Ανακαλύφθηκε κάτω από χαλάσματα, σε μια τραπεζαρία της βίλας Μαϊντάντ, στην τοποθεσία της αρχαίας Σελεύκειας, κοντά στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία. Τμήμα ενός μεγαλύτερου ψηφιδωτού, φυλάσσεται τώρα στο Μουσείο Ψηφιδωτών του Ζεύγματος, στην τουρκική πόλη Γκαζιαντέπ, περίπου 50 χιλιόμετρα δυτικά της εν λόγω βίλας, και είναι πλέον το σύμβολο της Γκαζιαντέπ.
Τα αχτένιστα μαλλιά, τα ψηλά ζυγωματικά, το σκουλαρίκι και η κορδέλα των μαλλιών έκανε τους αρχαιολόγους να την αποκαλέσουν «Τσιγγάνα», ωστόσο δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι πρόκειται για γυναίκα. Κάποιοι υποθέτουν ότι μπορεί να είναι η Γαία, η θεά της Γης, ενώ άλλοι λένε ότι το πορτρέτο μπορεί να είναι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το βλέμμα της έκανε τους αρχαιολόγους και τους κριτικούς Τέχνης να την αποκαλέσουν «Μόνα Λίζα» της Ανατολής.
Την ελληνιστική περίοδο, η Σελεύκεια (η επί του Ζεύγματος ή απλώς Ζεύγμα) ήταν μία μεγάλη, ακμάζουσα πόλη στη δυτική όχθη του Ευφράτη, που συνέδεε τον ελληνορωμαϊκό κόσμο με την Περσική Αυτοκρατορία. Ιδρύθηκε τον 300 π.Χ. από τον Σέλευκο Α΄, διάδοχο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος κατασκεύασε μία πλωτή γέφυρα από λέμβους για να συνδέσει τις δύο όχθες του ποταμού. Η λέξη «ζεύγμα» σημαίνει «σύνδεσμος» (εννοιών ή πραγμάτων) στα αρχαία ελληνικά και οτιδήποτε χρησιμεύει ως σύνδεσμος, όπως μία γέφυρα, φράγμα, σχεδίες κλπ.
Το 1ο αιώνα π.Χ. κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους και έγινε ένα φρουραρχικό φυλάκιο, όπου στάθμευαν οι λεγεώνες τους για να φυλάνε τα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας. Μέρος των αλλαγών που επέφεραν οι Ρωμαίοι ήταν η μετατροπή της πλωτής γέφυρας σε λίθινη, από την οποία όμως δεν σώζεται τίποτα.

Ως πύλη μεταξύ Ανατολής και Δύσης, είχε εμπορική και στρατηγική σημασία της μαζί με κοσμοπολίτικη κουλτούρα, παράγοντες που συνέτειναν στην ευημερία της. Υπήρχαν πολλές πολυτελείς βίλες πλούσια διακοσμημένες με τοιχογραφίες, εξαιρετικά ψηφιδωτά δάπεδα και ενσωματωμένες εγκαταστάσεις νερού με σιντριβάνια, σχεδιασμένα να δροσίζουν τον ξηρό αέρα που ερχόταν από έξω. Σε πολλά από αυτά απεικονίζονται θεοί του ποταμού και του ωκεανού, όπως ο Ποσειδώνας. Οι μαρμάρινες στήλες, τα σιντριβάνια και τα ασβεστολιθικά αγάλματα ήταν διάχυτα στην πόλη.
Τον 7ο αιώνα μ.Χ., η περιοχή κατακτήθηκε από τους Άραβες και το Ζεύγμα λεηλατήθηκε. Το μεγαλείο του ξεχάστηκε για περίπου 1.700 χρόνια, για να ανακαλυφθεί από τους αρχαιολόγους πολλούς αιώνες αργότερα.
Το 2000, η κατασκευή του τεράστιου φράγματος Μπιρετσίκ στον ποταμό Ευφράτη έθεσε όλα αυτά τα απαράμιλλα αρχαία έργα τέχνης σε άμεσο κίνδυνο. Με τα νερά να ανεβαίνουν κατά 10 εκατοστά την ημέρα, οργανώθηκε μια επείγουσα επιχείρηση διάσωσης προκειμένου να σωθούν 1.700 τ.μ. ψηφιδωτών, 450 μέτρα τοιχογραφιών, 20 κίονες, 4 αγάλματα και 4 ρωμαϊκά σιντριβάνια. Όλα ανελκύστηκαν και μεταφέρθηκαν στο νέο, υπερσύγχρονο Μουσείο Ψηφιδωτού Ζεύγματος, το 2011, με την αρωγή ιδιωτικής και δημόσιας χρηματοδότησης.
Τον Φεβρουάριο του 2023, η πόλη βρέθηκε στο επίκεντρο φονικού σεισμού 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, με πολλά θύματα σε Τουρκία και Συρία. Παρόλο που η Γκαζιαντέπ ισοπεδώθηκε σχεδόν, το Μουσείο Ψηφιδωτού, το περιεχόμενο και το προσωπικό του έμειναν ανέπαφα. Μετά από προσωρινή διακοπή της λειτουργίας του, άνοιξε και πάλι τον Απρίλιο του 2023.
Το μουσείο αποτελείται από τρία τμήματα:
Στο πρώτο, βρίσκονται τα πιο περίτεχνα επιδαπέδια ψηφιδωτά. Τους επισκέπτες υποδέχονται ο Ωκεανός, θεός όλων των ποτάμιων θεών και η σύζυγός του, Τηθύς. Εξαίρετες διακοσμήσεις ψαριών και δελφινιών συμβολίζουν την αφθονία της θάλασσας.

Ένα μεγάλο ψηφιδωτό από τη βίλα του Ποσειδώνα δείχνει τον ημίθεο Αχιλλέα, ο οποίος κρύφτηκε από τη μητέρα του και ντύθηκε με γυναικεία ρούχα για να μην πάει να πολεμήσει στον Τρωικό Πόλεμο. Όταν όμως ο Οδυσσέας φύσηξε το πολεμικό βούκινο, ο Αχιλλέας έτρεξε να πάρει τα όπλα του, αποκαλύπτοντας τον εαυτό του. Η περίτεχνη εικόνα τον δείχνει να προετοιμάζεται για τη μάχη.

Πολλά ζωντανά χρώματα και εκπληκτικές λεπτομέρειες εκτίθενται στο ψηφιδωτό Έρως και Ψυχή, από τη βίλα του Ποσειδώνα επίσης. Ο φτερωτός θεός Έρωτας απεικονίζεται δίπλα στη σύζυγό του, την Ψυχή. Ένα περίπλοκο γεωμετρικό περίγραμμα πλαισιώνει αρμονικά την κεντρική σκηνή.





Το δεύτερο τμήμα του μουσείου στεγάζει ψηφιδωτά που προέρχονται από το Γκαζιαντέπ και τις γύρω περιοχές, με απλούστερα σχέδια ζώων και ψηφιδωτά δαπέδου από εκκλησίες της ανατολικής ρωμαϊκής περιόδου.
Το τρίτο τμήμα προορίζεται για μια αίθουσα συνεδριάσεων, ένα καφέ και ένα κατάστημα δώρων.
Με πληροφορίες από τα Νέα και τη Βικιπαίδεια