Ο τρίτος γύρος συνομιλιών για κατάπαυση του πυρός, υπό την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών αξιωματούχων στην Κωνσταντινούπολη, ολοκληρώθηκε χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με ειδικούς που εκτιμούν ότι η κατάσταση στο μέτωπο παραμένει στάσιμη.
Οι συνομιλίες της 23ης Ιουλίου διήρκεσαν μόλις 40 λεπτά, γεγονός που, σύμφωνα με αναλυτές, αντικατοπτρίζει το στρατιωτικό αδιέξοδο που επικρατεί εδώ και καιρό. Ο Ρόμπερτ Πίτερς, αναλυτής αμυντικής πολιτικής στο Heritage Foundation στην Ουάσιγκτον, υποστήριξε ότι οι γραμμές του μετώπου έχουν παραμείνει σχεδόν αμετάβλητες τα τελευταία τρία χρόνια, εκτιμώντας πως οι ρωσικές δυνάμεις έχουν προελάσει μόλις 15 χιλιόμετρα σε διάστημα τριών μηνών, δαπανώντας σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι, παρά τις μικρές εδαφικές προόδους, η ρωσική πρόοδος είναι τόσο αργή που «θα χρειαστεί ο υπόλοιπος αιώνας για να καταλάβουν το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας», χαρακτηρίζοντας τη γενική εικόνα ως «αδιέξοδο».
Παρόμοια άποψη εξέφρασε ο Άντριου Κόρμπετ, λέκτορας στο Τμήμα Αμυντικών Σπουδών του King’s College του Λονδίνου, ο οποίος συνέκρινε την παρούσα φάση του πολέμου με το 1916 στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως σημείωσε, οι δύο πλευρές συνεχίζουν τις μάχες, παρότι καμία δεν φαίνεται ικανή να πετύχει σαφή στρατιωτική νίκη, ενώ θεωρεί ότι ενδεχόμενη διακοπή των συγκρούσεων θα είχε καταστροφικές συνέπειες και για τις δύο.
Ο ίδιος παρατήρησε ότι η Ουκρανία επιδιώκει ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη για να αλλάξει την ισορροπία, ενώ η Ρωσία φαίνεται να αναμένει την αποδυνάμωση της δυτικής υποστήριξης προς το Κίεβο, κυρίως από την Ουάσιγκτον.
Καμία παραχώρηση
Δύο ημέρες πριν από τις συνομιλίες, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου ανέφερε πως οι όροι των δύο πλευρών για κατάπαυση του πυρός είναι «διαμετρικά αντίθετοι». Η Μόσχα απαιτεί την αποχώρηση των ουκρανικών δυνάμεων από τις τέσσερις περιοχές της Ουκρανίας που έχει καταλάβει μερικώς και προσαρτήσει μονομερώς το 2022 – Ντονέτσκ, Λουχάνσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια – καθώς και εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ.
Ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε στις 28 Ιουλίου – σύμφωνα με το πρακτορείο TASS – ότι η μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί «νόμιμη απαίτηση» της Ρωσίας, ενώ η αναγνώριση των «νέων πραγματικοτήτων» που έχουν ενσωματωθεί στο ρωσικό Σύνταγμα είναι «αδιαπραγμάτευτη».
Από την πλευρά του, το Κίεβο απορρίπτει σθεναρά αυτές τις απαιτήσεις, επιμένοντας στην ανάκτηση όλων των κατεχόμενων εδαφών, παρά την αριθμητική υπεροχή των ρωσικών στρατευμάτων. Ο Πίτερς παρατήρησε ότι η Ουκρανία «δεν δείχνει καμία πρόθεση να εγκαταλείψει τον αγώνα», προσθέτοντας ότι η διαλλακτική στάση στις διαπραγματεύσεις ίσως αποτελεί τακτική για τη διατήρηση της δυτικής υποστήριξης.

Κατά την εκτίμησή του, οι δύο πλευρές είναι πιθανό να καταλήξουν τελικά σε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, όπου η Ρωσία θα διατηρήσει μέρος των κατεχόμενων εδαφών, έχοντας εξαντλήσει σημαντικό μέρος των στρατιωτικών της αποθεμάτων. Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι μια τέτοια συμφωνία θα αφήσει τη Ρωσία αντιμέτωπη με μια «βαριά εξοπλισμένη» Ουκρανία που θα λειτουργεί ως ενδιάμεσος φραγμός μεταξύ αυτής και του ΝΑΤΟ.
Η μάχη για το Ποκρόβσκ
Τον τελευταίο μήνα, η Ρωσία έχει ανακοινώσει μικρές προελάσεις στο Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, που συνθέτουν την περιοχή του Ντονμπάς, καθώς και σε περιοχές όπως το Σούμι, το Χάρκοβο και το Ντνιπροπετρόφσκ – αν και οι τελευταίες δεν περιλαμβάνονται στις ρωσικές εδαφικές διεκδικήσεις. Το Κίεβο δεν έχει επιβεβαιώσει επισήμως απώλειες εδαφών, ενώ δεν ήταν δυνατή η ανεξάρτητη επαλήθευση των σχετικών ισχυρισμών από την εφημερίδα The Epoch Times.
Το επίκεντρο των συγκρούσεων εντοπίζεται πλέον στην πόλη Ποκρόβσκ του Ντονέτσκ. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου (Institute for the Study of War – ISW) με έδρα την Ουάσιγκτον, ρωσικές δυνάμεις φέρονται να εισήλθαν στην πόλη για πρώτη φορά την περασμένη εβδομάδα, πραγματοποιώντας «περιορισμένες αποστολές δολιοφθοράς και αναγνώρισης» στο πλαίσιο προσπάθειας περικύκλωσης.
Η Μόσχα δεν έχει σχολιάσει επισήμως τις σχετικές πληροφορίες. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ανέφερε σε βιντεοσκοπημένο διάγγελμά του στις 25 Ιουλίου ότι διεξάγονται σφοδρές μάχες στην περιοχή, την οποία χαρακτήρισε – επικαλούμενος τον στρατηγό Ολεξάντρ Σιρσκί – ως το κύριο μέτωπο του πολέμου.
Ο Τούρκος στρατιωτικός αναλυτής Αμπντουλάχ Αγάρ εκτίμησε ότι η διατήρηση του Ποκρόβσκ αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη σταθερότητα της ουκρανικής αμυντικής γραμμής. Αν η Ρωσία καταλάβει την πόλη, προειδοποίησε, ολόκληρη η δυτική αμυντική γραμμή του Ντονέτσκ κινδυνεύει με κατάρρευση – εξέλιξη που, κατά την άποψή του, δεν μπορεί να ανατραπεί χωρίς στρατηγική ή πολιτική εξωτερική παρέμβαση.
Πρόσθεσε, τέλος, ότι τα μηνύματα δυτικής στήριξης προς το Κίεβο είναι ασαφή και αντιφατικά, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η πολιτική σταθερότητα και η εσωτερική συνοχή της Ουκρανίας.
Ο Τραμπ αυξάνει τις πιέσεις
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ανέλαβε ξανά καθήκοντα τον Ιανουάριο με την υπόσχεση να τερματίσει σύντομα τον πόλεμο, προχώρησε σε διακοπή της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία τον Μάρτιο, μετά από έντονη συνάντηση με τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο. Η κίνηση αυτή ερμηνεύθηκε ως προσπάθεια άσκησης πίεσης στο Κίεβο για να υποχωρήσει στις διαπραγματεύσεις.
Όταν ο Ουκρανός πρόεδρος δήλωσε πως η ειρήνη παραμένει «πολύ, πολύ μακριά», ο Τραμπ φέρεται να απάντησε πως ο Ζελένσκι «δεν επιθυμεί την ειρήνη όσο έχει τη στήριξη της Αμερικής».

Ωστόσο, στα μέσα Ιουλίου, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε αντιστροφή στάσης, δηλώνοντας ότι σκοπεύει να προμηθεύσει την Ουκρανία με σύγχρονα οπλικά συστήματα, μεταξύ των οποίων αμερικανικά πυραυλικά συστήματα Patriot, με χρηματοδότηση από συμμάχους του ΝΑΤΟ.
Παράλληλα, απείλησε με την επιβολή αυστηρών δασμών σε χώρες που συνεχίζουν τις εμπορικές συναλλαγές με τη Ρωσία, εάν η Μόσχα δεν αποδεχθεί συμφωνία εκεχειρίας εντός 50 ημερών. Ο Λαβρόφ υποβάθμισε την απειλή, σημειώνοντας ότι οι υφιστάμενες δυτικές κυρώσεις είναι ήδη «άνευ προηγουμένου» και η Ρωσία θα αντεπεξέλθει.
Στις 28 Ιουλίου, ο Τραμπ επανέλαβε το τελεσίγραφο, μειώνοντας το περιθώριο συμμόρφωσης της Μόσχας σε «περίπου 10 ή 12 ημέρες», όπως δήλωσε από τη Σκωτία μετά από συνάντηση με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ.
Ο Κόρμπετ εκτίμησε ότι και οι δύο πλευρές προσβλέπουν πλέον σε εξωτερικούς παράγοντες για την επίτευξη νίκης. Όπως σημείωσε, οι συγκρούσεις πιθανότατα θα συνεχιστούν με μικρές περιοδικές μεταβολές έως ότου η Δύση παρέμβει αποφασιστικά – είτε ενισχύοντας πλήρως την Ουκρανία είτε επιτρέποντας την υποχώρηση της υποστήριξης σε σημείο που θα προσδώσει στρατηγικό πλεονέκτημα στη Ρωσία.
Με πληροφορίες από Reuters και Associated Press