Το έργο της δυτικής Ευρώπης του 14ου αιώνα, με συγγραφέα τον Δάντη και τίτλο Θεία Κωμωδία, είναι ένα κλασικό βιβλίο που περιγράφει το ταξίδι του μεγάλου ποιητή στον Κάτω Κόσμο, στο Καθαρτήριο και στον Παράδεισο, με πολλές λεπτομέρειες και παραδείγματα επιφανών μορφών της ιστορίας, από την αρχαία Ελληνική έως την τότε σύγχρονή του Ιταλική, δίνοντας στους αναγνώστες γνώσεις για τη λειτουργία του θεϊκού νόμου.
Σε αντίθεση με πολλούς σύγχρονούς του άρχοντες και ιερωμένους, ο Φλωρεντίνος συγγραφέας ήταν ενάρετος, πιστός, και αφοσιωμένος σε έναν αγνό δρόμο, σύμφωνα με αυτά που αναφέρει το βιβλίο. Η Κωμωδία (όπως ήταν ο αρχικός του τίτλος) παρουσιάζει πολλές γνωστές μορφές να βρίσκονται στην κόλαση, κυρίως πολιτικούς και θρησκευτικούς επικεφαλής που με τις κακές πράξεις τους επηρέασαν την κοινωνία μαζικά. Αυτό έγινε αιτία να αποκτήσει ο Δάντης πολλούς ισχυρούς εχθρούς στη μετέπειτα ζωή του, με αποτέλεσμα την εξορία του από την Φλωρεντία, και την περιπλάνησή του στην Ιταλία.
Σαν έργο θεωρείται από τα σημαντικότερα της ιταλικής λογοτεχνίας και είχε βαθύτατη επίδραση στη θεολογία και την ηθική σκέψη της Δύσης, και θεωρείται μέχρι σήμερα κλασικό για τους πιστούς της Καθολικής Εκκλησίας.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: Κόλαση, Καθαρτήριο, Παράδεισος. Μέρη όπως η κόλαση αναφέρονται σε πολλούς πολιτισμούς, ο Δάντης είδε μια χριστιανική κόλαση.
Κόλαση
«Στα μισά του δρόμου της ζωής, βρέθηκα σε δάσος σκοτεινό, γιατί από τον σωστό δρόμο είχα παρεκκλίνει.» Έτσι αρχίζει το Πρώτο Άσμα του βιβλίου, παρουσιάζοντας το όραμα του Δάντη και μιλώντας για την απόκλισή του από τον ενάρετο δρόμο, αφότου έχασε την αγαπημένη του Βεατρίκη και άρχισε να ενδιαφέρεται περισσότερο για διασκεδάσεις και λιγότερο για μελέτη. Μέσα στο όραμά του, ο Δάντης βρίσκει τον αγαπημένο του ποιητή Βιργίλιο, τον προχριστιανικό Ρωμαίο που έγραψε την Αινειάδα, το έπος που περιγράφει το ταξίδι του Αινεία από την Τροία στην Ιταλία, μετά την άλωση της Τροίας, και την ίδρυση του αρχαίου ιταλικού έθνους από αυτόν. Ο Δάντης είναι πολύ χαρούμενος που συναντά και μπορεί να μιλήσει με τον δάσκαλό του, όπως τον αποκαλεί.
Ο Βιργίλιος λέει στον Δάντη ότι αποστολή του, που ο Θεός του έδωσε, είναι να οδηγήσει τον Δάντη στα πεδία από τα οποία είναι πιθανό να περάσουν οι άνθρωποι μετά θάνατον. Και αυτό γίνεται ώστε ο Δάντης να μπορέσει να πει στους ανθρώπους στη γη, στην «κοιλάδα του πόνου», αυτά που είδε.
Με όμορφη, ποιητική αλλά ταυτόχρονα απλή, καθημερινή γλώσσα, με μέτρο και ομοιοκαταληξία, ο Δάντης αρχίζει να εξιστορεί το ταξίδι του στο μεταφυσικό βασίλειο, που τον έκανε γνωστό στην υφήλιο.
Ο ποιητής φτάνει στην είσοδο της κόλασης, που έχει την επιγραφή: «ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ ΠΕΡΝΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗ ΘΛΙΒΕΡΗ ΧΩΡΑ». Ο Βιργίλιος τού λέει ότι τώρα θα πρέπει να αφήσει κάθε φόβο και να βγει από μέσα του η δειλία. Γιατί τώρα θα έβλεπε τις ψυχές που έχουν χάσει κάθε λογική. Ύστερα πιάνοντάς τον απ΄το χέρι, με γελαστό πρόσωπο, τον έβαλε μέσα στον μυστικό κόσμο.
Μετά από μια τρομακτική σκηνή στις όχθες του Αχέροντα, ο Δάντης βλέπει το πρώτο επίπεδο της Κόλασης, που είναι το μόνο που δεν είναι τρομακτικό. Έχει δροσερή χλόη, και όμορφα δάση, και εκεί βρίσκονται οι ενάρετοι μη χριστιανοί. Βλέπει τον Όμηρο, και τους Λατίνους Οράτιο, Οβίδιο και Λουκανό, τον ανιψιό του φιλοσόφου Σενέκα. «Οι ήρεμες όψεις τους δεν έδειχναν ούτε λύπη ούτε χαρά,» γράφει. Είδε επίσης τον Έκτορα, τον Αινεία και τον Καίσαρα «με το βλέμμα αετού» όπως γράφει, που στεκόταν αρματωμένος. Επίσης, τους αρχαίους σοφούς Σωκράτη και Πλάτωνα, Δημόκριτο, Θαλή, Αναξαγόρα, Ευκλείδη και Ιπποκράτη, και άλλους. Μίλησε για λίγο μαζί τους και του είπαν ότι βρίσκονται εκεί επειδή δεν είχαν την τύχη να γνωρίσουν τον Χριστό. Η λάμψη και η ομορφιά του μέρους, όπως περιγράφονται στο ποίημα, μεταφέρουν μια ιδιαίτερη αίσθηση.
Η λάμψη όμως εκεί σταματούσε. Τα επόμενα μέρη ήταν πραγματικά σαν κόλαση. Ο Δάντης περιγράφει την κόλαση σαν μια σειρά επιπέδων, που όσο χαμηλότερα πηγαίνουν τόσο χειρότερα είναι. Το δεύτερο επίπεδο είχε ψυχές που υποδούλωσαν τη λογική στη λαγνεία, και που ο έρωτας τους έφερε τον θάνατο. Ανάμεσά τους ήταν η Κλεοπάτρα της Αιγύπτου, η ωραία Ελένη, ο Πάρις και ο Τριστάνος.
Το τρίτο επίπεδο είχε τους λαίμαργους, που χαλούσαν μέσα στην βροχή. Σε κάθε επίπεδο, ο Δάντης συζητάει με κάποιες ψυχές, πολλές εκ των οποίων από την Ιταλία, που του εξιστορούν τις πράξεις τους και τη ζωή τους.
Στο τέταρτο επίπεδο ήταν οι σπάταλοι και οι φιλάργυροι, που περπατούσαν συνεχώς ο ένας αντίθετα από τον άλλον σε κύκλο, σπρώχνοντας τεράστιες πέτρες και ουρλιάζοντας από τον πόνο. Όταν συναντιούνταν έλεγαν: «Γιατί μαζεύεις;» οι μεν και «γιατί σκορπάς;» οι δε. Μεταξύ των φιλάργυρων βρίσκονταν πολλοί πρώην ιερωμένοι.
«Τώρα μπορείς να δεις παιδί μου τι λίγο αξίζουν τα αγαθά που δίνει στον επάνω κόσμο η Τύχη, που γι΄ αυτά μάχεται το ανθρώπινο γένος. Γιατί όλος ο χρυσός που βρίσκεται κάτω από την Σελήνη και όσος μαζεύτηκε στους αιώνες δεν θα μπορούσε να χαρίσει στιγμής ανάπαυση σε καμία απ΄ αυτές τις δύσμοιρες ψυχές», του λέει ο Βιργίλιος.
Καθώς κατεβαίνουν τα επίπεδα, τόσο βαρύτερο γίνεται το περιβάλλον και τόσο βαρύτερα τα αμαρτήματα. Στο έκτο επίπεδο βρίσκονται οι βίαιοι – και οι προς τον εαυτό τους βίαιοι και προς άλλους – οι υποκριτές, οι κιβδηλοποιοί, οι μαστροποί, οι κλέφτες, οι κόλακες και άλλοι παρόμοιοι. Ο Βιργίλιος αναφέρει κάτι από τα Ηθικά του Αριστοτέλη, ότι είναι τρεις οι αρρώστιες της ψυχής που δεν τις συγχωρεί ο Ουρανός: η ακολασία, η κακία, και η κτηνωδία, σε σειρά βαρύτητας. Γι΄ αυτό και αυτοί σε αυτό το επίπεδο υποφέρουν περισσότερο από τη θεία δικαιοσύνη, όπως λέει ο Βιργίλιος. Και συνέχισαν να κατεβαίνουν, συναντώντας αμαρτήματα όλο και χειρότερα.
Με ακόμα μεγαλύτερο πόνο υπέφεραν οι τύραννοι στο έβδομο επίπεδο, μεταξύ των οποίων και ο τύραννος της Σικελίας Διονύσιος και ο Αττίλας ο Ούννος.
Στο ίδιο επίπεδο, σε χαμηλότερο σημείο, βρίσκονταν αυτοί που έγιναν βίαιοι εναντίον του Θεού, όπως ο Καπανέας, ένας από τους επτά στρατηγούς που πολιόρκησαν τη Θήβα, που καταφρόνησε τον Θεό και δεν έπαυε μέχρι και τότε. Ο Βιργίλιος του είπε πως ακόμα και να μην είχε την πύρινη βροχή σαν τιμωρία, η λύσσα του και μόνο ήταν μαρτύριο όσο κανένα.
Στον όγδοο κύκλο βρίσκονται αρχιερείς και Πάπες που για τα πλούτη ντρόπιασαν τα ιερά. Μεταξύ τους βρίσκεται ο Βονιφάτιος, αλλά και ο Ρωμαίος βασιλιάς Κωνσταντίνος, επειδή έδωσε πολλά χρήματα στον Πάπα.
Στον τελευταίο ένατο κύκλο ήταν οι χειρότεροι προδότες: ο Ιούδας, ο Βρούτος και ο Κάσσιος, μαζί με ίδιον τον διάβολο.
Καθαρτήριο και Παράδεισος
Ο Δάντης στη συνέχεια βγαίνει από την κόλαση, σκαρφαλώνοντας στο σώμα του διαβόλου, και μεταφέρεται στην απέναντι πλευρά του πλανήτη, όπου βρίσκεται το Καθαρτήριο. Αυτό περιγράφεται ως ένα μικρό μέρος πριν τον Παράδεισο, όπου οι ψυχές καθαρίζονται από μικρότερα αμαρτήματα και ευγνωμονούν τον Θεό γιατί βλέπουν ότι πρόκειται να εισέλθουν σύντομα στον Παράδεισο. Σε μια πύλη αυτού του πεδίου στέκεται ένας άγγελος με δύο κλειδιά. Με το σπαθί του χαράσσει στο μέτωπο του Δάντη επτά «Α» που ξεπλένονται ένα προς ένα με κάθε ένα από τα επίπεδα που περνάει. Στο τέλος, ο Δάντης ελαφρύς πλέον μπορεί και πετάει, και τότε κατευθύνεται προς τον Παράδεισο. Ο μέχρι τότε συνοδός του τον αφήνει και τον παραλαμβάνει η Βεατρίκη, κάτοικος ενός επιπέδου του Παραδείσου. Ο Δάντης λέει πως κάθε πλανήτης του ηλιακού συστήματος αντιστοιχεί σε ένα επίπεδο Παραδείσου, με τη θεία χάρη και συμπόνια να είναι μεγαλύτερες όσο τα επίπεδα περνούν. Τα όντα εκεί βρίσκονται πλημμυρισμένα από φως και υμνούν τον Θεό, τραγουδώντας και πετώντας. Το ένατο και τελικό επίπεδο είναι το κοντινότερο στον Θεό και ο Δάντης βλέπει και κατανοεί πολλά, καθώς ρωτά κάποια από αυτά τα όντα που τον προσεγγίζουν.
Σαν βιβλίο, η Θεία Κωμωδία διαβάζεται εύκολα και δίνει έναυσμα για σκέψη και ενδοσκόπηση, καθώς και πολλές γνώσεις για τον αρχαίο κόσμο, με πολλαπλές αναφορές στους θεούς της αρχαίας Ελλάδας και σε προσωπικότητες των αρχαίων ιστοριών. Το όνομα του έργου, Κωμωδία, επίσης έχει βαθύ νόημα.