Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση για τις αρνητικές επιπτώσεις των μικροπλαστικών στον ανθρώπινο οργανισμό έχει γίνει όλο και πιο έντονη. Μια νέα πιλοτική μελέτη έρχεται πλέον να ρίξει φως σε έναν παράγοντα που περνούσε απαρατήρητος μέχρι σήμερα: η συνήθης πρακτική πολλών ανθρώπων να μασούν τσίχλα.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση της Αμερικανικής Χημικής Εταιρείας (American Chemical Society – ACS), οι ερευνητές διαπίστωσαν πως κάθε φορά που κάποιος μασά μία τσίχλα, απελευθερώνονται εκατοντάδες έως και χιλιάδες μικροπλαστικά σωματίδια στο σάλιο, με τον μέσο χρήστη τσίχλας να διακινδυνεύει να καταπιεί έως και 30.000 μικροπλαστικά σωματίδια το έτος.
Η έρευνα και οι διαπιστώσεις
Η πιλοτική αυτή μελέτη σύγκρινε πέντε μάρκες τσιχλών με συνθετική βάση, από πολυμερή που προέρχονται από πετρέλαιο, με πέντε φυσικές τσίχλες που χρησιμοποιούν φυτικά πολυμερή ως βάση. Για την ελαχιστοποίηση άλλων παραμέτρων, στην έρευνα συμμετείχε μόνο ένα άτομο που μάσησε τα δείγματα τσίχλας για περιόδους τεσσάρων και είκοσι λεπτών, συλλέγοντας περιοδικά δείγματα σάλιου για ανάλυση.
Οι ερευνητές εντόπισαν κατά μέσο όρο 100 μικροπλαστικά σωματίδια να απελευθερώνονται στο σάλιο ανά γραμμάριο τσίχλας, με ορισμένα δείγματα να φτάνουν έως και 600 σωματίδια ανά γραμμάριο. Μία τυπική τσίχλα ζυγίζει από 2 έως και 6 γραμμάρια, κάτι που σημαίνει ότι μία μεγαλύτερη τσίχλα μπορεί να απελευθερώσει έως και 3.000 σωματίδια πλαστικού. Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, υπολογίστηκε ότι ένα άτομο που μασάει περίπου 160 έως 180 τσίχλες μέσου μεγέθους ετησίως μπορεί να καταναλώνει περίπου 30.000 μικροπλαστικά.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η μελέτη δεν βρήκε ιδιαίτερες διαφορές ανάμεσα στις ποσότητες μικροπλαστικών που απελευθερώνουν οι φυσικές και οι συνθετικές τσίχλες, γεγονός που εξέπληξε τους ερευνητές. Επιπλέον, η έρευνα περιορίστηκε στην ανάλυση μικροπλαστικών μεγέθους άνω των 20 μικρομέτρων, κάτι που σημαίνει ότι μικρότερα σωματίδια πλαστικού είναι πιθανόν να παρέμειναν ακατάγραφα.
Κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία
Τα μικροπλαστικά συσσωρεύονται στον οργανισμό και διάφορες πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά την υγεία. Πρόσφατη μεγάλη ανασκόπηση 3.000 μελετών κατέδειξε ότι τα μικροπλαστικά ενδέχεται να σχετίζονται με αύξηση των ποσοστών καρκίνου του πνεύμονα και του παχέος εντέρου, καθώς προκαλούν οξειδωτικό στρες, φλεγμονές και αλλοιώνουν το DNA.
Υπόνοιες υπάρχουν επίσης για πιθανά προβλήματα στην αναπαραγωγή, μεταβολικές ανωμαλίες, αποδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά και αναπνευστικές παθήσεις. Πρόσφατες μελέτες, μάλιστα, ανίχνευσαν μικροπλαστικά σε διάφορα όργανα του ανθρώπινου σώματος, μεταξύ των οποίων ο εγκέφαλος, το ήπαρ, ο πνεύμονας και ακόμα και στη μήτρα, υποδεικνύοντας μια ιδιαίτερα διεισδυτική παρουσία στον οργανισμό.
Πιθανοί τρόποι αντιμετώπισης
Η συγκεκριμένη μελέτη, που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια του εαρινού συνεδρίου της Αμερικανικής Χημικής Εταιρείας, χρηματοδοτήθηκε κυρίως από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA) και το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ.
Σε προηγούμενες έρευνες, προτάθηκαν απλές πρακτικές για τη μείωση της έκθεσης στα μικροπλαστικά, όπως το βράσιμο του πόσιμου νερού της βρύσης για πέντε λεπτά, μια εύκολη διαδικασία που απομακρύνει έως και το 90% των μικροπλαστικών.
Συμπεράσματα και συστάσεις
Το ζήτημα των μικροπλαστικών είναι πλέον σαφές ότι αποτελεί μία ανερχόμενη απειλή για τη δημόσια υγεία. Παρότι η τσίχλα συνήθως θεωρείται αθώα συνήθεια, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι καταναλωτές οφείλουν να ενημερωθούν για τη δυνητική έκθεση σε σημαντικό αριθμό μικροπλαστικών. Παράλληλα, προτείνουν εντατικοποίηση των ερευνών πάνω στις επιπτώσεις των μικροπλαστικών στην υγεία, ώστε να μπορέσουν να ληφθούν περαιτέρω μέτρα προστασίας του κοινού στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν σοφό να μειώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο την έκθεση μας σε αυτά τα μικροσκοπικά αλλά πανταχού παρόντα σωματίδια, επανεξετάζοντας ακόμη και τις πιο απλές καθημερινές μας συνήθειες, όπως τη μασήση τσίχλας.