Παρασκευή, 10 Οκτ, 2025
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν μαζί με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, στην 11η σύνοδο των BRICS. Βραζιλία, 14 Νοεμβρίου 2019. (Sergio Lima/AFP μέσω Getty Images)

Ρωσία και Κίνα: Μια συμμαχία συμφέροντος με ημερομηνία λήξης

Η γεωπολιτική σύγκλιση Μόσχας και Πεκίνου στηρίζεται σε πρόσκαιρες ανάγκες και βαθιές ιστορικές αντιθέσεις

Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί η εικόνα μιας αδιάρρηκτης συμμαχίας ανάμεσα στη Ρωσία και την Κίνα, ιδίως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι δύο αυταρχικές δυνάμεις εμφανίζονται ως στενοί συνεργάτες, ωστόσο πίσω από τις κοινές δηλώσεις και τις στρατιωτικές επιδείξεις ισχύος, κρύβεται μια σχέση που περισσότερο θυμίζει σύγκλιση συμφερόντων παρά στρατηγική φιλία – και που μακροπρόθεσμα είναι πιθανό να οδηγήσει σε νέα ρήξη.

Λίγο πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Βλαντίμιρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ ανακοίνωσαν ότι οι χώρες τους μοιράζονται μια «εταιρική σχέση χωρίς όρια». Αργότερα, το Πεκίνο απέφυγε να καταδικάσει ανοιχτά τη Μόσχα, επιλέγοντας ουδετερότητα στα ψηφίσματα του ΟΗΕ και κατηγορώντας τη Δύση για την παράταση της σύγκρουσης μέσω στρατιωτικής υποστήριξης προς το Κίεβο.

Η οικονομική συνεργασία των δύο χωρών ενισχύθηκε θεαματικά. Μετά τη μείωση των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας προς την Ευρώπη, η Κίνα κάλυψε μέρος του κενού, αυξάνοντας κατά περίπου 60% τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Τα χρήματα αυτά αποτελούν ζωτική πηγή χρηματοδότησης για τη ρωσική πολεμική μηχανή.

Στο στρατιωτικό επίπεδο, Ρωσία και Κίνα πραγματοποιούν κοινές ασκήσεις και περιπολίες, όπως εκείνες κοντά στις ζώνες αεράμυνας της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας – κίνηση που συνέπεσε συμβολικά με επίσκεψη του τότε Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στην Ασία. Η εικόνα που προβάλλουν οι δύο κυβερνήσεις είναι αυτή ενός ενιαίου μετώπου απέναντι στην αμερικανική επιρροή σε Ευρώπη και Ινδο-Ειρηνικό.

Σε επίπεδο γεωστρατηγικής, η προσωρινή αυτή συμμαχία έχει λογική. Και οι δύο δυνάμεις αισθάνονται περικυκλωμένες από αμερικανικά συμφέροντα και συμμαχίες: Η Ρωσία βλέπει το ΝΑΤΟ να έχει επεκταθεί μέχρι τα σύνορά της, χάνοντας σταδιακά τον έλεγχο του ευρασιατικού πεδίου από τη Γερμανία έως την Ουκρανία. Η Κίνα θεωρεί ότι οι ΗΠΑ την περιορίζουν μέσω των συμμαχιών τους με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τις Φιλιππίνες και την Ινδία, ενώ η υποστήριξή τους στην Ταϊβάν λειτουργεί ως συμβολικό και στρατηγικό εμπόδιο στη φιλοδοξία του Πεκίνου για επανένωση.

Η κάθε πλευρά προσφέρει στην άλλη αυτό που της λείπει. Η Ρωσία διαθέτει τεράστια αποθέματα πρώτων υλών, ενεργειακών και ορυκτών, αλλά πάσχει από έλλειψη κεφαλαίων και ανθρώπινου δυναμικού. Η Κίνα, αντίθετα, έχει πλούσιο κεφάλαιο και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά λίγες φυσικές πηγές ενέργειας και εξάρτηση από τις θαλάσσιες οδούς μέσω του στενού της Μαλάκκας (Ταϊλάνδη και Σιγκαπούρη) – τις οποίες θα μπορούσε εύκολα να μπλοκάρει ο αμερικανικός στόλος σε περίπτωση σύγκρουσης.

Από αυτή την άποψη, η ενεργειακή εξάρτηση της Κίνας από τη Ρωσία και η χρηματοδοτική εξάρτηση της Ρωσίας από την Κίνα συνθέτουν μια σχέση αμοιβαίου συμφέροντος. Η Μόσχα εξασφαλίζει ρευστότητα, ενώ το Πεκίνο μειώνει τους κινδύνους ενεργειακής ασφυξίας.

Ιστορική δυσπιστία

Παρά τη σημερινή συνεργασία, η ιστορία της σχέσης των δύο χωρών είναι γεμάτη συγκρούσεις, καθώς η Ρωσία και η Κίνα ήρθαν αντιμέτωπες πολλές φορές – από τις μογγολικές εισβολές έως τις συνοριακές μάχες του 20ού αιώνα.

Ιδιαίτερα βαθιά χαραγμένο στη συλλογική μνήμη της Κίνας παραμένει το ζήτημα της «Εξωτερικής Μαντζουρίας», μιας τεράστιας περιοχής που παραχώρησε το 1860 η δυναστεία Τσινγκ στη Ρωσία, την εποχή που η Κίνα βρισκόταν σε κρίση και πολεμούσε ήδη σε δύο μέτωπα. Η απώλεια αυτής της γης – όπου σήμερα βρίσκονται στρατηγικά ρωσικά λιμάνια όπως το Βλαδιβοστόκ – θεωρείται από πολλούς Κινέζους εθνικιστές ως ένα ακόμη «άνισο σύμφωνο» της περιόδου της ταπείνωσης από ξένες δυνάμεις.

Η μνήμη αυτή πυροδότησε νέες εντάσεις τη δεκαετία του 1960, όταν οι δύο κομμουνιστικές υπερδυνάμεις συγκρούστηκαν ένοπλα στα σύνορα του ποταμού Ουσούρι. Η σύγκρουση, που άφησε δεκάδες νεκρούς, έφερε τις δύο χώρες στο χείλος του πυρηνικού πολέμου και αποκάλυψε πόσο εύθραυστη ήταν η ιδεολογική τους συγγένεια.

Η συνοριακή διαφορά επιλύθηκε μόλις το 1991, όμως η δυσπιστία παρέμεινε. Η Ρωσία, σήμερα, γνωρίζει καλά ότι η ίδια επικαλέστηκε «ιστορικά δικαιώματα» για να δικαιολογήσει την προσάρτηση της Κριμαίας. Το ίδιο επιχείρημα, σε μια διαφορετική συγκυρία, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την Κίνα για τις «χαμένες περιοχές» του βορρά.

Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πέντε νέες χώρες προέκυψαν στην Κεντρική Ασία. Ενώ ιστορικά ανήκαν στη ρωσική σφαίρα επιρροής, η οικονομική διείσδυση της Κίνας τις έχει φέρει πιο κοντά στο Πεκίνο παρά στη Μόσχα.

Μέσω της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος», η Κίνα χρηματοδότησε αγωγούς φυσικού αερίου από το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Καζακστάν, που σήμερα καλύπτουν περίπου το 15% των ενεργειακών της αναγκών. Οι ίδιες χώρες εξάγουν πια το μεγαλύτερο μέρος των πόρων τους προς την Κίνα, υπονομεύοντας τη θέση της Ρωσίας ως παραδοσιακού αγοραστή και κυρίαρχου παράγοντα στην περιοχή.

Παράλληλα, το Πεκίνο έχει αποκτήσει και στρατιωτικό αποτύπωμα, όπως με τη μόνιμη παρουσία κινεζικών δυνάμεων στο Τατζικιστάν, δίπλα στα σύνορα με το Αφγανιστάν και το Σιντζιάνγκ. Το γεγονός ότι μια πρώην σοβιετική δημοκρατία επέτρεψε κινεζική στρατιωτική παρουσία χωρίς την έγκριση της Μόσχας θεωρήθηκε από πολλούς στη Ρωσία ως σημάδι απώλειας επιρροής.

Η Μόσχα, απορροφημένη από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ, αδυνατεί να ανταγωνιστεί την οικονομική δύναμη της Κίνας στην περιοχή που άλλοτε θεωρούσε «πίσω αυλή» της.

Πέρα από την ενέργεια, ένα ακόμη ζήτημα μπορεί να αποδειχθεί πυριτιδαποθήκη στο μέλλον είναι το νερό. Η Κίνα, με το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού αλλά μόλις το 7% των επιφανειακών αποθεμάτων γλυκού νερού, αντιμετωπίζει οξύτατο πρόβλημα λειψυδρίας, ιδιαίτερα στη βόρεια πεδιάδα όπου ζουν πάνω από 400 εκατομμύρια άνθρωποι.

Η κλιματική αλλαγή εντείνει αυτή την κρίση. Οι ξηρασίες στον ποταμό Γιανγκτσέ και η ραγδαία μείωση των υδάτων στη βόρεια Κίνα απειλούν τη γεωργία και τη βιομηχανία. Οι φυσικές πηγές νερού προς τον νότο, στα Ιμαλάια, ελέγχονται από χώρες όπως η Ινδία και το Νεπάλ, με τις οποίες το Πεκίνο έχει τεταμένες σχέσεις.

Έτσι, το βλέμμα της Κίνας στρέφεται προς βορρά, όπου δεσπόζει η λίμνη Βαϊκάλη στη Σιβηρία – η μεγαλύτερη δεξαμενή γλυκού νερού του πλανήτη. Το ενδιαφέρον κινεζικών εταιρειών για επενδύσεις γύρω από τη λίμνη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη ρωσική κοινή γνώμη, και τα σχέδια για αγωγούς νερού ματαιώθηκαν. Όμως, η δημογραφική και οικονομική ανισορροπία στην περιοχή είναι προφανής: λιγότεροι από οκτώ εκατομμύρια Ρώσοι ζουν στην Άπω Ανατολή, ενώ στις γειτονικές κινεζικές επαρχίες κατοικούν πάνω από εκατό εκατομμύρια άνθρωποι.

Η Σιβηρία είναι πλούσια σε πόρους αλλά φτωχή σε πληθυσμό, ενώ η Κίνα είναι το ακριβώς αντίθετο. Αυτή η ανισορροπία γεννά μακροχρόνια ανησυχία στη Μόσχα, καθώς η εξάρτησή της από κινεζικές επενδύσεις και εργατικό δυναμικό αυξάνεται.

Η Ρωσία, αποκομμένη από τη Δύση και βυθισμένη σε έναν δαπανηρό πόλεμο, εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από την Κίνα. Το Πεκίνο, με μεγαλύτερη οικονομία και μεγαλύτερη διεθνή επιρροή, κρατά πια το πάνω χέρι στη σχέση.

Για το Πεκίνο, η σημερινή κατάσταση είναι ιδανική: η Μόσχα αποσπά την προσοχή της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη, προσφέρει φθηνή ενέργεια, και παραχωρεί χώρο επιρροής στην Κεντρική Ασία.

Αν όμως αλλάξει το πολιτικό σκηνικό στη Ρωσία ή αν η Κίνα εκτιμήσει ότι έχει ισχυροποιηθεί αρκετά, η «εταιρική σχέση χωρίς όρια» μπορεί να μετατραπεί σε ζήτημα κυριαρχίας. Ένα εξασθενημένο ρωσικό κράτος, εξαρτημένο οικονομικά από την Κίνα, θα δυσκολευτεί να αντισταθεί σε μελλοντικές πιέσεις ή ακόμη και σε εδαφικές διεκδικήσεις, όσο απίθανες κι αν φαίνονται σήμερα.

Η παρούσα συνεργασία Ρωσίας–Κίνας στηρίζεται περισσότερο στην κοινή τους αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες παρά σε βαθύτερη στρατηγική εμπιστοσύνη. Ο κοινός εχθρός ενώνει – αλλά μόνο προσωρινά. Η ιστορική καχυποψία, οι δημογραφικές ανισορροπίες, ο ανταγωνισμός στην Κεντρική Ασία και οι μελλοντικές ανάγκες της Κίνας σε νερό και ενέργεια δείχνουν ότι η σχέση αυτή δύσκολα θα αντέξει στον χρόνο.

Προς το παρόν, η Μόσχα χρειάζεται το Πεκίνο περισσότερο απ’ ό,τι το αντίθετο. Αλλά όσο η Κίνα ενισχύεται και η Ρωσία αποδυναμώνεται, η λεγόμενη «συμμαχία χωρίς όρια» κινδυνεύει να αποδειχθεί μια προσωρινή σύμπτωση συμφερόντων, προάγγελος ενός νέου ανταγωνισμού που θα μπορούσε να επαναπροσδιορίσει το γεωπολιτικό μέλλον της Ευρασίας.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Σχολιάστε