Η 25η Απριλίου είναι μια επέτειος για τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ: η επέτειος της έναρξης της ειρηνικής τους διαμαρτυρίας ενάντια στην καταπίεση που υφίστανται στην Κίνα.
Στις 25 Απριλίου 1999, περίπου 10.000 ασκούμενοι πήγαν στα κεντρικά της κυβέρνησης στο Πεκίνο για να ζητήσουν να σταματήσουν να εμφανίζονται συκοφαντικά δημοσιεύματα κατά της πνευματικής τους άσκησης στα κρατικά ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης, καθώς επίσης και για να αιτηθούν την απελευθέρωση 45 περίπου συνασκούμενων οι οποίοι είχαν συλληφθεί μερικές μέρες νωρίτερα στην Τιένζιν, κοντά στο Πεκίνο.
Το Φάλουν Γκονγκ, γνωστό και ως Φάλουν Ντάφα, ανήκει στη βουδιστική παράδοση και «συνδυάζει τον διαλογισμό και ήπιες σωματικές ασκήσεις (παρόμοιες με της γιόγκα ή του τάι τσι) με μια ηθική φιλοσοφία που στηρίζεται στις αρχές της Αλήθειας, της Καλοσύνης και της Ανεκτικότητας», όπως αναφέρεται στο Κέντρο Πληροφόρησης του Φάλουν Ντάφα.
Σύμφωνα με ένα άρθρο της 10ης Απριλίου τρέχοντος του Τζενγκ Γιαν, στην ιστοσελίδα του Μίνγκχουι, πολλοί είναι αυτοί που δεν έχουν αντιληφθεί ότι η δίωξη του Φάλουν Γκονγκ ξεκίνησε, στην πραγματικότητα, πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα του 1999.
Το άρθρο πρέπει να διαβαστεί καλοπροαίρετα καθώς, όπως αναφέρει και ο καθηγητής Ντέηβιντ Όουνμπυ σε βιβλίο του 2008 για το Φάλουν Γκονγκ των εκδόσεων Oxford University Press, οι αναφορές για τη δίωξη των ασκουμένων που δημοσιεύονται στο Μίνγκχουι είναι σε γενικές γραμμές αξιόπιστες, παρόλο που δεν μπορούν να ελεγχθούν όλες οι λεπτομέρειες. Εντούτοις, ο Όουνμπυ κατάφερε να εξακριβώσει κάποιες από τις ιστορίες, βρίσκοντας και μιλώντας με μάρτυρες.
Παρά τη συκοφαντική εκστρατεία που διεξάγει σε παγκόσμια κλίμακα το ΚΚΚ (Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας) κατά του Φάλουν Γκονγκ, η αναγνώριση της δίωξης που αυτό υφίσταται ολοένα και αυξάνεται.
Σύμφωνα με άρθρο του αυστραλιανού περιοδικού Spectator της 22ας Απριλίου, έγκριτοι οργανισμοί και ειδικοί, όπως «ο ειδικός εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για τα Βασανιστήρια, η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και ερευνητές δημοσιογράφοι σαν τον βραβευμένο με Πούλιτζερ Ίαν Τζόνσον έχουν καταγράψει και τεκμηριώσει τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα».
Αν και οι περισσότεροι άνθρωποι μέσα και έξω από την Κίνα πιστεύουν ότι η δίωξη του Φάλουν Γκονγκ ξεκίνησε εξαιτίας της διαμαρτυρίας των ασκουμένων την 25η Απριλίου στο Πεκίνο, ο Τζενγκ ισχυρίζεται ότι «από το 1996 έως το 1999, χρόνια δηλαδή πριν από το περιστατικό στην Τιένζιν, ο τότε ηγέτης του ΚΚΚ Τζιανγκ Τζεμίν, με τη βοήθεια των Λούο Γκαν και Ζενγκ Τσινγκχόνγκ, είχε ήδη εκτελέσει πολλές κρυφές επιχειρήσεις και επιθέσεις κατά της φήμης του Φάλουν Γκονγκ».
Ο Τζενγκ λέει ότι στις 25 Απριλίου 1999, η αστυνομία του Πεκίνου οδήγησε τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ να «συγκεντρωθούν γύρω από το κεντρικό κυβερνητικό συγκρότημα», κάτι που πιστοποιείται από τα βίντεο που τραβήχτηκαν τότε. Αργότερα, προσθέτει ο Τζενγκ, το καθεστώς κατηγόρησε τους ασκούμενους ότι «‘πολιόρκησαν την κυβέρνηση’ … σαν δικαιολογία για να αρχίσει τη δίωξή τους λίγους μήνες μετά, τον Ιούλιο του 1999».
Στο άρθρο του, ο Τζενγκ επισημαίνει ότι η συγκέντρωση στο Πεκίνο δεν ήταν η αιτία της δίωξης, αλλά μάλλον «ένα συμβάν το οποίο εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση ώστε να δικαιολογήσει τη δίωξη».
Με 70-100 εκατομμύρια ασκούμενους -περισσότερους δηλαδή από τα μέλη του ΚΚΚ τότε- είναι πολύ πιθανό το Φάλουν Γκονγκ να θεωρήθηκε από το καθεστώς απειλητικό και ανταγωνιστικό προς την ηγεμονία του.
Ήδη από το 1994, λέει ο Τζενγκ, η κυβέρνηση άρχισε να κατασκοπεύει τις δράσεις του Φάλουν Γκονγκ με διάφορους τρόπους, ακόμα και με μυστικούς πράκτορες. Παρόλο που η αστυνομία δεν βρήκε κάτι κακό, οι έρευνες συνεχίστηκαν. Μια πρώτη ένδειξη των κυβερνητικών διαθέσεων ήταν ένα δυσφημιστικό άρθρο της «Ημερησίας του Γκουανμίνγκ», κρατικά ελεγχόμενης εφημερίδας, στις 7 Ιουνίου 1996.
Πέντε εβδομάδες μετά τη δημοσίευση του συγκεκριμένου άρθρου, το ΚΚΚ απαγόρευσε την έκδοση και την κυκλοφορία όλων των βιβλίων του Φάλουν Γκονγκ.
«Το Υπουργείο Δημοσίας Τάξης έκανε έρευνες για το Φάλουν Γκονγκ σε όλη την Κίνα, τον Ιανουάριο και τον Ιούλιο του 1997 και προσπάθησε να το χαρακτηρίσει ως αίρεση», γράφει ο Τζενγκ. «Ωστόσο, όχι απλώς απέτυχαν να ανακαλύψουν στοιχεία για να στηρίξουν αυτή την κατηγορία, αλλά πολλοί από τους αξιωματούχους που συμμετείχαν στις έρευνες άρχισαν να ασκούν οι ίδιοι Φάλουν Γκονγκ!»
Έστω και χωρίς στοιχεία, το ΚΚΚ χαρακτήρισε τελικά το Φάλουν Γκονγκ αίρεση τον Ιούλιο του 1998. Σε τέσσερεις επαρχίες, η αστυνομία έλαβε τη διαταγή να αρχίσει τη δίωξη. Έγιναν έφοδοι σε σπίτια ασκουμένων και κατασχέθηκαν τα υπάρχοντά τους.
Μετά από την έκκληση στο Πεκίνο για το περιστατικό στην Τιένζιν και μετά από μια προσπάθεια το πρωί του Τζου Ρονγκτζί να μετριάσει την αντίδραση του ΚΚΚ, οι 45 ασκούμενοι που είχαν συλληφθεί αφέθηκαν ελεύθεροι το ίδιο βράδυ και η συγκέντρωση στο Πεκίνο διαλύθηκε.
Ο Τζιανγκ όμως παρατήρησε τη δύναμη του Φάλουν Γκονγκ και την άμεση κινητοποίηση των οπαδών του. Λίγους μήνες αργότερα το απαγόρευσε ολοκληρωτικά.
Σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφόρησης του Φάλουν Ντάφα, «από τον Ιούλιο του 1999 μέχρι τον Μάρτιο του 2001, 188 άτομα (ασκούμενοι) βασανίστηκαν μέχρι θανάτου στην Κίνα, πολλές εκατοντάδες καταδικάστηκαν σε πολυετή κάθειρξη και περισσότεροι από 50.000 οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, στρατόπεδα εργασίας και σε ψυχιατρικές κλινικές».
Το Φάλουν Γκονγκ υφίσταται τις πιέσεις του ΚΚΚ εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα σχεδόν, μια αυξανόμενη σε ένταση και σκληρότητα δίωξη, που περιλαμβάνει μαζικές φυλακίσεις, βασανιστήρια και εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων από ασκούμενους υπό κράτηση, κάτι που ισοδυναμεί με γενοκτονία σύμφωνα με τον ορισμό των Ηνωμένων Εθνών.
Εν τω μεταξύ, όσο αυξάνεται η οικονομική δύναμη του ΚΚΚ χάρη στην πρωτοφανή επέκταση των εμπορικών δραστηριοτήτων του τόσο αυξάνονται και οι ευκαιρίες να διώκει το Φάλουν Γκονγκ και στο εξωτερικό.
Πέρυσι, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αναγνώρισε ότι το κινεζικό Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας στοχοποιούσε ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ στις ΗΠΑ.
Το Γραφείο του Εισαγγελέα του Ανατολικού Τομέα της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε μια ειδική περίπτωση και δύο συλλήψεις την περασμένη εβδομάδα, οι οποίες σχετίζονταν με τη διακρατική τακτική καταστολής του Υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας της Κίνας, που περιλαμβάνει Κινέζους πράκτορες σε αδήλωτο κινεζικό ‘αστυνομικό τμήμα’ μέσα σε πόλεις άλλων χωρών – εν προκειμένω, στη Νέα Υόρκη. Και οι δύο πράκτορες που συνελήφθησαν ήταν πολίτες των ΗΠΑ.
Το λάθρο κινεζικό αστυνομικό τμήμα είχε ως στόχο Κινέζους αντικαθεστωτικούς, περιλαμβανομένων ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ. Σύμφωνα με αναφορές της Νιου Γιορκ Ποστ και της Έποκ Τάιμς, αξιωματούχοι του ΚΚΚ είχαν λάβει οδηγίες από τον Λου Τζιανγουάνγκ, έναν από τους δύο συλληφθέντες, να αντεπιτίθενται στο Φάλουν Γκονγκ με ‘κόντρα’-συγκεντρώσεις, ήδη από το 2015. Λέγεται ότι «ο Λου λάμβανε οδηγίες από το προξενείο της Κίνας στη Νέα Υόρκη για να μοιράζει στις αμερικανικές εφημερίδες υλικό ενάντια στο Φάλουν Γκονγκ», παρόλο που ο ίδιος το αρνείται.
Η ύπαρξη του κινεζικού αστυνομικού τμήματος στην Αμερική και η σχέση του με τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ δείχνουν ότι η δράση του ΚΚΚ ενάντια στην πνευματική αυτή άσκηση, αλλά και ενάντια σε άλλες θρησκευτικές μειονότητες, δεν έχει σταματήσει ούτε περιορίζεται εντός των συνόρων της χώρας. Η έκταση των διώξεων κατά του Φάλουν Γκονγκ, των Ουιγούρων και των Θιβετιανών είναι τέτοια που αγγίζει τα όρια της γενοκτονίας.
Προφανώς, το ΚΚΚ δεν αντιλαμβάνεται (ή δεν νοιάζεται) ότι όσο περισσότερο επιτίθεται στην πολυφωνία στην Κίνα και στο εξωτερικό τόσο περισσότερο κακό κάνει στην εικόνα του.
Του Anders Corr
Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν άρθρο είναι απόψεις του συντάκτη και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.
Μετάφραση: Αλία Ζάε