Τέσσερις Καναδοί πολίτες εκτελέστηκαν στην Κίνα το τελευταίο διάστημα, γεγονός που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την καναδική κυβέρνηση. Η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Μελανί Ζολύ, επιβεβαίωσε τις εκτελέσεις, εκφράζοντας τη βαθιά ανησυχία της Οττάβας και καταδικάζοντας την πρακτική της θανατικής ποινής που εφαρμόζει το Πεκίνο.
Σύμφωνα με την καναδική κυβέρνηση, η Οττάβα είχε απευθύνει επανειλημμένα εκκλήσεις προς το Πεκίνο για επιείκεια, οι οποίες, ωστόσο, δεν εισακούστηκαν. Η κα Ζολύ τόνισε ότι δεν μπορεί να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις υποθέσεις, λόγω αιτημάτων των οικογενειών των εκτελεσθέντων για την προστασία της ιδιωτικής τους ζωής.
Το κινεζικό καθεστώς υπεραμύνθηκε της απόφασής του, δηλώνοντας στην καναδική εφημερίδα Globe & Mailότι και οι τέσσερις Καναδοί είχαν καταδικαστεί για υποθέσεις διακίνησης ναρκωτικών. Σύμφωνα με επιστολή της κινεζικής πρεσβείας, τα εγκλήματα αυτά θεωρούνται ιδιαίτερα σοβαρά και αντιμετωπίζονται με αυστηρές ποινές, στο πλαίσιο μιας πολιτικής «μηδενικής ανοχής» απέναντι στα ναρκωτικά.
Οι αριθμοί που αφορούν τη θανατική ποινή στην Κίνα παραμένουν κρατικό μυστικό. Ωστόσο, οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Διεθνής Αμνηστία, αναφέρουν ότι η Κίνα εκτελεί περισσότερους ανθρώπους από οποιαδήποτε άλλη χώρα παγκοσμίως.
Διπλωματική ένταση μεταξύ Καναδά και Κίνας
Η υπόθεση των εκτελέσεων έρχεται σε μια περίοδο ήδη τεταμένων σχέσεων μεταξύ Καναδά και Κίνας. Οι διπλωματικές εντάσεις ξεκίνησαν το 2018, όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την οικονομική διευθύντρια της Huawei, Μενγκ Ουάνγκζου, κατόπιν αιτήματος των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε απάντηση, το Πεκίνο φυλάκισε δύο Καναδούς πολίτες, τους Μάικλ Κόβριγκ και Μάικλ Σπάβορ, οι οποίοι παρέμειναν υπό κράτηση για πάνω από 1.000 ημέρες.
Αν και οι τρεις αυτοί κρατούμενοι αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι το 2021, η ένταση μεταξύ των δύο χωρών παραμένει. Το Πεκίνο κατηγορεί την Οττάβα ότι ακολουθεί την επιθετική στρατηγική των ΗΠΑ, ενώ ο Καναδάς κατηγορεί την Κίνα για παρεμβάσεις στις εσωτερικές του υποθέσεις.
Η Υπόθεση Σέλενμπεργκ και οι δυτικές αντιδράσεις
Ενδεικτικό της πολιτικοποίησης της κινεζικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με δυτικούς αξιωματούχους, είναι και η υπόθεση του Καναδού Ρόμπερτ Σέλενμπεργκ. Ο Σέλενμπεργκ είχε καταδικαστεί το 2018 για διακίνηση ναρκωτικών σε 15 χρόνια κάθειρξης, όμως μετά τη σύλληψη της Μενγκ, η ποινή του μετατράπηκε σε θανατική καταδίκη. Το 2021, το Ανώτατο Δικαστήριο της Κίνας επικύρωσε την απόφαση. Οι εκτελέσεις των τεσσάρων Καναδών αναζωπύρωσαν τις ανησυχίες για τη μεταχείριση των ξένων κρατουμένων στην Κίνα και τον ρόλο της πολιτικής στις δικαστικές αποφάσεις.
Ο Καναδός βουλευτής Μάικλ Τσονγκ, δήλωσε ότι οι εκτελέσεις αποτελούν ένδειξη ότι το Πεκίνο δεν έχει καμία πρόθεση να βελτιώσει τις σχέσεις του με τον Καναδά. «Η εκτέλεση τεσσάρων Καναδών μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα είναι πρωτοφανής και αποκαλύπτει τη σκληρή και πολιτικοποιημένη φύση του κινεζικού δικαστικού συστήματος», ανέφερε σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα.
Η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω από τα πρόσφατα αντίποινα μεταξύ των δύο χωρών. Πέρυσι, ο Καναδάς επέβαλε δασμούς σε κινεζικά προϊόντα, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα και το αλουμίνιο, ενώ η Κίνα απάντησε με δασμούς σε καναδικά αγροτικά και θαλασσινά προϊόντα. Οι εκτελέσεις ενδέχεται να κλιμακώσουν περαιτέρω τις εντάσεις, με την Οττάβα να αναζητά τρόπους αντίδρασης στην αυξανόμενη επιθετικότητα του Πεκίνου.
Παρότι οι σχέσεις Καναδά-Κίνας έχουν γνωρίσει περιόδους έντασης στο παρελθόν, η τελευταία εξέλιξη σηματοδοτεί ένα νέο, ιδιαίτερα ψυχρό στάδιο στις διπλωματικές επαφές των δύο χωρών.