Παρασκευή, 28 Νοέ, 2025
Συγκέντρωση υπέρ των αποζημιώσεων, έξω από το Δημαρχείο του Σαν Φρανσίσκο. ΗΠΑ, 14 Μαρτίου 2023. (Jeff Chiu/AP Photo)

Η θυματοποίηση ως αρετή: Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ και η λατρεία του πόνου

Σχολιασμός

Στο βιβλίο με τίτλο I Suffer Therefore I Am:Portrait of the Victim as Hero («Υποφέρω άρα υπάρχω: Το πορτρέτο του θύματος ως ήρωα»), ο Πασκάλ Μπρυκνέρ αποκαλύπτει την «ηθική ματαιοδοξία» πίσω από την εμμονή μας με τη θυματοποίηση. Με τη συνηθισμένη του ευρυμάθεια, ο Γάλλος δοκιμιογράφος στρέφει το βλέμμα του σε έναν πολιτισμό που έχει μεταμορφώσει τον πόνο και την ταλαιπωρία σε κύρος. Αν ο Ντεκάρτ διακήρυξε «σκέφτομαι, άρα υπάρχω», η εποχή του Μπρυκνέρ απαντά: «υποφέρω, άρα υπάρχω».

Το βιβλίο ανοίγει με ένα ανέκδοτο τόσο παράλογο όσο και αποκαλυπτικό. Το 2015, ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ πρότεινε να απονείμει το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής στα 130 θύματα της σφαγής στο Μπατακλάν στο Παρίσι. Ο Μπρυκνέρ υποστηρίζει ότι ήταν μια αδικαιολόγητη επίδειξη συναισθηματικότητας· το να πεθάνεις τραγικά δεν είναι το ίδιο με το να ενεργήσεις ηρωικά. Εδώ, σε μικρογραφία, βρίσκεται το θέμα του· η σύγχυση της θυματοποίησης με το ηθικό μεγαλείο. Στο νέο «ανεστραμμένο Πάνθεον», ο πάσχων αντικαθιστά τον ήρωα.

Ο Μπρυκνέρ είναι ηθικολόγος με την κλασική γαλλική έννοια, απόγονος του Μονταίν και του Πασκάλ. Το βιβλίο του αποτελεί μια εκτεταμένη στοχαστική ενασχόληση με ένα και μόνο ερώτημα· τι συμβαίνει όταν η συμπόνια, η ευγενέστερη των αρετών, μετατρέπεται σε έδαφος παραπόνου;

Στη σύγχρονη Δύση, γράφει, το να επικαλείσαι βλάβη σημαίνει ότι αποκτάς «τη διττή δύναμη της ενοχοποίησης και του παραπόνου». Αλλά ποιος από εμάς δεν μπορεί να ψάξει στο παρελθόν του για να ξεθάψει κάποιο παράπονο; Μια παιδική προσβολή, έναν άκαρδο γονιό, έναν μη εμπνευσμένο δάσκαλο, έναν ψυχοπαθή γείτονα, ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον ή οποιονδήποτε από τους αμέτρητους λόγους που θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε για να δούμε τον εαυτό μας ως θύμα;

Ο καθένας μας, αν το θελήσει, μπορεί να επικαλεστεί κάποια βλάβη, πραγματική ή φανταστική, για να δικαιολογήσει τη δυσαρέσκειά του. Ο Μπρυκνέρ υποστηρίζει ότι η σύγχρονη φαντασία έχει μετατρέψει την καθολική αλήθεια της ανθρώπινης ατέλειας σε ένα ηθικό σύστημα επίρριψης ευθυνών. Η ταλαιπωρία δεν είναι πλέον κάτι που πρέπει να αντέχεται ή να ξεπερνιέται· αντίθετα, καλλιεργείται σκόπιμα, λειτουργώντας ως σύμβολο αρετής που σκοπεύει να αγιοποιήσει και να εξυψώσει την καθημερινή αδικία της ζωής.

Κι όμως, ακριβώς εδώ είναι που ο Μπρυκνέρ χαράσσει μια ηθική γραμμή. Η δημοκρατία, όπως πρέπει να νοείται, απαιτεί ώστε «το σφάλμα και η βλάβη να τελειώνουν με το άτομο που τα διέπραξε ή τα υπέστη». Δεν είμαστε καταδικασμένοι να διαιωνίζουμε τα λάθη των προγόνων μας· «η ανθρωπότητα αρχίζει ξανά με τον καθένα από εμάς».

Η διάγνωση είναι συντριπτική. Η θυματοποίηση έχει γίνει «η θλιβερή εκδοχή του προνομίου», μια νέα αριστοκρατία της βλάβης που απαλλάσσει τους φορείς της από ηθική λογοδοσία. Επινοεί τη φράση «επιχειρηματίες της θυματοποίησης», παρατηρώντας ότι είναι «πρώτα και κύρια επιχειρηματίες της μνήμης». Ο πάσχων γίνεται ένα είδος προνομιούχας διασημότητας, καλυμμένος από τον συνηθισμένο ηθικό έλεγχο, ενώ ο πόνος μεταμορφώνεται σε θέαμα καθαγιασμένης οδύνης, όπου το παράπονο αντικαθιστά την χάρη. Στις δημοκρατίες πρόνοιας της Δύσης, κάθε ατυχία ερμηνεύεται ως τραύμα και κάθε δυσκολία θεωρείται αδικία.

Ο Μπρυκνέρ σημειώνει ότι αυτό οδηγεί στη «δημοκρατικοποίηση του μαρτυρίου». Στο παρελθόν, άγιοι και ποιητές ίσως διεκδικούσαν θεϊκή οδύνη· σήμερα, οποιοσδήποτε συνηθισμένος πολίτης μπορεί να δηλώσει: «Κι εγώ είμαι θύμα».

Ο κατάλογος των εχθρών είναι, φυσικά, ατελείωτος — ο καπιταλισμός, η πατριαρχία, το να είσαι λευκός, η αποικιοκρατία, η ετεροκανονικότητα, τα ορυκτά καύσιμα, η οικογένεια, η εκκλησία, η παράδοση, η αρρενωπότητα, η αξιοκρατία, ακόμη και η ίδια η λογική. Σε αυτή την «ηθική οικονομία» του διαρκούς παραπόνου, κάθε θεσμός που κάποτε παρείχε νόημα γίνεται εργαλείο καταπίεσης, και κάθε ελάττωμα αφορμή για δίκαιη διαμαρτυρία. «Σε παγκόσμια κλίμακα», γράφει ο Μπρυκνέρ, «υπάρχει ένας ανταγωνισμός παραπόνων, όπου ο καθένας προσπαθεί να ‘πνίξει’ τον άλλον».

Αν και ο Μπρυκνέρ γράφει από τη Γαλλία, η κριτική του απηχεί έντονα τον Καναδά. Συμπόσιο για τη συμπλήρωση Δέκα χρόνων του Καναδικού Χάρτη Δικαιωμάτων των Θυμάτων παρατήρησε ότι πολλοί παθόντες «νιώθουν ότι η εμπειρία τους με το σύστημα τούς κάνει νέα θύματα», μετατρέποντας τη δικαιοσύνη σε μια συνεχή σκηνή παραπόνων. Στην πολιτική, ακόμη και συντηρητικοί πλέον περιγράφουν τους υποστηρικτές τους ως «θύματα της Οττάβα» ή της «ελίτ της προοδευτικής αφύπνισης», ενώ οι προοδευτικοί παρουσιάζουν όλη τη χώρα ως μια συνομοσπονδία καταπιεσμένων. Όπως είπε ένας Καναδός σχολιαστής, αυτό έχει οδηγήσει μια γενιά να «πιστεύει ότι είτε είναι καταπιεστές που ζουν σε κλεμμένη γη είτε θύματα που τους έκλεψαν τη γη και τον πολιτισμό». Στα λόγια του Μπρυκνέρ, η οδύνη έχει γίνει η κύρια πηγή ηθικού κύρους.

Τα καναδικά τελετουργικά μεταμέλειας — όπως η αναγνώριση γης πριν από δημόσιες εκδηλώσεις και οι κυβερνητικές συγγνώμες για ιστορικά λάθη — ενσαρκώνουν ακριβώς αυτό που ο Μπρυκνέρ περιγράφει ως «τη θλιβερή εκδοχή του προνομίου». Αυτές οι πράξεις μπορεί να ξεκινούν από τη συμπόνια αλλά συχνά εκφυλίζονται σε κενό «ηθικό θέατρο», όπου η μετάνοια υπερισχύει της πραγματικής αλλαγής.

Η ειρωνεία του Μπρυκνέρ διασχίζει ιδεολογικά σύνορα. Εμπαίζει τους λευκούς Αμερικανούς που γονάτισαν για να πλύνουν τα πόδια μαύρων ακτιβιστών μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόυντ, σαν να μπορούσαν να εξιλεωθούν για προγονικές αμαρτίες μέσω της τελετουργικής ταπείνωσης. Γελοιοποιεί τις μετα-αποικιακές ελίτ που εκμεταλλεύονται το κληρονομημένο τραύμα ενώ καταπιέζουν τους δικούς τους ανθρώπους. Ειδικότερα, ασκεί κριτική στους δυτικούς διανοουμένους που εξιδανικεύουν τη τζιχαντιστική βία και τη δικαιολογούν ως εκδίκηση των καταπιεσμένων: «Πολλοί βρίσκουν ελαφρυντικά για τη Χαμάς. […] Οι καταπιεσμένοι έχουν κάθε δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να παραβούν τους στοιχειώδεις κανόνες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. […] Πριν ακονίσουν τα μαχαίρια τους, δηλώνουν θύματα για να εξασφαλίσουν άφεση».

Ο Μπρυκνέρ είναι εξίσου αμείλικτος απέναντι στο αφήγημα της «ισλαμοφοβίας», μια κατασκευασμένη αμαρτία που λειτουργεί ως ηθικός εκβιασμός, χτισμένη πάνω σε διαστρέβλωση και ιστορικό ψεύδος. Τη χαρακτηρίζει ως μια χειριστική ιδεολογία που συγχέει κάθε θεμιτή κριτική του Ισλάμ ή του ισλαμιστικού εξτρεμισμού με «ρατσισμό», φιμώνοντας την αντίθεση μέσω ενοχής και φόβου. Θυμάται μια γαλλική «αντι-ισλαμοφοβική» πορεία το 2019 όπου διαδηλωτές φορούσαν κίτρινα αστέρια δίπλα σε ημισέληνους, μια «σκανδαλώδη» σύγκριση των μουσουλμάνων στη δημοκρατική Γαλλία με τους Εβραίους υπό τον ναζισμό.

Για τους Καναδούς αναγνώστες, ο όρος «ισλαμοφοβία» έχει επίσης καθιερωθεί ως «δόγμα» στην Οττάβα, κατοχυρωμένος στο Ψήφισμα 103 και σε κυβερνητικά στρατηγικά έγγραφα που θολώνουν τα όρια ανάμεσα στο φυλετικό μίσος και τη θεμιτή συζήτηση για την ισλαμιστική ιδεολογία. Και εδώ, ο ηθικός εκβιασμός αντικαθιστά την ηθική διαύγεια· ο φόβος να προσβάλεις υποκαθιστά το καθήκον να λες την αλήθεια.

Ο Μπρυκνέρ αμφισβητεί τη σύγχρονη εμμονή με τις αποζημιώσεις. Σε όλη τη Δύση, ακτιβιστές ζητούν εκτεταμένες οικονομικές αποζημιώσεις για τη δουλεία, μια αξίωση που ο Μπρυκνέρ απορρίπτει ως «παράλογη απαίτηση». Πώς μπορούν οι ζωντανοί να εξιλεωθούν για τους νεκρούς; Δεν υπάρχει ημερομηνία λήξης στο ηθικό χρέος; Η ιδέα ενός ατελείωτου ηθικού καταλόγου, προειδοποιεί ο Μπρυκνέρ, κινδυνεύει να παγώσει σε μια νέα θεολογία του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά απογυμνωμένη από χάρη, που δεν προσφέρει καμία δυνατότητα λύτρωσης.

Το βιβλίο I Suffer Therefore I Am:Portrait of the Victim as Hero είναι ταυτόχρονα διάγνωση και προτροπή. Δεν πρόκειται για υπεράσπιση της σκληρότητας. «Η μέριμνα για τους ταπεινωμένους», γράφει ο Μπρυκνέρ, «είναι το ισχυρό σημείο του ουμανισμού. Αλλά ο εκβιασμός μέσω της θυματοποίησης είναι η άλλη όψη αυτής της προόδου». Το να υποφέρεις είναι μέρος της ανθρώπινης κατάστασης· το να κάνεις την οδύνη ταυτότητά σου σημαίνει να απεμπολήσεις την ίδια την ελευθερία και μαζί της την ελπίδα της συγχώρεσης και της ανανέωσης. Το θύμα, επιμένει, δεν πρέπει ποτέ να γίνει το μέτρο του ανθρώπου.

Του Patrick Keeney

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε