Νομοθέτες από τουλάχιστον πέντε χώρες δήλωσαν ότι το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς τους πίεσε να μην συμμετάσχουν σε ετήσια σύνοδο κορυφής στην Ταϊβάν που σχετίζεται με την Κίνα.
Οκτώ νομοθέτες από τη Βολιβία, τη Βοσνία, την Κολομβία, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σλοβακία επικοινώνησαν τηλεφωνικά ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με διπλωματικούς αξιωματούχους του κινεζικού καθεστώτος πριν από την αναχώρησή τους για την Ταϊβάν για τη σύνοδο κορυφής του Ιουλίου. Οι αξιωματούχοι αυτοί υπέβαλαν επίσης επείγοντα αιτήματα για συναντήσεις που συγκρούονταν με τα ταξιδιωτικά σχέδια των νομοθέτων.
Οι διοργανωτές της Διακοινοβουλευτικής Συμμαχίας για την Κίνα (Inter-Parliamentary Alliance on China-IPAC), δήλωσαν ότι η κίνηση του Πεκίνου ήταν «μια σαφής προσπάθεια εκφοβισμού και αποτροπής τους από το να ταξιδέψουν» στη σύνοδο.
«Οι ενέργειες της ΛΔΚ [Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας] γύρω από τη Σύνοδο Κορυφής της IPAC αποτελούν ένα ακόμη παράδειγμα των θρασύτατων προσπαθειών της να περιορίσει τα δημοκρατικά προνόμια άλλων εθνών και να αναιρέσει τα δικαιώματα της Ταϊβάν να συμμετάσχει σε νόμιμες διπλωματικές επαφές», ανέφερε η συμμαχία σε ανακοίνωσή της στις 28 Ιουλίου.
Η IPAC ανέφερε ότι ορισμένοι νομοθέτες διαπίστωσαν ότι οι ηγέτες των κομμάτων τους επικοινώνησαν με αξιωματούχους του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) για να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση. Ένας νομοθέτης έλαβε πρόσκληση να επισκεφθεί την Κίνα αντί για την Ταϊβάν.
Η IPAC, που ιδρύθηκε το 2020, είναι μια διεθνής, διακομματική συμμαχία νομοθετών από δημοκρατικές χώρες. Ιδρύθηκε ως απάντηση στην αυξανόμενη απειλή που αποτελεί η Κίνα υπό το ΚΚΚ για το παγκόσμιο εμπόριο, την ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο διευθυντής της IPAC Λουκ ντε Πούλφορντ δήλωσε ότι οι πιέσεις των αξιωματούχων του ΚΚΚ προς τους νομοθέτες ήταν πρωτοφανείς τις τελευταίες ημέρες. Σε προηγούμενες συνεδριάσεις της IPAC σε άλλες τοποθεσίες, Κινέζοι διπλωμάτες συχνά τους προσέγγιζαν μετά την ολοκλήρωση της διάσκεψης. Ωστόσο, στη φετινή διοργάνωση, που φιλοξενήθηκε για πρώτη φορά στην Ταϊβάν, υπήρξε συντονισμένη προσπάθεια από το ΚΚΚ να εμποδίσει τους νομοθέτες να παρευρεθούν.
«Καθώς αυτές οι αλληλεπιδράσεις δεν συνάδουν με τη διεξαγωγή κανονικών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ κυρίαρχων εθνών, τα μέλη της IPAC διατηρούν το δικαίωμα να υποβάλουν επίσημες παραστάσεις και καταγγελίες στα αντίστοιχα υπουργεία Εξωτερικών», ανέφερε η συμμαχία στην ανακοίνωσή της.
Τα μέλη της IPAC καταδικάζουν συχνά το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλα ζητήματα, όπως η υπονόμευση της ελευθερίας του Χονγκ Κονγκ, η έλλειψη διαφάνειας σχετικά με την πανδημία COVID-19 και η στοχοποίηση ομάδων εθνοτικών μειονοτήτων.
Ο κ. Ντε Πούλφορντ κατέφυγε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X στις 28 Ιουλίου για να απαντήσει στην παρέμβαση του ΚΚΚ. Έβαλε επισήμανση στο υπουργείο Εξωτερικών του κινεζικού καθεστώτος, γράφοντας: «Δεν μπορείτε να αποφασίζετε για τα ταξιδιωτικά σχέδια των ξένων πολιτικών. Παρακαλώ αφήστε μας ήσυχους. Ευχαριστούμε».
Ο Κέβιν Βουόνγκ, νομοθέτης από τον Καναδά, ανέφερε σε μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 28 Ιουλίου ότι το ΚΚΚ «συνηθίζει να πετυχαίνει το δρόμο του μέσω εξαναγκασμού και άλλων πράξεων παρέμβασης. Αλλά οι δημοκρατίες αφυπνίζονται για την απειλή».
«Το ΚΚΚ πιστεύει ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει πίεση και εξαναγκασμό για να εμποδίσει τους δημοκρατικά εκλεγμένους νομοθέτες να συγκεντρωθούν», έγραψε η Μίριαμ Μ. Λέξμαν, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 28 Ιουλίου: «Δεν θα πτοηθούμε, ούτε θα κλονιστεί η δέσμευσή μας να συνεργαστούμε με τους εταίρους μας για την υπεράσπιση της ελευθερίας & της δημοκρατίας».
Σύμφωνα με την IPAC, το συνέδριο φιλοξενείται στις 30 Ιουλίου, ενώ στην εκδήλωση συμμετέχουν σχεδόν 50 νομοθέτες από περισσότερες από 20 χώρες, μεταξύ των οποίων ο Καναδάς, η Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η IPAC ανακοίνωσε ότι ως απάντηση στον εκφοβισμό του ΚΚΚ, καλωσορίζει έξι ακόμη χώρες στη συμμαχία: Κολομβία, Ιράκ, Μαλάουι, Νήσοι Σολομώντος, Γκάμπια και Ουρουγουάη.
Το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας έχει εδώ και καιρό στοχοποιήσει την IPAC, επιβάλλοντας κυρώσεις σε ορισμένα μέλη σε αντίποινα για τις κυρώσεις που επέβαλαν σε αξιωματούχους του ΚΚΚ που εμπλέκονται στην καταστολή των Ουιγούρων.
Τον Μάρτιο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (Department of Justice-DOJ) απήγγειλε κατηγορίες σε επτά Κινέζους χάκερς επειδή φέρονται να εμπλέκονται στην υποστηριζόμενη από το κινεζικό κράτος ομάδα χάκερς APT31. Το υπουργείο Δικαιοσύνης τους κατηγόρησε ότι πέρασαν περίπου 14 χρόνια στοχοποιώντας Αμερικανούς και ξένους επικριτές, επιχειρήσεις και νομοθέτες για να προωθήσουν τους στόχους οικονομικής κατασκοπείας και εξωτερικής πληροφόρησης του Πεκίνου.
Αυτοί οι χάκερ φέρονται να έχουν στοχεύσει λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου βουλευτών της IPAC, συμπεριλαμβανομένων όλων των μελών της IPAC στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και 43 κοινοβουλευτικούς λογαριασμούς του Ηνωμένου Βασιλείου, οι περισσότεροι από τους οποίους ανήκαν σε μέλη της IPAC ή σε άτομα που είχαν εκφράσει την άποψή τους κατά του ΚΚΚ.
Ο Γενικός Εισαγγελέας Μέρικ Μπ. Γκάρλαντ δήλωσε τότε: «Η υπόθεση αυτή χρησιμεύει ως υπενθύμιση των άκρων στα οποία είναι πρόθυμη να φτάσει η κινεζική κυβέρνηση για να στοχοποιήσει και να εκφοβίσει τους επικριτές της, συμπεριλαμβανομένης της δρομολόγησης κακόβουλων επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο με στόχο την απειλή της εθνικής ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων μας».
Του Aaron Pan. Το Associated Press συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.