Μετάφραση: Αλία Ζάε
Το έργο του Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι δεν εξαντλείται στα μπαλέτα και τις όπερες που συνέθεσε. Περιλαμβάνει και πολλά ορχηστρικά κομμάτια, που συνεχίζουν να ερμηνεύονται και να ηχογραφούνται στις μέρες μας. Ένα από αυτά είναι το «Valse-Scherzo» σε Ντο Μείζονα, Op. 34 (περ. 1877). Πρόκειται για ένα κομμάτι που απαιτεί μεγάλη δεξιοτεχνία από τον ερμηνευτή. Αυτό το χαρακτηριστικό του μαζί με την ακτινοβολία του το καθιστούν ένα από τα πιο διαχρονικά και βασικά κομμάτια του βιολιστικού ρεπερτορίου.
Ωστόσο, δεν ήταν πάντα έτσι. Αρχικά, ήταν πολύ λιγότερο δημοφιλές από τα άλλα έργα του μεγάλου συνθέτη και η καταγωγή του περιβάλλεται με μυστήριο.
Μυστηριώδεις καταβολές
Δεν σώζονται πολλές πληροφορίες γύρω από το πώς συνέθεσε ο Τσαϊκόφσκι το «Valse-Scherzo». Τα λίγα που ξέρουμε προέρχονται από επιστολές που αντάλλαξε ο συνθέτης με τον φίλο και πρώην μαθητή του, βιολονίστα Ιωσήφ Κότεκ, στον οποίο και αφιέρωσε το κομμάτι.
Η πρώτη αναφορά στο κομμάτι γίνεται σε μια από τις επιστολές του Φεβρουαρίου 1877. Θεωρείται πιθανόν να το συνέθεσε ο Τσαϊκόφσκι στην αρχή της χρονιάς και να το τελείωσε πριν γράψει την Τέταρτη Συμφωνία και την όπερα «Ευγένιος Ονέγκιν». Η πλήρης παρτιτούρα δημοσιεύθηκε το 1895, δυο χρόνια μετά από τον θάνατο του συνθέτη. Η πρώτη παρουσίαση έγινε τον Σεπτέμβριο του 1878 από τον Πολωνό βιολονίστα Στάνισλαου Μπάρτσεβιτς στο Τροκαντερό στο Παρίσι, ως μέρος της Διεθνούς Έκθεσης Παρισίων του 1878. Από τις επιστολές του Κότεκ μπορούμε να συνάγουμε ότι εκείνος συνέθεσε τα ορχηστρικά μέρη για τη συγκεκριμένη περίσταση, μετατρέποντας το κομμάτι σε μια σύνθεση για βιολί και ορχήστρα. Η ενορχήστρωση περιλαμβάνει δυο φλάουτα, δυο όμποε, δυο κλαρινέτα, δυο κόρνα, δυο φαγκότα και έγχορδα.
Ο Μπάρτσεβιτς ξαναέπαιξε το κομμάτι λίγο αργότερα το ίδιο έτος, υπό τη διεύθυνση του Νικολάι Ρούμπινσταϊν, σε ένα ρωσικό συμφωνικό κοντσέρτο.
Μια πιο σύντομη και δημοφιλής εκδοχή
Οι δυο πρώτες παρουσιάσεις του δεν κατάφεραν να κάνουν το κομμάτι ιδιαίτερα δημοφιλές, ενόσω ζούσε τουλάχιστον ο συνθέτης του. Άλλα έργα του το επισκίαζαν, ίσως και λόγω της έκτασής του – ήταν γραμμένο σε 569 μέτρα. Μόλις το 1914 βρήκε τη θέση του στο βιολιστικό ρεπερτόριο σε μια αναθεωρημένη από τον βιολονίστα Βασίλι Μπεζεκίρσκι εκδοχή. Ο Ρώσος βιολονίστας περιόρισε τα μέτρα σε 332 και έκανε και μερικές ακόμα αλλαγές χάρη στις οποίες το μέρος του βιολιού έγινε ακόμα πιο βιρτουόζικο. Η εκδοχή του παραμένει σημείο αναφοράς και παίζεται συχνά.
Ένας λόγος που το Valse-Scherzo καθιερώθηκε τελικά ως βασικό κομμάτι του βιολιστικού ρεπερτορίου είναι επειδή αναδεικνύει τους ταλαντούχους σολίστες και την τεχνική υπεροχή τους στο όργανο. Παρόλο που διαρκεί μόνο 6-7 λεπτά, είναι γραμμένο σε σχήμα ΑΒΑ, κάτι που του χαρίζει πλούτο και περιπλοκότητα. Το σχήμα ΑΒΑ, γνωστό ως τριμερές ή τραγουδιστικό σχήμα, αποτελείται από το μέρος Α, την αντίθεση με το μέρος Β και τέλος την επανάληψη του μέρους Α. Περιλαμβάνει επίσης μια καντέντσα, που απαιτεί πολύ υψηλού επιπέδου ικανότητες από τον σολίστα.
Αλλά οι τεχνικές δυσκολίες δεν είναι τίποτα μπροστά στο πάθος του κομματιού. Το Valse-Scherzo συνδυάζει ζωντάνια, ελαφράδα και παιχνιδιάρικη διάθεση με ένταση.
Τα αντιφατικά συναισθήματα, που ακούγονται όταν το βιολί παίρνει τη μελωδία από το πιάνο ή την ορχήστρα, χαρακτηρίζουν το Ρομαντικό είδος, που ήταν τόσο δημοφιλές προς τα τέλη του 18ου αιώνα. Τα έντονα συναισθήματα, που εκφράζονταν μέσα από νέες μουσικές φόρμες και γλώσσες, είχαν κεντρική θέση στον Ρομαντισμό, όπως και η τεχνική δεξιοτεχνία. Όλα αυτά τα στοιχεία μπορούμε να τα βρούμε και στο Valse-Scherzo.
Αλλά το Valse-Scherzo είναι κάτι περισσότερο από λάμψεις τεχνικής επιδεξιότητας: μας αναζωογονεί, μας διασκεδάζει, μας ενθουσιάζει και ακτινοβολεί τέτοιο φως, ώστε δικαίως θεωρείται αναπόσπαστο πια μέρος του βιολιστικού ρεπερτορίου.