Κυριακή, 26 Οκτ, 2025
Ο Ρώσος πρωθυπουργός Βλαντιμίρ Πούτιν ανοίγει μια βαλβίδα κατά τη διάρκεια της τελετής εγκαινίων του ρωσικού τμήματος του πετρελαιαγωγού Ρωσίας-Κίνας στην περιοχή Αμούρ της Ρωσίας, στις 29 Αυγούστου 2010. Alexey Druzhinin/AFP μέσω Getty Images

Δοκιμάζεται το πετρελαιοεξαρτώμενο μοντέλο της Ρωσίας: Πίεση από ΗΠΑ και ΕΕ

Το πετρελαιοεξαρτώμενο ρωσικό οικονομικό μοντέλο δοκιμάζεται, καθώς οι κυρώσεις αρχίζουν να αφήνουν το αποτύπωμά τους, σύμφωνα με ειδικούς.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε στις 22 Οκτωβρίου νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, στοχεύοντας τους δύο μεγαλύτερους πετρελαϊκούς κολοσσούς της χώρας, τη Rosneft και τη Lukoil.

Μια ημέρα αργότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε και αυτή νέες κυρώσεις κατά του ρωσικού «σκιώδους στόλου», τραπεζικών ιδρυμάτων, οντοτήτων τρίτων χωρών και παρόχων κρυπτονομισμάτων.

Τα μέτρα αυτά εντάσσονται σε μια συντονισμένη προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ και των Ευρωπαίων συμμάχων της να εντείνουν την πίεση στο Κρεμλίνο και να περιορίσουν τη δυνατότητά του να χρηματοδοτεί τη στρατιωτική του μηχανή, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε στις 15 Οκτωβρίου ότι «Η Ινδία δεσμεύτηκε να σταματήσει να αγοράζει πετρέλαιο από τη Ρωσία». Στις 21 Οκτωβρίου, ο πρόεδρος δήλωσε ότι μόλις είχε συνομιλήσει με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι και «δεν πρόκειται να αγοράσει μεγάλες ποσότητες πετρελαίου από τη Ρωσία».

Η Μαρία Μπερζελότου, ανώτερη αναλύτρια αγορών στη Signal Group, δήλωσε στη Epoch Times ότι «το ρωσικό πετρέλαιο έχει καταστεί ελκυστικό για χώρες όπως η Ινδία, κυρίως επειδή πωλείται κάτω από τα διεθνή επίπεδα τιμών—αποτέλεσμα των κυρώσεων της Δύσης και του ανώτατου ορίου τιμής της G7, το οποίο περιορίζει τη χρήση δυτικών ναυτιλιακών και ασφαλιστικών υπηρεσιών για ρωσικό αργό που πωλείται πάνω από το προκαθορισμένο όριο».

Πώς θα επηρεάσει, λοιπόν, η πρόσθετη πίεση τη ρωσική οικονομία και θα μπορούσε να κάμψει τη διάθεση της χώρας να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία;

Οικονομικός γόρδιος δεσμός για τη Ρωσία

Η Ρωσία απορροφά το οικονομικό σοκ του πολέμου και των κυρώσεων καλύτερα απ’ όσο προέβλεπαν τα περισσότερα δυτικά μοντέλα, ωστόσο δεν ευημερεί, ανέφερε εκπρόσωπος της εταιρείας αναλύσεων και πληροφοριών Dallas, η οποία έχει φέρει στο φως εταιρείες που βοηθούν τη Ρωσία στην παράκαμψη των κυρώσεων.

Εμπιστευτικές προβλέψεις που έχει εξασφαλίσει η Dallas από το ρωσικό Υπουργείο Ανάπτυξης σκιαγραφούν μια δυσοίωνη οικονομική προοπτική έως το 2027.

Όπως δήλωσε στην Epoch Times σε ηλεκτρονική αλληλογραφία, το Κρεμλίνο στηρίζεται υπέρμετρα στα κρατικά ταμεία, αυξάνει τη φορολογία και ανακατευθύνει επενδύσεις σε στρατιωτική παραγωγή για να διατηρήσει όρθια την οικονομία.

Η εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, χαρακτήρισε τις κυρώσεις κατά της Rosneft και της Lukoil «αποκλειστικά αντιπαραγωγικές» σε ενημέρωση που μεταδόθηκε από το κρατικό πρακτορείο TASS στις 23 Οκτωβρίου.

Ανακοίνωσε ότι «οι προσπάθειες της ΕΕ να επιβάλουν κυρώσεις στη Ρωσία γυρνούν μπούμερανγκ και τα περιθώρια για περαιτέρω κυρώσεις έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί».

Ο εκπρόσωπος της Dallas παρατήρησε: «Το Κρεμλίνο λειτουργεί με ένα εύθραυστο οικονομικό μοντέλο σε πολεμική βάση που συνεχίζει να αποφέρει σημαντικά ενεργειακά έσοδα, αλλά αντλεί από τα μελλοντικά δημοσιονομικά περιθώρια για να χρηματοδοτήσει τον τρέχοντα πόλεμο».

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσαντ, δήλωσε στις 22 Οκτωβρίου: «Ήρθε η ώρα να σταματήσει η αιματοχυσία και να υπάρξει άμεση κατάπαυση του πυρός».  

Πρόσθεσε ότι το Υπουργείο είναι έτοιμο να προχωρήσει σε πρόσθετα μέτρα εάν χρειαστεί, στηρίζοντας την προσπάθεια του Τραμπ να λήξει ο πόλεμος.

Ανακοινώνοντας το τελευταίο πακέτο κυρώσεων στις 23 Οκτωβρίου, ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάγια Κάλλας, τόνισε: «Γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τον Πούτιν να χρηματοδοτήσει τον πόλεμό του. Κάθε ευρώ που στερούμε από τη Ρωσία είναι ευρώ που δεν μπορεί να κατευθυνθεί σε πολεμικές δαπάνες».

Η υγεία των ρωσικών δημόσιων οικονομικών και η σταθερότητα του ρουβλίου εξαρτώνται άμεσα από τις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου, εξηγεί η Μπερζελότου. Η ρωσική οικονομία είναι απόλυτα δεμένη με τις διεθνείς τιμές: τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο αποτελούν το 30-40% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού και το 45-50% των συνολικών εξαγωγικών εσόδων.

Μια ημέρα μετά από σχετική ανάρτηση στο Truth Social, όπου ο Τραμπ υποστήριξε ότι «ο Πούτιν και η χώρα του βρίσκονται σε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες», ο Αμερικανός πρόεδρος είπε σε δημοσιογράφους στις 25 Σεπτεμβρίου ότι «Η οικονομία της Ρωσίας είναι αυτή τη στιγμή πραγματικά άσχημη».

Με εισαγωγές αργού πετρελαίου άνω των 52 δισ. δολαρίων το περασμένο έτος, η Ινδία αντιστοιχεί, κατά εκτιμήσεις, στο ένα τρίτο των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου, χάρη στην έκπτωση λόγω των κυρώσεων.

Η Μπερζελότου σημειώνει: «Από τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, το Κρεμλίνο άρχισε να προσφέρει το πετρέλαιό του με έκπτωση σε μη δυτικούς αγοραστές για να διατηρήσει τον όγκο των εξαγωγών, περνώντας ουσιαστικά μέρος του κόστους των κυρώσεων σε χαμηλότερες τιμές. Η Ινδία επωφελείται από αυτές τις πιο προσιτές τιμές, ενισχύοντας τη δική της ενεργειακή ασφάλεια, ενώ η Ρωσία συνεχίζει να έχει σταθερή ζήτηση εκτός Δύσης».

Το Ρωσικό πετρέλαιο ως γεωπολιτικό πλεονέκτημα

Επιπλέον παράγοντες, όπως ευέλικτοι τρόποι εξόφλησης σε νόμισμα πέραν του δολαρίου καθώς και εναλλακτικές ναυτιλιακές και ασφαλιστικές λύσεις, αυξάνουν ακόμα περισσότερο την ελκυστικότητα του ρωσικού πετρελαίου για χώρες όπως η Ινδία. Όμως, η πίεση που ασκεί η διοίκηση Τραμπ στο Νέο Δελχί καθιστά πλέον το ρωσικό πετρέλαιο λιγότερο συμφέρουσα επιλογή για τον Μόντι.

Πρόσφατα, ο Τραμπ δήλωσε: «Δεν θα αγοράζουν πετρέλαιο από τη Ρωσία».

Η τιμή του αργού Brent έπεσε από τα 101 δολάρια τον Φεβρουάριο του 2022 στα 61 δολάρια στις 20 Οκτωβρίου, παρότι σημείωσε μικρή άνοδο μετά την ανακοίνωση των κυρώσεων κατά της Rosneft και της Lukoil.

Η Μπερζελότου αποδίδει την πτώση των τιμών στην αυξημένη παγκόσμια παραγωγή από χώρες του OPEC+ όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στην άνοδο της αμερικανικής παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου και στην ενίσχυση της παραγωγής από μη μέλη του OPEC, όπως η Βραζιλία, η Νορβηγία και η Γουιάνα.

Παράλληλα, η κάμψη της ζήτησης λόγω υποτονικών ρυθμών ανάπτυξης στην Κίνα, την Ινδία και την ΕΕ, μαζί με την ταχύτερη υιοθέτηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συνέβαλαν στη μείωση.

Το αποτέλεσμα ήταν η Ρωσική Ομοσπονδία να βρεθεί με δημοσιονομικό έλλειμμα 60 δισ. δολαρίων στο πρώτο επτάμηνο του 2025.

Ωστόσο, η Μόσχα έχει καταφέρει να διαμορφώσει άξονες εμπορικής συνεργασίας με χώρες όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, οι οποίες επίσης βρίσκονται υπό κυρώσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Παράλληλα, η Κίνα έχει ενισχύσει τους δεσμούς της με τη Ρωσία τα τελευταία χρόνια, με κοινό παρονομαστή την αντιπαλότητα προς τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο Μόντι συμμετείχε, μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα, στη Σύνοδο του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης από τις 31 Αυγούστου έως την 1η Σεπτεμβρίου στο Τιαντζίν.

Πάντως, η (μέχρι πρότινος) επίδειξη αλληλεγγύης της Ινδίας προς τον Πούτιν και τον Σι Τζινπίνγκ φαίνεται να κάμπτεται υπό το βάρος των αμερικανικών κυρώσεων.

Στις 27 Αυγούστου, ο Τραμπ επέβαλε πρόσθετο δασμό 25% στις εισαγωγές αγαθών από την Ινδία, ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό στο 50%, ως αντίποινα για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου εκ μέρους του Νέου Δελχί.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ και ο Πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι (αριστερά) συναντώνται στο Οβάλ Γραφείο στις 13 Φεβρουαρίου 2025. Andrew Harnik/Getty Images

 

Ο εκπρόσωπος της Dallas δήλωσε: «Η Ρωσία είχε στήσει ένα πολύπλοκο δίκτυο παράκαμψης κυρώσεων, χρησιμοποιώντας στρατιές μεσαζόντων διάσπαρτων ανά τον κόσμο».  

Την ίδια στιγμή, παρά τα δισεκατομμύρια από τις εξαγωγές πετρελαίου, «Το Κρεμλίνο συνεχίζει να βάζει χέρι στα αποθεματικά του. Αν αυτό δεν αποδεικνύει ότι οι κυρώσεις πονάνε, τότε τι;»

Το Ταμείο Εθνικού Πλούτου της Ρωσίας, που λειτουργεί ως ταμείο στήριξης του κρατικού συνταξιοδοτικού συστήματος, διέθετε ρευστά αποθεματικά 113,5 δισ. δολαρίων στις αρχές του 2022, ποσό που αντιστοιχούσε στο 7,3% του ΑΕΠ.

Ωστόσο, τα αποθεματικά αυτά μειώνονταν κατά 1,7 δισ. δολάρια τον μήνα. Το ανεξάρτητο ρωσικό πρακτορείο Interfax μετέδωσε τον Αύγουστο ότι το ύψος του ταμείου είχε πέσει στα 48,3 δισ. δολάρια—αντιστοιχώντας μόλις στο 1,8% του ΑΕΠ.

Ο εκπρόσωπος της Dallas προειδοποίησε ότι, με τους τρέχοντες ρυθμούς δαπανών, τα ρευστά αποθέματα μπορεί να εξαντληθούν μέχρι τα τέλη του 2026, γεγονός που ίσως εξηγεί γιατί το Κρεμλίνο ανακοίνωσε πρόσφατα αύξηση του ΦΠΑ από 20% σε 22% για το επόμενο έτος.

Ωστόσο, δεν υπάρχουν ως τώρα ενδείξεις ότι οι οικονομικές πιέσεις έχουν αναγκάσει τον Πούτιν να αναθεωρήσει τη στρατηγική του.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε