ΓΙΟΧΑΝΕΣΜΠΟΥΡΓΚ—Δισεκατομμύρια δολάρια που υπεξαίρεσε ο πρώην Λίβυος ηγέτης Μουαμάρ Καντάφι βρίσκονται κρυμμένα σε μυστικούς τραπεζικούς λογαριασμούς και θησαυροφυλάκια στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε δύο χώρες της νότιας Αφρικής, σύμφωνα με πράκτορες μυστικών υπηρεσιών και οικονομικούς ερευνητές.
Η είδηση αυτή δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από το διαδικτυακό περιοδικό Africa Confidential στις 9 Μαΐου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το Γραφείο Ανάκτησης και Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων της Λιβύης υποστηρίζει ότι τουλάχιστον 50 δισεκατομμύρια δολάρια από έσοδα πετρελαίου που υπεξαίρεσε ο Καντάφι από το 1994 έως τη δολοφονία του το 2011, επενδύθηκαν σε «χρεόγραφα» —κυρίως ομόλογα δημοσίου— μέσω εικονικών εταιρειών, αχυρανθρώπων και τραπεζών που διοχέτευσαν τα κεφάλαια από την Ευρώπη στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παράλληλα, πράκτορες μυστικών υπηρεσιών και ένας πρώην ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος από την Πρετόρια αποκάλυψαν στην Epoch Times ότι περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια που υπεξαίρεσε ο Καντάφι βρίσκονται διασκορπισμένα σε τράπεζες της Νότιας Αφρικής.
Πρόσθεσαν ότι 30 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά που μετέφερε αεροπορικώς ο Καντάφι στη Νότια Αφρική τους μήνες πριν την εκτέλεσή του από αντάρτες, βρίσκονται πλέον κρυμμένα στο Εσουατίνι —το μικρό βασίλειο που συνορεύει με τη Νότια Αφρική και αποτελεί την τελευταία απόλυτη μοναρχία της ηπείρου, που παλαιότερα ονομαζόταν Σουαζιλάνδη.
Ο επικεφαλής της έρευνας για τα εξαφανισμένα δημόσια κεφάλαια της Λιβύης, ο Γενικός Διευθυντής του Γραφείου Ανάκτησης και Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων, Μοχάμεντ αλ-Μενσλί, επιβεβαίωσε ότι εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια εκλάπησαν κατά τη διάρκεια της βίαιης στρατιωτικής διακυβέρνησης του Καντάφι.
Ο Καντάφι κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα το 1969 και κυβέρνησε τη Λιβύη διά του φόβου, λεηλατώντας τους τεράστιους φυσικούς πόρους της χώρας του.
Ως πρόεδρος του Επαναστατικού Συμβουλίου Διοίκησης και “Αδελφός Ηγέτης” της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Λαϊκής Λιβυκής Αραβικής Τζαμαχιρίας, ο Καντάφι φυλάκισε, βασάνισε και δολοφόνησε πολιτικούς αντιπάλους, και ανέπτυξε στενούς δεσμούς με παγκόσμιες τρομοκρατικές οργανώσεις.
Έγγραφα που κατατέθηκαν στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο περιγράφουν λεπτομερώς τη λιμοκτονία ολόκληρων πληθυσμών και τους βομβαρδισμούς πόλεων και χωριών όπου κατοικούσαν φερόμενοι πολιτικοί αντίπαλοι.

Το 2003, το καθεστώς του Καντάφι ανέλαβε την ευθύνη για τη βομβιστική επίθεση στην πτήση 103 της Pan Am πάνω από το Λόκερμπι της Σκωτίας το 1988, στην οποία σκοτώθηκαν 259 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 190 Αμερικανοί.
Κατέβαλε σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση στις οικογένειες των θυμάτων.
Παρόλα αυτά, ο Καντάφι συνέχισε να απολαμβάνει το σεβασμό των αριστερών εθνικιστών στην Αφρική ως αντιδυτικός, αντιαποικιοκρατικός και αντι-ισραηλινός επαναστάτης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους αντέδρασαν στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της κυβέρνησης Καντάφι επιβάλλοντας οικονομικές κυρώσεις τον Φεβρουάριο του 2011. Οι δυνάμεις του Καντάφι είχαν χρησιμοποιήσει θανάσιμη βία εναντίον διαδηλωτών κατά του καθεστώτος στη Βεγγάζη, πυροδοτώντας τον Πρώτο Εμφύλιο Πόλεμο της Λιβύης που κατέληξε στη δολοφονία του τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
Η Τρίπολη προσπάθησε να παρακάμψει τις κυρώσεις διοχετεύοντας παράνομα κέρδη από το πετρέλαιο σε μυστικές τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο, δήλωσε ο αλ-Μενσλί στην Epoch Times.
Επισήμανε ότι οι πληροφορίες που αποκάλυψε κατά την έρευνά του θα αξιοποιηθούν από τη λιβυκή κυβέρνηση στην Τρίπολη υπό τον πρωθυπουργό Αμπντέλ Χαμίντ Ντουμπάιμπα «για να καταθέσει νομικές αξιώσεις στις ΗΠΑ με στόχο την ανάκτηση των κλεμμένων δημόσιων κεφαλαίων από τοκοφόρους λογαριασμούς».
Ο αλ-Μενσλί τόνισε ότι η ανάκτηση των κεφαλαίων είναι «ζωτικής σημασίας για την ανοικοδόμηση» της χώρας, η οποία βυθίστηκε σε νέο εμφύλιο πόλεμο το 2014, έως τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός υπό την αιγίδα του ΟΗΕ τον Οκτώβριο του 2020.

Αναταραχή στη Νότια Αφρική από τις Αποκαλύψεις
Οι αποκαλύψεις για την έρευνα του αλ-Μενσλί έχουν προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον στη Νότια Αφρική, όπου ο Καντάφι χρηματοδοτούσε μυστικά το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ANC), το κόμμα που ανήλθε στην εξουσία με τον Νέλσον Μαντέλα το 1994, μετά από δεκαετίες καθεστώτος απαρτχάιντ της λευκής μειοψηφίας.
Ένας από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Καντάφι ήταν ο πρώην ηγέτης του ANC και πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, Τζέικομπ Ζούμα, ο οποίος αντιμετωπίζει σήμερα κατηγορίες για μια φερόμενη διεφθαρμένη συμφωνία όπλων του 1999 και κατηγορείται για υπεξαίρεση εκατοντάδων εκατομμυρίων ραντ κατά τη διάρκεια της θητείας του.
Το 2022, εξεταστική επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Ζούμα και συνεργάτες του στο ANC υπεξαίρεσαν έως και 500 εκατομμύρια ραντ (σχεδόν 30 εκατομμύρια δολάρια με τη σημερινή ισοτιμία) από δημόσιους οργανισμούς κατά την περίοδο διακυβέρνησής του από το 2009 έως το 2018.
Ο Ζούμα, εκπαιδευμένος από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας και τους Σοβιετικούς, πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της ένοπλης πτέρυγας του ANC, Umkhonto we Sizwe (Δόρυ του Έθνους), αρνείται όλες τις κατηγορίες.
Τους μήνες πριν την ανατροπή και δολοφονία του Καντάφι, ο Ζούμα και ο Λίβυος ηγέτης συναντήθηκαν αρκετές φορές.
Αρχικά, σύμφωνα με τον πρώην κορυφαίο σύμβουλο του Ζούμα και ταμία του ANC, Μάθιους Φόσα, η εντολή προς τον τότε πρόεδρο της μεγαλύτερης οικονομίας της Αφρικής ήταν να πείσει τον Καντάφι να παραδώσει οικειοθελώς την εξουσία για να «διευκολύνει μια ειρηνική δημοκρατική μετάβαση» στη Λιβύη.
Ωστόσο, λίγο μετά από συνάντηση με τον Καντάφι τον Απρίλιο του 2011, έξι μήνες πριν τη δολοφονία του από τις αντάρτικες δυνάμεις, ο Ζούμα «ανεξήγητα» άλλαξε στάση, ανέφερε ο Φόσα.
«Ξαφνικά άρχισε να επιμένει ότι ο συνταγματάρχης Καντάφι πρέπει να παραμείνει στην εξουσία», δήλωσε ο Φόσα στην Epoch Times.
Παρόμοιες λεπτομέρειες περιλαμβάνονται στην αυτοβιογραφία του Φόσα με τίτλο «Μάρτυρας της Εξουσίας», που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2024.
«Από το 2009, όταν ο Καντάφι άρχισε να γίνεται παρανοϊκός με την πιθανότητα εκθρόνισής του, συνόδευσα τον πρόεδρο Ζούμα σε αρκετές συναντήσεις σε μια πολυτελή σκηνή κοντά στην Τρίπολη», ανέφερε ο Φόσα. «Ο συνταγματάρχης υποσχέθηκε να δωρίσει σημαντικά ποσά στο ANC και η Λιβύη να υπογράψει στρατιωτικές συμβάσεις με συνεργάτες του κ. Ζούμα».
Οι συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν με αφορμή την προεδρία του Καντάφι στην Αφρικανική Ένωση, που διήρκεσε από το 2009 έως το 2010, σύμφωνα με το στέλεχος του ANC.
Μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη τον Φεβρουάριο του 2011, ο Φόσα και ο Ζούμα συναντήθηκαν επίσης με ηγέτες των ανταρτών σε μια προσπάθεια μεσολάβησης για ειρήνη.
«Οι ηγέτες αυτοί μου είπαν ότι δεν θα συνεργάζονταν πλέον με τον Ζούμα επειδή τους πρόδωσε συντασσόμενος με τον Καντάφι», δήλωσε ο Φόσα.
Δύο εν ενεργεία και ένας πρώην πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών της Νότιας Αφρικής, μιλώντας υπό καθεστώς ανωνυμίας, αποκάλυψαν στην Epoch Times ότι ο Ζούμα συναντήθηκε επίσης με τον Καντάφι λίγους μήνες πριν ο δικτάτορας εκτελεστεί από αντάρτες στην πόλη Σύρτη στις 20 Οκτωβρίου 2011.
«Ο πρόεδρος Ζούμα προσφέρθηκε να μεταφέρει αεροπορικώς τον συνταγματάρχη Καντάφι σε ασφαλές καταφύγιο στη Νότια Αφρική, καθώς τα στρατεύματα των ανταρτών πλησίαζαν γρήγορα», ανέφερε ένας από τους πράκτορες. «Ο συνταγματάρχης Καντάφι αρνήθηκε λέγοντας: “Όχι, θα πεθάνω στην πατρίδα μου. Αν συλληφθώ ή σκοτωθώ, παρακαλώ δώστε αυτά τα χρήματα στους δικούς μου ανθρώπους”».
Τους μήνες που ακολούθησαν, «πολλές πτήσεις» μετέφεραν «κιβώτια με δολάρια, χρυσό και διαμάντια» σε διάφορες τοποθεσίες της Νότιας Αφρικής, συμπεριλαμβανομένης μιας στρατιωτικής βάσης κοντά στην Πρετόρια, σύμφωνα με άλλον πράκτορα.
«Από εκεί, η λεία μεταφέρθηκε στην κατοικία του κ. Ζούμα και κρύφτηκε σε υπόγειο χώρο», πρόσθεσε ο πράκτορας.
«Αργότερα, όταν η κατάσταση άρχισε να γίνεται επικίνδυνη για τον κ. Ζούμα, πληροφορήθηκα ότι τα μετρητά και τα άλλα τιμαλφή μεταφέρθηκαν στη Σουαζιλάνδη υπό την προστασία του βασιλιά [Μσουάτι]».
Εκπρόσωποι τόσο του Ζούμα όσο και του Μσουάτι αρνήθηκαν οποιαδήποτε γνώση για τα λιβυκά μετρητά και τιμαλφή.
Ο ερευνητής δημοσιογράφος της Νότιας Αφρικής, Τζόβιαλ Ραντάο, είχε παρουσιάσει στο παρελθόν παρόμοιες πληροφορίες με αυτές που αποκάλυψαν οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών.
Στην εφημερίδα Sunday Independent το 2014, ο Ραντάο έγραψε ότι του είχε δοθεί πρόσβαση σε απόρρητα κυβερνητικά έγγραφα που περιέγραφαν λεπτομερώς τα εξαφανισμένα «τρισεκατομμύρια» της Λιβύης.
Σύμφωνα με τα έγγραφα, περίπου 30 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά, εκατοντάδες τόνοι χρυσού και περίπου 6 εκατομμύρια καράτια διαμάντια μεταφέρθηκαν από την Τρίπολη στη Νότια Αφρική με περισσότερες από 60 πτήσεις.
«Αυτό που θα μπορούσε να αποτελεί τον μεγαλύτερο σωρό μετρητών στον κόσμο φυλάσσεται σε παλέτες σε επτά αυστηρά φρουρούμενες αποθήκες και καταφύγια σε μυστικές τοποθεσίες μεταξύ Γιοχάνεσμπουργκ και Πρετόρια», έγραψε ο Ραντάο, προσθέτοντας ότι ο θησαυρός του Καντάφι φυλασσόταν από πρώην μέλη των Ειδικών Δυνάμεων της εποχής του απαρτχάιντ.
Ανέφερε επίσης ότι άλλα 260 δισεκατομμύρια ραντ (που σήμερα αντιστοιχούν σε περίπου 14,4 δισεκατομμύρια δολάρια) κατατέθηκαν σε τέσσερις εμπορικές τράπεζες της Νότιας Αφρικής.
Τον Απρίλιο του 2019, η εφημερίδα Sunday Times της Νότιας Αφρικής ανέφερε ότι ο Μσουάτι είχε επιβεβαιώσει στον πρόεδρο της Νότιας Αφρικής Σίριλ Ραμαφόζα ότι ο Ζούμα είχε μεταφέρει 30 εκατομμύρια δολάρια στη χώρα του.
Ο εκπρόσωπος του προέδρου αρνήθηκε να σχολιάσει τις συναντήσεις του Ραμαφόζα με τον Μσουάτι.