Η επιδείνωση των οικονομικών προβλημάτων στην Κίνα είναι κάτι που το κομμουνιστικό καθεστώς δεν μπορεί πλέον να αρνείται και που οι εξαρτημένες από την Κίνα χώρες δεν έχουν την πολυτέλεια να αγνοήσουν.
Από τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν ανακοινώθηκε η απόφαση της Κίνας να τερματίσει την πολιτική του «μηδενικού COVID», η επακόλουθη οικονομική ύφεση έπληξε πολλούς τομείς. Οι αγορές εισαγωγών και εξαγωγών έχουν κατακρημνιστεί φέτος, ενώ το χρέος της χώρας εκτινάχθηκε, η βιομηχανική παραγωγή έπεσε και η αγορά ακινήτων κατέρρευσε.
Τα στοιχεία του Ιουλίου έδειξαν σημαντική πτώση του εξωτερικού εμπορίου σε ετήσια βάση, με τις εξαγωγές να συρρικνώνονται κατά 14,5% και τις εισαγωγές να μειώνονται κατά 12,4%.
Αυτό περιπλέκεται από τη συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού και την υψηλή ανεργία των νέων. Ο αριθμός των νέων που δεν μπορούν να βρουν δουλειά ανέβηκε στο σημείο-ρεκόρ του 20,4% τον Απρίλιο στην ηλικιακή ομάδα των 16 έως 24 ετών, ενώ τον Ιούνιου αυξήθηκε περαιτέρω στο 21,3%.
Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Κίνας δημοσίευσε αρχικά τα στοιχεία, αλλά στη συνέχεια η κρατική υπηρεσία δεν επέτρεψε τη δημοσίευση επιπλέον στατιστικών στοιχείων για την ανεργία μετά από εκτεταμένες αναφορές των μέσων ενημέρωσης.
Ένας εκπρόσωπος της Στατιστικής Υπηρεσίας, ο Φου Λινγκχούι, δήλωσε στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου τον Αύγουστο ότι το « ηλικιακό ποσοστό ανεργίας στις πόλεις για τους νέους» θα ανασταλεί για εκείνον τον μήνα. Δεδομένης της αυξημένης πίεσης που αντιμετωπίζει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) για την παραπαίουσα οικονομία, οι προσπάθειες σε κρατικό επίπεδο για έλεγχο της πληροφόρησης δεν προκαλούν έκπληξη.
Μια έκθεση του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων με έδρα τη Νέα Υόρκη επεσήμανε τον Αύγουστο: « Η μετακίνηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων από την αναποτελεσματική αγροτική γεωργία στην εργοστασιακή εργασία υψηλότερης παραγωγικότητας στις πόλεις μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μία φορά».
Οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης του Πεκίνου θα υπερβούν κατά πολύ τα σύνορά του. Πολλοί εμπειρογνώμονες προβλέπουν ότι οι εταίροι της Κίνας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ιδίως στη Λατινική Αμερική, θα υποστούν το μεγαλύτερο βάρος των εσωτερικών προβλημάτων της.
Τα συμφέροντα του Πεκίνου στη Λατινική Αμερική είναι αρκετά μεγάλα. Μεταξύ του 2000 και του 2020, περίπου 160 δισεκατομμύρια δολάρια επενδύθηκαν από κινεζικές εταιρείες στην περιοχή.
Τα τελευταία 20 χρόνια, η σχέση της Λατινικής Αμερικής με την Κίνα βασιζόταν σε «αντιλήψεις και ελπίδες» και όχι σε πρακτικές λεπτομέρειες, δήλωσε ο Ήβαν Έλλις, περιφερειακός αναλυτής και καθηγητής στο Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών του U.S. Army War College.
Οι αντανακλάσεις αυτού του γεγονότος είναι εμφανείς στα αμφίβολα έργα υποδομής στη Λατινική Αμερική και στα υψηλά δάνεια που δόθηκαν σε τοπικές κυβερνήσεις με ιστορικό αδυναμίας πληρωμής των χρεών τους.
Σε ένα πρόσφατο παράδειγμα, το αριστερό καθεστώς της Αργεντινής χρησιμοποίησε μια πιστωτική γραμμή 7,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για να πληρώσει μέρος κινέζικου δανείου τον Αύγουστο. Η Αργεντινή έχει μακρόχρονη ιστορία αθέτησης πληρωμών εξωτερικού χρέους και, από το 2019, χρωστούσε στο Πεκίνο σχεδόν 17 δισεκατομμύρια δολάρια από δάνεια που είχαν εκδοθεί από το 2007, σύμφωνα με τον Διαμερικανικό Διάλογο.
Τα έργα υποδομής της Κίνας στη Λατινική Αμερική είναι γνωστό ότι είναι γεμάτα προβλήματα, ορισμένα από τα οποία επηρεάζουν σημαντικά τους τοπικούς πληθυσμούς. Ένα από αυτά είναι και το υδροηλεκτρικό φράγμα Coca Codo Sinclair, ύψους 2,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων, στο Εκουαδόρ, το οποίο άνοιξε το 2016 και ήδη οι τοπικοί μηχανικοί εκφράζουν ανησυχίες για ρωγμές και δομικά ζητήματα.
Οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής που διψούν για επενδύσεις και εμπορικές συμφωνίες παραβλέπουν συστηματικά αυτά τα γεγονότα επηρεασμένες από τα μεγάλα ποσά που διοχετεύει σε αυτές η Κίνα. Ωστόσο, δεδομένων των σημερινών εσωτερικών προβλημάτων του Πεκίνου, αυτά τα ποσά ίσως αρχίσουν να μειώνονται και να συνοδεύονται από περισσότερους όρους, δήλωσε ο κος Έλλις στην Epoch Times.
Οι επιπτώσεις στα εμπορεύματα
Μία από τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις που αντιμετωπίζει ήδη η περιοχή είναι η υποχώρηση των τιμών των βασικών εμπορευμάτων λόγω της μειωμένης ζήτησης από την Κίνα, τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της περιοχής, του Μεξικού εξαιρουμένου.
Σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Χιλή και το Περού, τα εμπορεύματα αντιπροσωπεύουν το 72% του συνόλου των εξαγωγών, σύμφωνα με το Institute of International Finance. Συγκριτικά, οι εξαγωγές εμπορευμάτων της Αφρικής ανέρχονται στο 62%, της Μέσης Ανατολής στο 51% και της Ασίας στο 25%.
Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό για τις χώρες με ισχυρούς ορυκτούς και γεωργικούς τομείς, οι οποίοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την κινεζική ζήτηση.
Η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης ανέφερε πτώση των τιμών μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου σε βασικά προϊόντα της Λατινικής Αμερικής, όπως το πετρέλαιο, ο καφές, το σιδηρομετάλλευμα, ο χαλκός και η σόγια.
Ο κος Έλλις προβλέπει μια «παρατεταμένη περίοδο χαμηλότερων τιμών των εμπορευμάτων» που θα πλήξει σκληρά τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθώς η Κίνα πιθανότατα θα αγοράζει λιγότερα και θα προσπαθεί να πουλάει περισσότερα. Είπε ότι πιθανότατα το ΚΚΚ «δεν θα μπορεί να διοχετεύει τόσα χρήματα όσο άλλοτε στην περιοχή».
Κατά συνέπεια, αυτό θα μπορούσε να αμβλύνει μέρος της φήμης την οποία η Κίνα οικοδομούσε προσεκτικά για πολλά χρόνια. «Η Κίνα δεν θα φαίνεται τόσο γοητευτική στη Λατινική Αμερική όσο παλιά, σε κανένα επίπεδο», δήλωσε ο κος Έλλις.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος των αναδυόμενων αγορών Ρόμπερτ Γκιλχούλι επεσήμανε: «Οι εξαγωγείς πρώτων υλών, όπως η Χιλή, το Περού, η Νότια Αφρική και η Αυστραλία, μπορεί να δουν τη ζήτηση των προϊόντων τους από την Κίνα να πέφτει», γεγονός που, όπως είπε, θα οδηγούσε σε μια τάση παγώματος των παγκόσμιων τιμών και σε «επιπτώσεις στις επενδύσεις, τα φορολογικά έσοδα και το ευρύτερο επιχειρηματικό κλίμα».
Άλλοι αναλυτές λένε ότι το πάγωμα των τιμών των εμπορευμάτων είναι μόνο η αρχή.
«Ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους αυτά τα καθεστώτα [της Λατινικής Αμερικής] έλκονται από την Κίνα είναι λόγω των άμεσων πρακτικών οφελών αυτής της σχέσης … ελκυστικά δάνεια, επενδύσεις, στρατιωτικές ευκαιρίες και ευκαιρίες ασφάλειας και διάφορες μορφές υποστήριξης», δήλωσε στην Epoch Times η αναλύτρια περιφερειακής ασφάλειας και πρόεδρος της Scarab Rising, Ιρίνα Τσούκερμαν.
«Εάν [οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής] αρχίσουν να βλέπουν την Κίνα ως αναξιόπιστο σύμμαχο … που δεν τηρεί τις υποσχέσεις του, θα απομακρυνθούν αμέσως αναζητώντας άλλον μνηστήρα.»
Η κα Τσούκερμαν πιστεύει ότι η εικόνα επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα προσεγγίζει τη σχέση της με τη Λατινική Αμερική. Δεν είναι πεπεισμένη ότι το ΚΚΚ θα μειώσει τις περιφερειακές επενδύσεις του, ακόμη και με κόστος τη δική του οικονομική κρίση. Αντιθέτως, η αναλύτρια πιστεύει ότι το Πεκίνο νοιάζεται περισσότερο για την «προβολή ισχύος» παρά για αυτό που αποκάλεσε «συνετή και νηφάλια ισορροπία δαπανών».
«Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια αντίληψη στην άρχουσα τάξη ότι, όσο το μακρύ χέρι του Πεκίνου φτάνει μακριά σε όλο τον κόσμο, οι φήμες για την οικονομική του κατάρρευση δεν θα γίνουν πλήρως πιστευτές από τις δυτικές χώρες», είπε.
Ωστόσο, οι επενδύσεις του Πεκίνου στη Λατινική Αμερική, εφ’ εξής, θα συνοδεύονται πιθανότατα από αυτό που ο κος Έλλις αποκάλεσε «σκλήρυνση της διπλωματικής γραμμής της Κίνας». Αναμένει ότι αυτό θα υλοποιηθεί με τους όρους δανεισμού της Κίνας, προσθέτοντας ότι το ΚΚΚ είναι «πολύ επιδέξιο» στο να πληρώνεται.
«Όπως και στην Αφρική, οι Κινέζοι δεν αφήνουν κανέναν να ξεφύγει από τα χρέη του», δήλωσε ο κος Έλλις.
Πρόσθεσε ότι το ΚΚΚ πιθανότατα θα οξύνει την προσέγγισή του ως εμπορικός και επενδυτικός εταίρος, ενώ θα θέτει αυστηρότερους όρους και θα εμβαθύνει την «πολιτικοποίησή» του στη Λατινική Αμερική.
Ο κος Έλλις είπε ότι η Κίνα πιθανότατα θα γίνει ένας πιο δύσκολος διεθνής εταίρος, που θα προσφέρει λιγότερα μετρητά.
Μια καλή ευκαιρία
Εάν οι εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες μεταξύ της Κίνας και της Λατινικής Αμερικής γίνουν πιο αυστηρές, αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και τις προσπάθειες του ΚΚΚ να επεκτείνει το γουάν RMB ως αποθεματικό νόμισμα στην περιοχή. Νωρίτερα φέτος, οι κυβερνήσεις της Βραζιλίας και της Αργεντινής ανακοίνωσαν ότι θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν το γουάν ως εμπορικό νόμισμα. Στις 29 Ιουνίου, η κυβέρνηση της Αργεντινής προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, όταν η κεντρική της τράπεζα ανακοίνωσε ότι οι κάτοικοι και οι επιχειρήσεις θα μπορούν να ανοίγουν λογαριασμούς σε γουάν.
Η Κίνα δεν έχει κρύψει την πρόθεσή της να προωθήσει το γουάν ως εναλλακτική λύση στο δολάριο ΗΠΑ για τα αποθεματικά και το εμπόριο, κάτι που πολλοί έχουν αποκαλέσει εκστρατεία «απο-δολαριοποίησης».
Ωστόσο, η οικονομική υποβάθμιση του Πεκίνου και η πιο περίπλοκη ή μικρότερη πρόσβαση των χωρών της Λατινικής Αμερικής στην κινεζική χρηματοδότηση, ίσως αποτελούν για τις Ηνωμένες Πολιτείες μια καλή ευκαιρία να αναλάβουν δράση στη «γειτονιά» τους. Η κα Τσούκερμαν λέει ότι η μεταβαλλόμενης οικονομική κατάσταση της Κίνας θα μπορούσε να προκαλέσει μια αλλαγή στάσης.
«Παρά τις αριστερές ιδεολογίες των λατινοαμερικανικών καθεστώτων, όπως η Αργεντινή και η Βραζιλία, οι ηγέτες τους είναι πραγματιστές και ιδιοτελείς. Μπορεί να χρησιμοποιούν λαϊκίστικη ρητορική και ακραίες ιδεολογίες για να αποκτήσουν την εξουσία και τον έλεγχο, αλλά όταν πρόκειται να διαφυλάξουν την εξωτερική πολιτική και την τσέπη τους, γνωρίζουν πολύ καλά ποιο είναι το συμφέρον τους», δήλωσε η αναλύτρια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να έχουν υποσκελιστεί από την Κίνα ως κορυφαίος εμπορικός εταίρος των λατινοαμερικανικών χωρών τα τελευταία χρόνια, αλλά οι άμεσες ξένες επενδύσεις των ΗΠΑ στην περιοχή εξακολουθούν να είναι τεράστιες – πέρυσι αντιπροσώπευαν το 38% της οικονομικής εισροής σχεδόν 225 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.
Ο κος Έλλις λέει ότι εναπόκειται στην Ουάσιγκτον να διαφοροποιηθεί ως εμπορικός εταίρος στη Λατινική Αμερική και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε οικονομική αμηχανία της Κίνας. Εάν δεν το κάνει, παρατήρησε, δεν θα είναι η πρώτη φορά που Αμερικανοί αξιωματούχοι χάνουν μια χρυσή ευκαιρία.
«Ποτέ δεν απογοητεύτηκα από την ικανότητα της κυβέρνησής μας να πυροβολεί τον εαυτό της στο πόδι.»
Επιμέλεια: Αλία Ζάε