκούντου συνιστά τις ακόλουθες στρατηγικές για την υποστήριξη της ισορροπίας των νευροδιαβιβαστών:
– Τροφοδοτήστε το έντερο σας: Περίπου το 90% της σεροτονίνης παράγεται στο έντερο. Ένα υγιές μικροβίωμα βοηθά στη ρύθμιση της φλεγμονής, στη βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη και στην υποστήριξη της παραγωγής νευροδιαβιβαστών.
– Ακολουθήστε μια υγιεινή, θρεπτική διατροφή: Συμπεριλάβετε τροφές πλούσιες σε ωμέγα-3, όπως λιπαρά ψάρια, φύκια, καρύδια, σπόρους τσία και λιναρόσπορους.
– Τα προβιοτικά τρόφιμα όπως η βρώμη, οι μπανάνες, τα κρεμμύδια, τα παντζάρια, τα όσπρια και τα μπαχαρικά βοηθούν στη διατροφή των ωφέλιμων βακτηρίων του εντέρου. Προσθέστε ζυμωμένα τρόφιμα, όπως κεφίρ, γιαούρτι, ζυμωμένα λαχανικά και ξινόγαλο, για να ενισχύσετε περαιτέρω το μικροβίωμα σας. Μείνετε ενυδατωμένοι με άφθονο νερό και αρωματικά τσάγια χωρίς ζάχαρη.
– Εστιάστε στους προδρόμους των νευροδιαβιβαστών: Για την παραγωγή σεροτονίνης, συμπεριλάβετε τροφές πλούσιες σε τρυπτοφάνη, όπως σόγια, αυγά, μπανάνες, ξηροί καρποί, σπόροι, πουλερικά και γάλα. Για τη ντοπαμίνη, καταναλώστε τροφές πλούσιες σε τυροσίνη, όπως σουσάμι, όσπρια, κρέας, ψάρια, πουλερικά και αυγά. Οι τροφές πλούσιες σε μαγνήσιο και ωμέγα-3 προσφέρουν επιπλέον υποστήριξη στη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών. Περιορίστε την καφεΐνη και το αλκοόλ, ειδικά μετά τις 2 μ.μ.. Επηρεάζουν τον ύπνο, τη σηματοδότηση των νευροδιαβιβαστών και τη ρύθμιση της γλυκόζης.
– Δώστε προτεραιότητα στον ποιοτικό ύπνο: Στοχεύστε σε 7 έως 9 ώρες ύπνου κάθε βράδυ. Ο κακός ύπνος διαταράσσει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και την παραγωγή νευροδιαβιβαστών.
– Ασκηθείτε τακτικά: Δραστηριότητες όπως το περπάτημα, ο χορός, η ενδυνάμωση και το πιλάτες συμβάλλουν στην αύξηση των επιπέδων ντοπαμίνης και σεροτονίνης.
– Διαχειριστείτε το άγχος: Η συνειδητή αναπνοή, ο διαλογισμός ή ο χρόνος στη φύση μειώνουν τα επίπεδα κορτιζόλης και υποστηρίζουν τόσο τον έλεγχο της γλυκόζης όσο και την ισορροπία του νευρικού συστήματος. Το χρόνιο άγχος, από την άλλη, διαταράσσει τόσο τη λειτουργία της ινσουλίνης όσο και των νευροδιαβιβαστών.
– Για σταθερό σάκχαρο αίματος, η Τσουκούντου συνιστά να συνδυάζονται υδατάνθρακες ολικής αλέσεως, όπως φρούτα, όσπρια, ρίζες και δημητριακά ολικής αλέσεως, με πρωτεΐνες, υγιεινά λίπη και φυτικές ίνες, ώστε να επιβραδύνεται η απορρόφηση της γλυκόζης και να παρατείνεται το αίσθημα κορεσμού. Συνιστά επίσης να καταναλώνετε τροφή κάθε 3 έως 4 ώρες, για να αποφεύγεται η πτώση του σακχάρου του αίματος και να περιορίζεται η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων και ζαχαρούχων ποτών.