Τουλάχιστον 40 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και περισσότεροι από 700 τραυματίστηκαν από ισχυρή έκρηξη στο μεγαλύτερο λιμάνι του Ιράν, το Μπαντάρ Αμπάς, σύμφωνα με ιρανικά μέσα ενημέρωσης στις 27 Απριλίου.
Πυροσβεστικές δυνάμεις εξακολουθούσαν να επιχειρούν για την κατάσβεση της φωτιάς που προκλήθηκε από την έκρηξη στις 26 Απριλίου, η οποία σημειώθηκε στο τμήμα Shahid Rajaee του λιμανιού, το μεγαλύτερο εμπορευματικό κέντρο της χώρας. Σύμφωνα με κρατικά μέσα ενημέρωσης, το ωστικό κύμα προκάλεσε ζημιές σε κτίρια σε μεγάλη ακτίνα, έκοψε μεταλλικές λωρίδες από εμπορευματοκιβώτια και κατέστρεψε μέρος του φορτίου τους. Παράλληλα, τεράστιοι στύλοι καπνού υψώθηκαν στον ουρανό της περιοχής, που βρίσκεται στα Στενά του Ορμούζ.
Το περιστατικό συνέβη την ώρα που το Ιράν πραγματοποιούσε τον τρίτο γύρο πυρηνικών συνομιλιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες στο Ομάν.
Ο Μεχρντάντ Χασανζαντέ, αξιωματούχος διαχείρισης κρίσεων της επαρχίας, δήλωσε στα κρατικά μέσα ότι σωστικά συνεργεία προσπαθούσαν να προσεγγίσουν την περιοχή, ενώ παράλληλα γίνονταν προσπάθειες εκκένωσης του χώρου.
Η έκρηξη εκτιμάται ότι προκλήθηκε από χημικές ουσίες που βρίσκονταν στο λιμάνι, αν και, σύμφωνα με την ιρανική ηγεσία, δεν υπάρχει ακόμη επίσημη εξήγηση. Προηγούμενες ανακοινώσεις της Τεχεράνης είχαν διαψεύσει κάθε σύνδεση του περιστατικού με τη βιομηχανία πετρελαίου της χώρας ή με κακή διαχείριση στερεών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για πυραύλους.
Ο Χοσεΐν Ζαφαρί, εκπρόσωπος του Οργανισμού Διαχείρισης Κρίσεων του Ιράν, απέδωσε την έκρηξη σε ακατάλληλες συνθήκες αποθήκευσης χημικών ουσιών σε ορισμένα εμπορευματοκιβώτια του λιμανιού.
Αν και τα ακριβή αίτια της έκρηξης παραμένουν ασαφή, το λιμάνι επρόκειτο να παραλάβει τους τελευταίους μήνες δύο φορτία από την Κίνα, τα οποία περιείχαν συστατικά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καυσίμου για πυραύλους, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times του Ιανουαρίου. Το ιρανικό καθεστώς διατηρεί διαχρονικές σχέσεις με την κομμουνιστική Κίνα, η οποία το βοηθά να παρακάμπτει τις διεθνείς κυρώσεις μέσω ανταλλαγής επενδύσεων σε υποδομές έναντι ιρανικού πετρελαίου.
Τα δύο κινεζικά φορτία μετέφεραν περίπου 1.000 τόνους υπερχλωρικού νατρίου το καθένα, μια χημική ένωση που χρησιμοποιείται για την παρασκευή καυσίμου βαλλιστικών πυραύλων, όπως ανέφερε ανάλυση του αμερικανικού ινστιτούτου Foundation for Defense of Democracies τον Φεβρουάριο. Τα αποθέματα πυραύλων του Ιράν είχαν μειωθεί το 2024 μετά από επιθέσεις κατά του Ισραήλ σε υποστήριξη της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Άμυνας του Ιράν δήλωσε στα κρατικά μέσα ότι οι αναφορές περί κακής διαχείρισης καυσίμων ήταν «ευθυγραμμισμένες με επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου των εχθρών», υποστηρίζοντας ότι στην περιοχή της έκρηξης δεν υπήρχε στρατιωτικό φορτίο.
Το ιρανικό Υπουργείο Εσωτερικών συνεχίζει την έρευνα για το περιστατικό, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί δήλωσε νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας της Τεχεράνης παραμένουν σε ύψιστο συναγερμό για ενδεχόμενες ενέργειες δολιοφθοράς και δολοφονίες.
Του Jacob Burg
Με τη συμβολή των Andrew Thornebrooke και Reuters