Για τον αρχαίο Κινέζο ζωγράφο Γου Νταοζί (Wu Daozi, περ. 685-758 μ.Χ.), η ομορφιά της ρέουσας γραμμής ήταν ίσως το πιο ισχυρό εκφραστικό του μέσο.
Γεννημένος κατά τη διάρκεια της ακμής της δυναστείας Τανγκ (618-907 μ.Χ.), ο καλλιτέχνης ξεκίνησε την καριέρα του ως ταπεινός τεχνίτης, αλλά σταδιακά έφτασε να θεωρείται ο «σοφός της ζωγραφικής». Όταν η φήμη για το ταλέντο του έφτασε στην αυτοκρατορική Αυλή, ο Γου κλήθηκε στο παλάτι για να εργαστεί για τον αυτοκράτορα. Επίσης, φιλοτέχνησε εκατοντάδες τοιχογραφίες για βουδιστικά και ταοϊστικά μοναστήρια.
Σχεδόν κανένα από αυτά δεν γλίτωσε από τη φθορά του χρόνου, αλλά ζωγραφικά αντίγραφα και λογοτεχνικές περιγραφές μάς δίνουν μια ιδέα του αριστοτεχνικού του στυλ που προκαλούσε δέος στους σύγχρονούς του, όπως και σε πολλές μετέπειτα γενιές.
Ο Γου φημιζόταν περισσότερο για τις ανθρώπινες μορφές του, ενώ πολλά από τα έργα του απεικονίζουν βουδιστικές θεότητες που κατείχαν κεντρική θέση στην πνευματική ζωή των Τανγκ. Ένας πίνακας, που βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Οσάκα, ο οποίος αποδίδεται στον Γου, αν και κατ’ άλλους είναι κατοπινό αντίγραφο από την εποχή της Δυναστείας Σονγκ (960-1279), έχει ακριβώς αυτό το θέμα.
Ο τίτλος του «Η Γέννηση του Σακιαμούνι» αναφέρεται στην τελευταία σκηνή, στα αριστερά της εικόνας, η οποία δείχνει τον νεογέννητο Βούδα να παρουσιάζεται από τους βασιλικούς γονείς του – τον Ινδό βασιλιά Σουντοντάνα και τη βασίλισσά του Μάγια – σε μια δευτερεύουσα θεότητα, η οποία με τη σειρά της λατρεύει το θεϊκό παιδί.
Σύμφωνα με τις βουδιστικές γραφές, ο Σακιαμούνι γεννήθηκε σε ένα εξαιρετικά πλούσιο περιβάλλον, γεμάτο λεπτές απολαύσεις, αλλά ένιωσε ότι όλα τα εγκόσμια πράγματα ήταν κενά μπροστά στο θάνατο και τον πόνο. Έτσι, εγκατέλειψε το σπίτι του αναζητώντας τη φώτιση, μέχρι που τελικά ένιωσε την επιθυμία να σώσει όλα τα αισθανόμενα όντα από την ανθρώπινη δυστυχία.
Ο Βουδισμός ιδρύθηκε πέντε αιώνες πριν από τη γέννηση του Χριστού στη σημερινή Ινδία και το Νεπάλ και διαδόθηκε στην Κίνα κατά τη διάρκεια της Βόρειας και της Νότιας δυναστείας (386-581 μ.Χ.), φτάνοντας στο απόγειό του κατά τη διάρκεια της Δυναστείας Τανγκ. Πολλά από τα θρησκευτικά έργα του Γου Νταοζί δημιουργήθηκαν στην ευημερούσα και κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας, την Τσανγκ’αν.
Σε αυτό το συγκεκριμένο τμήμα του πίνακα, δεσπόζει μια έντονη αντίθεση μεταξύ της γονατιστής θεότητας και της μικρής ομάδας ανθρώπων.
Στο δεξί μέρος, ο καλλιτέχνης αποδίδει προσεκτικά την ηρεμία της βασιλικής συνοδείας. Αποδίδει σχολαστικά τα χαρακτηριστικά των προσώπων και τα καλύμματα των κεφαλιών με λεπτές γραμμές και ανοιχτό μελάνι, ενώ οι μακριές, απαλές και συγκρατημένες πινελιές στα πτυχωτά ενδύματά τους υποδηλώνουν τον χαριτωμένο βηματισμό τους προς τα εμπρός.
Απέναντι τους βλέπουμε τη μορφή της ελάσσονος θεότητας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολύ πιο έντονες και εκφραστικές πινελιές. Οι σύντομες, σπαστές και κυματιστές καμπύλες του προσώπου και των μυών του αναδεικνύουν τη μεγάλη συναισθηματική ένταση που νιώθει αναγνωρίζοντας τον μεγάλο Βούδα, ενώ οι δυνατές και δραματικά φορτισμένες συστροφές του υφάσματος αποδίδουν την ταραχή που του προκαλεί η μεγαλειώδης παρουσία του θείου.
Αυτού του είδους οι γραμμές ήταν που καθιέρωσαν τον Γου Νταοζί και έγιναν κατά κάποιον τρόπο η υπογραφή του.
«Τα υφάσματα του Γου πετάνε στον αέρα», έλεγαν οι σύγχρονοί του.
Στον συγκεκριμένο πίνακα, ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί πιο σκούρο μελάνι για να τονίσει τη ρευστή κίνηση του υφάσματος και μεταβάλλει το πάχος της πινελιάς του σαν να δημιουργεί έργο καλλιγραφίας. Πράγματι, η ζωγραφική πινελιά του Γου ήταν στενά συνδεδεμένη με την κίνηση της κινεζικής γραφής και θύμιζε ιδιαίτερα ένα στυλ «άγριας, ρέουσας καλλιγραφίας» που είχε μελετήσει.
Ωστόσο, χρησιμοποιούσε με φειδώ αυτά τα στιλιστικά στοιχεία, τονίζοντας τη συναισθηματική έκφραση μόνο όταν ήταν απαραίτητο.
Αιώνες αργότερα, ο μεγάλος λογοτέχνης Σου Σι (Su Shi, 1037-1101) θαύμασε το πώς ο Γου «καινοτομούσε μέσα στις υπάρχουσες νόρμες» και πώς το «τολμηρό και ασυγκράτητο πνεύμα του ανέπτυσσε πρωτότυπες ιδέες».
Από τη Δυναστεία Τανγκ μέχρι σήμερα, η εκφραστική χρήση της καλλιγραφικής γραμμής από τον Γου Νταοζί θεωρείται ως η τέλεια ενσάρκωση του ιδανικού του «τσίγιουν σένγκντονγκ», μιας έννοιας της κινεζικής θεωρίας της τέχνης που μπορεί να μεταφραστεί κατά προσέγγιση ως «η κίνηση του πνεύματος μέσα από το ρυθμό των πραγμάτων».
Η τέχνη των διανοούμενων, χρησιμοποιώντας ορατές μορφές για να μεταφέρει το εσωτερικό πνεύμα των ζωντανών όντων, την ανάσα των ομιχλωδών τοπίων και την αύρα των συνηθισμένων πραγμάτων, θεωρεί αυτό ως το απόλυτο ιδανικό της.
Θα θέλατε να δείτε άλλα είδη άρθρων για τις τέχνες και τον πολιτισμό; Στείλτε μας με email τις ιδέες ή τα σχόλιά σας.
Του Da Yan
Επιμέλεια: Αλία Ζάε