Η κινεζική εταιρεία τεχνολογίας Huawei που ασχολείται και με τον τομέα της στρατιωτικής τεχνολογίας, η οποία προμήθευσε τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό στο μεγαλύτερο πάροχο κινητής τηλεφωνίας της Ολλανδίας KPN, είχε απεριόριστη πρόσβαση στα δεδομένα 6,5 εκατομμυρίων χρηστών της ολλανδικής εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων των τηλεφωνικών κλήσεων και προσωπικών δεδομένων του τότε Ολλανδού πρωθυπουργού.
Στις 17 Απριλίου, η ολλανδική εφημερίδα De Volkskrant ανέφερε ότι το 2010 η KPN ανέθεσε στην συμβουλευτική εταιρεία Capgemini την πραγματοποίηση εσωτερικής έρευνας σχετικά με την ασφάλεια του δικτύου της Huawei. Ωστόσο, η εμπιστευτική αναφορά της Capgemini ήταν τόσο επιβαρυντική που η KPN την έθαψε μέχρι προσφάτως όπου και ήρθε στο φως, σύμφωνα με την de Volkskrant.
Η Capgemini ανέφερε ότι το προσωπικό της Huawei είχε διεισδύσει στον πυρήνα των συστημάτων της KPN και θα μπορούσε, και είχε πρόσβαση και δυνατότητα παρακολούθησης οποιουδήποτε αριθμού συνδρομητή, συμπεριλαμβανομένου του τότε πρωθυπουργού της Ολλανδίας Γιαν Πίτερ Μπολκινέντε, τόσο από τα γραφεία της KPN όσο και από την Κίνα. Κινέζοι κρατικοί φορείς ασφαλείας που εδρεύουν στην Κίνα θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο. Είχαν επίσης απεριόριστη πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα όλων των χρηστών της KPN, όπως αναφέρει η έκθεση.
Οι συνδρομητές της KPN περιλαμβάνουν τον πρωθυπουργό, υπουργούς, πολιτικούς, επιχειρήσεις, απλούς πολίτες και τους κινέζους αντιφρονούντες, οι οποίοι είναι ο κύριος στόχος παρακολούθησης από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς.
Η Huawei γνώριζε επίσης ποιοι αριθμοί παρακολουθούνταν από την ολλανδική αστυνομία και την υπηρεσία πληροφοριών και ασφάλειας – AIVD (Algemene Inlichtingen en Veiligheidsdienst), σύμφωνα με την έκθεση.
Υπήρχαν έξι υπάλληλοι της Huawei που εργάζονταν στο πρώην γραφεία της KPN στη Χάγη, όταν η βασική τεχνολογία δικτύου της Huawei εγκαταστάθηκε στα συστήματα της KPN το 2009. Υπάρχει η υποψία ότι τουλάχιστον μερικοί από αυτούς ενεπλάκησαν σε δραστηριότητες κατασκοπείας, ανέφερε η έκθεση.
Η KPN ανέθεσε στην Capgemini να ερευνήσει την υπόθεση το 2010, αφού είχε επανειλημμένα προειδοποιηθεί από την AIVD ότι η Huawei ήταν ύποπτη για εκτεταμένη τεχνολογική διείσδυση και κατασκοπεία και ότι ο δικτυακός εξοπλισμός της ήταν πολύ ύποπτος. Με βάση την αναφορά της Capgemini, η KPN αποφάσισε να αποφύγει την εξωτερική ανάθεση της πλήρους συντήρησης του δικτύου πυρήνα κινητής τηλεφωνίας στην Huawei. Πέρα από αυτό, σύμφωνα με τη De Volkskrant, η ολλανδική εταιρεία δεν προέβει σε καμία άλλη ενέργεια και έθαψε την έκθεση.
Η ολλανδική εφημερίδα ανέφερε επίσης τον Μάρτιο ότι η Huawei είχε επίσης απεριόριστη πρόσβαση στα δεδομένα πελατών της θυγατρικής της KPN, Telfort ήδη από το 2004. Παρά τον έλεγχο που επιβεβαίωσε και προειδοποίησε την KPN το 2011 σχετικά με τη διαρροή των δεδομένων των πελατών της Telfort, η KPN δεν έκανε περαιτέρω έρευνα ούτε προειδοποίησε τους πελάτες της Telfort.
Στις 19 Απριλίου, η KPN αναγνώρισε την ύπαρξη της έκθεσης και είπε ότι «δεν είχε παρατηρήσει ποτέ τη Huawei να λαμβάνει πληροφορίες πελατών» και κανένας από τους προμηθευτές της δεν είχε «μη εξουσιοδοτημένη, ανεξέλεγκτη ή απεριόριστη πρόσβαση στα δίκτυα και τα συστήματά μας».
Μετά την ανακοίνωση της KPN, εσωτερικές πηγές ανέφεραν στην De Volkskrant ότι ο πυρήνας της KPN ενδέχεται να εξακολουθεί να εκτίθεται σε κατασκόπους, επειδή η Huawei εξακολουθεί να έχει πρόσβαση και κάποιο έλεγχο στο δίκτυο 4G της KPN. Υπάλληλοι της Huawei έχουν «δικαιώματα διαχειριστή» στην κεντρική πλατφόρμα της KPN λόγω του ότι έχει εγκασταθεί εξοπλισμός της Huawei εκεί.
Ως ο κύριος προμηθευτής δικτυακού εξοπλισμού κινητής τηλεφωνίας 3G και 4G της KPN, η Huawei αρνήθηκε όλους τουςισχυρισμούς περί παρακολούθησης χρηστών της KPN. «Ποτέ δεν έχουμε κατηγορηθεί από κυβερνητικούς φορείς ότι έχουμε ενεργήσει με μη εξουσιοδοτημένο τρόπο», δήλωσε, σύμφωνα με την The Guardian.
Η Huawei με στενούς δεσμούς με τον στρατό του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος έχει προκαλέσει εκτεταμένες ανησυχίες όσον αναφορά την ασφάλεια σε πολλές δυτικές χώρες. Η κυβέρνηση των Η.Π.Α. έθεσε σε μαύρη λίστα και επέβαλε κυρώσεις στην Huawei και στους προμηθευτές της, ενώ η κινεζική εταιρεία τεχνολογίας αγωνίζεται για την κυριαρχία στο παγκόσμιο δίκτυο 5G.