Καθώς μεγαλώνουμε, η διατήρηση της μυϊκής δύναμης και μάζας είναι κρίσιμη για τη γενική υγεία και την ποιότητα της ζωής μας. Πρόσφατη έρευνα υπογραμμίζει μια πολλά υποσχόμενη διατροφική προσέγγιση για την καταπολέμηση της απώλειας μυών λόγω ηλικίας.
Μελέτη του 2024 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Clinical Nutrition, στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 5.000 άτομα, αποκάλυψε μία στενή σχέση μεταξύ της υψηλής διατροφικής πρόσληψης ζυμωμένων τροφίμων που περιέχουν ζωντανά μικρόβια (όπως το γιαούρτι και το κίμτσι) και του χαμηλού κινδύνου εμφάνισης σαρκοπενίας. Η σαρκοπενία αναφέρεται στην απώλεια μυϊκής μάζας και δύναμης λόγω ηλικίας. Αυτός ο συσχετισμός παρέμεινε ισχυρός ακόμη και εν μέσω ποικίλων διαφοροποιητικών παραγόντων, όπως τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας και η ηλικία.
Ο Μπόμπαν Σουμπχάντρα, διευθύνων σύμβουλος της βιοφαρμακευτικής εταιρείας Biom Therapeutics, με διδακτορικό στη μικροβιολογία και την ανοσολογία, εξήγησε στους Epoch Times ότι «η σαρκοπενία είναι μια ανησυχητική κατάσταση επειδή οδηγεί στην προοδευτική απώλεια μυϊκής μάζας και δύναμης, κάτι το οποίο μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής ενός ατόμου. Αυξάνει τον κίνδυνο πτώσεων, καταγμάτων και αναπηριών, τα οποίο μπορούν να
οδηγήσουν στην απώλεια της ανεξαρτησίας».
Επιπροσθέτως, η σαρκοπενία συνδέεται με άλλα ζητήματα υγείας, όπως το μεταβολικό σύνδρομο, η αδυναμία και ο αυξημένος κίνδυνος θνησιμότητας.
«Καθώς ο πληθυσμός γερνάει, αυξάνονται οι περιπτώσεις σαρκοπενίας, καθιστώντας τη μία πρόκληση για τη δημόσια υγεία, την οποία οφείλουμε να διαχειριστούμε προσεκτικά, με έμφαση στην πρόληψη», επεσήμανε ο κος Σουμπχάντρα.
Ο ρόλος των μικροβίων στη σαρκοπενία
Τα μικρόβια προάγουν την παραγωγή μεταβολιτών, όπως τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας, οι οποίοι μπορούν να ενισχύσουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη και την ομοιόσταση της γλυκόζης και με αυτό τον τρόπο να επηρεάσουν τη μυϊκή λειτουργία.
Η ισορροπία μεταξύ της αποικοδόμησης και της σύνθεσης των πρωτεϊνών συμβάλλει στη διατήρηση της μυϊκής μάζας. Οι μικροοργανισμοί επηρεάζουν τη σύνθεση και τη διάσπαση ορισμένων αμινοξέων, αλληλοεπιδρώντας άμεσα με την επιφάνεια του βλεννογόνου του πεπτικού σωλήνα. Τα αμινοξέα είναι τα δομικά υλικά των πρωτεϊνών.
«Πρέπει να θυμόμαστε ότι η πρωτεΐνη είναι η τροφή που προτιμούν οι μύες μας και ότι τα ζωντανά μικρόβια ενισχύουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα, το οποίο συντελεί στη σύνθεση των πρωτεϊνών», είπε στους Epoch Times η Σάντρα Αρέβαλο, πιστοποιημένη διατροφολόγος και εκπρόσωπος της Ακαδημίας Διατροφής και Διαιτολογίας, με διδακτορικό στη δημόσια υγεία.
Σε κριτική αναθεώρηση του 2022, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cells, ερευνητές εξέτασαν την αλληλεπίδραση μεταξύ της δίαιτας και των μυών του σκελετού, της ρύθμισης της γλυκόζης και του μικροβιώματος του εντέρου, για τη διατήρηση της υγείας κατά τη γήρανση και τη μείωση του κίνδυνο εμφάνισης σαρκοπενίας. Οι συγγραφείς ανέφεραν ότι «η απώλεια της μάζας και της λειτουργίας των μυών δεν είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια της διαδικασίας γήρανσης» αλλά κάτι που μπορεί να προληφθεί ή να αναβληθεί με παρεμβάσεις στη διατροφή και τον τρόπο ζωής.
Ο Κρις Ρόμπερτ, πιστοποιημένος βοηθός υγείας (health coach) και ιδιοκτήτης του The Gut Coach, μια εταιρία βοηθών υγείας με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, είπε στους Epoch Times ότι τα προβιοτικά και τα φαγητά που έχουν υποστεί ζύμωση προάγουν την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών όπως είναι τα αμινοξέα, οι βιταμίνες και τα μέταλλα, τα οποία είναι κρίσιμα για τη μυϊκή υγεία. Τα προβιοτικά επηρεάζουν, επίσης, την παραγωγή ορμονών όπως η ινσουλίνη και των αυξητικών παραγόντων, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για τη μυϊκή διατήρηση και αύξηση.
«Τα προβιοτικά συμβάλλουν στην καλύτερη απορρόφηση θρεπτικών συστατικών, στην αύξηση της βιοδιαθεσιμότητας των απαραίτητων αμινοξέων και στην ενίσχυση του μεταβολισμού των πρωτεϊνών, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διατήρηση και την επιδιόρθωση των μυών», δήλωσε ο κος Σουμπχάντρα.
Ένα ισορροπημένο εντερικό μικροβίωμα μπορεί να μειώσει περαιτέρω τη συστημική φλεγμονή, παράγοντα που συνδέεται με τη μυϊκή απώλεια και τη σαρκοπενία, ανέφερε ο κος Ρόμπερτ.
Αξιολόγηση της υγείας του μικροβιώματος
Ο κος Ρόμπερτ εξήγησε πως συμπτώματα όπως το φούσκωμα, τα αέρια, η δυσκοιλιότητα, η διάρροια και το κάψιμο μπορεί να υποδεικνύουν μια ανισορροπία στα βακτήρια του εντέρου, προσθέτοντας ότι «ένα εξασθενημένο εντερικό μικροβίωμα μπορεί επίσης να αποδυναμώσει το ανοσοποιητικό σύστημα, οδηγώντας σε πιο συχνά κρυολογήματα, λοιμώξεις ή ασθένειες».
Προβλήματα όπως το έκζεμα, η ακμή ή άλλοι ερεθισμοί του δέρματος μπορεί, επίσης, να συνδέονται με προβλήματα της υγείας του εντέρου. Λόγω της σύνδεσης του άξονα εντέρου–εγκεφάλου, η εντερική υγεία μπορεί επίσης να επιφέρει κούραση, κόπωση, άγχος, κατάθλιψη και αλλαγές της διάθεσης.
Παρεμβάσεις στο μικροβίωμα του εντέρου
Σύμφωνα με τον κο Ρόμπερτ, το μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να διαμορφωθεί με αλλαγές στον τρόπο ζωής και τη διατροφή, όπως οι ακόλουθες:
- Μια ποικιλόμορφη διατροφή πλούσια σε ίνες, φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής άλεσης και φαγητά που έχουν υποστεί ζύμωση προάγει ένα υγιές εντερικό μικροβίωμα. Τα πρεβιοτικά, που βρίσκονται σε φαγητά όπως το σκόρδο, τα κρεμμύδια και οι μπανάνες, τρέφουν τα ωφέλιμα βακτήρια, ενώ τα προβιοτικά εισάγουν ζωντανά ωφέλιμα βακτήρια στο έντερο. Τα προβιοτικά βρίσκονται σε φαγητά όπως το κίμτσι, το ξυνολάχανο, η κομπούχα, το γιαούρτι και το κεφίρ.
- Η λήψη προβιοτικών και πρεβιοτικών μπορεί να προάγει έμμεσα και άμεσα την ανάπτυξη ωφέλιμων εντερικών βακτηρίων.
- Η συχνή σωματική άσκηση επηρεάζει θετικά τη σύνθεση και την ποικιλία του εντερικού μικροβιώματος,
- Η επαρκής πρόσληψη νερού βοηθά στη διατήρηση ενός υγιούς βλεννογόνου του εντέρου και προάγει την ανάπτυξη ωφέλιμων βακτηρίων.
- Η μείωση του στρες με άσκηση στην ενσυνειδητότητα, το διαλογισμό ή τη γιόγκα συμβάλλει στη διατήρηση ενός ισορροπημένου εντερικού μικροβιώματος.
- Τα αντιβιοτικά διαταράσσουν συνήθως την ισορροπία του εντερικού μικροβιώματος. «Να τα χρησιμοποιείται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο και υπό την καθοδήγηση ενός ειδικού σε θέματα υγείας», συστήνει ο κος Ρόμπερτ.
- Ο ποιοτικός ύπνος υποστηρίζει τη γενική υγεία, περιλαμβανομένης και της εντερικής υγείας, επιτρέποντας στον οργανισμό να αποκαθιστά πιθανές παθογένειες και ανισσοροπίες.
Η κα Αρέβαλο είπε πως το εντερικό μικροβίωμα μπορεί να διαμορφωθεί και με μεθόδους όπως η εξάντληση των βακτηρίων (μέσω μιας δίαιτας εξάλειψης, για παράδειγμα) ή η μεταμόσχευσης κοπράνων (όπου συλλέγονται κόπρανα από έναν υγιή δότη και εισέρχονται στον πεπτικό σωλήνα του ασθενούς).
«Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι η σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος είναι έντονα εξατομικευμένη και επηρεάζεται από παράγοντες όπως τα γονίδια, η ηλικία, η διατροφή και το περιβάλλον. Αυτό που είναι καλό για ένα άτομο μπορεί να μην είναι καλό για κάποιο άλλο», επεσήμανε ο κος Ρόμπερτ.
Ο κος Σουμπχάντρα δήλωσε πως η αλληλεπίδραση μεταξύ του εντερικού μικροβιώματος και της μυϊκής υγείας είναι ένας ανερχόμενος τομέας έρευνας με πολλές επιπτώσεις στον γηράσκοντα πληθυσμό, προσθέτοντας πως οι συνεχιζόμενες μελέτες στοχεύουν στην αποσαφήνιση των μηχανισμών με τους οποίους τα εντερικά μικρόβια επηρεάζουν τη συστημική φλεγμονή, τον μεταβολισμό και τη μυϊκή λειτουργία.
«Η κατανόηση του άξονα εντέρου-εγκεφάλου μπορεί να οδηγήσει σε πρωτοποριακές θεραπευτικές επιλογές για τη διατήρηση της μυϊκής υγείας καθώς γερνάμε», συμπέρανε.
Της Zena le Roux
Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ
Επιμέλεια: Αλία Ζάε