Το Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ανακοίνωσε αργά την Τετάρτη ότι ο Διευθυντής της υπηρεσίας Τζον Ράτκλιφ έχει ενημερωθεί ότι η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών δεν θα τηρήσει την προθεσμία της 18ης Δεκεμβρίου που έχει οριστεί από το εκτελεστικό διάταγμα του 2018 για να αναφέρει σχετικά με ξένες απειλές που τυχόν υπήρξαν κατά τις εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς «οι υπηρεσίες δεν έχουν τελειώσει με τον συντονισμό για το προϊόν».
«Σήμερα το απόγευμα, το DNI ειδοποιήθηκε από αξιωματούχους ότι η Κοινότητα Πληροφοριών δεν θα τηρήσει την προθεσμία της 18ης Δεκεμβρίου, που ορίστηκε από το Εκτελεστικό Διάταγμα και το Κογκρέσο για την υποβολή της διαβαθμισμένης αξιολόγησης της IC για ξένες απειλές στις εκλογές των ΗΠΑ το 2020», ανακοίνωσε η Αμάντα Σκοτς, Διευθύντρια του ODNI στις Στρατηγικές Επικοινωνίες.
Το γραφείο επιβεβαίωσε ότι η επερχόμενη έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με «σχετικές» ξένες απειλές από τις πρόσφατες εκλογές.
«Το IC έχει αρχίσει να λαμβάνει σχετικές αναφορές από την ημέρα των εκλογών και ορισμένοι οργανισμοί δεν έχουν τελειώσει το συντονισμό για το προϊόν», ανέφερε, προσθέτοντας ότι ο Ράτκλιφ παραμένει δεσμευμένος για την ταχεία έκδοση της έκθεσης.
Η 18η Δεκεμβρίου σηματοδοτεί 45 ημέρες μετά τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, όπου, σύμφωνα με το εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ το 2018, το DNI αναμενόταν να παραδώσει μια έκθεση «στο μέγιστο βαθμό που μπορεί να εξακριβωθεί» σχετικά με το εάν πραγματοποιήθηκαν τυχόν απόπειρες παρέμβασης και τη φύση αυτών των παρεμβάσεων, μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν και ποιος συμμετείχε και ενέκρινε τέτοιου είδους προσπάθειες.
Η εντολή καλεί επίσης την κυβέρνηση των ΗΠΑ να επιβάλει αυτόματες κυρώσεις σε ξένα έθνη, άτομα και οντότητες που βρέθηκαν να συμμετέχουν στην προσπάθεια παρέμβασης στις εκλογές των ΗΠΑ.
Ο Ρίτσαρντ Γκρενέλ, πρώην αναπληρωτής Διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, έγραψε στο Twitter λίγο πριν την ανακοίνωση ότι ο Ράτκλιφ «υποστηρίζει καριερίστες αναλυτές που θέλουν οι απόψεις τους να απεικονιστούν με ακρίβεια. Με άλλα λόγια, αγωνιζόμαστε για να μην πολιτικοποιηθούν οι υπηρεσίες πληροφοριών».
Ο Γκρενέλ κοινοποίησε ένα άρθρο του Bloomberg στο οποίο αναφέρεται μια ανώνυμη πηγή που είπε ότι ο Ράτκλιφ δεν θα υπέγραφε την έκθεση, εκτός και αν αντικατοπτριζόταν πληρέστερα η απειλή εθνικής ασφάλειας που θέτει η προσπάθεια της κομμουνιστικής Κίνας να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020. Ο Γκρενέλ πρόσθεσε, «Ο Τζον Ράτκλιφ έχει πρόσβαση στις πιο ευαίσθητες πληροφορίες. Αυτό είναι σημαντικό».
Νωρίτερα φέτος, ο Ράτκλιφ είπε ότι η μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια των εκλογών στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ).
«Η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή εθνικής ασφάλειας για τις ΗΠΑ από οποιοδήποτε άλλο έθνος – οικονομικά, στρατιωτικά και τεχνολογικά. Αυτό περιλαμβάνει απειλές εκλογικής επιρροής και παρέμβασης», είχε δηλώσει ο Ράτκλιφ στο Fox News.
Ο Ράτκλιφ δήλωσε ότι το Πεκίνο ανησυχεί ότι ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα κερδίσει την επανεκλογή, προσθέτοντας ότι η κοινότητα πληροφοριών ενημέρωσε «εκατοντάδες μέλη του Κογκρέσου» για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους για την Κίνα» και τις αυξημένες προσπάθειές της να επηρεάσει το πολιτικό κλίμα των ΗΠΑ υπέρ της».
Η Κάθριν Χέριντζ από το CBS News νωρίτερα αυτό το μήνα ανέφερε ότι ο Ράτκλιφ είπε στο ειδησεογραφικό μέσο ότι υπήρξε ξένη εκλογική παρέμβαση από την Κίνα, το Ιράν και τη Ρωσία τον Νοέμβριο του 2020.
Μια αξιολόγηση των υπηρεσιών πληροφοριών που κοινοποιήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Αντικατασκοπίας και Ασφάλειας του DNI (NCSC) και κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους δήλωνε ότι «η Κίνα προτιμά ο Πρόεδρος Τραμπ – τον οποίο το Πεκίνο βλέπει ως απρόβλεπτο– να μην κερδίσει την επανεκλογή». Συνεχίζει λέγοντας ότι η Ρωσία επιδιώκει «κυρίως να δυσφημίσει» τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν και το Ιράν «επιδιώκει να υπονομεύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς των ΗΠΑ, τον Πρόεδρο Τραμπ και να διαιρέσει τη χώρα πριν από τις εκλογές του 2020».
Ο Ράτκλιφ έχει επανειλημμένα αναγνωρίσει την Κίνα ως συνολική απειλή για την εθνική ασφάλεια. Έγραψε ένα άρθρο-γνώμης στις 3 Δεκεμβρίου στην Wall Street Journal, λέγοντας ότι «η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για την Αμερική σήμερα και τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία και την ελευθερία παγκοσμίως από τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο».
Την ίδια ημέρα, είπε στο CBS News, «Η Κίνα είναι μια οικονομική απειλή και μια τεχνολογική απειλή. Και αυτό είναι κάτι που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν αντιμετωπίσει ποτέ στο παρελθόν».
Εκτελεστικό διάταγμα 13848
Το διάταγμα, που υπογράφηκε από τον Τραμπ στις 12 Σεπτεμβρίου 2018, ορίζει ότι μετά την εκτίμηση σχετικά με πιθανές παρεμβάσεις στις εκλογές, ο υπουργός Δικαιοσύνης και ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας θα έχουν άλλες 45 ημέρες για να αξιολογήσουν την έκθεση και να αποφασίσουν. Εάν διαπιστωθεί εκλογική παρέμβαση και από τις δύο υπηρεσίες, θα επιβληθούν αυτόματες κυρώσεις για τον περιορισμό των περουσιακών στοιχείων των εμπλεκομένων.
Ο υπουργός Εξωτερικών και ο υπουργός Οικονομικών θα πρέπει στη συνέχεια να συστήσουν εάν απαιτούνται πρόσθετες κυρώσεις.
Ο Τραμπ στο διάταγμα αναφέρεται σε εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της απειλής των εκλογικών παρεμβάσεων και δήλωσε ότι «η ικανότητα προσώπων που βρίσκονται, εν όλω ή σε σημαντικό μέρος, έξω από τις Ηνωμένες Πολιτείες και παρεμβαίνουν ή υπονομεύουν την εμπιστοσύνη του κοινού στις εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένης της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε εκλογικές και προεκλογικές υποδομές ή στην κρυφή διανομή προπαγάνδας και παραπληροφόρησης, αποτελεί μια ασυνήθιστη και έκτακτη απειλή για την εθνική ασφάλεια και την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών».
«Παρόλο που δεν έχουν υπάρξει αποδείξεις ότι μια ξένη δύναμη έχει μεταβάλλει το αποτέλεσμα ή την ψηφοφορία στις εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, οι ξένες δυνάμεις ιστορικά προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το ελεύθερο και ανοιχτό πολιτικό σύστημα της Αμερικής», έγραψε ο Τραμπ. «Τα τελευταία χρόνια, ο ταχεία εξάπλωση των ψηφιακών συσκευών και διαδικτυακών επικοινωνιών δημιούργησε σημαντικές ευπάθειες και διεύρυνε το εύρος και την ένταση της απειλής ξένων παρεμβολών, όπως φαίνεται στην αξιολόγηση της κοινότητας πληροφοριών του 2017».
Ο Bowen Xiao και η Melanie Sun συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.
Ακολουθήστε τη Mimi στο Twitter: @MimiNguyenLy