Το παρόν αποτελεί το δεύτερο μέρος μίας σειράς τεσσάρων άρθρων με θέμα τις επιστημονικές έρευνες που έχουν γίνει για να βρεθούν απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν τη συνείδηση, την ύπαρξη και αυτό που υπάρχει παραπέρα.
Όταν ο Τζέρι ήταν 16 μηνών, πνίγηκε με τραγικό τρόπο. Η καρδιά του μεταμοσχεύθηκε στον Κάρτερ, ένα αγόρι 7 μηνών με συγγενή καρδιοπάθεια. Χρόνια αργότερα, όταν η μητέρα του Τζέρι, γιατρός και αυτοαποκαλούμενη «γεννημένη σκεπτικίστρια», γνώρισε τον Κάρτερ, έμεινε έκπληκτη από τις ομοιότητες με τον γιο της. «Ο Κάρτερ είναι 6 [ετών]», παρατήρησε, «αλλά μιλούσε την παιδική γλώσσα του Τζέρι και έπαιζε με τη μύτη μου όπως ακριβώς έκανε ο Τζέρι».
Η μητέρα του Κάρτερ είδε επίσης εξαιρετικές συμπεριφορές στο γιο της μετά τη μεταμόσχευση καρδιάς. «Είδα τον Κάρτερ να πηγαίνει σε εκείνη», ανέφερε, αναφερόμενη στη μητέρα του Τζέρι. «Δεν το κάνει ποτέ αυτό. Είναι πολύ, πολύ ντροπαλός, αλλά πήγε σ’ αυτήν όπως έτρεχε σε μένα όταν ήταν μωρό. Όταν ψιθύρισε ‘Είναι εντάξει, μαμά’, λύγισα. Την αποκάλεσε μητέρα».
«Όταν με αγκάλιασε, ένιωθα τον γιο μου», αφηγείται η μητέρα του Τζέρι. «Ήταν εκεί».
Ακόμη πιο εκπληκτική ήταν η αντίδραση του Κάρτερ απέναντι στον πατέρα του Τζέρι. «Όταν πήγαμε μαζί στην εκκλησία, ο Κάρτερ δεν είχε γνωρίσει ποτέ τον πατέρα του Τζέρι», εξήγησε. «Ήρθαμε αργά και ο πατέρας του Τζέρι καθόταν με μια ομάδα ανθρώπων στη μέση του εκκλησιάσματος. Ο Κάρτερ άφησε το χέρι μου και έτρεξε κατευθείαν σε αυτόν τον άνθρωπο. Ανέβηκε στην αγκαλιά του, τον αγκάλιασε και τον είπε ‘μπαμπά’. Μείναμε άναυδοι. Πώς θα μπορούσε να τον γνωρίζει; Γιατί τον αποκάλεσε ‘μπαμπά’;»
Η περίπτωση του Κάρτερ θέτει ένα αξιοσημείωτο ερώτημα σχετικά με τη φύση της συνείδησης: περιορίζεται στον εγκέφαλο; Ένα μεγάλο σώμα ιατρικών ερευνών δείχνει το αντίθετο, υποδεικνύοντας ότι η συνείδηση μπορεί να επεκταθεί σε άλλα όργανα, όπως η καρδιά μας, και ακόμη και να υπερβεί το σώμα σε ειδικές οριακές (μεταβατικές) καταστάσεις μεταξύ ζωής και θανάτου.
Μια νέα καρδιά, ένας νέος άνθρωπος;
Ο Πολ Πήρσαλ, κλινικός νευροψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης, και οι Γκάρι Σβαρτς και Λίντα Ράσσεκ, από τα τμήματα ψυχολογίας και ιατρικής του Πανεπιστημίου της Αριζόνα στο Τούσον, κατέγραψαν την περίπτωση του Τζέρι και του Κάρτερ πρώτη.
Οι έρευνες τους βασίστηκαν σε περισσότερες από 74 περιπτώσεις μεταμόσχευσης οργάνων, συμπεριλαμβανομένων 23 μεταμοσχεύσεων καρδιάς, που τέθηκαν υπ’ όψιν του Πήρσαλ σε διάστημα 10 ετών. Διαπίστωσε ότι οι λήπτες οργάνων υιοθετούν μερικές φορές χαρακτηριστικά των δοτών, περιλαμβανομένων προτιμήσεων, συναισθημάτων, στοιχείων της προσωπικότητας, αναμνήσεων, ακόμη και πτυχές της ταυτότητάς τους. Ο σχεδιασμός της μελέτης του Πήρσαλ ήταν διεξοδικός και ενσωμάτωνε συνεντεύξεις με τους λήπτες των μοσχευμάτων, τους κοινωνικούς τους κύκλους και τις στενές επαφές των δοτών.
Οι ερευνητές ανέπτυξαν λεπτομερώς τις βασικές παρατηρήσεις από δέκα ζεύγη περιπτώσεων στις οποίες οι ασθενείς μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους από τις αλλαγές στην προσωπικότητά τους μετά από μεταμόσχευση οργάνων – όπως στην περίπτωση της Ντανιέλα.
Η Ντανιέλα, ένα 18χρονο κορίτσι, έλαβε μεταμόσχευση καρδιάς από ένα 18χρονο αγόρι ονόματι Πολ. Πριν από τη μεταμόσχευση, η Ντανιέλα δεν είχε καμία κλίση προς τη μουσική. Ωστόσο, αφού έλαβε την καρδιά του Πολ, ανέπτυξε βαθιά αγάπη για τη μουσική και ένιωσε έντονη την επιθυμία να παίξει κιθάρα – το ίδιο όργανο που έπαιζε ο Πολ.
Όταν η Ντανιέλα γνώρισε την οικογένεια του Πολ, ανέφερε ότι ένιωσε μια σημαντική σύνδεση, δηλώνοντας: «Τον γνώριζα [τον Πολ] άμεσα».
Μια άλλη ξεχωριστή περίπτωση αφορά την Κλαιρ Σύλβια, η οποία έγραψε το «Αλλαγή καρδιάς», μία καταγραφή των εμπειριών της μετά από μεταμόσχευση καρδιάς. Ανέφερε ότι ανέπτυξε απροσδόκητες επιθυμίες για φαγητό μετά τη μεταμόσχευση. Αυτοαποκαλούμενη «χορεύτρια με συνείδηση υγείας», η Σύλβια είχε ξαφνικά μια «ανεξέλεγκτη επιθυμία» για κοτομπουκιές, ένα φαγητό που προηγουμένως αντιπαθούσε. Αργότερα διαπιστώθηκε ότι αυτή η επιθυμία ταυτιζόταν με τις προτιμήσεις του δότη της.
Μια αναδρομική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 1992 ανέφερε ότι μεταξύ 47 Αυστραλών ασθενών με μεταμόσχευση, το 6% είχαν παρουσιάσει διακριτές αλλαγές στην προσωπικότητά τους ως αποτέλεσμα της λήψης νέας καρδιάς.
Μια διατομεακή μελέτη του 2024 διερεύνησε τις αλλαγές στην προσωπικότητα 23 ληπτών καρδιάς συγκρίνοντας τες με τις περιπτώσεις 24 ληπτών άλλων οργάνων, όπως νεφρών, πνευμόνων και ήπατος. Η μελέτη ανέφερε ότι το 89% των ληπτών οργάνων παρουσίασαν αλλαγές στην προσωπικότητά τους, αν και οι συγγραφείς δεν συσχέτισαν τις αλλαγές αυτές με τα χαρακτηριστικά του δότη τους.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 47,8% των ληπτών καρδιακών μοσχευμάτων παρουσίασαν τουλάχιστον τέσσερις σημαντικές αλλαγές στην προσωπικότητα, σε αντίθεση με το 25% των ληπτών άλλων οργάνων.

Αναφέρθηκαν αλλαγές στην προσωπικότητα, όπως συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες ή παρακολούθηση αθλητικών δραστηριοτήτων, αλλαγές στην ιδιοσυγκρασία και στις προτιμήσεις τροφίμων.
Διαφορετικές μελέτες αναφέρουν διαφορετικά ευρήματα, τα οποία μπορεί να οφείλονται σε διαφορές στους σχεδιασμούς και τις μεθοδολογίες των μελετών. Ορισμένες αναφορές δεν δείχνουν καθόλου αλλαγές στην προσωπικότητα μετά τη μεταμόσχευση.
Καρδιά-εγκέφαλος
Ο Δρ Μίτσελ Μπ. Λίστερ, επίκουρος κλινικός καθηγητής στο Τμήμα Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, διατύπωσε την υπόθεση ότι κατά τη μεταμόσχευση καρδιάς, η συνείδηση ή οι μνήμες του δότη που είναι αποθηκευμένες στο όργανο μπορεί να μεταφέρονται στον λήπτη.
Σκιαγράφησε ότι οι λήπτες μπορεί να υιοθετήσουν χαρακτηριστικά προσωπικότητας από τους δότες τους μέσω της κυτταρικής μνήμης, την οποία κατηγοριοποίησε σε έξι τύπους: επιγενετική, DNA, RNA, πρωτεϊνική μνήμη, καρδιακά νεύρα και ηλεκτρομαγνητική ενέργεια.
Ανατομικά, το νευρικό σύστημα της καρδιάς παρουσιάζει εκπληκτική ομοιότητα με αυτό του εγκεφάλου. Και τα δύο συστήματα διαθέτουν περίπλοκες δομές, μοιράζονται παρόμοιους νευροδιαβιβαστές και εμφανίζουν προσαρμοστικότητα με την πάροδο του χρόνου. Λόγω αυτών των παραλληλισμών, η καρδιά αποκαλείται συχνά και καρδιά-εγκέφαλος.
Η παραδοσιακή κινεζική ιατρική, με ιστορία 5.000 ετών, έχει ένα παρόμοιο ρητό: «Η καρδιά κυβερνά το μυαλό και το πνεύμα», υποδηλώνοντας ότι η καρδιά μας είναι μέρος της συνείδησής μας.
Υπάρχουν και άλλες εξηγήσεις για τις αλλαγές στην προσωπικότητα, όπως οι επιδράσεις των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, το άγχος της χειρουργικής επέμβασης και η στατιστική σύμπτωση. Αυτές οι παράμετροι θα μπορούσαν να εξηγήσουν ορισμένες περιπτώσεις, αλλά δεν επαρκούν για να εξηγήσουν τις περιπτώσεις όπου δότες και λήπτες εμφάνιζαν υψηλό επίπεδο ομοιότητας.
Ο Δρ Ήμπεν Αλεξάντερ, πρώην νευροχειρουργός και καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, δήλωσε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα The Epoch Times: «Το να το αντιλαμβανόμαστε ως ‘καρδιακή συνείδηση’ έχει απόλυτο νόημα».
Πρόσθεσε ότι ο περιορισμός της συνείδησης μόνο στην καρδιά ή στον εγκέφαλο μπορεί να μην είναι η πλήρης εικόνα. Τα όργανα χρησιμεύουν περισσότερο ως «ένας πομποδέκτης, ένα φίλτρο», είπε. «Το φυσικό μας σώμα είναι απλώς ένας τρόπος εκδήλωσης αυτής της συνείδησης».
Η άποψη του Δρος Αλέξαντερ απηχεί την άποψη του Δρος Λάρρυ Ντόσσεϋ, πρώην επικεφαλής του προσωπικού του νοσοκομείου Medical City του Ντάλλας, ο οποίος υποστηρίζει ότι η συνείδησή μας είναι μη τοπική – δεν περιορίζεται δηλαδή σε συγκεκριμένες τοποθεσίες όπως η καρδιά ή ο εγκέφαλος.
Ωστόσο, όταν δεν λειτουργεί ούτε η καρδιά ούτε ο εγκέφαλος, η συνείδηση μπορεί να εξακολουθεί να υπάρχει.
Έξω από το σώμα
Μια συναρπαστική περίπτωση που ανέφερε ο πρώην καρδιολόγος Δρ Μάικλ Σάμπομ αφορά την 35χρονη Παμ Ρέυνολντς (ψευδώνυμο), η οποία υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο για ανεύρυσμα. Για να διασφαλιστεί η επιτυχία της επέμβασης, όλο το αίμα αποστραγγίστηκε από τον εγκέφαλό της και ακόμη και η καρδιά της σταμάτησε να χτυπά.
Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, δεν υπήρχαν κύματα ΗΕΓ και το εγκεφαλικό της στέλεχος δεν έδειχνε καμία δραστηριότητα. Επιπλέον, βρισκόταν υπό βαθιά αναισθησία, με τη θερμοκρασία του σώματός της να μειώνεται στους 15,5 βαθμούς Κελσίου. Σύμφωνα με όλους τους κλινικούς ορισμούς, ήταν εντελώς αναίσθητη.
Ωστόσο, όπως αφηγείται αργότερα στο βιβλίο «Φως και Θάνατος» του Σάμπομ, λίγο μετά την έναρξη της χειρουργικής επέμβασης, η Παμ άκουσε ένα βουητό και ένιωσε σαν να είχε εγκαταλείψει το σώμα της, παρατηρώντας τελικά την επέμβαση από ένα υψηλότερο σημείο σαν να καθόταν στον ώμο του χειρουργού.
Μετά την επέμβαση, ανέφερε με αρκετές λεπτομέρειες όσα είχε δει. Περιέγραψε με ακρίβεια τα εργαλεία που χρησιμοποίησε ο νευροχειρουργός για να ανοίξει το κρανίο της και ήταν σε θέση να αφηγηθεί τις συζητήσεις μεταξύ του ιατρικού προσωπικού. Ισχυρίστηκε ότι άκουσε το τραγούδι «Hotel California» να παίζει παρά το γεγονός ότι μια συσκευή 100 ντεσιμπέλ είχε εισαχθεί στα αυτιά της, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία εγκεφαλική δραστηριότητα. Όλες οι παρατηρήσεις της επαληθεύτηκαν αργότερα από το ιατρικό προσωπικό.
Ο Δρ Πιμ βαν Λόμμελ, ένας Ολλανδός καρδιολόγος, ανέφερε μια περίπτωση στις Κάτω Χώρες στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet, το 2001:
Ένας 44χρονος άνδρας υπέστη καρδιακή ανακοπή και έπεσε σε κώμα. Κατά τη διάρκεια της ανάνηψης, μια νοσοκόμα αφαίρεσε το μασελάκι του ασθενούς και το τοποθέτησε σε ένα κοντινό καροτσάκι. Ώρες αργότερα, η ιατρική ομάδα επανεκκίνησε με επιτυχία την καρδιά του άνδρα.
Πέρασε μια εβδομάδα πριν ο ασθενής ανακτήσει πλήρως τις αισθήσεις του. Καθώς ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, παρατήρησε τα μέλη του προσωπικού να ψάχνουν για κάτι. Προς έκπληξη όλων, είπε ξαφνικά: «Αυτή ξέρει πού είναι η οδοντοστοιχία μου», δείχνοντας μια από τις νοσοκόμες. Θυμήθηκε με ακρίβεια ότι η οδοντοστοιχία είχε τοποθετηθεί σε ένα συρόμενο συρτάρι κάτω από το καρότσι.
Μία όχι σπάνια εμπειρία
Αυτά τα φαινόμενα, γνωστά ως επιθανάτιες εμπειρίες, έχουν αναφερθεί από ανθρώπους που βίωσαν έντονες εμπειρίες σε στιγμές κλινικού θανάτου ή ακραίου κινδύνου.
Έρευνα του Δρος Σαμ Πάρνια και των συνεργατών του εξέτασε 2.060 περιπτώσεις καρδιακής ανακοπής και διαπίστωσε ότι στο 9% των ασθενών, η συνείδηση παρέμεινε ενεργή ακόμη και όταν η καρδιά τους είχε σταματήσει. Σχεδόν ένας στους δέκα ανθρώπους βίωσε μια επιθανάτια εμπειρία, γεγονός που δείχνει ότι το φαινόμενο δεν είναι σπάνιο.
Παρομοίως, ο βαν Λόμμελ ανέφερε ότι το 18% των 344 ασθενών που είχαν αναζωογονηθεί μετά από καρδιακή ανακοπή ανέφεραν ζωντανά βιώματα.
Μια κοινή πτυχή των επιθανάτιων εμπειριών είναι η αίσθηση του «διαχωρισμού της συνείδησης από το φυσικό σώμα», που συχνά αναφέρεται ως «εξωσωματική εμπειρία». Τέτοια περιστατικά αναφέρθηκαν από το 13% των ατόμων που βίωσαν επιθανάτιες εμπειρίες μελέτη του Πάρνια και από το 24% στη μελέτη του βαν Λόμμελ.
Τα άτομα αυτά περιγράφουν ότι αιωρούνται εκτός του σώματός τους και παρατηρούν λεπτομέρειες του περιβάλλοντός τους, πολλές από τις οποίες επαληθεύονται από το ιατρικό προσωπικό, όπως στην περίπτωση της Παμ.

Ακριβείς περιγραφές
Η Τζάνις Χόλντεν, της οποίας η κύρια ερευνητική εστίαση ήταν οι συμβουλευτικές επιπτώσεις των επιθανάτιων εμπειριών, της μεταθανάτιας επικοινωνίας και άλλων διαπροσωπικών εμπειριών, διεξήγαγε συνεντεύξεις με 93 ασθενείς που είχαν επιθανάτιες εμπειρίες, ζητώντας από τους συμμετέχοντες να περιγράψουν όσα συνέβαιναν γύρω τους. Το προσωπικό του νοσοκομείου επαλήθευσε αργότερα τις παρατηρήσεις τους.
Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι το 92,5% των παρατηρήσεων ήταν απολύτως ακριβείς, δηλαδή ταίριαζαν με τα πραγματικά γεγονότα, όπως επιβεβαιώθηκαν από το προσωπικό του νοσοκομείου. Επιπλέον, το 6,5% των παρατηρήσεων ήταν σχεδόν ακριβείς, δηλαδή ενώ ήταν ως επί το πλείστον σωστές, υπήρχαν μικρές αποκλίσεις. Μόνο το 1,1% των παρατηρήσεων κρίθηκε ανακριβές, το οποίο αποδόθηκε σε έναν μόνο ασθενή της μελέτης.

Ο Δρ Τζέφρυ Λονγκ, ένας εν ενεργεία ακτινοθεραπευτής ογκολόγος στο Κεντάκυ, μελέτησε τις επιθανάτιες εμπειρίες για 25 χρόνια. Στο βιβλίο του «Evidence of the Afterlife: The Science of Near-Death Experiences», ο Λονγκ περιγράφει μια έρευνα σε 617 άτομα που είχαν επιθανάτιες εμπειρίες, εκ των οποίων το 46,5% περιέγραψε εξωσωματικές εμπειρίες. Το 97,6% των παρατηρήσεων αυτών επαληθεύτηκαν ως πραγματικές.
Όταν επανέρχονται στη ζωή και προσπαθούν να επιβεβαιώσουν όσα είχαν δει κατά τη διάρκεια της επιθανάτιας εμπειρίας, διαπιστώνουν ότι είναι ακριβή μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια, υποστηρίζει ο Δρ Λονγκ, ο οποίος μελέτησε περισσότερες από 4.000 περιπτώσεις NDE.
Οι ομοιότητες, οι συνοχές και η ακρίβεια που παρατηρούνται στις επιθανάτιες εμπειρίες θα πρέπει να μας ενθαρρύνουν να θεωρήσουμε αυτές τις μελέτες και τα φαινόμενα νόμιμες επιστημονικές έρευνες, λέει στην Epoch Times.
Στο βιβλίο του, ο Σαμπόμ αναφέρει ότι αρχικά ήταν επιφυλακτικός απέναντι στις επιθανάτιες εμπειρίες. Έβαλε μάλιστα στόχο να τις διαψεύσει. Ωστόσο, μετά από αρκετά χρόνια εντατικής έρευνας, η οπτική του άλλαξε.
Η επιστήμη στηρίζεται θεμελιωδώς στην αρχή ότι η πραγματικότητα διαπιστώνεται μέσω επαναλαμβανόμενων, επαληθεύσιμων παρατηρήσεων. Με χιλιάδες αναφερόμενες περιπτώσεις, οι επιθανάτιες εμπειρίες αξίζουν σοβαρή επιστημονική εξέταση.
Σε άλλες διαστάσεις
Εκτός από τις εξωσωματικές εμπειρίες, διακεκριμένα ιατρικά περιοδικά και γιατροί έχουν αναφέρει περιπτώσεις όπου άνθρωποι ταξίδεψαν πέρα από τον τρέχοντα υλικό κόσμο.
Στη μελέτη του βαν Λόμελ, το 29% των ατόμων που είχαν επιθανάτιες εμπειρίες ανέφεραν ότι η συνείδησή τους ταξίδεψε σε άλλες διαστάσεις και επέστρεψε με ζωηρές εντυπώσεις. Εν τω μεταξύ, το 7% των ατόμων στη μελέτη του Πάρνια ανέφεραν ότι τους φάνηκε σαν να εισέρχονται σε κάποιον άλλο, εξωγήινο κόσμο.
Η καριέρα του Δρος Αλεξάντερ περιλαμβάνει περισσότερα από 25 χρόνια εμπειρίας ως νευροχειρουργού, με 15 χρόνια στο Νοσοκομείο Μπρίγκαμ και Γυναικών και στα Νοσοκομεία Παίδων της Βοστώνης και στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ στη Βοστώνη.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 10ης Νοεμβρίου 2008, ο Δρ Αλεξάντερ έπεσε σε βαθύ κώμα λόγω μιας σπάνιας βακτηριακής μηνιγγίτιδας. Οι γιατροί τού είπαν ότι είχε «η πιθανότητα [επιβίωσης] είχε μειωθεί στο 2%, χωρίς καμία πιθανότητα ανάκαμψης», δήλωσε σε συνέντευξή του στην Epoch Times.
Αν και η κατάστασή του επιδεινώθηκε ραγδαία, ξύπνησε επτά ημέρες αργότερα.
Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που βρισκόταν σε κώμα, ο Δρ Αλέξαντερ είχε μια εξαιρετικά ζωντανή εμπειρία. Σύμφωνα με την ανάμνησή του, ένιωσε να ξαναγεννιέται ως μια πρωτόγονη, γλοιώδης ουσία. Στη συνέχεια, καβάλησε το φτερό μιας πεταλούδας που τον οδηγούσε σε ένα βασίλειο «εντελώς διαφορετικού είδους αιώνιας φύσης, έξω από τη Γη», όπως είπε.
Ο κόσμος που είδε είχε τεράστια σύννεφα από ροζ και λευκά, διαφανή, αστραφτερά όντα που κινούνταν σε ένα τόξο στον ουρανό, αφήνοντας ραβδώσεις ουράνιου τόξου, δήλωσε στην Epoch Times. Στο βιβλίο του «Proof of Heaven: A Neurosurgeon’s Journey into the Afterlife», ο Δρ Aλέξαντερ αναφέρει αυτόν τον κόσμο ως Παράδεισο. Περιγράφει επίσης ότι εκεί ένιωθε την αγάπη του Θεού και την παρουσία αγγέλων.
Η Δρ Μαίρη Κ. Νηλ, ορθοπεδικός χειρουργός στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, ανέφερε μια παρόμοια εμπειρία στο βιβλίο της «To Heaven and Back»:
Το 1999, κατά τη διάρκεια ενός ατυχήματος με καγιάκ, η Νηλ έπεσε στο νερό και η συνείδησή της φάνηκε να εγκαταλείπει το σώμα της, εισερχόμενη σε ένα βασίλειο του φωτός. Εκεί, συνάντησε πνευματικά όντα και είδε τη ζωή της.
Οι «Κατευθυντήριες γραμμές και πρότυπα για τη μελέτη του θανάτου και των ανακλητών εμπειριών θανάτου» του Δρος Σαμ Πάρνια και μιας ομάδας ιατρικών εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένων νευροεπιστημόνων, ειδικών σε θέματα εντατικής θεραπείας, ψυχιάτρων και ψυχολόγων από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, το Πανεπιστήμιο Μπέιλορ, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το Ρίβερσαϊντ και το Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, ισχυρίζονται ότι οι επιθανάτιες εμπειρίες ακολουθούν ένα εντυπωσιακά παρόμοιο μοτίβο.

Άλλοι επιστήμονες έχουν προτείνει διαφορετικές εξηγήσεις για αυτές τις εμπειρίες.
Η συνείδηση είναι μη σωματική
Τόσο η χειρουργική επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς όσο και οι επιθανάτιες εμπειρίες υποδηλώνουν μια αξιοσημείωτη ρευστότητα στη συνείδηση, σαν η ανθρώπινη συνείδηση να είναι μια ελεύθερη οντότητα που κινείται μέσα στο σώμα μας. Μπορεί να μετεγκατασταθεί στην καρδιά μας, να μετακινηθεί έξω από το σώμα μας και ακόμη και να ταξιδέψει σε άλλες διαστάσεις που είναι αόρατες στα ανθρώπινα μάτια.
«Κάπως σαν ένα ουράνιο τόξο, που μπορείς να δεις ότι είναι αληθινό, αλλά δεν μπορείς να το αγγίξεις», δήλωσε ο Δρ Πήτερ Γουόλλινγκ από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Μπέιλορ στην Epoch Times.
Ο Λονγκ μοιράστηκε ότι αν οι άνθρωποι κατανοούσαν πραγματικά τα συντριπτικά στοιχεία για την ύπαρξη συνείδησης ανεξάρτητης από το σώμα, «θα ήταν πολύ εύκολο να δεχτούμε ότι είμαστε κυριολεκτικά αιώνια όντα που έχουν μια γήινη, φυσική ύπαρξη, αλλά η μεγαλύτερη πραγματικότητά μας είναι μη σωματική και σε μία μη σωματική συνείδηση».
Αλλά, ανεξάρτητα από το πού μπορεί να ταξιδέψει η συνείδηση, πρέπει να έχει μια προέλευση – ένα σημείο εκκίνησης…
* * * * *
Επόμενο: Η πιθανή προέλευση της ανθρώπινης συνείδησης μέσα από τον φακό της ιατρικής και επιστημονικής έρευνας
Προηγούμενο: Μπορεί να υπάρξει συνείδηση χωρίς εγκέφαλο;