Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στη Μιανμάρ μετά τον σεισμό μεγέθους 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που έπληξε τη χώρα την Παρασκευή, ο οποίος ήταν ο ισχυρότερος στη χώρα εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Διεθνής βοήθεια έχει αρχίσει να καταφθάνει και τα σωστικά συνεργεία δίνουν μάχη με τον χρόνο για να εντοπίσουν επιζώντες στα ερείπια των κτιρίων.
Σε σημερινή ανακοίνωση, η στρατιωτική κυβέρνηση ανέφερε 1.002 νεκρούς, 2.376 τραυματίες και άλλους 30 αγνοούμενους, μία απότομη αύξηση σε σχέση με τους 144 νεκρούς που αναφέρθηκαν χθες, Παρασκευή 28 Μαρτίου, από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.
Σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ (USGS), το επίκεντρο του σεισμού είχε βάθος 10 χλμ περίπου και ήταν κοντά στην πόλη Μανταλέι. Η στρατιωτική κυβέρνηση έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε έξι περιοχές και πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Μανταλέι και της πρωτεύουσας Ναϊπιντάου.
Στη γειτονική Ταϊλάνδη, όπου κατέρρευσε ένας υπό ανέγερση ουρανοξύστης στην Μπανγκόκ, οι αρχές ανακοίνωσαν εννέα νεκρούς και 101 αγνοουμένους, κυρίως εργάτες που παγιδεύτηκαν στα ερείπια του κτίσματος που έπεσε. Το κτίριο κατασκευαζόταν για τον γενικό ελεγκτή της κυβέρνησης της Ταϊλάνδης από την China Railway Construction Corporation.
Τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο σεισμός έγινε αισθητός στις επαρχίες Γιουνάν και Σιτσουάν.
Η προγνωστική μοντελοποίηση του USGS εκτίμησε ότι ο αριθμός των νεκρών θα μπορούσε να ξεπεράσει τους 10.000 ανθρώπους στη Βιρμανία και ότι οι απώλειες θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτερες από την αξία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας.
Κατά τον Ερυθρό Σταυρό, «οι αρχικές αναφορές από το έδαφος δείχνουν ότι ο σεισμός έχει προκαλέσει σημαντικές ζημιές. Οι πληροφορίες σχετικά με τις ανθρωπιστικές ανάγκες εξακολουθούν να συγκεντρώνονται».

Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Μιανμάρ, ο υποστράτηγος Ζάου Μιν Τουν, δήλωσε στο κρατικό τηλεοπτικό κανάλι MRTV ότι η ζήτηση για αίμα ήταν μεγάλη στα νοσοκομεία της Μανταλέι, της Σαγκάινγκ και της Νάιπιντάου. Σε μια σπάνια έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα, ο ηγέτης της χούντας Μιν Αούνγκ Λάινγκ κάλεσε «κάθε χώρα» να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια ή να ενισχύσει οικονομικά τις προσπάθειες αρωγής των σεισμοπαθών.
Ήδη, από τα ξημερώματα σήμερα, έφθασε ομάδα 37 διασωστών από την Κίνα στη Γιανγκόν (πρώην πρωτεύουσα της Μιανμάρ), μεταφέροντας προηγμένο εξοπλισμό και φάρμακα, όπως αναφέρει η κινεζική πρεσβεία σε ανάρτησή της στο Facebook.
Η Ρωσία, επίσης, ανακοίνωσε ότι έστειλε 120 έμπειρους διασώστες με ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά, καθώς και γιατρούς για την περίθαλψη τραυματιών, μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων TASS.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ γνωστοποίησε πως επικοινώνησε με αξιωματούχους στη Μιανμάρ, διαβεβαιώνοντας πως η Ουάσιγκτον θα παράσχει βοήθεια, χωρίς όμως να υπεισέλθει σε περαιτέρω διευκρινίσεις.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έγραψε στο Χ: «Σπαρακτικές σκηνές από τη Μιανμάρ και την Ταϊλάνδη μετά τον καταστροφικό σεισμό. Οι σκέψεις μου είναι με τα θύματα και τις οικογένειές τους. Οι δορυφόροι Copernicus της Ευρώπης βοηθούν ήδη τους πρώτους ανταποκριτές. Είμαστε έτοιμοι να παράσχουμε περισσότερη υποστήριξη. Στεκόμαστε μαζί σας σε πλήρη αλληλεγγύη.»
Η Διεθνής Αμνηστία σχολίασε ότι η καταστροφή δεν θα μπορούσε να συμβεί σε χειρότερη στιγμή για τη Μιανμάρ. Αφού ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Τσι το 2021, ο στρατός προσπαθεί να επιβάλει την εξουσία του, αφήνοντας την οικονομία και βασικές υπηρεσίες, όπως την υγειονομική περίθαλψη, υπό διάλυση. Ένοπλες μειονοτικές ομάδες και αντιστασιακές οργανώσεις έχουν καταλάβει παραμεθόριες περιοχές, εκδιώκοντας τις δυνάμεις που πρόσκεινται στη χούντα. Λόγω των συγκρούσεων, έχουν εκτοπιστεί περισσότεροι από 3 εκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από το 1/3 του πληθυσμού χρειάζεται ανθρωπιστική βοήθεια, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη.
Η Μιανμάρ έχει επίσης πληγεί από φυσικές καταστροφές και η διεθνώς απομονωμένη χούντα δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει επαρκώς.
Εκτεταμένες καταστροφές
Φωτογραφίες και βίντεο που αναρτήθηκαν στο Facebook δείχνουν εκτεταμένες ζημιές στο Μανταλέι, όπου τα περισσότερα σπίτια είναι χαμηλές κατασκευές. Ορισμένα κατέρρευσαν παγιδεύοντας ανθρώπους μέσα, ενώ καταστροφή υπέστη και μία γέφυρα 90 ετών στην περιοχή της Σαγκάινγκ, νοτιοδυτικά της Μανταλέι, καθώς και ο αυτοκινητόδρομος που συνδέει τη Μανταλέι με τη μεγαλύτερη πόλη της Μιανμάρ, τη Γιανγκόν.
Στην πρωτεύουσα, Ναϊπιντάου, βουδιστικά ιερά ανατράπηκαν και ορισμένα σπίτια υπέστησαν ζημιές.
Τη δόνηση, η οποία σημειώθηκε γύρω στο μεσημέρι της Παρασκευής, ακολούθησε μετασεισμός μεγέθους 6,4 βαθμών, σύμφωνα με το αμερικανικό γεωλογικό ινστιτούτο.
Στην ευρύτερη περιοχή της Μπανγκόκ, στην Ταϊλάνδη, κατοικούν περίπου 17 εκατομμύρια άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους ζουν σε πολυώροφα διαμερίσματα. Πολλοί άνθρωποι απομακρύνθηκαν από κτίρια γραφείων και κατοικιών, εν αναμονή της εκκαθάρισης.
Στα ερείπια του υπό ανέγερση ουρανοξύστη 33 ορόφων, που κατέρρευσε καταπλακώνοντας δεκάδες εργάτες, διασώστες έψαχναν όλη τη νύχτα για επιζώντες στα ερείπια του υπό ανέγερση ουρανοξύστη 33 ορόφων. Οι ταϊλανδικές αρχές αναφέρουν ότι εννέα άνθρωποι έχουν εντοπιστεί νεκροί και περίπου 100 αγνοούνται. Περισσότεροι από 400 κάτοικοι της Μπανγκόκ κατασκήνωσαν σε πάρκα της πόλης, φοβούμενοι να περάσουν τη νύχτα στα σπίτια τους.
Ο Φρέιζερ Μόρτον, ένας Βρετανός τουρίστας που βρισκόταν εκείνη την ώρα στο κέντρο της Μπανγκόκ, μέσα σε ένα εμπορικό κέντρο, δήλωσε: «Ξαφνικά όλο το κτίριο άρχισε να κινείται, αμέσως ακούστηκαν φωνές και [επακολούθησε] πανικός.»
«Στην αρχή ξεκίνησα να περπατάω ήρεμα, αλλά μετά το κτίριο άρχισε να κινείται πραγματικά, ναι, πολλές κραυγές, πολύς πανικός, άνθρωποι έτρεχαν με λάθος τρόπο στις κυλιόμενες σκάλες, πολλά χτυπήματα και συντριβές μέσα στο εμπορικό κέντρο», πρόσθεσε. «Βγήκα έξω και κοίταξα το κτίριο και [είδα ότι] όλο το κτίριο κινούνταν, σκόνη και συντρίμμια, ήταν πολύ έντονο. Χάος.»
Σε βίντεο φαίνεται να χύνεται το νερό από τις πισίνες πολυώροφων ξενοδοχείων, και να τρέχει κάτω στις πλευρές των κτιρίων καθώς αυτά κουνιόντουσαν από τον σεισμό.

Χιλιάδες κάτοικοι, εργαζόμενοι και τουρίστες βρήκαν καταφύγιο στο πάρκο Μπεντζαζίρι, το οποίο βρίσκεται μακριά από ψηλά κτίρια.
Ο πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Παετονγκτάρν Σιναβάτρα, συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη την Παρασκευή για να εκτιμήσει τις επιπτώσεις.
Το Τμήμα Πρόληψης Καταστροφών της Ταϊλάνδης δήλωσε ότι η δόνηση έγινε αισθητή σχεδόν σε όλες τις περιοχές της χώρας.
Με πληροφορίες από το Associated Press, το Reuters και το ΑΠΕ ΜΠΕ.