Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, παρά τις επίσημες δηλώσεις περί ικανοποιητικής προόδου.Η Ελλάδα έχει μπροστά της δώδεκα μήνες για να ολοκληρώσει 194 ορόσημα που απομένουν από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, προκειμένου να εξασφαλίσει το σύνολο των διαθέσιμων πόρων.
Aπορρόφηση κονδυλίων για το 2024-2025
Παρά το μεγάλο ύψος χρηματοδότησης που έχει διασφαλίσει, η Ελλάδα εμφανίζει χαμηλή απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης στα τέλη του 2024 και τις αρχές του 2025. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που συζητήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η χώρα μας είχε χρησιμοποιήσει μόλις το 21,5% των διαθέσιμων κονδυλίων (περίπου €7,8 δισ. από το συνολικό πακέτο των €36,6 δισ.). Με βάση αυτά τα ποσοστά, η Ελλάδα κατατάσσεται 21η μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ ως προς τη χρήση των πόρων του Ταμείου. Η εικόνα αυτή υποδηλώνει σημαντική καθυστέρηση στη διοχέτευση των ευρωπαϊκών κονδυλίων στην πραγματική οικονομία.
Πράγματι, από τα περίπου €18,2 δισ. που είχαν εισρεύσει στην Ελλάδα μέχρι το τέλος του 2024, λιγότερα από €7,1 δισ. είχαν φτάσει στους τελικούς δικαιούχους – δηλαδή κονδύλια που όντως πληρώθηκαν σε έργα, επιχειρήσεις ή νοικοκυριά. Τα υπόλοιπα παρέμεναν αδιάθετα σε λογαριασμούς του κράτους, με αποτέλεσμα η πραγματική απορρόφηση των ευρωπαϊκών χρημάτων να περιορίζεται περίπου στο 20%. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη του ΜΑΑ, η αξιοποίηση των πόρων δεν φτάνει ούτε το 1/4 του συνολικού ποσού που δικαιούται η χώρα. Αυτό υποδηλώνει μια ανησυχητική υστέρηση, δεδομένου ότι ο χρόνος υλοποίησης του Ταμείου τελειώνει σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση αναφέρει πιο αισιόδοξα στοιχεία όσον αφορά τις εκταμιεύσεις από πλευράς ΕΕ: Ήδη από τον Απρίλιο-Μάιο 2025, μετά και την πέμπτη αίτηση πληρωμής, η Ελλάδα είχε λάβει αθροιστικά €21,3 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 59% του συνολικού προϋπολογισμού του «Ελλάδα 2.0». Αυτό την τοποθετεί (με όρους χρηματοδότησης που έχει εκταμιευθεί προς τη χώρα) πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και θεωρητικά σε τροχιά ικανοποιητικής απορρόφησης στα χαρτιά. Ωστόσο, η ψαλίδα ανάμεσα σε αυτά τα εκταμιευμένα κονδύλια και στα ποσά που έχουν όντως δαπανηθεί σε έργα υποδηλώνει την ύπαρξη σημαντικής καθυστέρησης στη μετάφραση των κονδυλίων σε πραγματικές επενδύσεις. Με άλλα λόγια, ενώ η Ελλάδα έχει καταφέρει να εξασφαλίσει πάνω από τα μισά διαθέσιμα χρήματα από την Κομισιόν, η διοχέτευσή τους στην οικονομία παραμένει το μεγάλο ζητούμενο.
Η δράση του Ταμείου στην Ελλάδα, από την ίδρυσή του έως σήμερα
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δημιουργήθηκε το 2020 ως μέρος του προγράμματος NextGenerationEU, με συνολικό προϋπολογισμό 750 δισεκατομμύρια ευρώ για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Το πρόγραμμα αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας COVID-19 και στην προώθηση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Το ελληνικό Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» εγκρίθηκε στις 13 Ιουλίου 2021 από το Συμβούλιο Οικονομικών Δημοσιονομικών Θεμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ecofin). Το σχέδιο περιλαμβάνει 105 επενδύσεις και 75 μεταρρυθμίσεις, κατανεμημένες σε τέσσερις βασικούς πυλώνες: Πράσινη Μετάβαση, Ψηφιακή Μετάβαση, Απασχόληση-Δεξιότητες-Κοινωνική Συνοχή, και Ιδιωτικές Επενδύσεις και Μετασχηματισμό της Οικονομίας.
Το συνολικό ποσό που δικαιούται η Ελλάδα ανέρχεται σε 35,95 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων 18,22 δισεκατομμύρια ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και 17,73 δισεκατομμύρια ευρώ δάνεια. Αρχικά, το ποσό είχε εκτιμηθεί σε 31,16 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά αυξήθηκε μετά από αναθεωρήσεις του σχεδίου.
Η πρώτη εκταμίευση προκαταβολής ύψους 3,96 δισεκατομμυρίων ευρώ πραγματοποιήθηκε στις 9 Αυγούστου 2021. Ακολούθησε η πρώτη κανονική πληρωμή ύψους 3,6 δισεκατομμυρίων ευρώ στις 8 Απριλίου 2022, καθιστώντας την Ελλάδα την τρίτη χώρα της ΕΕ που έλαβε την πρώτη δόση από το Ταμείο.
Η δεύτερη δόση ύψους 3,57 δισεκατομμυρίων ευρώ εκταμιεύθηκε στις αρχές του 2023, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση 28 οροσήμων. Μέχρι τον Μάιο του 2025, η συνολική εκταμίευση είχε φτάσει τα 21,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το έκτο αίτημα εκταμίευσης ύψους 2,1 δισεκατομμυρίων ευρώ υποβλήθηκε τον Ιούλιο του 2025. Με την έγκρισή του, οι συνολικές εκταμιεύσεις θα ανέλθουν σε 23,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσοστό 65% των συνολικών πόρων.

Το Ταμείο Ανάκαμψης ολοκληρώνεται οριστικά τον Αύγουστο του 2026, με την τελευταία προθεσμία για την εκπλήρωση όλων των μέτρων να είναι στις 31 Αυγούστου 2026. Οι τελευταίες πληρωμές θα πρέπει να πραγματοποιηθούν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2026.
Η Ελλάδα έχει μπροστά της δώδεκα μήνες για να ολοκληρώσει 194 ορόσημα που απομένουν από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, προκειμένου να εξασφαλίσει το σύνολο των διαθέσιμων πόρων. Απομένουν 8 δισεκατομμύρια ευρώ προς απορρόφηση έως τον Αύγουστο του 2026.
Οι μεγαλύτεροι δικαιούχοι: Εταιρείες και οργανισμοί
Η ανάλυση της κατανομής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης αποκαλύπτει ότι οι εκατό μεγαλύτεροι τελικοί αποδέκτες μοιράζονται περίπου 16,45 δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, το 86% κατευθύνεται σε φορείς του Δημοσίου και ειδικά σε υπουργεία, ενώ τα υπόλοιπα περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν κατευθυνθεί σε σαράντα μια επιχειρήσεις.

Στην κορυφή των ιδιωτικών δικαιούχων βρίσκεται ο ΔΕΔΔΗΕ με χρηματοδοτήσεις 437,4 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση των δικτύων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Ακολουθεί ο ΑΔΜΗΕ με 303,1 εκατομμύρια ευρώ για την ηλεκτρική διασύνδεση των νησιών.
Η ΔΕΗ Οπτικές Επικοινωνίες (FiberGrid) έχει λάβει δάνειο 290,9 εκατομμυρίων ευρώ για το πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύου οπτικών ινών. Η Olympic Εμπορικές και Τουριστικές Επιχειρήσεις (Avis) έχει εγκριθεί για χρηματοδότηση 269,3 εκατομμυρίων ευρώ για την ανανέωση του στόλου οχημάτων.
Άλλοι σημαντικοί δικαιούχοι περιλαμβάνουν τη μητρική ΔΕΗ με 204 εκατομμύρια ευρώ, την Ελληνικός Χρυσός με 200 εκατομμύρια ευρώ για το επενδυτικό πρόγραμμα στα μεταλλεία της Χαλκιδικής, και την Ιδέα Φως ΜΑΕ με 174,9 εκατομμύρια ευρώ για την ανάπτυξη ΑΠΕ.
Κατανομή ανά υπουργεία και τομείς

Όσον αφορά τη δημόσια διοίκηση, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει λάβει τη μερίδα του λέοντος με χρηματοδότηση 1,81 δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία αφορά προγράμματα όπως το «Εξοικονομώ Κατ’ Οίκον» και τα συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Ακολουθεί το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης με 1,60 δισεκατομμύρια ευρώ για έργα ψηφιακού μετασχηματισμού δημόσιων υπηρεσιών και ΔΕΚΟ. Το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών έχει λάβει 1,50 δισεκατομμύρια ευρώ για τη χρηματοδότηση έργων και υποδομών, όπως ο Αυτοκινητόδρομος Κεντρικής Ελλάδας Ε-65, ο ΒΟΑΚ, και έργα για την αναβάθμιση των περιφερειακών αεροδρομίων.
Το υπουργείο Υγείας έπεται με 884,2 εκατομμύρια ευρώ για την αναβάθμιση του ΕΣΥ, ενώ το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας έχει λάβει 558 εκατομμύρια ευρώ.
Σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες
Η περίπτωση της Ελλάδας δεν είναι μοναδική, καθώς πολλά κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην υλοποίηση των σχεδίων ανάκαμψης. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών ως προς τον ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων. Τα τελευταία συγκριτικά στοιχεία (έως τις αρχές του 2025) δείχνουν ότι ορισμένες μεγάλες οικονομίες έχουν προχωρήσει ταχύτερα στην αξιοποίηση των πόρων, ενώ άλλες υστερούν σημαντικά. Ο παρακάτω πίνακας συνοψίζει τα ποσοστά εκταμίευσης των κονδυλίων RRF (επιχορηγήσεων και δανείων) για επιλεγμένες χώρες έως το τέλος του 2024, σε σύγκριση με το συνολικό ποσό που τους αναλογεί:
Χώρα Εκταμιεύσεις RRF έως τέλη 2024 (% του συνολικού ποσού):
Γαλλία: ~76,6%
Γερμανία: ~65,2%
Ιταλία: ~62,8%
Ελλάδα: ~50% (εκταμιεύσεις από ΕΕ) · ~21% πραγματική απορρόφηση
Αυστρία: ~30,1%
Ολλανδία: <25%
Βουλγαρία: <25%
Ουγγαρία: ~8,8%
Σουηδία: 0%
(Πηγή: Eurostat/Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στοιχεία εκταμιεύσεων 2020-2024)
Όπως φαίνεται, χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία είναι πρωτοπόρες, έχοντας λάβει το 60-75% των προβλεπόμενων κονδυλίων τους ήδη από τα τέλη του 2024 . Αντίθετα, μια ομάδα χωρών εμφανίζεται ουραγός: η Αυστρία είχε απορροφήσει μόλις ~30%, ενώ Ολλανδία και Βουλγαρία δεν είχαν φτάσει ούτε το 1/4 των κονδυλίων τους ως το τέλος 2024. Περιπτώσεις ειδικές αποτελούν η Ουγγαρία (που λόγω εκκρεμοτήτων σχετικά με το κράτος δικαίου είχε περιοριστεί στην αρχική προχρηματοδότηση, μόλις ~8,8% ) και η Σουηδία (καθυστέρησε να υποβάλει αίτημα πληρωμής, με αποτέλεσμα μηδενικές εκταμιεύσεις έως το 2024 ).
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα εμφανίζει μια μικτή εικόνα. Με κριτήριο τις πληρωμές από την ΕΕ (εκταμιεύσεις), βρισκόταν περίπου στη μέση προς ανώτερη θέση – 9η μεταξύ 27 χωρών στις εισροές, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής στις αρχές Ιανουαρίου 2025 . Αυτό οφείλεται στο ότι η Ελλάδα υπέβαλε διαδοχικά αιτήματα πληρωμής και πέτυχε την εκταμίευση μεγάλων ποσών σε σύντομο διάστημα. Μάλιστα, η Γαλλία (με μικρότερο σχετικά συνολικό πακέτο) είχε λάβει ταχύτερα σχεδόν το 76,6% των κονδυλίων της, ενώ η Ελλάδα βρισκόταν περίπου στο 50% εκταμιεύσεων. Ωστόσο, όπως αναλύθηκε, όταν εξετάζεται η πραγματική αξιοποίηση (δηλαδή τα χρήματα που έχουν φτάσει στην οικονομία), η Ελλάδα υστερεί σημαντικά – κοντά στο 20-22% – γεγονός που την τοποθετεί στις τελευταίες θέσεις υπό αυτό το πρίσμα .
Προκλήσεις και κρίσιμα ζητήματα
Παρά τα επίσημα νούμερα, η πραγματικότητα παρουσιάζει ανησυχητικές διαστάσεις. Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου ΕΝΑ, το ύψος των πόρων που «λιμνάζουν» και δεν έχουν ενεργοποιηθεί μέσω δράσεων και προγραμμάτων ανέρχεται σε 4,1 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι λογιστικές πληρωμές, οι οποίες αφορούν απλές ενδιάμεσες μεταφορές χρημάτων χωρίς επίπτωση στην πραγματική οικονομία, ανέρχονται σε 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το χαμηλό ποσοστό πραγματικής αξιοποίησης των πόρων (28,16% για το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0») αποτελεί σημαντική πρόκληση. Η κατάσταση επιδεινώνεται από το γεγονός ότι η Κομισιόν δεν έδωσε παράταση μετά το 2026 για τα έργα που συνδέονται με το Ταμείο.
Η κυβέρνηση ετοιμάζει το μεγαλύτερο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων των τελευταίων 16 ετών για το 2026, με συνολικό προϋπολογισμό 16,7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Από αυτά, 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν για έργα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η μετάβαση στη «μετα-Ταμείο Ανάκαμψης» εποχή προβλέπεται να αντισταθμιστεί μέσω της αξιοποίησης νέων ευρωπαϊκών ταμείων, όπως το Κοινωνικό Κλιματικό, Εκσυγχρονισμού και Απανθρακοποίησης Νήσων, συνολικού ύψους άνω των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Ελλάδα.







