Κυριακή, 20 Ιούλ, 2025

Ο SDF και η Δαμασκός συμφωνούν για την επανένταξη των Κούρδων

Οι Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF), που υποστηρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και κυριαρχούνται από κουρδικά στοιχεία, υπέγραψαν συμφωνία με τη νέα κυβέρνηση της Δαμασκού τη Δευτέρα, επανεντάσσοντας τη βορειοανατολική περιοχή στην υπόλοιπη χώρα.

Ο SDF δημιουργήθηκε το 2015 με την υποστήριξη των ΗΠΑ και συνέβαλε στην ήττα του ISIS στην ανατολική Συρία μέχρι το 2019, δημιουργώντας τελικά μια αυτόνομη περιοχή πλούσια σε πετρέλαιο, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας.

Ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας Άχμεντ αλ Σάρα και ο διοικητής του SDF Μαζλούμ Άμπντι επισημοποίησαν τη συμφωνία τη Δευτέρα, ενώ το κείμενο της συμφωνίας δημοσιεύθηκε στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Συρίας SANA.

Η παρούσα κυβέρνηση της Δαμασκού σχηματίστηκε από μέλη της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), μιας σουνιτικής ισλαμιστικής οργάνωσης που έχει χαρακτηριστεί ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Η HTS προήλθε από το Μέτωπο αλ Νούσρα (ANF), τον συριακό κλάδο της αλ Κάιντα.

Σύμφωνα με το SANA, η συμφωνία αναγνωρίζει την κουρδική κοινότητα ως αναπόσπαστο μέρος του συριακού κράτους, με την εγγύηση των πολιτικών και συνταγματικών της δικαιωμάτων. Προβλέπει επίσης την ενσωμάτωση όλων των πολιτικών και στρατιωτικών θεσμών της βορειοανατολικής Συρίας στη διοίκηση του συριακού κράτους, συμπεριλαμβανομένων των συνοριακών διαβάσεων, των αεροδρομίων και των πετρελαϊκών και ενεργειακών εγκαταστάσεων. Και οι δύο πλευρές στοχεύουν στην πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας έως το τέλος του 2025.

Οικοδομώντας ένα καλύτερο αύριο

Δεν έχει διευκρινιστεί εάν ο SDF θα διαλυθεί πλήρως, παραδίδοντας τα όπλα, ώστε να ενσωματωθεί σε έναν νέο συριακό στρατό. Ο Άμπντι δήλωσε μέσω της πλατφόρμας X ότι σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, εργάζονται για να διασφαλίσουν μια μεταβατική φάση που θα αντανακλά τις προσδοκίες του λαού τους για δικαιοσύνη και σταθερότητα. Υπογράμμισε ότι δεσμεύονται να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον που θα εγγυάται τα δικαιώματα όλων των Σύρων και θα εκπληρώνει τις επιδιώξεις τους για ειρήνη και αξιοπρέπεια, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία ως πραγματική ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας Συρίας που θα αγκαλιάζει όλα τα στοιχεία της και θα διασφαλίζει την καλή γειτονία.

Η συμφωνία αυτή επετεύχθη λίγες ημέρες μετά την έκφραση ανησυχίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τις δολοφονίες μελών της αλαουιτικής μειονότητας στη βορειοδυτική Συρία από τις δυνάμεις της HTS. Στις 9 Μαρτίου, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο κάλεσε τις συριακές αρχές να αναγκάσουν τους υπεύθυνους για αυτές τις σφαγές να λογοδοτήσουν, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών, των Δρούζων, των Αλαουιτών και των Κούρδων.

Στις 10 Μαρτίου, σε συνέντευξή του στο Reuters, ο αλ Σάρα δήλωσε ότι η Συρία είναι ένα κράτος δικαίου και ο νόμος εφαρμόζεται για όλους. Τόνισε ότι αγωνίστηκαν για να υπερασπιστούν τους καταπιεσμένους και δεν θα επιτρέψουν να χυθεί άδικα αίμα χωρίς τιμωρία ή λογοδοσία, ακόμα και μεταξύ των πιο κοντινών τους ανθρώπων.

Τον Δεκέμβριο, η HTS, με την υποστήριξη του SDF και του υποστηριζόμενου από την Τουρκία Εθνικού Στρατού της Συρίας (SNA), ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από τη Ρωσία πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος ανήκει στη μειονότητα των Αλαουιτών και κατέφυγε στη Μόσχα. Ακολούθησαν συγκρούσεις στον βορρά, με τον SNA να καταλαμβάνει την πόλη Μάνμπιτζ από τον SDF.

Η Τουρκία αντιτίθεται εδώ και καιρό στον SDF, λόγω των στενών δεσμών του με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από την Άγκυρα, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον. Το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιγράφει τον SDF ως έναν «πολυεθνικό συνασπισμό Κούρδων, Αράβων και χριστιανών μαχητών», κυριαρχούμενο από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), οι οποίες ιδρύθηκαν το 2012 από βετεράνους του PKK, συμπεριλαμβανομένου του Μαζλούμ Άμπντι.

Στις 27 Φεβρουαρίου, ο φυλακισμένος ηγέτης του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν απηύθυνε έκκληση στην οργάνωση να καταθέσει τα όπλα, δηλώνοντας ότι κάθε σύγχρονη κοινότητα και πολιτική οντότητα που δεν έχει κατασταλεί δια της βίας πρέπει να ενταχθεί στο κράτος και την κοινωνία με δική της βούληση και να λάβει σχετική απόφαση. Πρόσθεσε επίσης ότι όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα και ότι το PKK πρέπει να διαλυθεί.

SDF εναντίον ISIS

Από την ήττα του ISIS, ο SDF διαδραματίζει βασικό ρόλο στη συνεργασία με τις αμερικανικές δυνάμεις για την καταπολέμηση τζιχαντιστικών στοιχείων στην ανατολική Συρία. Στις 6 Μαρτίου, πραγματοποίησε επιδρομή στην πόλη Σαχίλ, όπου συνέλαβε τον Σαλάχ Μοχάμεντ αλ Αμπντουλάχ, που περιγράφηκε από την κεντρική διοίκηση των ΗΠΑ ως «ηγέτης πυρήνα του ISIS». Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, κατασχέθηκαν όπλα και πυρομαχικά. Η Centcom τόνισε ότι η επιχείρηση ήταν μέρος της συνεχιζόμενης εκστρατείας για την εξάλειψη του ISIS, με τις αμερικανικές δυνάμεις να παρέχουν τεχνική υποστήριξη και πληροφορίες στον SDF.

Του Chris Summers

Με πληροφορίες από το Reuters

Νίκη της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης στις εκλογές της Γροιλανδίας

Το κεντροδεξιό κόμμα Demokraatit επικράτησε στις βουλευτικές εκλογές της Γροιλανδίας, με βασικό ζήτημα στην προεκλογική ατζέντα το ενδεχόμενο ένταξης του νησιού στις Ηνωμένες Πολιτείες, έπειτα από δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Το 2019, ο Τραμπ είχε εκφράσει ενδιαφέρον για την αγορά της Γροιλανδίας, πρόταση που είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση της Δανίας και την τοπική ηγεσία του νησιού. Το ζήτημα επανήλθε πέρυσι, όταν ο Τραμπ, ως υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η Γροιλανδία «θα έπρεπε να γίνει μέρος της Αμερικής».

Το αποτέλεσμα των εκλογών

Το Demokraatit, το οποίο υποστηρίζει μια σταδιακή πορεία προς την ανεξαρτησία της Γροιλανδίας, συγκέντρωσε το 29,9% των ψήφων, σημειώνοντας σημαντική άνοδο σε σύγκριση με το 9,1% που είχε λάβει στις εκλογές του 2021. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε το κόμμα Naleraq με 24,5%, το οποίο προκρίνει την ταχύτερη απόσχιση από τη Δανία.

Ο επικεφαλής του Demokraatit, Γενς Φρέντερικ Νίλσεν, θα πρέπει να διαπραγματευτεί για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού. Το κυβερνών Inuit Ataqatigiit και ο εταίρος του, Siumut, περιορίστηκαν συνολικά στο 36% των ψήφων, έναντι του 66,1% των προηγούμενων εκλογών. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Μούτε Έγκεντε δήλωσε ότι σέβεται το εκλογικό αποτέλεσμα και εμφανίστηκε ανοιχτός σε συνεργασίες.

Η πορεία προς την ανεξαρτησία

Η Γροιλανδία, πρώην αποικία της Δανίας, απολαμβάνει μερική αυτονομία από το 1979, ενώ η Κοπεγχάγη διατηρεί τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της νομισματικής πολιτικής, παρέχοντας παράλληλα ετήσια οικονομική στήριξη ύψους περίπου 1 δισ. δολαρίων.

Αν και το 2009 οι κάτοικοι απέκτησαν το δικαίωμα να κηρύξουν πλήρη ανεξαρτησία μέσω δημοψηφίσματος, η διαδικασία δεν έχει προχωρήσει λόγω ανησυχιών σχετικά με την οικονομική βιωσιμότητα της χώρας χωρίς την υποστήριξη της Δανίας.

Το ενδιαφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών

Οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ έχουν προκαλέσει συζητήσεις στο νησί, καθώς η γεωπολιτική σημασία της Γροιλανδίας αυξάνεται. Το λιώσιμο των πάγων καθιστά πιο προσιτούς τους φυσικούς της πόρους, ενώ Κίνα και Ρωσία ενισχύουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Αρκτική.

Σε πρόσφατο τηλεοπτικό ντιμπέιτ, οι ηγέτες όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων της Γροιλανδίας δήλωσαν ότι δεν υποστηρίζουν το ενδεχόμενο προσχώρησης του νησιού στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Έγκεντε χαρακτήρισε την πρόταση των ΗΠΑ ασεβή, δηλώνοντας ότι η Γροιλανδία δεν είναι προς πώληση.

Σύμφωνα με τις ΗΠΑ η ένταξη της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ θα μπορούσε να προσφέρει οικονομική ανάπτυξη, καλύτερες υποδομές, υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και περισσότερες ευκαιρίες στους κατοίκους της.

Διχογνωμίες ως προς τη στρατηγική ανεξαρτησίας

Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειονότητα των Γροιλανδών στηρίζει την ανεξαρτησία, ωστόσο υπάρχουν διαφωνίες για το χρονοδιάγραμμα και τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί.

Το Naleraq, που υποστηρίζει την ταχεία ανεξαρτητοποίηση, αύξησε τα ποσοστά του, αξιοποιώντας το αυξημένο διεθνές ενδιαφέρον. Το κόμμα επιδιώκει συμφωνία με τη Δανία για την ανεξαρτησία της Γροιλανδίας πριν από τις επόμενες εκλογές.

Την ίδια στιγμή, η οικονομική βιωσιμότητα του νησιού παραμένει αντικείμενο συζήτησης. Η Γροιλανδία διαθέτει σημαντικούς φυσικούς πόρους, όπως σπάνιες γαίες, ωστόσο οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και οι προκλήσεις για την εκμετάλλευσή τους έχουν καθυστερήσει την αξιοποίησή τους.

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ

Νομοθετική πρόταση για τις επιστροφές παράνομων μεταναστών παρουσίασε η ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε χθες Τρίτη τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για τις επιστροφές των παράνομων μεταναστών με ταχύτερες, απλούστερες και αποτελεσματικότερες διαδικασίες σε όλη την ΕΕ.

Το νέο νομικό πλαίσιο για τις επιστροφές, το οποίο ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Οκτώβριο του 2024, αποτελεί βασικό στοιχείο για τη συμπλήρωση του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε τον Μάιο του 2024 και θα τεθεί σε εφαρμογή στα μέσα του 2026 και το οποίο καθορίζει ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη μετανάστευση, καθώς και ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου.

Τα ποσοστά επιστροφής σε ολόκληρη την ΕΕ ανέρχονται σήμερα μόλις στο 20%. «Μόλις ο ένας στους πέντε εγκαταλείπει την ΕΕ και αυτό δεν είναι αποδεκτό. Οι κοινωνίες μας δεν θα το ανεχτούν», τόνισε ο επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων και Μετανάστευσης Μάγκνους Μπρούνερ, ο οποίος χαρακτήρισε τη νομοθετική πρόταση της Επιτροπής «σημείο καμπής». «Βάζουμε τον ευρωπαϊκό μας σπίτι σε τάξη», διαβεβαίωσε ο Μ. Μπρούνερ, προσθέτοντας: «Με το νέο ευρωπαϊκό σύστημα επιστροφών, θα διασφαλίσουμε ότι όσα άτομα δεν έχουν δικαίωμα παραμονής στην ΕΕ, όντως επιστρέφουν. Έτσι, θα ενισχυθεί σημαντικά η εμπιστοσύνη στο κοινό μας ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και μετανάστευσης.»

Για να τεθεί σε ισχύ, η πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Ο επίτροπος Μπρούνερ δήλωσε ότι ελπίζει στην έγκρισή της «το συντομότερο δυνατόν», αν και πρόκειται για εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα, πολιτικά και νομικά, που διχάζει τα κράτη-μέλη.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι νέοι κανόνες θα δώσουν στα κράτη-μέλη τα απαραίτητα εργαλεία ώστε οι επιστροφές να γίνουν πιο αποτελεσματικές, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Οι νέοι κοινοί κανόνες περιλαμβάνουν:

– Ευρωπαϊκό σύστημα με τη μορφή κανονισμού που περιλαμβάνει κοινές διαδικασίες για την έκδοση αποφάσεων επιστροφής, και τη θέσπιση ευρωπαϊκής εντολής επιστροφής που θα εκδίδεται από τα κράτη-μέλη. Τα 27 διαφορετικά συστήματα που ισχύουν σήμερα σημαίνουν κατακερματισμό σε επίπεδο Ένωσης, σημειώνει η Επιτροπή.

Χάρη στην αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων επιστροφής, ένα κράτος μέλος θα μπορεί να αναγνωρίζει και να εκτελεί απευθείας απόφαση επιστροφής που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος-μέλος, χωρίς να χρειάζεται να κινήσει νέα διαδικασία. Έως την 1η Ιουλίου 2027, ένα έτος μετά την έναρξη εφαρμογής του συμφώνου για τη μετανάστευση και το άσυλο, η Επιτροπή θα επανεξετάσει κατά πόσον τα κράτη-μέλη έχουν θεσπίσει κατάλληλες ρυθμίσεις για την αποτελεσματική διεκπεραίωση των ευρωπαϊκών εντολών επιστροφής και θα εκδώσει εκτελεστική απόφαση που θα καθιστά υποχρεωτική την αναγνώριση και την εκτέλεση απόφασης επιστροφής που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος-μέλος.

– Σαφείς κανόνες για την αναγκαστική επιστροφή και παράλληλη παροχή κινήτρων για οικειοθελή επιστροφή: Οι αναγκαστικές επιστροφές θα είναι υποχρεωτικές όταν ένα πρόσωπο που διαμένει παράνομα στην ΕΕ δεν συνεργάζεται, διαφεύγει σε άλλο κράτος-μέλος, δεν αποχωρεί από την ΕΕ εντός της καθορισμένης προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης ή συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια. Η προσέγγιση αυτή παρέχει κίνητρα για οικειοθελή επιστροφή εντός των καθορισμένων προθεσμιών αναχώρησης από την ΕΕ.

– Αυστηρότερες υποχρεώσεις των επιστρεφόντων, οι οποίες αντισταθμίζονται από σαφείς διασφαλίσεις – ρητές υποχρεώσεις συνεργασίας με τις εθνικές αρχές καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας επιστροφής. Τα μέτρα αυτά συμπληρώνονται από σαφείς συνέπειες σε περίπτωση άρνησης συνεργασίας, όπως η μείωση ή η άρνηση χορήγησης επιδομάτων ή η κατάσχεση ταξιδιωτικών εγγράφων. Ταυτόχρονα, θα ενισχυθούν τα κίνητρα συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης για οικειοθελή επιστροφή.

– Ισχυρές διασφαλίσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας επιστροφής: Όλα τα μέτρα που σχετίζονται με τις επιστροφές πρέπει να υλοποιούνται με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών και διεθνών προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό διασφαλίζεται μέσω σαφών διαδικασιών, όπως το δικαίωμα προσφυγής, η στήριξη των ευάλωτων ατόμων, οι ισχυρές διασφαλίσεις για τους ανηλίκους και τις οικογένειες και η τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης.

– Αυστηρότεροι κανόνες για τον περιορισμό των περιπτώσεων κατάχρησης και την αντιμετώπιση της διαφυγής: Τα κράτη-μέλη θα διαθέτουν ενισχυμένους κανόνες για τον εντοπισμό των επιστρεφόντων, όπως η δυνατότητα να ζητούν χρηματική εγγύηση, η τακτική υποβολή εκθέσεων ή η υποχρέωση των επιστρεφόντων να διαμένουν σε τόπο που ορίζεται από τις εθνικές αρχές. Οι νέοι κανόνες καθορίζουν σαφείς όρους για κράτηση εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, καθώς και εναλλακτικές λύσεις αντί της κράτησης. Η κράτηση μπορεί να διαρκέσει έως και 24 μήνες, αντί για 18 μήνες που είναι το σημερινό όριο. Επιπλέον, το ανασταλτικό αποτέλεσμα των αποφάσεων επιστροφής δεν θα είναι πλέον αυτόματο, εκτός εάν συντρέχουν ζητήματα μη επαναπροώθησης.

– Ειδικοί κανόνες για τα άτομα που συνιστούν κίνδυνο για την ασφάλεια: Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να ελέγχουν εγκαίρως κατά πόσον ένα άτομο παρουσιάζει κίνδυνο για την ασφάλεια. Μόλις εντοπιστούν, τα άτομα αυτά υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες, όπως υποχρεωτική αναγκαστική επιστροφή, μεγαλύτερης διάρκειας απαγόρευση εισόδου και ξεχωριστοί χώροι κράτησης. Η κράτηση μπορεί να παραταθεί πέραν της κανονικής διάρκειας των 24 μηνών με δικαστική εντολή.

– Επανεισδοχή ως μέρος της διαδικασίας επιστροφής: Για να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην απόφαση επιστροφής και την επιστροφή σε μια τρίτη χώρα, οι νέοι κανόνες θεσπίζουν κοινή διαδικασία ώστε να διασφαλίζεται ότι η απόφαση επιστροφής ακολουθείται συστηματικά από αίτηση επανεισδοχής. Προβλέπουν επίσης τη δυνατότητα διαβίβασης δεδομένων σε τρίτες χώρες με σκοπό την επανεισδοχή.

– Κέντρα επιστροφής: Τα κράτη-μέλη έχουν ζητήσει καινοτόμες λύσεις για τη διαχείριση της μετανάστευσης. Με αυτή την πρόταση θεσπίζεται η νομική δυνατότητα για επιστροφή ατόμων που διαμένουν παράνομα στην ΕΕ και έχουν λάβει τελεσίδικη απόφαση επιστροφής σε τρίτη χώρα βάσει συμφωνίας ή ρύθμισης που έχει συναφθεί διμερώς ή σε επίπεδο ΕΕ. Αυτή η συμφωνία ή ρύθμιση μπορεί να συναφθεί με τρίτη χώρα που σέβεται τα διεθνή πρότυπα και τις αρχές για τα ανθρώπινα δικαιώματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Οι οικογένειες με ανηλίκους και οι ασυνόδευτοι ανήλικοι εξαιρούνται, ενώ ο τρόπος που εφαρμόζονται αυτές οι συμφωνίες ή ρυθμίσεις πρέπει να παρακολουθείται.

Της Μαρίας Αρώνη

Έπεσε η κυβέρνηση της Πορτογαλίας

Έπειτα από μόλις ένα χρόνο στην εξουσία, η συντηρητική κυβέρνηση μειοψηφίας της Πορτογαλίας κατέρρευσε χθες Τρίτη, καθώς δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο.

Ο πρωθυπουργός υπό παραίτηση Λουίς Μοντενέγκρου υπέστη καθαρή ήττα στην πορτογαλική εθνική αντιπροσωπεία, έπειτα από εβδομάδες καταγγελιών της αντιπολίτευσης για σύγκρουση συμφερόντων λόγω δοσοληψιών οικογενειακής επιχείρησης.

Η Πορτογαλία οδηγείται έτσι στις τρίτες βουλευτικές εκλογές σε ισάριθμα χρόνια.

Στη θεωρία, ο πρόεδρος Μαρσέλου Χεμπέλου ντε Σόουζα θα μπορούσε να αναθέσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε κάποιον άλλο πολιτικό της κυβερνώσας Δημοκρατικής Συμμαχίας ή στον επικεφαλής της αντιπολίτευσης Πέντρου Νούνου Σάντους του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αναμένεται να έχει συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς αργότερα σήμερα το πρωί.

Ωστόσο, το πιο πιθανό σενάριο μοιάζει να είναι πως ο αρχηγός του κράτους θα διαλύσει τη Βουλή και θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, που θα μπορούσαν να διεξαχθούν την 11η ή τη 18η Μαΐου.

Η πολιτική κρίση ήταν απρόσμενη για αρκετούς αναλυτές, καθώς η υγεία της οικονομίας της Πορτογαλίας κρίνεται καλή, η ανάπτυξη καταγράφει ρεκόρ και η ανεργία βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά παρότι συνεχίζουν να εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας.

Η αντιπολίτευση καταγγέλλει πως η εταιρεία Spinumvira, που ίδρυσε ο κος Μοντενέγκρου το 2021, επωφελήθηκε από το ότι ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης του κράτους της Ιβηρικής και έκλεισε συμβάσεις με διάφορες ιδιωτικές εταιρείες.

Ο απερχόμενος πρωθυπουργός αρνείται πως έγινε οτιδήποτε παράνομο και τονίζει πως πλέον η επιχείρηση ανήκει στους γιους του. Ωστόσο, απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία για το πελατολόγιο της εταιρείας.

Ο Λουίς Μοντενέγκρου κατάφερε να ξεπεράσει δυο προτάσεις μομφής αφού ξέσπασε το σκάνδαλο πριν από τη χθεσινή ψηφοφορία. Εννοεί μολαταύτα να είναι εκ νέου υποψήφιος, παρά τον σάλο. Δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν εξάλλου ότι η Δημοκρατική Συμμαχία μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερο αποτέλεσμα από ό,τι τον Μάρτιο του 2024.

Η Αυστραλία απαντά στις ρωσικές προειδοποιήσεις για την Ουκρανία

Μία μέρα μετά την προειδοποίηση της ρωσικής πρεσβείας στην Καμπέρα προς την Αυστραλία να μην εμπλακεί στη σύγκρουση με την Ουκρανία, το υπουργείο Εξωτερικών απάντησε με σθένος ότι δεν πρόκειται να πτοηθεί.

«Το μήνυμά μας προς τη Ρωσία είναι: σταματήστε την παράνομη εισβολή σας στην Ουκρανία. Δεν θα μας αποτρέψετε από το να εργαζόμαστε για μια δίκαιη ειρήνη για τον λαό της Ουκρανίας», δήλωσε το υπουργείο στην εφημερίδα The Epoch Times.

Εκπρόσωπος του υπουργείου τόνισε ότι η Αυστραλία έχει μία περήφανη παράδοση στην υποστήριξη της ειρήνης, με 80 χρόνια συμμετοχής σε διεθνείς αποστολές ειρηνευτικής φύσεως.

«Η Αυστραλία έχει πει ότι, αν λάβουμε αίτημα για στήριξη με αποστολή ειρηνευτικής δύναμης, θα το εξετάσουμε», σημείωσε ο εκπρόσωπος.

Η ρωσική πρεσβεία εξέδωσε ανακοίνωση προειδοποιώντας την Αυστραλία να μην προχωρήσει σε περαιτέρω συνεισφορές στον πόλεμο στην Ουκρανία — η χώρα έχει ήδη στείλει βοήθεια αξίας άνω του 1,5 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων όπλων και εξοπλισμού.

«Σε όσους τείνουν να ερμηνεύσουν τα παραπάνω ως απειλή: δεν είναι. Είναι προειδοποίηση. Η Ρωσία δεν έχει καμία πρόθεση να βλάψει Αυστραλούς», ανέφερε η πρεσβεία.

«Η Καμπέρα μπορεί εύκολα να αποφύγει τα μπλεξίματα, αρκεί να απέχει από ανεύθυνες περιπέτειες στη ζώνη της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης.»

Τον Δεκέμβριο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι 43.000 Ουκρανοί έχουν χάσει τη ζωή τους από την έναρξη του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου 2022.

Ο Αλμπανέζε ανοιχτός σε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονι Αλμπανέζε, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα εξετάσει το ενδεχόμενο αποστολής προσωπικού για την υποστήριξη αποστολών ειρήνευσης.

«Έχω πει ξεκάθαρα, δημόσια και επανειλημμένα ότι θα εξετάσουμε τη συμμετοχή μας σε οποιαδήποτε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία», είπε ο Αλμπανέζε στους δημοσιογράφους στις 9 Μαρτίου.

«Δεν μπορείς να έχεις ειρηνευτικές δυνάμεις χωρίς ειρήνη. Γι’ αυτό, κοιτάζοντας μπροστά, είναι σημαντικό να γίνει προγραμματισμός και η Αυστραλία θα συμμετάσχει σε αυτή τη συνάντηση».

Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι η κυβέρνησή του θα ενταχθεί στην ευρωπαϊκή «συμμαχία των προθύμων» κατά της ρωσικής επιθετικότητας.

Ο Αλμπανέζε σημείωσε ότι είναι νωρίς για αποφάσεις σχετικά με στρατεύματα, αλλά έχει ήδη στείλει εκπρόσωπο να συζητήσει στρατηγικές ασφάλειας για την Ουκρανία σε συνάντηση Ευρωπαίων αρχηγών άμυνας.

Εν τω μεταξύ, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Πίτερ Ντάτον, απέρριψε την ιδέα αποστολής αυστραλιανών στρατευμάτων στην Ουκρανία, λέγοντας: «Πιστεύω ότι είναι καθήκον των Ευρωπαίων […] όπως είπε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουν περισσότερα για την άμυνα της Ευρώπης», δήλωσε στο ABC News.

Ο Ντάτον είχε ζητήσει στο παρελθόν περισσότερη στρατιωτική στήριξη της Αυστραλίας προς την Ουκρανία, όπως εξοπλισμό, προμήθειες και βοήθεια.

Μαζί με τους Ντέιβιντ Κόλμαν και Άντριου Χέιστι, είχαν επικρίνει την ανταπόκριση της κυβέρνησης Αλμπανέζε ως αργή και ανεπαρκή.

Οι ΗΠΑ επαναφέρουν τη στρατιωτική βοήθεια καθώς η Ουκρανία συμφωνεί σε 30ήμερη εκεχειρία

Το Κίεβο συμφώνησε να προχωρήσει σε 30ήμερη εκεχειρία με τη Μόσχα, στο πλαίσιο προσπαθειών για την επανέναρξη διαπραγματεύσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Αντιπροσωπείες από την Ουάσιγκτον και το Κίεβο εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση στις 11 Μαρτίου, στην οποία ανακοινώθηκε η προτεινόμενη 30ήμερη παύση των εχθροπραξιών, έπειτα από έναν εκτεταμένο γύρο συνομιλιών στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας.

Τις Ηνωμένες Πολιτείες εκπροσώπησαν ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, και ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μάικ Ουόλτζ. Από την πλευρά της Ουκρανίας, στις συνομιλίες συμμετείχαν ο υπουργός Εξωτερικών, Αντρίι Συμπίχα, ο προεδρικός σύμβουλος, Αντρίι Γερμάκ, και ο υπουργός Άμυνας, Ρουστέμ Ουμέροφ.

Η συμφωνία της Τζέντας προβλέπει αρχικά μια 30ήμερη κατάπαυση του πυρός, με τη δυνατότητα παράτασης, εφόσον οι δύο πλευρές επιδιώξουν μια πιο μακροπρόθεσμη ειρηνευτική συμφωνία.

«Θα μεταφέρουμε τώρα αυτή την πρόταση στους Ρώσους και ελπίζουμε να πουν ναι», δήλωσε ο Ρούμπιο σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση.

ΗΠΑ και Ουκρανία επαναφέρουν τη συνεργασία τους

Η συνάντηση της Τρίτης έδωσε την ευκαιρία σε Ουάσινγκτον και Κίεβο να επανεκκινήσουν τις δια ζώσης διαπραγματεύσεις, μετά από μια έντονη αντιπαράθεση στις 28 Φεβρουαρίου, στο Οβάλ Γραφείο, μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, και του Ουκρανού ομολόγου του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η διαφωνία αφορούσε την προθυμία της Ουκρανίας να διαπραγματευτεί και να κάνει συμβιβασμούς με τη Ρωσία.

Στις ημέρες που ακολούθησαν, ο Τραμπ διέταξε την αναστολή κάθε αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών.

Ωστόσο, μετά τις συνομιλίες στην Τζέντα, οι ΗΠΑ και η Ουκρανία ανακοίνωσαν ότι η Ουάσινγκτον θα άρει το «πάγωμα» στη διαμοίραση πληροφοριών και θα επαναφέρει τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο.

«Το πιο σημαντικό είναι να φύγουμε από εδώ με την ισχυρή αίσθηση ότι η Ουκρανία είναι έτοιμη να πάρει δύσκολες αποφάσεις», δήλωσε ο Ρούμπιο στις 10 Μαρτίου, καθ’ οδόν προς τη συνάντηση.

Ο ίδιος τόνισε ότι και η Ρωσία θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για δύσκολες αποφάσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί μια μελλοντική ειρηνευτική συμφωνία.

Αναζητώντας συμβιβασμό: Τι περιμένει η Ουάσιγκτον από το Κίεβο

Όταν ρωτήθηκε ποιες είναι οι συγκεκριμένες δύσκολες αποφάσεις που η κυβέρνηση Τραμπ αναμένει από την Ουκρανία, ο Ρούμπιο απάντησε ότι και οι δύο πλευρές πρέπει να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η σύγκρουση δεν μπορεί να επιλυθεί με στρατιωτικά μέσα.

«Οι Ρώσοι δεν μπορούν να κατακτήσουν ολόκληρη την Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για την Ουκρανία, σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, να απωθήσει τους Ρώσους πίσω στα σύνορα του 2014», εξήγησε ο Ρούμπιο.

Προς το παρόν, μένει να φανεί πώς θα απαντήσει η Μόσχα στην πρόταση.

Επιθέσεις και από τις δύο πλευρές λίγο πριν τις συνομιλίες

Λίγες μόλις ώρες πριν από την έναρξη των συνομιλιών, οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν εκατοντάδες επιθετικά drones σε 10 διαφορετικές ρωσικές περιοχές. Οι ρωσικές αρχές ανέφεραν ότι κατέρριψαν 343 από αυτά, αλλά τρία άτομα σκοτώθηκαν και 18 τραυματίστηκαν, ανάμεσά τους και τρία παιδιά.

Σε ξεχωριστό περιστατικό, Ουκρανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η Ρωσία εξαπέλυσε 126 επιθετικά drones και έναν βαλλιστικό πύραυλο Iskander-M εναντίον της Ουκρανίας κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η ουκρανική Πολεμική Αεροπορία ανέφερε ότι κατέρριψε τον βαλλιστικό πύραυλο και 79 από τα drones, ενώ άλλα 35 drones δεν έφτασαν στους στόχους τους για αδιευκρίνιστους λόγους.

Αβέβαιη η ισραηλινή απόσυρση από στρατηγικά σημεία στον Λίβανο

Παρά τη συμφωνία εκεχειρίας που απαιτούσε την πλήρη αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τον Λίβανο εδώ και περισσότερο από έναν μήνα, ο ισραηλινός στρατός παραμένει σε πέντε στρατηγικά σημεία ακριβώς βόρεια των συνόρων. Σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, οι θέσεις αυτές είναι κρίσιμες για την αποτροπή της επανεγκατάστασης της Χεζμπολάχ κοντά στα σύνορα Ισραήλ–Λιβάνου.

Η παρουσία του Ισραήλ σε αυτές τις θέσεις προκαλεί τις αντιδράσεις τόσο του Λιβάνου όσο και τις Σαουδικής Αραβίας, που έχουν ζητήσει από κοινού την αποχώρησή του. Ο νέος πρόεδρος του Λιβάνου δήλωσε στις 28 Φεβρουαρίου, στην εφημερίδα Asharq της Σαουδικής Αραβίας, ότι σχεδιάζει να ζητήσει από το Ριάντ την επανενεργοποίηση ενός πακέτου στρατιωτικής βοήθειας ύψους 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς τον λιβανέζικο στρατό, το οποίο είχε διακοπεί εδώ και σχεδόν μία δεκαετία.

Η Γαλλία, που επιβλέπει τη συμφωνία εκεχειρίας μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πρότεινε να τοποθετηθούν δικά της στρατεύματα στις συγκεκριμένες θέσεις, σύμφωνα με την ισραηλινή εφημερίδα Haaretz. Παράλληλα, έχει προταθεί είτε ο έλεγχος των θέσεων από τον λιβανέζικο στρατό σε συνεργασία με τη Δύναμη Προσωρινής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών στον Λίβανο (United Nations Interim Force in Lebanon-UNIFIL) είτε η αναβάθμιση της αρμοδιότητας και του εξοπλισμού της UNIFIL, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί τις θέσεις μόνη της.

Σύμφωνα με Ισραηλινούς στρατιωτικούς αναλυτές, μια ισραηλινή αποχώρηση δεν φαίνεται πιθανή στο άμεσο μέλλον, δεδομένης της ελλιπούς εφαρμογής των όρων της εκεχειρίας από τον Λίβανο και τον ΟΗΕ. Η συμφωνία εκεχειρίας προβλέπει την ανάπτυξη του λιβανέζικου στρατού και της UNIFIL στο νότιο Λίβανο με σκοπό την αποτροπή της Χεζμπολάχ, αλλά, όπως δήλωσε στην Epoch Times ο Ισραηλινός απόστρατος ταγματάρχης του Ισραηλινού Στρατού (IDF), Έλιοτ Τσοντόφ, η ανάπτυξη αυτή δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί αποτελεσματικά ώστε να εμποδίσει την οργάνωση να επανασυσταθεί κοντά στα σύνορα.

Η επιφυλακτική στάση του Ισραήλ σχετίζεται με τα γεγονότα της αποχώρησης του από τον Λίβανο το 2006, η οποία είχε πραγματοποιηθεί με αντάλλαγμα παρόμοιες δεσμεύσεις. Τότε, η UNIFIL και ο λιβανέζικος στρατός δεν κατάφεραν να παρέμβουν, επιτρέποντας στη Χεζμπολάχ να οχυρώσει τα σύνορα και να δημιουργήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο σηράγγων σχεδιασμένο για επιθέσεις στο Ισραήλ – μια τακτική που η τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς ακολούθησε στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023.

Σήμερα, σύμφωνα με τον Τσοντόφ, ο ισραηλινός στρατός ακολουθεί πολιτική «μηδενικής ανοχής», τονίζοντας ότι οποιαδήποτε ύποπτη δραστηριότητα αποτρέπεται άμεσα, σε αντίθεση με την περίοδο 2006–2023. Ο ίδιος ανέφερε πως η UNIFIL διαθέτει αδύναμη εντολή και είναι μόνο «θεωρητικά ανεπτυγμένη», καθώς δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ για ουσιαστική επιβολή της τάξης. Τόνισε ότι η αποστολή της UNIFIL είναι ειρηνευτική και όχι κατασταλτική, και επομένως δεν είναι σε θέση να λάβει επιθετικά μέτρα για την επιβολή της συμφωνίας.

Όσον αφορά τον λιβανέζικο στρατό, ο Τσοντόφ σημείωσε πως η δέσμευσή του στο σχέδιο της εκεχειρίας παραμένει αμφίβολη, ενώ περίπου το ένα τρίτο των αξιωματικών του ανήκει στη σιιτική κοινότητα. Αν και δεν είναι όλοι μέλη της Χεζμπολάχ, θεωρούνται ύποπτοι. Επιπλέον, ανέφερε ότι ο επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών στο νότιο Λίβανο, ο οποίος συμμετέχει στην επιτηρούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες επιτροπή εκεχειρίας, συνελήφθη να παρέχει πληροφορίες στη Χεζμπολάχ, κάτι που υπονομεύει την εμπιστοσύνη προς τον λιβανέζικο στρατό.

Ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Ναουάφ Σαλάμ μαζί με στρατιώτες του λιβανέζικου στρατού, σε επίσκεψή του το νότιο χωριό Κιάμ κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ, στις 28 Φεβρουαρίου 2025. (Rabih Daher/AFP μέσω Getty Images)

 

Η νέα κυβέρνηση του Λιβάνου

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει με επιφυλακτικότητα τη νέα κυβέρνηση του Λιβάνου, η οποία εξελέγη τον Ιανουάριο και ηγείται από τον πρόεδρο Ζοζέφ Αούν, πρώην αρχηγό του γενικού επιτελείου στρατού, και τον πρωθυπουργό Ναουάφ Σαλάμ.

Σύμφωνα με τον αναλυτή Τσοντόφ, ο Σαλάμ δεν θεωρείται φιλικά διακείμενος προς το Ισραήλ, καθώς το έχει χαρακτηρίσει «εχθρό» και το κατηγορεί συχνά για «γενοκτονία». Πριν την εκλογή του στη θέση του πρωθυπουργού, την οποία το Λίβανο αποδίδει σε σουνίτες μουσουλμάνους, ήταν πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και είχε προεδρεύσει σε ακρόαση της αγωγής της Νότιας Αφρικής εναντίον του Ισραήλ για γενοκτονία.

Στις 28 Φεβρουαρίου, ο Σαλάμ έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο, δηλώνοντας ότι ο λιβανέζικος στρατός αποτελεί τη μοναδική δύναμη που επιτρέπεται να υπερασπιστεί τη χώρα σε περίπτωση πολέμου. Η απόφαση αυτή ενισχύει τη θέση του λιβανέζικου στρατού στις προσπάθειες αφοπλισμού της Χεζμπολάχ, γεγονός που αποτελεί πλήγμα για την οργάνωση, η οποία επί χρόνια υποστηρίζει ότι η διατήρηση του οπλισμού της είναι απαραίτητη για την άμυνα του Λιβάνου έναντι του Ισραήλ.

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του Λιβάνου Ζοζέφ Αούν ποζάρει για μια φωτογραφία στο προεδρικό μέγαρο στην Μπαάμπντα, ανατολικά της Βηρυτού, στις 9 Ιανουαρίου 2025. (Fadel Itani/AFP μέσω Getty Images)

 

Την ίδια ημέρα, οι αρχές του αεροδρομίου της Βηρυτού κατάσχεσαν 2,5 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά, που προορίζονταν για τη Χεζμπολάχ και τα οποία μετέφερε άνδρας που έφτασε από την Τουρκία. Αναφέρεται ότι ήταν η πρώτη φορά που πραγματοποιήθηκε τέτοια κατάσχεση, η οποία αποτελεί μέρος των προσπαθειών της κυβέρνησης Αούν να περιορίσει τη ροή χρημάτων προς τη Χεζμπολάχ από το Ιράν.

Ο Μοσέ Ελάντ, Ισραηλινός ακαδημαϊκός και απόστρατος συνταγματάρχης του IDF, χαρακτήρισε την προσέγγιση του Αούν ως ενθαρρυντικά πραγματιστική. Σύμφωνα με τον ίδιο, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνόδου του Αραβικού Συνδέσμου στο Κάιρο, ο Αούν εξέφρασε την αντίθεσή του στην ιδέα αραβικών επενδύσεων στη Γάζα χωρίς προηγούμενη απομάκρυνση της Χαμάς. Ο Ελάντ σημείωσε ότι ο Αούν αντιλαμβάνεται πως το Ισραήλ, ως νικητής του πολέμου, δεν θα ανεχτεί πλέον τη Χαμάς και θα επέμβει εκ νέου για να την εξουδετερώσει εάν χρειαστεί, ενώ παρόμοια είναι η στάση του Ισραήλ απέναντι και στη Χεζμπολάχ.

Ο Ελάντ, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως στρατιωτικός διοικητής της Τύρου μετά τον Πρώτο Πόλεμο του Λιβάνου τη δεκαετία του 1980, καθώς και ως διοικητής στην περιοχή Μπιντ Τζμπέιλ, κοντά στα σύνορα του Ισραήλ, ανέφερε ότι ο IDF βρίσκεται υπό πίεση από τον ίδιο του τον πληθυσμό.

Προστασία των μεθοριακών κοινοτήτων

Μετά τις επιθέσεις της Χεζμπολάχ στο πλαίσιο της υποστήριξης προς τη Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, ο ισραηλινός στρατός απομάκρυνε επίσημα περίπου 60.000 κατοίκους από συνοριακές κοινότητες. Πολλοί ακόμη εγκατέλειψαν περιοχές που βρίσκονταν λίγο πιο μακριά από τη μεθόριο. Περίπου οι μισοί από τους εκτοπισμένους κατοίκους έχουν επιστρέψει, αλλά σύμφωνα με τον Ελάντ, όσοι ζουν δύο ή τρία χιλιόμετρα από τα σύνορα αισθάνονται ανασφάλεια και πιέζουν την κυβέρνηση και τον στρατό να μην αποσυρθούν μέχρι να εξασφαλιστεί πλήρως η περιοχή.

Μια ισραηλινή μονάδα πρώτης αντίδρασης σβήνει τις φλόγες μετά από επίθεση με ρουκέτα από τον Λίβανο, εν μέσω διασυνοριακών συγκρούσεων μεταξύ ισραηλινών στρατευμάτων και μαχητών της τρομοκρατικής οργάνωσης Χεζμπολάχ στο Κιριάτ Σμονά του Ισραήλ, στις 4 Ιουνίου 2024. (Jalaa Marey/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Τσοντόφ, από την πλευρά του, υποβάθμισε τη σημασία των πέντε θέσεων που εξακολουθεί να διατηρεί ο IDF σε λιβανέζικο έδαφος, οι οποίες βρίσκονται το πολύ μερικές εκατοντάδες μέτρα βόρεια της Γαλάζιας Γραμμής – της γραμμής απόσυρσης που καθορίστηκε από τον ΟΗΕ το 2000 – και σε ορισμένες περιπτώσεις μόλις λίγες δεκάδες μέτρα από αυτήν. Ο ίδιος τις χαρακτήρισε «τακτικές προσαρμογές», μικρές στρατιωτικές μετακινήσεις προς τα εμπρός ή προς τα πίσω για την ενίσχυση της αμυντικής θέσης.

Οι θέσεις αυτές βρίσκονται σε υψώματα που επιτρέπουν στις ισραηλινές δυνάμεις να επιβλέπουν το βόρειο τμήμα του Λιβάνου και να εμποδίζουν τη Χεζμπολάχ να χρησιμοποιήσει αυτά τα σημεία για να κατασκοπεύσει το Ισραήλ. Κατανέμονται κατά μήκος των 120 χιλιομέτρων των συνόρων Ισραήλ-Λιβάνου, από τη Μεσόγειο μέχρι την περιοχή βόρεια της Μετούλα, της βορειότερης κοινότητας του Ισραήλ. Υπάρχει μια θέση σε λόφο απέναντι από τη Μετούλα, ενώ οι άλλες τέσσερεις βρίσκονται βόρεια των ισραηλινών συνοριακών κοινοτήτων Σλόμι, Ζαρίτ, Αβιβίμ και Μαργκαλιότ.

Λιβανέζος στρατιώτης παρακολουθεί τη συνοριακή περιοχή με τη βόρεια ισραηλινή πόλη Μετούλα, στις 8 Οκτωβρίου 2023. (Mahmoud Zayyat/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Τσοντόφ επεσήμανε ότι το έδαφος του βόρειου Ισραήλ και του νότιου Λιβάνου αποτελεί ένα ενιαίο ορεινό σύμπλεγμα, το οποίο ανυψώνεται σταδιακά προς τον βορρά. Τόνισε επίσης ότι ούτε τα σύνορα Ισραήλ-Λιβάνου που χαράχθηκαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ούτε η Γαλάζια Γραμμή λαμβάνουν υπόψη την τοπογραφία της περιοχής. Τα υψώματα που ελέγχει ο IDF επιτρέπουν την προστασία των βόρειων κοινοτήτων του Ισραήλ, οι οποίες περιβάλλονται από υψηλότερους λόφους και βουνά στα βόρεια.

Του Dan M. Berger

Με πληροφορίες από το Associated Press και το Reuters

Ζελένσκι και Ρούμπιο στη Σαουδική Αραβία – Κρίσιμες συνομιλίες για τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο δηλώνει ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν να κατανοήσουν τη θέση της Ουκρανίας για την επίλυση του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων πιθανών παραχωρήσεων που ενδέχεται να είναι διατεθειμένη να κάνει.

Συνάντηση κορυφής στην Τζέντα

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο έφτασαν στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, εν όψει συνομιλιών υψηλού επιπέδου μεταξύ των αντιπροσωπειών τους με στόχο τον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Ο Ζελένσκι ανέφερε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι συναντήθηκε με τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν τη Δευτέρα για να συζητήσουν «διμερή ζητήματα και τη συνεργασία με άλλους εταίρους».

Ο Ουκρανός ηγέτης δήλωσε ότι είχαν μια «λεπτομερή συζήτηση» σχετικά με τα βήματα και τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επίλυση του πολέμου και την επίτευξη διαρκούς ειρήνης. Τόνισε ότι η Σαουδική Αραβία διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στη διευκόλυνση της διπλωματίας.

«Έδωσα ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της απελευθέρωσης των αιχμαλώτων και της επιστροφής των παιδιών μας, που θα μπορούσε να αποτελέσει βασικό βήμα στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης στις διπλωματικές προσπάθειες», δήλωσε ο Ζελένσκι. «Σημαντικό μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στις μορφές των εγγυήσεων ασφαλείας.»

Ο Ζελένσκι ανέφερε ότι η ουκρανική αντιπροσωπεία θα παραμείνει στην Τζέντα για συνομιλίες με Αμερικανούς αξιωματούχους που έχουν προγραμματιστεί για την Τρίτη, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευση της Ουκρανίας για εποικοδομητικό διάλογο με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι αμερικανικές θέσεις

Ο Ρούμπιο και ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Μάικ Γουόλτς επίσης συναντήθηκαν με τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας και τον ευχαρίστησαν για τη φιλοξενία των επικείμενων συνομιλιών για τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας.

Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ Τάμι Μπρους δήλωσε ότι η διμερής συνάντηση επικεντρώθηκε στην απειλή που θέτουν οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης, την κατάσταση στη Συρία και την ανοικοδόμηση στη Γάζα. Ο Ρούμπιο επιβεβαίωσε τη θέση των ΗΠΑ ότι «καμία λύση για την κατάσταση στη Γάζα δεν πρέπει να περιλαμβάνει τη Χαμάς».

Πριν φτάσει στη Σαουδική Αραβία, ο Ρούμπιο δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να κατανοήσουν τη θέση της Ουκρανίας για την επίλυση του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πιθανών παραχωρήσεων που θα μπορούσε να προσφέρει στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

«Αυτό που θέλουμε να μάθουμε είναι εάν ενδιαφέρονται να ξεκινήσουν κάποιου είδους ειρηνευτική συζήτηση και ποιες είναι οι γενικές γραμμές των πραγμάτων που θα μπορούσαν να εξετάσουν, αναγνωρίζοντας ότι ήταν ένας δαπανηρός και αιματηρός πόλεμος για τους Ουκρανούς», δήλωσε ο Ρούμπιο σε στρατιωτικό αεροπλάνο με προορισμό την Τζέντα.

«Έχουν υποφέρει πολύ και ο λαός τους έχει υποφέρει πολύ, και είναι δύσκολο μετά από κάτι τέτοιο να μιλάμε ακόμη και για παραχωρήσεις. Αλλά αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να τελειώσει αυτό και να αποτραπεί περισσότερη ταλαιπωρία», τόνισε.

Ο Ρούμπιο τόνισε ότι οι δύο πλευρές θα πρέπει να καταλήξουν σε κατανόηση προτού μπορέσουν να προχωρήσουν προς μια ειρηνευτική συμφωνία.

«Δεν θα θέσω καμία προϋπόθεση για το τι πρέπει ή χρειάζεται να κάνουν. Νομίζω ότι θέλουμε να ακούσουμε μέχρι πού είναι διατεθειμένοι να φτάσουν και να το συγκρίνουμε με αυτό που θέλουν οι Ρώσοι και στη συνέχεια να δούμε πόσο μακριά είμαστε πραγματικά», είπε.

Η στάση του Τραμπ

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει διακόψει προσωρινά τη στρατιωτική βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Ουκρανία στο πλαίσιο της προώθησης μίας ειρηνευτικής συμφωνίας για τον τερματισμό του πολέμου. Ο διευθυντής της CIA Τζον Ράτκλιφ ανακοίνωσε στις 5 Μαρτίου ότι ο Τραμπ είχε επίσης διατάξει παύση της συνεργασίας στον τομέα των πληροφοριών με την Ουκρανία.

Οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών από αμερικανικούς στρατιωτικούς δορυφόρους, βοηθούσαν την Ουκρανία να παρακολουθεί τις κινήσεις των ρωσικών στρατευμάτων και να επιλέγει στόχους. Ο Ράτκλιφ δήλωσε ότι η παύση «στο στρατιωτικό μέτωπο και στο μέτωπο των πληροφοριών» είναι προσωρινή.

Η αναστολή της βοήθειας ήρθε μετά από μια αποτυχημένη συνάντηση στις 28 Φεβρουαρίου στο Οβάλ Γραφείο σχετικά με τη συμφωνία για τα ορυκτά μεταξύ ΗΠΑ-Ουκρανίας, η οποία έμεινε σε εκκρεμότητα. Η συνάντηση αποσκοπούσε στην υπογραφή της συμφωνίας για αμερικανικές επενδύσεις στην Ουκρανία για την από κοινού ανάπτυξη των τεράστιων πόρων σπάνιων γαιών του έθνους, ως αντάλλαγμα για τη στρατιωτική βοήθεια που παρείχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Μετά τη δημόσια διαφωνία των δύο προέδρων, ο Τραμπ δήλωσε στους δημοσιογράφους στις 9 Μαρτίου ότι πιστεύει ότι οι συνομιλίες αυτής της εβδομάδας μεταξύ των αντιπροσωπειών των ΗΠΑ και της Ουκρανίας για τον τερματισμό της σύγκρουσης με τη Ρωσία θα «σημειώσουν πρόοδο». Όταν ρωτήθηκε αν θα εξέταζε το ενδεχόμενο να τερματίσει την αναστολή της ανταλλαγής πληροφοριών με την Ουκρανία, ο Τραμπ είπε: «Σχεδόν το έχουμε κάνει… Σχεδόν το έχουμε κάνει».

Η Ευρώπη παραμένει εξαρτημένη από τις εξαγωγές αμερικανικών όπλων

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν το μερίδιό τους στο παγκόσμιο εμπόριο όπλων, ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες αύξησαν την εξάρτησή τους από τις εισαγωγές ξένων όπλων την περίοδο 2020-2024, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Διεθνούς Ινστιτούτου Ειρηνευτικών Ερευνών της Στοκχόλμης (SIPRI), που δημοσιεύθηκε στις 10 Μαρτίου.

Σύμφωνα με την έκθεση του SIPRI, οι εισαγωγές όπλων στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 155% μέσα στα τέσσερα αυτά χρόνια. Μεγάλο μέρος αυτής της αλλαγής προέκυψε μετά την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Ως απάντηση στη ρωσική επίθεση, η Ουκρανία αύξησε τις εισαγωγές ξένων όπλων σχεδόν 100 φορές, καταγράφοντας αύξηση 9.627% από το 2020 έως το 2024.

Τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ έχουν καταβάλει προσπάθειες τα τελευταία χρόνια να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες και να ενισχύσουν τη βιομηχανία όπλων της ηπείρου. Ωστόσο, αν η Ευρώπη επιδιώκει να μειώσει την εξάρτησή της από την αμερικανική αμυντική βιομηχανία, θα πρέπει να αναστρέψει μια τάση που τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει ευνοήσει κυρίως τους Αμερικανούς κατασκευαστές όπλων.

Κατά την περίοδο αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν το μερίδιό τους στις παγκόσμιες εξαγωγές όπλων από 35% σε 43%. Αν και η Σαουδική Αραβία παρέμεινε ο μεγαλύτερος μεμονωμένος αποδέκτης των αμερικανικών όπλων, για πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες το μεγαλύτερο μέρος των αμερικανικών εξαγωγών όπλων κατευθύνθηκε προς την Ευρώπη. Συνολικά, οι πωλήσεις αμερικανικών όπλων προς την Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 233% μεταξύ 2020 και 2024, με την Ουκρανία να αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο αποδέκτη αμερικανικών όπλων αυτή την περίοδο.

Ο ανώτερος ερευνητής του SIPRI Πίτερ Βέζεμαν επεσήμανε ότι, αν και τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν λάβει μέτρα για να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις εισαγωγές όπλων και να ενισχύσουν τη βιομηχανία όπλων της ηπείρου, η διατλαντική σχέση προμήθειας όπλων έχει βαθιές ρίζες. Πρόσθεσε ότι οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί, ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ έχουν ακόμα σε παραγγελία σχεδόν 500 μαχητικά αεροσκάφη και πολλά άλλα οπλικά συστήματα από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Γαλλία βρίσκεται στη δεύτερη θέση των παγκόσμιων εξαγωγέων όπλων, αλλά το μερίδιό της στην αγορά παραμένει στο ένα τέταρτο αυτού των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πτώση των ρωσικών εξαγωγών όπλων

Πριν από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία το 2022, η Ρωσία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο. Έκτοτε, έχει χάσει σημαντικούς πελάτες, ενώ η ρωσική αμυντική βιομηχανία έχει αναγκαστεί να αφιερώνει μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της στην υποστήριξη των ρωσικών στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με την ανάλυση του SIPRI σχετικά με τις τετραετείς τάσεις στις πωλήσεις όπλων που έληξαν το 2021 – τον τελευταίο πλήρη χρόνο πριν από τη ρωσική εισβολή – η Ρωσία είχε συναλλαγές με 45 χώρες. Ωστόσο, τα νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι μεταξύ 2020 και 2024, οι κύριοι πελάτες της μειώθηκαν σε 33.

Ο Βέζεμαν σημείωσε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία επιτάχυνε περαιτέρω την πτώση των ρωσικών εξαγωγών όπλων, καθώς η Ρωσία χρειάζεται περισσότερα όπλα για το μέτωπο, οι εμπορικές κυρώσεις δυσχεραίνουν την παραγωγή και την πώληση όπλων, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ασκούν πιέσεις σε χώρες ώστε να μην αγοράζουν ρωσικά όπλα.

Η πτώση των ρωσικών εξαγωγών είχε ξεκινήσει πριν από την εισβολή του 2022. Σύμφωνα με το SIPRI, οι ρωσικές εξαγωγές όπλων τα έτη 2020 και 2021 ήταν σημαντικά μικρότερες από οποιοδήποτε άλλο έτος των δύο προηγούμενων δεκαετιών. Οι τρεις μεγαλύτεροι πελάτες της Ρωσίας είναι η Ινδία, η Κίνα και το Καζακστάν, οι οποίοι πλέον αντιπροσωπεύουν περίπου τα δύο τρίτα των ρωσικών εξαγωγών όπλων.

Περισσότερο αυτάρκες το Πεκίνο

Η περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού υπήρξε και παραμένει μια σημαντική αγορά για τις πωλήσεις όπλων, με την Ασία και την Ωκεανία να αποτελούν τη μεγαλύτερη εισαγωγική περιοχή. Ωστόσο, η γενική τάση παρουσιάζει πτωτική πορεία. Συνολικά, το ποσοστό των εξαγωγών όπλων προς τα κράτη της περιοχής μειώθηκε από 41% την περίοδο 2015-2019 σε 33% την περίοδο 2020-2024.

Το Ινστιτούτο Διεθνών Ερευνών της Στοκχόλμης (SIPRI) διαπίστωσε ότι η Κίνα υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στη μείωση των πωλήσεων όπλων στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έχει οδηγήσει τη χώρα στη μείωση των εισαγωγών ξένων όπλων κατά 64% από το 2015. Σύμφωνα με ανακοίνωση του SIPRI, η Κίνα βρέθηκε εκτός της δεκάδας των μεγαλύτερων εισαγωγέων όπλων για πρώτη φορά από την περίοδο 1990-1994. Το Ινστιτούτο εκτίμησε ότι οι εισαγωγές όπλων της Κίνας πιθανότατα θα συνεχίσουν να μειώνονται, καθώς βελτιώνονται οι δυνατότητες εγχώριας στρατιωτικής παραγωγής.

Την περίοδο 2015-2019, η Κίνα ήταν ταυτόχρονα ο πέμπτος μεγαλύτερος εισαγωγέας και ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων. Στην τελευταία τετραετή περίοδο αναφοράς, το SIPRI κατέγραψε την Κίνα ως τον 16ο μεγαλύτερο εισαγωγέα ξένων όπλων και τον τέταρτο μεγαλύτερο εξαγωγέα. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων, κατατάχθηκαν επίσης ως ο ένατος μεγαλύτερος εισαγωγέας στην πιο πρόσφατη τετραετία.

Το Πακιστάν αναδείχθηκε ως ο κορυφαίος πελάτης για τις κινεζικές εξαγωγές όπλων, απορροφώντας περίπου το 63% των ξένων μεταφορών όπλων της Κίνας. Η Σερβία και η Ταϊλάνδη κατέλαβαν τη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα, αντιπροσωπεύοντας το 6,8% και το 4,6% των κινεζικών εξαγωγών όπλων. Το SIPRI διαπίστωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπροσώπευαν το 37% των συνολικών πωλήσεων όπλων στην Ασία και την Ωκεανία, ενώ η Ρωσία προμήθευσε το 17% και η Κίνα το 14%.

Παρότι η αυξανόμενη εγχώρια στρατιωτική παραγωγή της Κίνας μειώνει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές ξένων όπλων, το SIPRI αξιολόγησε την άποψη ότι η αντίληψη περί αυξανόμενης κινεζικής απειλής επηρεάζει τις αποφάσεις εξοπλιστικών προμηθειών πολλών κρατών στην Ασία και την Ωκεανία.

Συμφωνία Συρίας-SDF: Ενσωμάτωση κουρδικών θεσμών στο κράτος

Η συριακή προεδρία ανακοίνωσε ότι επετεύχθη συμφωνία με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) για την ενσωμάτωση των πολιτικών και στρατιωτικών θεσμών της κουρδικής αυτόνομης διοίκησης στις κρατικές δομές της Συρίας.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η συμφωνία, που υπογράφεται από τον μεταβατικό πρόεδρο της Συρίας Άχμεντ αλ Σάρα και τον στρατιωτικό διοικητή των SDF Μαζλούμ Άμπντι, προβλέπει ότι το συριακό κράτος θα αναλάβει τον έλεγχο των συνόρων, των αεροδρομίων και των ενεργειακών εγκαταστάσεων στη βορειοανατολική Συρία.

Οι SDF, που υποστηρίζονταν από τις ΗΠΑ και διατηρούσαν έλεγχο σε μεγάλο μέρος των περιοχών αυτών, συμφώνησαν να υποστηρίξουν τη νέα κυβέρνηση στην αντιμετώπιση των υπολειμμάτων του προηγούμενου καθεστώτος, καθώς και κάθε απειλής για την ασφάλεια και την ενότητα της χώρας. Η εφαρμογή της συμφωνίας αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους.

Μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ τον Δεκέμβριο από ισλαμιστικές δυνάμεις που υποστηρίζονταν από την Τουρκία, υπήρξαν συγκρούσεις μεταξύ των SDF και των φιλοτουρκικών οργανώσεων. Η Άγκυρα θεωρεί τις SDF και την κουρδική πολιτοφυλακή YPG παρακλάδι του PKK και τις χαρακτηρίζει «τρομοκρατικές οργανώσεις», αν και οι ΗΠΑ και οι δυτικοί σύμμαχοί τους δεν συμμερίζονται αυτή την άποψη.

Η Δαμασκός επιδίωκε να εντάξει τις SDF στις νέες συριακές δυνάμεις ασφαλείας, ενώ ο Άμπντι είχε ζητήσει την ενσωμάτωσή τους ως ενιαίο σώμα στο υπουργείο Άμυνας, πρόταση που απορρίφθηκε από την κυβέρνηση.

Στο κείμενο της συμφωνίας τονίζεται ότι «η κουρδική κοινότητα αποτελεί βασικό στοιχείο του συριακού κράτους» και της διασφαλίζονται πλήρη συνταγματικά δικαιώματα, ενώ απορρίπτεται κάθε προσπάθεια διαμελισμού της χώρας ή προώθησης εθνοτικών εντάσεων.

Η αυτόνομη κουρδική διοίκηση ελέγχει σημαντικές εκτάσεις στη βόρεια και ανατολική Συρία, πλούσιες σε ενεργειακούς και αγροτικούς πόρους, κρίσιμης σημασίας για τη νέα κυβέρνηση. Οι SDF είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εκδίωξη του Ισλαμικού Κράτους το 2019.

Σύμφωνα με τον ερευνητή Φαμπρίς Μπαλάνς, το 60% του πληθυσμού των περιοχών αυτών είναι Άραβες. Επί καθεστώτος Άσαντ, οι Κούρδοι είχαν περιορισμένα δικαιώματα και πολλοί δεν είχαν καν συριακή υπηκοότητα. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου, δημιούργησαν δική τους διοίκηση με εκπαιδευτικούς, κοινωνικούς και στρατιωτικούς θεσμούς.

Αφού ανέλαβαν την εξουσία οι νέες αρχές τον Δεκέμβριο, οι Κούρδοι θεώρησαν ότι υπήρχε μια σημαντική ευκαιρία για την οικοδόμηση μιας νέας Συρίας, η οποία θα διασφάλιζε τα δικαιώματα όλων των πολιτών της, ανεξαρτήτως εθνικής ή θρησκευτικής ταυτότητας. Οι Κούρδοι, έχοντας διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας και στη σταθεροποίηση της βόρειας Συρίας, πίστευαν ότι θα είχαν λόγο στη διαδικασία πολιτικής μετάβασης.

Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. Παρά τις ελπίδες τους, οι Κούρδοι αποκλείστηκαν από τον «εθνικό διάλογο», την πρωτοβουλία που στόχευε στη χάραξη των βασικών γραμμών για το μέλλον της χώρας. Ο αποκλεισμός αυτός αποτέλεσε σημαντικό πλήγμα για τις φιλοδοξίες τους, καθώς σήμαινε ότι δεν θα είχαν θεσμικό ρόλο στη διαμόρφωση της μεταπολεμικής Συρίας.

Ο αποκλεισμός των Κούρδων από τις συνομιλίες πιθανότατα οφείλεται σε διάφορους πολιτικούς και γεωπολιτικούς λόγους. Αφενός, η τουρκική επιρροή στις εξελίξεις της Συρίας αποτελεί βασικό εμπόδιο για την ενσωμάτωσή τους στις διαπραγματεύσεις, δεδομένης της μακροχρόνιας αντιπαράθεσης της Άγκυρας με τις κουρδικές οργανώσεις. Αφετέρου, το καθεστώς της Δαμασκού εξακολουθεί να διατηρεί μια επιφυλακτική στάση απέναντι στις αυτόνομες κουρδικές διοικήσεις, θεωρώντας τις ως απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας.

Η απουσία των Κούρδων από τον εθνικό διάλογο δημιουργεί ανησυχίες για το μέλλον της Συρίας, καθώς αποκλείει μια σημαντική συνιστώσα της κοινωνίας από τη λήψη αποφάσεων. Η διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας απαιτεί έναν πραγματικά περιεκτικό διάλογο, όπου όλες οι εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες θα έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν ισότιμα στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού συστήματος της χώρας. Επομένως, η διεθνής κοινότητα καλείται να διαδραματίσει έναν πιο ενεργό ρόλο, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η πολιτική μετάβαση στη Συρία δεν θα αποκλείσει καμία ομάδα που έχει συμβάλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση του σημερινού τοπίου.

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ