Οι αντιπροσωπείες Ουκρανίας και Ρωσίας ολοκλήρωσαν τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων για εκεχειρία στην Τουρκία, σε συνάντηση που διήρκεσε μόλις μία ώρα.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε, στις 2 Ιουνίου, ότι οι δύο πλευρές προετοιμάζουν νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων, ενώ η ουκρανική αντιπροσωπεία παρέδωσε στη ρωσική πλευρά λίστα με απελαθέντα παιδιά, ζητώντας την επιστροφή τους.
Στον προηγούμενο γύρο απευθείας επαφών, τον Μάιο, είχε προηγηθεί ανταλλαγή 1.000 αιχμαλώτων από κάθε πλευρά.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν ανέφερε, πριν την έναρξη των συνομιλιών, ότι στόχος της δεύτερης αυτής συνάντησης, που πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου, ήταν να εξεταστούν οι προϋποθέσεις για κατάπαυση του πυρός, να διευκολυνθούν περαιτέρω ανταλλαγές αιχμαλώτων και να συζητηθεί ενδεχόμενη συνάντηση μεταξύ των προέδρων Ρωσίας και Ουκρανίας. «Τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα στις επαφές αυτές», είπε.
Επικεφαλής της ουκρανικής αντιπροσωπείας ήταν ο υπουργός Άμυνας Ρουστέμ Ουμέροφ, ενώ της ομάδας του Κρεμλίνου ηγήθηκε ο προεδρικός σύμβουλος Βλαντίμιρ Μεντίνσκι.
Ο Ουμέροφ δήλωσε, μετά τη συνάντηση, ότι το Κίεβο εμμένει σε «πλήρη και άνευ όρων παύση των εχθροπραξιών άμεσα». Πρόσθεσε πως η Ουκρανία είχε αποστείλει τις θέσεις της στη ρωσική πλευρά μέρες πριν τις συνομιλίες, αλλά δεν έλαβε απάντηση από τη Μόσχα παρά μόνο την ημέρα της συνάντησης.
Όπως ανέφερε, το Κίεβο θα χρειαστεί μία εβδομάδα για να εξετάσει τα αιτήματα της Ρωσίας. Υπογράμμισε, επίσης, ότι ουσιαστικές συνομιλίες ειρήνης μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο σε επίπεδο αρχηγών κρατών, ενώ καλωσόρισε τη συμμετοχή ξένων ηγετών στη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Ουμέροφ τόνισε ότι «ο πόλεμος αυτός πρέπει να τελειώσει» και υποστήριξε πως «όλος ο κόσμος στηρίζει αυτή την προσπάθεια».
Οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη πραγματοποιήθηκαν λίγο μετά από σειρά ουκρανικών επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά ρωσικών βάσεων, οι οποίες κατέστρεψαν ή έθεσαν εκτός λειτουργίας σημαντικό μέρος της ρωσικής στρατηγικής αεροπορίας, πλήττοντας την ικανότητα της Μόσχας να μεταφέρει πυρηνικά όπλα, σύμφωνα με το Κίεβο.
Στις 2 Ιουνίου, ο Ζελένσκι εξέφρασε την άποψη ότι η Ρωσία θα είναι πιο πρόθυμη να διαπραγματευτεί εάν δεχθεί περισσότερες τέτοιες απώλειες: «Η Ρωσία πρέπει να καταλάβει τι σημαίνουν οι απώλειές της – αυτό είναι που θα την ωθήσει στη διπλωματία».
Η επίθεση είχε μεγάλη γεωγραφική έκταση, με στόχους σε διαφορετικές χρονικές ζώνες, μεταξύ των οποίων και μια αεροπορική βάση σε απόσταση άνω των 4.000 χιλιομέτρων από την Ουκρανία. Για την επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν drone που είχαν μεταφερθεί λαθραία και εκτοξεύθηκαν από φορτηγά σταθμευμένα κοντά στις βάσεις.
Την 1η Ιουνίου, η Ρωσία απάντησε με 472 επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε ουκρανικό έδαφος, περιλαμβανομένων πολιτικών στόχων, σε μια προσπάθεια να καταλύσει την ουκρανική αντιαεροπορική άμυνα.
Παράλληλα, συνεχίζει να απορρίπτει τις εκκλήσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για άμεση κατάπαυση του πυρός ως προϋπόθεση για την έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών.
Ενώ ο Ζελένσκι έχει αποδεχθεί το αίτημα του Τραμπ, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει καταθέσει μια σειρά από μεταβαλλόμενες απαιτήσεις και αρνείται να δεσμευτεί σε κατάπαυση του πυρός.
Μεταξύ των ρωσικών αιτημάτων περιλαμβάνεται η παράδοση τεσσάρων ουκρανικών περιφερειών – Ντονέτσκ, Χερσώνα, Λουγκάνσκ και Ζαπορίζια – τις οποίες ο Πούτιν ισχυρίζεται ότι προσάρτησε το 2022, αν και η Ρωσία δεν τις έχει πλήρως καταλάβει μετά από τρία χρόνια πολέμου.
Στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, οι υποστηριζόμενοι από τη Ρωσία αυτονομιστές εξεγέρθηκαν αρχικά κατά της ουκρανικής κυβέρνησης το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Η εξέγερση αυτή σηματοδότησε την έναρξη ενός βίαιου ανταρτοπολέμου, που διήρκεσε έως ότου η Μόσχα εισέβαλε στην Ουκρανία το 2022.
Η στάση της Μόσχας απέναντι στις αμερικανικές πρωτοβουλίες επικρίνεται από την κυβέρνηση Τραμπ, με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Τζ. Ντ. Βανς να δηλώνει τον προηγούμενο μήνα σε Ευρωπαίους υπουργούς Άμυνας ότι ο Πούτιν «ζητάει υπερβολικά πολλά».
Ο Βανς ανέφερε πως η Ουάσιγκτον σκοπεύει να υποβάλει προτάσεις και προς τις δύο πλευρές κάθε λίγες εβδομάδες, απαιτώντας από Μόσχα και Κίεβο να τις εξετάζουν σοβαρά. Προειδοποίησε, επίσης, ότι αν διαπιστωθεί πως μία από τις δύο πλευρές ενεργεί «κακή τη πίστει», οι ΗΠΑ θα αποσύρουν την υποστήριξή τους για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός, αφήνοντας τις δύο χώρες να συνεχίσουν τον πόλεμο.
Αμερικανοί νομοθέτες έχουν επίσης προειδοποιήσει ότι η Ρωσία ενδέχεται να αντιμετωπίσει νέες κυρώσεις, εφόσον δεν επιδείξει καλή πίστη στη διαπραγμάτευση.