Tην ανάγκη να μειωθεί το φορολογικό βάρος στην εργασία, είτε πρόκειται για μειώσεις φόρων είτε για μειώσεις εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, επεσήμανε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στην «Ημερησία».
«Υπάρχει ένα βάρος στην εργασία, όπου υπάρχει το περιθώριο σήμερα να μειωθεί εις όφελος και του Έλληνα εργαζομένου και της εθνικής οικονομίας» ανέφερε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας ότι μετά το πολύ καλό δημοσιονομικό αποτέλεσμα το 2024 και όπως φαίνεται από τα στοιχεία και το 2025, υπάρχει κάποιος δημοσιονομικός χώρος τον οποίον, όπως υπέθεσε, θα εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση – και πολύ ορθά – για να κάνει εξαγγελίες αύριο.
«Δεν θέλω να πω ούτε γνωρίζω τι ακριβώς προτίθεται να πει ο κύριος πρωθυπουργός, αλλά όπως έχω αναφέρει παλιότερα σε δηλώσεις μου, πράγματι φαίνεται ότι υπάρχει περιθώριο μείωσης της φορολογίας σε ορισμένα εισοδηματικά κλιμάκια», δήλωσε ο κος Στουρνάρας.
Την άνοδο του πληθωρισμού ο κος Στουρνάρας την αποδίδει στην υπερβάλλουσα προσφορά που υπάρχει στην οικονομία. Παράλληλα, όπως είπε, χρειαζόμαστε περισσότερο ανταγωνισμό: «Χρειαζόμαστε περισσότερους παραγωγούς αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα και περισσότερη παραγωγή, δηλαδή και μεγαλύτερη παραγωγή και περισσότερους παραγωγούς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Για το ιδιωτικό χρέος, ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε μεταξύ άλλων ότι υπάρχουν ακόμη κόκκινα δάνεια 80 δισ. ευρώ, «τα οποία βρίσκονται σε διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων και ταλαιπωρούν ακόμα χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Εμείς αυτά τα 80 δισεκατομμύρια θέλουμε να μειωθούν πολύ γρηγορότερα. Γιατί; Διότι πρέπει να απελευθερωθεί όλος αυτός ο κόσμος, όλες αυτές οι επιχειρήσεις, οι βιώσιμες επιχειρήσεις, όσες είναι βιώσιμες και έχουμε δει ότι οι περισσότερες είναι», παρατήρησε. Επιπροσθέτως, υπογράμμισε ότι πρέπει με αποτελεσματικές διαδικασίες να μειωθεί το απόθεμα αυτών των δανείων.
Αναφερόμενος στην εμπορική συμφωνία των Ηνωμένων Πολιτειών με την Ευρώπη για τους δασμούς χαρακτήρισε την επιβολή δασμών 15% ως «το μη χείρον βέλτιστον». Διευκρίνισε πάντως ότι η συγκεκριμένη συμφωνία δεν αγγίζει άμεσα την ελληνική οικονομία, καθώς, όπως είπε, «δεν έχουμε μεγάλες εξαγωγές προς την Αμερική. Θα την αγγίξει βέβαια έμμεσα, επειδή έχουμε τουρισμό, έχουμε ναυτιλία, και αυτό επηρεάζεται πάρα πολύ από τις παγκόσμιες εξελίξεις».