Η Σταυρούλα Μαυρογένη, καθηγήτρια του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης του Ιδρύματος Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, είναι η συγγραφέας του βιβλίου “Τέχνη και Ιδεολογία στη Νεότερη Σερβία” (εκδ. Πανεπιστημίου Μακεδονίας 2022), το οποίο εξετάζει το πώς η σερβική ζωγραφική γεννήθηκε και εξελίχθηκε παράλληλα με τη δόμηση της σερβικής συνείδησης.
«Το βιβλίο παρακολουθεί τη σερβική τέχνη από το τέλος του 17ου αιώνα, από τη Μεγάλη Σερβική Μετανάστευση, τη διάλυση της Αυστροουγγαρίας, τη δημιουργία του βασιλείου Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων και περιλαμβάνει εισαγωγικό σημείωμα για το τι σημαίνει σερβικό μεσαιωνικό κράτος και πού βρισκόταν η τέχνη την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ήταν εκκλησιαστική, όπως σε όλα τα Βαλκάνια, και τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν ακολούθησε την Αναγέννηση. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην παράδοση (δυναστική και εκκλησιαστική) και αναδρομή στα εικαστικά ρεύματα (κλασικισμό, ρομαντισμό, ρεαλισμό, ακαδημαϊκό ρεαλισμό και ιμπρεσιονισμό) τα οποία αναπτύχθηκαν στη δυτική Ευρώπη και με καθυστέρηση στη νεότερη Σερβία», σημείωσε η συγγραφέας.
«Μόλις ιδρύθηκε το μικρό, αυτόνομο κράτος της Σερβίας, μετά τις σερβικές επαναστάσεις, το κράτος στέλνει τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τη ζωγραφική στο Μόναχο και στη Βιέννη. Οι Σέρβοι ζωγράφοι διδάσκονται τις βασικές αρχές της τέχνης στις Ακαδημίες του Μονάχου και της Βιέννης. Από τους Βαυαρούς ζωγράφους διδάχθηκαν πώς να χρησιμοποιούν ως εργαλείο την τέχνη για να δομήσουν την εθνική συνείδηση», υπογράμμισε η κ. Μαυρογένη.
Καθώς οι εκκλησίες ήταν οι πρώτοι εκθεσιακοί χώροι, στους οποίους παρουσιάζονταν έργα ζωγραφικής με ιστορικό περιεχόμενο, οι ναοί και οι μονές μετατράπηκαν σε κυρίαρχο φορέα διάδοσης μηνυμάτων μέσω των εικόνων και η εικονογράφησή τους ξέφυγε από το στενό εκκλησιαστικό πλαίσιο, σύμφωνα με τη συγγραφέα του βιβλίου.
Στο πρώτο χρονικό διάστημα, οι Σέρβοι ζωγράφοι έδωσαν «κοσμική υπόσταση» στους πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες των μεσαιωνικών βασιλείων και για να καταδείξουν το «χρυσό παρελθόν» απεικόνισαν πράξεις θεμελίωσης του κράτους, όπως οι εξεγέρσεις στις αρχές του 19ου αιώνα και η Μεγάλη Μετανάστευση. Ένα άλλο στοιχείο, το οποίο αναδεικνύει στο βιβλίο της η Σταυρούλα Μαυρογένη, είναι ότι οι Σέρβοι ζωγράφοι δίνουν σημασία στον θρησκευτικό προσδιορισμό του έθνους και στον ρόλο του κλήρου, ο οποίος δίνει τις ευλογίες του στις εξεγέρσεις του 19ου αιώνα.
Οι Σέρβοι καλλιτέχνες ανακάλυπταν το παρελθόν, αντλούσαν τα θέματά τους από αυτό και τα νοηματοδοτούσαν εκ νέου. Πρόβαλλαν πτυχές της καθημερινότητας του νέου σερβικού κράτους (π.χ. “Ο Στολισμός της Νύφης” του Πάγια Γιοβάνοβιτς) και της ιστορίας τους. Επηρεασμένοι από τον κλασικισμό, παρουσίαζαν ποιος είναι ο Σέρβος, ποια είναι η πατρίδα του, πού κατοικεί, ποιο κράτος διεκδικεί και όλα τα έργα είτε πορτρέτα ή τοπία έχουν στοιχεία δυτικής τέχνης, ανέφερε η κ. Μαυρογένη.
Με τα έργα τους υπογράμμιζαν ακόμη την καταπίεση των Οθωμανών πάνω στο σερβικό λαό και τις πράξεις αντίστασης στον κατακτητή, όπως για παράδειγμα ο Πάβλε Σίμιτς στα έργα του «Ο Μπίρτσανιν Ίλιγια πληρώνει φόρο στους Τούρκους και «Χατζή Ρούβιμ και Χατζή Τζιέρα» και την ιδεολογία των «αλύτρωτων πατρίδων» (π.χ. “Η κόρη του Κοσσυφοπεδίου” του Ούρος Πρέντιτς).
«Η Νάντεζντα Πέτροβιτς (1879-1915) στο έργο της “Μονή Γκρατσάνιτσα” αναδεικνύει τον τόπο μαρτυρίου και την ηρωική γη των Σέρβων, μεταφέροντας εκτός από την απεικόνιση του θρησκευτικού μνημείου και ιδεολογικά μηνύματα», τόνισε η κ. Μαυρογένη προσθέτοντας ότι «όλα αυτά τα έργα έχουν να κάνουν με το πώς διαμορφώνεται η κοινή γνώμη στη Σερβία, “ποιοι είναι οι Σέρβοι, πόσο ένδοξοι είναι, ποιες είναι οι χαμένες πατρίδες τους”».
«Δίνουν τα στοιχεία του σερβικού λαού, ενός δυνατού λαού, ο οποίος ξεριζώθηκε από έναν τόπο, από το Κόσοβο. Υπάρχουν “αλύτρωτες περιοχές”, υπάρχουν αδερφοί Σέρβοι έξω από τα όρια του νέου σερβικού κράτους και περιμένουν την απελευθέρωση. Έτσι στήνεται όλη η σκέψη της “μεγάλης σερβικής ιδέας” κατά τις αρχές του 20ου αιώνα» συμπλήρωσε.
Είναι χαρακτηριστικό το ανέκδοτο για τον πίνακα του Πάβλε “Πάγια” Γιοβάνοβιτς (1859-1957), εκπροσώπου του κινήματος του ακαδημαϊκού ρεαλισμού, με τίτλο «Herzog Ferry IV führt Elisabeth von Habsburg heim», που ζωγράφισε το 1901 για τη Διεθνή Έκθεση Τέχνης του Μονάχου, στο Γυάλινο Παλάτι (Glaspalast) και ο οποίος αναπαριστούσε τον γάμο του Φρειδερίκου Γ’ της Λωραίνης με την Ελισσάβετ των Αψβούργων το 1307. Στον πίνακα, η κεντρική σκηνή εξελίσσεται στη μεσαιωνική Γαλλία, ο αυτοκράτορας είναι ανάλογα ενδεδυμένος, η αυτοκράτειρα φορά νυφικό πέπλο και η απεικόνιση του ιπποκόμου και των ιπποτών που ακολουθούν την πομπή είναι δυτικότροπη.
Μετά το πέρας της έκθεσης, ο πίνακας παρέμεινε στην κατοχή του καλλιτέχνη. Το 1904, θέλησε να τον παρουσιάσει στην Πρώτη Γιουγκοσλαβική Έκθεση Τέχνης στο Βελιγράδι, με αφορμή την εκατονταετηρίδα της Α’ Σερβικής Εξέγερσης και την ενθρόνιση του Πέταρ Καραγιώργιεβιτς ως βασιλιά της Σερβίας. Για να τον εντάξει θεματικά, αποφάσισε να κάνει κάποιες “μικροπαρεμβάσεις”, παρουσιάζοντας τελικά ένα άλλο ιστορικό γεγονός!
Συκγεκριμένα, αν και διατήρησε το χρονικό πλαίσιο του γάμου στον Μεσαίωνα, τον μετέφερε από τη Λωραίνη στη Σερβία της εποχής της δυναστείας των Νεμανιδών. Σε αυτό τον βοήθησαν οι στίχοι λαϊκού επικού ποιήματος για τον γάμο του αυτοκράτορα Δουσάνου. Έτσι, το έργο μετονομάστηκε «Ο γάμος του Αυτοκράτορα Δουσάνου» και επήλθε και μια απαραίτητη αλλαγή: οι θυρεοί των οικογενειών του Φρειδερίκου Γ’ και της Ελισσάβετ των Αψβούργων αντικαταστάθηκαν από εκείνους της σερβικής δυναστείας των Νεμανιδών και του βουλγαρικού οίκου Ασέν, καθώς ο πίνακας περιέγραφε πλέον τον γάμο του αυτοκράτορα Δουσάνου με την Αλεξάνδρα, αδελφή του Βούλγαρου αυτοκράτορα.
«Ο πίνακας κατέληξε να συμβολίζει την ένωση της δυναστείας των Νεμανιδών με τη δυναστεία των Καραγιώργιεβιτς, αλλά και τον διαχρονικό χαρακτήρα του σερβικού βασιλείου και το ένδοξο παρελθόν του», επισημαίνει η κ. Μαυρογένη.
Προγενέστερος του Πάγια Γιοβάνοβιτς ήταν ο Ντιμίτριγιε Αβράμοβιτς (1815-1855), κύριος εκπρόσωπος της νεοκλασικιστικής περιόδου, ο οποίος ανέλαβε την εικονογράφηση του καθεδρικού ναού του Βελιγραδίου, αφιερωμένου στον Αρχάγγελο Μιχαήλ και στο σύνθρονό του ζωγράφισε ως κεντρική μορφή τον Στέφανο τον Πρωτόστεπτο, βασιλιά της Σερβίας, γιο του ιδρυτή της δυναστείας των Νεμανιδών, Στέφανου Νεμάνια. Στα δεξιά του είναι η μορφή της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας και στα αριστερά ο αδερφός του, Ράστκο Νέμανιτς, ο Άγιος Σάββας, ιδρυτής της σερβικής εκκλησίας.
Ο Στέβαν Τοντόροβιτς (1832-1926), εκτός από τον πολύ μεγάλο αριθμό πορτρέτων που φιλοτέχνησε, φιλοτέχνησε σημαντικά ιστορικά έργα, όπως τα «Ο Άγιος Σάββας ευλογεί τα Σερβόπουλα» και «Η Συνέλευση στην Πριζρένη», αλλά και ανέλαβε μέρος της αγιογράφησης ορθόδοξων εκκλησιών, όπως τα εικονοστάσια των ναών του Αγίου Νικολάου στο Βελιγράδι και των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στο Γκλόγκοβατς.
Το βιβλίο της κ. Μαυρογένη κάνει ιδιαίτερη μνεία σε ομάδα πορτρέτων και τοπίων Σέρβων καλλιτεχνών που θυμίζουν πάρα πολύ έργα που φιλοτεχνήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στην Ευρώπη. Ο Τζόρτζε Κρστιτς στο έργο «Συνάντηση νεαρού άνδρα με κοπέλα» του 1883 χρησιμοποιεί, όπως και ο Βρυζάκης, το μοτίβο της γυναίκας και του άνδρα με παραδοσιακές στολές. Τα έργα του Τζιούρα Γιάκσιτς (1832-1878) «Το καραούλι» ή «Ξεκούραση μετά τη μάχη» και «Η Επανάσταση του Μαυροβουνίου» ανήκουν επίσης στη συγκεκριμένη ομάδα. Ο Πάβλε Σίμιτς (1818-1876) ζωγράφιζε το έργο «Σερβική Λαϊκή Συνέλευση της 1ης Μαϊου 1848» με θέμα την κήρυξη της αυτονομίας της Σερβικής Βοϊοβοντίνα από τους εκπροσώπους των Σέρβων της Ουγγαρίας και την ανακήρυξη του μητροπολίτη της σε πατριάρχη. Ο πίνακας παραπέμπει στον «Όρκο του Σφαιριστηρίου» του Ζακ Λουί Νταβίντ.
Με τη συγγραφή του βιβλίου «Τέχνη και Ιδεολογία στη Νεότερη Σερβία», η κ. Μαυρογένη επιδιώκει να αναδείξει ότι τα Βαλκάνια είναι μία ιδιόμορφη περιοχή. «Θέλω να δούμε πόσο κοντά είμαστε. Τα Βαλκάνια είναι μια ξεχωριστή περιοχή και έχει έναν εξαιρετικό πολιτισμό, που ναι μεν βασίζεται στη θυματοποίηση του καθενός μας, αλλά έχουμε ένα κοινό παρελθόν, στοιχεία ανάδειξης εξεγέρσεων, ηθών, διαφοροποίησης από τους Οθωμανούς. Πρέπει να καταλάβουμε ότι μας ενώνουν στοιχεία, να εξοικειωθούμε με αυτό που λέγεται Οθωμανική Αυτοκρατορία και ότι όλοι εμείς οι λαοί προσπαθούσαμε να χτίσουμε τον δικό μας εθνικό μύθο, που ωστόσο έμοιαζε πάρα πολύ», τόνισε η Σταυρούλα Μαυρογένη.
(πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)