Η πρόσφατη απόφαση της Κίνας να άρει τις κυρώσεις που είχε επιβάλει σε ευρωβουλευτές σηματοδοτεί μια σημαντική καμπή στις σχέσεις Πεκίνου-Βρυξελλών, με στόχο την επανεκκίνηση των εμπορικών συνομιλιών και την αναθέρμανση της Συνολικής Συμφωνίας Επενδύσεων (CAI).
Η κίνηση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική της Κίνας να ενισχύσει τους δεσμούς με την ΕΕ, εν μέσω των κλιμακούμενων εντάσεων με τις ΗΠΑ. Το Πεκίνο επέβαλε κυρώσεις σε βάρος ευρωβουλευτών εν είδει αντιποίνων για τις κυρώσεις που επέβαλαν οι Βρυξέλλες λόγω της αντιμετώπισης των Ουιγούρων από το κινεζικό καθεστώς.
Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία (599 υπέρ, 30 κατά και 58 αποχές), αναφέρει πως η εξέταση της Συνολικής Συμφωνίας ΕΕ-Κίνας για τις επενδύσεις «εξαρτάται από την άρση των κυρώσεων εκ μέρους της Κίνας». Οι ευρωβουλευτές θεωρούν πως η ΕΕ πρέπει να χρησιμοποιήσει αυτήν τη συμφωνία ως «μοχλό πίεσης» για να σταματήσουν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα.
Το 2021, η Κίνα επέβαλε κυρώσεις σε πέντε ευρωβουλευτές, μεταξύ των οποίων οι Μάικλ Γκάλερ, Ραφαέλ Γκλούκσμαν, Ιλχάν Κιουτσιούκ και Μίριαμ Λέξμαν. Οι κυρώσεις περιελάμβαναν απαγόρευση εισόδου στην Κίνα και πάγωμα περιουσιακών στοιχείων. Ως απάντηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανέστειλε τις επίσημες συνομιλίες με την Κίνα και πάγωσε τη διαδικασία επικύρωσης της CAI.
To Πεκίνο επιχειρεί επαναπροσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εν μέσω διεθνούς απομόνωσης και οικονομικών πιέσεων
Η απόφαση αυτή του ΚΚΚ παρουσιάζεται από το Πεκίνο ως «κίνηση καλής θέλησης». Όμως πίσω από το διπλωματικό προσωπείο διαφαίνεται μια πολύ πιο υπολογισμένη στρατηγική: η αναχαίτιση της απομόνωσης που υφίσταται η Κίνα στη Δύση και η προσπάθεια διάσπασης της κοινής ευρωπαϊκής στάσης απέναντι στις κινεζικές πρακτικές.
Η «παγωμένη» Συνολική Συμφωνία Επενδύσεων (CAΙ), η οποία είχε ανασταλεί μετά τις κυρώσεις, αποτελεί πλέον πρωταρχικό στόχο για το Πεκίνο. Αντιμέτωπο με τους αμερικανικούς δασμούς και δριμεία κριτική για τις πρακτικές της στο εμπόριο και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αναζητεί άνοιγμα προς την Ευρώπη, ελπίζοντας πως η οικονομική διπλωματία θα υπερισχύσει της ηθικής ανησυχίας.
Η κίνηση της άρσης των κυρώσεων, που διαπραγματεύθηκε η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα, έγινε δεκτή με επιφύλαξη και σκεπτικισμό. Ευρωβουλευτές υπενθυμίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος των δομικών προβλημάτων (από την καταστολή του Χονγκ Κονγκ ως τα στρατόπεδα επανεκπαίδευσης στο Σιντζιάνγκ) παραμένει ανέγγιχτο.
Σταδιακή απομόνωση από τη Δύση – Στροφή προς διμερείς τακτικές
Η Κίνα δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι η γενικευμένη ρήξη με τη Δύση δεν εξυπηρετεί τους οικονομικούς και γεωπολιτικούς της στόχους. Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να υιοθετούν πολιτική ενεργού οικονομικού αποκλεισμού, η ΕΕ φαίνεται στον κινεζικό στρατηγικό χάρτη ως ο αδύναμος κρίκος, μια δύναμη που μπορεί ακόμα να πειστεί να συνεργαστεί, με το σωστό μείγμα οικονομικών κινήτρων και πολιτικής ευγένειας.
Η μερική άρση των κυρώσεων, καθώς ευρωβουλευτές όπως ο Γερμανός Ράινχαρντ Μπίτικοφερ παραμένουν στη μαύρη λίστα, ίσως αποτελεί δοκιμαστικό βήμα: ένα τέχνασμα πίεσης για να δει το Πεκίνο αν και κατά πόσο η ΕΕ είναι πρόθυμη να αποδεχθεί μια «επιλεκτική ομαλοποίηση», το οποίο όμως προκαλεί αμφιβολίες για την ειλικρίνεια των κινήσεων του Πεκίνου.
Εμπορικές εντάσεις και στρατηγικές κινήσεις
Η Κίνα αντιμετωπίζει αυξανόμενες εμπορικές πιέσεις από τις ΗΠΑ, με την κυβέρνηση Τραμπ να επιβάλλει δασμούς έως και 145% σε κινεζικά προϊόντα. Ως απάντηση, το ΚΚΚ επιδιώκει να ενισχύσει τους οικονομικούς δεσμούς με την ΕΕ, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως αξιόπιστο εταίρο, και ως αντιστάθμισμα στις αμερικανικές πιέσεις.
Παράλληλα, η ΕΕ εκφράζει ανησυχίες για την εμπορική ανισορροπία με την Κίνα, με το εμπορικό έλλειμα να φτάνει τα 390 δισ. ευρώ το 2022. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν έχει δηλώσει ότι η ΕΕ δεν θα ανεχθεί για πολύ την ανισορροπία αυτή και ζητά θεμιτό ανταγωνισμό και βιώσιμο εμπόριο.
Ηθική ή εμπόριο; Το δίλημμα της Ευρώπης
Η ΕΕ αναμένει συγκεκριμένες ενέργειες από την Κίνα για να προχωρήσει στην επικύρωση της CAΙ και να ενισχύσει τη συνεργασία σε τομείς ενδιαφέροντος.
Η επόμενη σύνοδος κορυφής ΕΕ-Κίνας, προγραμματισμένη για τον Ιούλιο στο Πεκίνο, θα αποτελέσει κρίσιμο σταθμό για την αξιολόγηση της προόδου και την ενίσχυση των διμερών σχέσεων.
Για την Ευρώπη, η απόφαση δεν είναι εύκολη. Από τη μία, η προοπτική κινεζικών επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς όπως η πράσινη ενέργεια και η τεχνολογία είναι ελκυστική. Από την άλλη, οι καταγγελίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο έλεγχος των μέσων ενημέρωσης, η στρατιωτική επιθετικότητα απέναντι στην Ταϊβάν και οι κατασκοπευτικές υποθέσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες καθιστούν τη συνεργασία με το Πεκίνο πολιτικά και ηθικά επικίνδυνη.