Η δίωξη Ουιγούρων μουσουλμάνων στην δυτική περιοχή Σιντζιάνγκ της Κίνας είναι μόνο μία εκ των πολλών παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τεσσάρων Κινέζων αξιωματούχων που τιμωρήθηκαν προσφάτως από την αμερικανική κυβέρνηση.
Οι κυρώσεις, που επιβλήθηκαν βάσει του Διεθνούς Νόμου Μαγκνίτσκυ στις 9 Ιουλίου, απαγόρευσαν σε τέσσερις Κινέζους αξιωματούχους, καθώς και στα άμεσα οικογενειακά τους μέλη, να εισέλθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι κυρώσεις θα επηρεάσουν επίσης τις ιδιοκτησίες επί αμερικανικού εδάφους που ανήκουν στους εν λόγω αξιωματούχους και θα απαγορεύουν τις συναλλαγές μαζί τους στις ΗΠΑ, ανέφερε το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Στην Σιντζιάνγκ, σπίτι περίπου 11 εκατομμυρίων Ουιγούρων, τουλάχιστον 1 εκατομμύριο Ουιγούροι και άλλες εθνοτικές μουσουλμανικές μειονότητες έχουν φυλακιστεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και υπέστησαν βασανιστήρια και πολιτική κατήχηση σε μια προσπάθεια να τους εξαναγκάσουν να εγκαταλείψουν την πίστη τους. Αλλά τέτοιες διώξεις δεν περιορίζονται στην Σιντζιάνγκ.
Οι ερευνητικές εκθέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και αρχεία της κινεζικής κυβέρνησης αποκάλυψαν μια σειρά παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπό την επίβλεψη των αξιωματούχων, με στόχο υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ομάδες πίστης, συμπεριλαμβανομένων των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ.
Επίσης γνωστό ως Φάλουν Ντάφα, ο διαλογισμός νου και σώματος που βασίζεται στις ηθικές αρχές αλήθεια, καλοσύνη και ανεκτικότητα, αντιμετώπισε βάναυση δίωξη από το 1999. Εκατομμύρια πιθανότατα έχουν φυλακιστεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με εκατοντάδες χιλιάδες να έχουν υποστεί βασανιστήρια, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Κέντρου Πληροφοριών του Φάλουν Ντάφα.
Το Minghui.org, ένας ιστότοπος που εδρεύει στις ΗΠΑ και συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τη δίωξη στην Κίνα, επιβεβαίωσε τους θανάτους τουλάχιστον 4.500 ασκουμένων, αν και είναι δύσκολο να μεταδοθούν ευαίσθητες πληροφορίες έξω από την Κίνα. Οι πραγματικοί αριθμοί είναι πιθανότατα πολύ υψηλότεροι.
Ειδικοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων λένε ότι η εμπειρία του κινεζικού καθεστώτος με την καταστολή του Φάλουν Γκονγκ έγινε ένα πρότυπο για τις αρχές στην Σιντζιάνγκ ώστε να καταστέλλουν Ουιγούρους και άλλες μουσουλμανικές μειονότητες.
Το βιβλίο οδηγιών ενάντια στο Φάλουν Γκονγκ
Ο Τσεν Τσιουενγκουό, επικεφαλής του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην Σιντζιάνγκ και ο υψηλότερος Κινέζος αξιωματούχος που δέχτηκε τις κυρώσεις των ΗΠΑ, άρχισε να διώκει ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ ως ανώτερος αξιωματούχος στην ιδιαίτερη πατρίδα του στην επαρχία Χενάν.
Από το 2000 έως το 2005, ανέβηκε σε βαθμό συμμετέχοντας στη δίωξη, και τελικά έγινε αντιπρόεδρος του κόμματος της μόνιμης επιτροπής της Χενάν. Ο Τσεν επέβλεπε την καταστροφή φυλλαδίων, βιβλίων και CD του Φάλουν Γκονγκ, καθώς και την εκδίωξη κυβερνητικών αξιωματούχων που ασκούσαν το Φάλουν Γκονγκ, ανέφερε η Wall Street Journal το 2019, παραπέμποντας σε αρχεία της τοπικής αρχής. Οι κυβερνητικές αναφορές φαίνεται να έχουν διαγραφεί από τότε.
Αφότου ο Τσεν έγινε επικεφαλής του Κόμματος στην Σιντζιάνγκ το 2016, άρχισε μια περίοδος «της πιο άγριας δίωξης» για τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ στην περιοχή, οι οποίοι διακινδύνευαν να συλληφθούν στην δημόσια συγκοινωνία, στην δουλειά ή επισκεπτόμενοι κυβερνητικά γραφεία για προσωπικές υποθέσεις, σύμφωνα με το Minghui.org.
Πριν και μετά από ένα βασικό συνέδριο του Κόμματος, του 19ου Εθνικού Συνεδρίου, το 2017, η αστυνομία της Σιντζιάνγκ ανέκρινε όλους όσους ασκούσαν Φάλουν Γκονγκ στην περιοχή, φυλακίζοντας όσους αρνήθηκαν να απαρνηθούν τα πιστεύω τους ή να γράψουν τα ονόματά τους σε λίστα καταζητούμενων. Ορισμένοι επίσης τέθηκαν υπό κατ’ οίκον περιορισμό, σύμφωνα με αναφορά του Minghui του 2018. Συνελήφθησαν επίσης ασκούμενοι από άλλες περιοχές που διέρχονταν από σημεία ελέγχου ασφαλείας της Σιντζιάνγκ.
Το 2017, η περιοχή αύξησε τις δαπάνες ασφαλείας της κατά περισσότερο από 27,5 δισεκατομμύρια γιουέν ($3,93 δισεκατομμύρια) — σχεδόν διπλασιάζοντας τις δαπάνες του προηγούμενου έτους, δείχνουν οι κρατικοί προϋπολογισμοί. Ενώ η κυβέρνηση της Σιντζιάνγκ δεν διευκρίνισε πού χρησιμοποιήθηκε η χρηματοδότηση, έκτοτε στην περιοχή παρουσιάστηκε απότομη αύξηση της αστυνόμευσης με κάμερες παρακολούθησης, παρακολούθησης τηλεφώνου και συλλογής δεδομένων DNA.
Κατά τα τελευταία τρία χρόνια, ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ στην Σιντζιάνγκ αντιμετώπισαν επίσης συλλήψεις για λόγους, όπως «λανθασμένες σκέψεις», αρνούμενοι να ανοίξουν την πόρτα στην αστυνομία ή επειδή χρησιμοποιούσαν άλλες εφαρμογές για κινητά και όχι το WeChat, την χρησιμοποιούμενη παντού, υποστηριζόμενη από την κυβέρνηση εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων της Κίνας— που οι ερευνητές λένε ότι συλλέγει δεδομένα από χρήστες τόσο στην ηπειρωτική Κίνα όσο και στο εξωτερικό για να βελτιώσει τους μηχανισμούς λογοκρισίας της.
Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν η 90χρονη Γιεν Ι-σιουέ, η οποία κρατείται σε απομόνωση, που άρχισε λίγο πριν το Κόμμα συγκροτήσει τις ετήσιες δύο συνεδρίες του στα τέλη Μαΐου. Το 2018, τέθηκε υπό κράτηση για έναν χρόνο σε ένα κέντρο πλύσης εγκεφάλου, όπου η αστυνομία την ξυλοκόπησε επειδή έκανε τις ασκήσεις του Φάλουν Γκονγκ μέσα στην φυλακή. Την έδεσαν με χειροπέδες σε ένα σιδερένιο σκαμνί, και δεν μπορούσε να κινηθεί, για σχεδόν μισό μήνα. Σύμφωνα με το Minghui.org, άρχισε απεργία πείνας ως ένδειξη διαμαρτυρίας.
Αστυνομικοί και αξιωματούχοι συνοικιακών επιτροπών στην Σιντζιάνγκ συχνά εισβάλλουν σε σπίτια ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ και τους φωτογραφίζουν για να ενημερώσουν τη βάση δεδομένων αναγνώρισης προσώπου της κυβέρνησης, σύμφωνα με το Minghui.org.
Η Σάρα Κουκ, αναλύτρια της Κίνας στην ομάδα ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ομάδας ανθρωπίνων δικαιωμάτων Freedom House, στο παρελθόν έχει εκπονήσει εργασίες που αναλύουν τους παρόμοιους τρόπους στη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ και στην δίωξη των μουσουλμανικών μειονοτήτων στην Σιντζιάνγκ, δηλώνοντας ότι οι αρχές ακολουθούν ένα «βιβλίο οδηγιών ενάντια στο Φάλουν Γκονγκ στην Σιντζιάνγκ».
«Είναι σαν ένα οποιοδήποτε άλλο είδος διαχείρισης εργασιών. Μόλις το κάνεις μια φορά, πηγαίνει πολύ πιο γρήγορα την δεύτερη φορά », δήλωσε η Κουκ στην Epoch Times σε προηγούμενη συνέντευξη. «Ξέρουν ακριβώς τι κάνουν».
Δύο άλλοι αξιωματούχοι στον κατάλογο κυρώσεων των ΗΠΑ, ο Τζου Χαϊλούν, ο πρώην αναπληρωτής επικεφαλής του Κόμματος στην Σιντζιάνγκ, και ο Γουάνγκ Μινγκσάν, επικεφαλής της υπηρεσίας δημόσιας ασφάλειας της περιοχής (παρόμοια με την αστυνομία), συμμετείχαν επίσης στη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ, σύμφωνα με έρευνα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό για τη Διερεύνηση της Δίωξης του Φάλουν Γκονγκ, ενός ΜΚΟ με έδρα τις ΗΠΑ.
Ο οργανισμός συνέδεσε τουλάχιστον έναν θάνατο με τον Γουάνγκ: τον 77χρονο Σενγκ Κετζί, ασκούμενο του Φάλουν Γκονγκ στην πρωτεύουσα της Σιντζιάνγκ, Ουρούμτσι. Η σύζυγος και η κόρη του, που επίσης ασκούνται στο Φάλουν Γκονγκ, υπέστησαν χρόνια εξωδικαστικής κράτησης. Μετά τη σύλληψη της γυναίκας του το 2012, ο Σενγκ πέθανε από το άγχος.
«Αυτό που κάνει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) στους ανθρώπους του είναι φριχτό», δήλωσε ο γερουσιαστής Μπεν Σάσσε (Ρ-Νεμπ.) σε δελτίο τύπου μετά από την ανακοίνωση των κυρώσεων, προσθέτοντας: «Πρέπει να κάνουμε περισσότερα για να επισημαίνουμε τις φρικαλεότητες του ΚΚΚ έως ότου αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη για τα εγκλήματά τους».
Ακολουθήστε την Eva στο Twitter: @EvaSailEast
Πώς διαφέρει η Epoch Times από άλλες εφημερίδες;
Η Epoch Times είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη ανεξάρτητη εφημερίδα στην Αμερική. Είμαστε διαφορετικοί από άλλους οργανισμούς μέσων μαζικής ενημέρωσης επειδή δεν επηρεαζόμαστε από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Ο μόνος μας στόχος είναι να φέρουμε στους αναγνώστες μας ακριβείς πληροφορίες και να είμαστε υπεύθυνοι στο κοινό.
Δεν ακολουθούμε την ανθυγιεινή τάση στο σημερινό περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης, της δημοσιογραφίας που έχει μια ατζέντα, και αντ’ αυτού χρησιμοποιούμε τις αρχές μας Αλήθεια και Παράδοση ως πυξίδα.
[give_form id=”3924″]