Μελέτη του Πανεπιστημίου του Reading βρήκε ότι κακής ποιότητας δίαιτα μπορεί να συνδέεται με αλλαγές στην δομή του εγκεφάλου οι οποίες σχετίζονται με την κατάθλιψη και το άγχος. Αυτή η έρευνα παρέχει νέες πληροφορίες όσον αφορά την σχέση του τί τρώμε και την ψυχικής μας υγείας.
Ενώ οι συγγραφείς δεν βρήκαν μια άμεση σχέση μεταξύ των αλλαγών του εγκεφάλου και του άγχους ή της κατάθλιψης, βλέπουν μια αύξηση στον μηρυκασμό, έναν κοινό παράγοντα και των δύο.
Τι βρήκε η μελέτη
Η μελέτη είναι η πρώτη του είδους που εξετάζει την σχέση μεταξύ της ποιότητας της διατροφής και της νευροχημείας του εγκεφάλου στους ανθρώπους. Τριάντα ενήλικες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με βάση το αν ακολουθούσαν υψηλής ή χαμηλής ποιότητας δίαιτα. Οι συμμετέχοντες και στις δύο ομάδες είχαν παρόμοια ηλικία, φύλο, εκπαίδευση, εισόδημα και κατανάλωση θερμίδων και μακροθρεπτικών συστατικών.
Η ποιότητα της δίαιτας καθορίστηκε από την τήρηση της Μεσογειακής δίαιτας. Οι συμμετέχοντες ανέφεραν πόσο συχνά κατανάλωναν 130 διαφορετικά είδη τροφής, την συχνότητα της κατανάλωσης και τις συνήθειες της λήψης της τροφής. Χορηγήθηκαν ερωτηματολόγια διαλογής για να αξιολογήσουν τα παρόντα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και μηρυκασμού. Μαγνητικές τομογραφίες ολόκληρου του εγκεφάλου μέτρησαν την συγκέντρωση των μεταβολιτών του προμετωπιαίου φλοιού και τον όγκο της φαιάς ουσίας.
Η μελέτη βρήκε πως οι συμμετέχοντες στην ομάδα χαμηλής ποιότητας δίαιτας είχαν χαμηλότερα επίπεδα γ-αμινο-βουτυρικό οξύ ή GABA, υψηλότερα επίπεδα γλουταμινικού οξέως και μειωμένο όγκο φαιάς ουσίας στον εγκέφαλο – συχνά σημάδια κατάθλιψης και άγχους. Αυτοί στην ομάδα υψηλής ποιότητας δίαιτας είχαν ισορροπημένα επίπεδα GABA και γλουταμινικού οξέως και υψηλότερο όγκο φαιάς ουσίας στον εγκέφαλο.
Η GABA και το γλουταμινικό οξύ είναι νευροδιαβιβαστές. Οι νευροδιαβιβαστές είναι χημικοί αγγελιοφόροι που μεταδίδουν σήματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων και ρυθμίζουν τις διάφορες λειτουργίες στον εγκέφαλο και το σώμα, όπως την διάθεση, τον ύπνο και την νόηση. Η φαιά ουσία στον εγκέφαλο έχει να κάνει με την μνήμη και τα συναισθήματα.
Οι ερευνητές σημείωσαν μια ανερχόμενη σχέση μεταξύ της αύξησης του μηρυκασμού και της μείωσης του όγκου της φαιάς ουσίας στον προμετωπιαίο φλοιό. Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης μια συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της συγκέντρωσης του γλουταμινικού οξέως και της αύξησης του μηρυκασμού. Ο μηρυκασμός είναι μεγάλος παράγοντας κινδύνου για το άγχος και την κατάθλιψη.
Μελέτη σε ζώα του 2019 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Food & Function έδειξε πως μια δίαιτα υψηλή σε σάκχαρα και κορεσμένα λίπη μπορεί να μειώσει τον αριθμό των ενδονευρώνων παρβαλβουμίνης (οι οποίοι περιέχουν και απελευθερώνουν GABA).
Οι χαμηλού επιπέδου δίαιτες μπορούν επίσης να επηρεάσουν την γλυκόζη και να αυξήσουν τα επίπεδα σακχάρου και ινσουλίνης στο αίμα. Μελέτες δείχνουν ότι το υψηλό επίπεδο σακχάρου στο αίμα μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα γλουταμινικού οξέως και κατ εξακολούθησιν να μειώσει την παραγωγή και απελευθέρωση της GABA.
Επιπροσθέτως, δίαιτες υψηλές σε λιπαρά και χοληστερίνη μπορούν επίσης να αλλάξουν την κυτταρική μεμβράνη, το οποίο επηρεάζει την απελευθέρωση των νευροδιαβιβαστών. Μελέτη σε ποντίκια που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nutritional Neuroscience το 2019 βρήκε ότι οι αλλαγές στο εντερικό μικροβίωμα λόγω κακής διατροφής συνδέονται με συμπεριφορά παρόμοια με αυτή της κατάθλιψης. Τα ποντίκια ήταν λιγότερο κοινωνικά και παρουσίασαν μια προτίμηση στην σακχαρόζη, ή την ζάχαρη.
Συγκεκριμένα, η μείωση στα ωφέλημα βακτήρια λόγω δίαιτας πλούσιας σε κορεσμένα λιπαρά πιστεύεται πως επηρεάζει τις λειτουργίες που είναι υπεύθυνες για την παραγωγή της GABA και του γλουταμινικού οξέως.
Η GABA και το γλουταμινικό οξύ παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην ρύθμιση της όρεξης και της πρόσληψης της τροφής. Μειωμένα επίπεδα GABA ή αυξημένα επίπεδα γλουταμινικού οξέως μπορούν να επηρεάσουν τον ανασταλτικό έλεγχο και να οδηγήσουν σε ανθυγιεινές διατροφικές επιλογές και υπερβολική κατανάλωση τροφής.
Η σύνδεση διατροφής και ψυχικής υγείας
Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης, επικεφαλής ψυχολογίας στο Noom, είπε στους Epoch Times σε email, «η GABA είναι ένας κατασταλτικός νευροδιαβιβαστής, που σημαίνει ότι μειώνει την διέγερση των νευρώνων και βοηθάει στην ηρεμία του εγκεφάλου. Όταν τα επίπεδα GABA είναι σταθερά και επαρκή, βοηθούν στην μείωση των αγχωτικών σκέψεων με το να ηρεμούν τον εγκέφαλο.»
Ο Μιχαηλίδης εξήγησε πως το γλουταμινικό οξύ είναι διεγερτικός νευροδιαβιβαστής ο οποίος αυξάνει την δραστηριότητα των νευρώνων και συνδέεται με την εκμάθηση και την μνήμη. Υπερβολική γλουταμινική δραστηριότητα μπορεί να προκαλέσει βλάβη ή να σκοτώσει τους νευρώνες και να προκαλέσει ζημιά στον εγκέφαλο.
«Η ισορροπία μεταξύ GABA και γλουταμινικού οξέως είναι κρίσιμη για την υγεία της εγκεφαλικής λειτουργίας», είπε ο Μιχαηλίδης. «Όταν έχουμε χαμηλά επίπεδα GABA, έχουμε αυξημένο άγχος και κατάθλιψη.»
Όσον αφορά τα επίπεδα γλουταμινικού οξέως, «συγκεκριμένα συμπτώματα και καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του άγχους, της αϋπνίας και των πονοκεφάλων, μπορεί να υποδεικνύουν υπερβολική γλουταμινική δραστηριότητα», είπε.
Πώς να βελτιστοποιήσετε την ψυχική υγεία μέσω διατροφής
Η αφαίρεση των συνήθων ύποπτων από την διατροφή σας που διαταράσσουν την ισορροπία των νευροδιαβιβαστών μπορεί να υποστηρίξει την ψυχική υγεία και ευημερία.
«Ορισμένες τροφές μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα GABA ή να παρέμβουν με τις φυσικές της λειτουργίες. Αυτές είναι οι επεξεργασμένες τροφές, το αλκοόλ και η καφεΐνη», είπε ο Μιχαηλίδης.
«Δίαιτες πλούσιες σε επεξεργασμένες τροφές, ραφιναρισμένη ζάχαρη και υπερβολικές πρωτεΐνες μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα γλουταμινικού οξέως, αυτές οι τροφές είτε περιέχουν άμεσα γλουταμινικό οξύ ή προάγουν την παραγωγή του», πρόσθεσε.
Οι επεξεργασμένες τροφές και τα γλυκά σνακ και τα αφεψήματα με ζάχαρη περιέχουν επίσης υψηλές ποσότητες τρανς λιπαρών και ραφιναρισμένης ζάχαρης.
«Αυτές οι τροφές μπορούν να προκαλέσουν φλεγμονή και συνδέονται με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους. Μπορούν να διαταράξουν την λειτουργία του εγκεφάλου και την σταθερότητα της διάθεσης», είπε ο Μιχαηλίδης.
Απότομες εναλλαγές στο σάκχαρο του αίματος μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε μεταβολές στην διάθεση και το άγχος, με την συχνή κατανάλωση να συνεισφέρει στην μακροπρόθεσμη ανισορροπία στην διάθεση.
Είναι επίσης καλύτερος ο περιορισμός της κατανάλωσης του αλκοόλ. Ο Μιχαηλίδης είπε, «Το αλκοόλ είναι ένα καταθλιπτικό που μπορεί να διαταράξει την ισορροπία των νευροδιαβιβαστών, οδηγώντας σε αυξημένο άγχος και κατάθλιψη με τον καιρό.»
Υπερβολικές ποσότητες καφεΐνης είναι επίσης καλό να αποφεύγονται, καθώς παρεμβαίνουν με τον ύπνο και οξύνουν το άγχος.
Όσον αφορά το τί να περιλάβετε στην δίαιτα σας για να υποστηρίξετε την ψυχική υγεία, η σωστή πρόσληψη πρωτεΐνης είναι το κλειδί.
«Για να έχετε μια υγιή παραγωγή νευροδιαβιβαστών, πρέπει να έχετε μια σωστή κατανάλωση πρωτεΐνης», είπε ο Μιχαηλίδης.
Όταν τα σώματά μας χωνεύουν την πρωτεΐνη, την διασπούν σε μικρότερα μόρια που αποκαλούνται αμινοξέα. Τα αμινοξέα απαρτίζουν τους νευροδιαβιβαστές.
«Εν συντομία, διασφαλίζοντας μια ποικίλη κατανάλωση πρωτεΐνης προάγει την βέλτιστη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών και την ψυχική υγεία», είπε.
Πηγές υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης από λιπαρά ψάρια όπως ο σολομός και το σκουμπρί έχουν ένα πρόσθετο όφελος για την ψυχική υγεία. Αυτές οι υψηλού επιπέδου πρωτεΐνες είναι πλούσιες σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τα οποία μειώνουν τη φλεγμονή και υποστηρίζουν την παραγωγή των νευροδιαβιβαστών, τα οποία συνδέονται με χαμηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης και βελτιωμένη γνωσιακή λειτουργία.
Άλλες τροφές για να προσθέσετε στην διατροφή σας για ενίσχυση της ψυχικής υγείας περιλαμβάνουν τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά για την περιεκτικότητά τους σε φυλλικό οξύ. Ο Μιχαηλίδης σημείωσε πως η ανεπάρκεια φυλλικού οξέως συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης.
Τα μούρα προσφέρουν μια ενίσχυση σε αντιοξειδωτικά και «προστατεύουν τον εγκέφαλο από το οξειδωτικό στρες, έναν παράγοντα που συνδέεται με διαταραχές ψυχικής υγείας», πρόσθεσε.
Οι ξηροί καρποί και οι σπόροι είναι εξαιρετικές πηγές μαγνησίου, και η επαρκής κατανάλωση αυτού συνδέεται με μειωμένα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, είπε.
Ο Μιχαηλίδης συνιστά επίσης τροφές που έχουν υποστεί ζύμωση όπως το κίμτσι και το γιαούρτι. «Προάγουν ένα υγιές εντερικό μικροβίωμα, το οποίο μπορεί να επηρεάσει την χημεία του εγκεφάλου και να βελτιώσει την διάθεση», είπε.
Της Jennifer Sweenie