Υποχρεωμένος να φορά ηλεκτρονικό βραχιόλι παρακολούθησης τέθηκε ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρο, την Παρασκευή, έπειτα από έρευνα που πραγματοποίησε η ομοσπονδιακή αστυνομία στην οικία του και στα γραφεία του κόμματος του στη Μπραζίλια, κατόπιν εντολής του Ανώτατου Δικαστηρίου, όπως ανακοίνωσαν οι αρχές.
Βουλευτές του Φιλελεύθερου Κόμματος του Μπολσονάρου δήλωσαν: «Του επιβλήθηκε επίσης απαγόρευση χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και επικοινωνίας με διπλωμάτες».
Σε ανακοίνωση της αστυνομίας, στην οποία δεν κατονομάζεται ο Μπολσονάρο ως στόχος των ερευνών, αναφέρεται ότι οι αστυνομικοί εκτέλεσαν δύο εντάλματα έρευνας και κατάσχεσης, καθώς και άλλα προληπτικά μέτρα πλην της σύλληψης, σύμφωνα με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Ο βουλευτής Σόστενς Καβαλκάντε, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος στη Βουλή, τόνισε: «Πρόκειται για ένα ακόμα επεισόδιο στη δίωξη συντηρητικών και δεξιών προσώπων στη χώρα».
Ο 70χρονος Μπολσονάρο δικάζεται αυτή την περίοδο από το Ανώτατο Δικαστήριο, κατηγορούμενος για προσπάθεια πραξικοπήματος με στόχο την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος του 2022, το οποίο ανέδειξε νικητή τον βετεράνο προοδευτικό Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.
Στις 7 Ιουλίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε στο Truth Social: «Η Βραζιλία κάνει κάτι τρομερό σχετικά με τη μεταχείριση του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο. Θα παρακολουθώ πολύ στενά το κυνήγι μαγισσών εναντίον του Ζαΐρ Μπολσονάρο, της οικογένειάς του και χιλιάδων υποστηρικτών του». Δύο ημέρες αργότερα, ο Τραμπ απείλησε να επιβάλει δασμό 50% στις εισαγωγές από τη Βραζιλία.
Την Πέμπτη, ο Λούλα, μιλώντας σε φοιτητές στην πολιτεία Γκοϊάς, τόνισε: «Δεν θα δεχθώ εντολές από ξένους».
Λίγο πριν την απαγόρευση πρόσβασης στα κοινωνικά μέσα, ο Μπολσονάρο είχε αναρτήσει βίντεο ευχαριστώντας τον Τραμπ για τη στήριξή του, σημειώνοντας: «Με γέμισε μεγάλη χαρά».
Στο ίδιο βίντεο ο Μπολσονάρο ανέφερε: «Διώκομαι για ένα ανύπαρκτο αδίκημα» και υποστήριξε πως οι αρχές στη Βραζιλία θέλουν να τον αποκόψουν από το πολιτικό προσκήνιο.
Στις 15 Ιουλίου, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Πάουλο Γκονίτς, ανέφερε στο Ανώτατο Δικαστήριο: «Τα στοιχεία είναι σαφή. Ο κατηγορούμενος ενήργησε συστηματικά καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του και μετά την ήττα του στις κάλπες, για να υποκινήσει εξέγερση και αποσταθεροποίηση του δημοκρατικού πολιτεύματος».
Στις 30 Οκτωβρίου 2022, ο Λούλα ντα Σίλβα επικράτησε οριακά του Μπολσονάρου στις προεδρικές εκλογές. Στις 8 Ιανουαρίου 2023, εκατοντάδες υποστηρικτές του Μπολσονάρου παραβίασαν τα μέτρα ασφαλείας στο Κοινοβούλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο και το προεδρικό μέγαρο στη Μπραζίλια, διαδηλώνοντας για δήθεν εκλογική νοθεία και ζητώντας από τον στρατό να «σώσει» τη Βραζιλία.
Την περίοδο των επεισοδίων, ο Μπολσονάρο βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και επέστρεψε στη Βραζιλία τον Μάρτιο του 2023. Πρόκειται για πρώην αξιωματικό του βραζιλιάνικου στρατού, στον οποίο υπηρέτησε από το 1973 έως το 1988.
Ο στρατός της Βραζιλίας ανέλαβε την εξουσία το 1964 μέσω πραξικοπήματος, διατηρώντας στρατιωτικό καθεστώς έως το 1985, οπότε αποκαταστάθηκε η δημοκρατία και πρόεδρος ανέλαβε ο Ζοζέ Σάρνεϊ.
Με την συμβολή των Associated Press και Reuters