Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αυστραλία και η Ιαπωνία υπέγραψαν μια ιστορική συμφωνία για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των ναυτικών τους δυνάμεων, η οποία θα επιτρέπει τον πιο αποτελεσματικό ανεφοδιασμό, την αναπλήρωση αποθεμάτων και τις επισκευές πολεμικών πλοίων σε λιμάνια και εν πλω.
Η τριμερής συμφωνία υπογράφηκε την Παρασκευή στο πλοίο απόβασης USS America, που βρισκόταν σε επίσκεψη στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας. Μολονότι οι τρεις σύμμαχοι της περιοχής του Ειρηνικού συνεργάζονταν ήδη σε διμερείς συμφωνίες για ναυτική υλικοτεχνική υποστήριξη, αυτή αποτελεί την πρώτη επίσημη πρωτοβουλία που τους ενώνει και τους τρεις μαζί.
Η συμφωνία καλύπτει κρίσιμα πεδία, όπως τον ανεφοδιασμό πυραυλικών συστημάτων και τον ανεφοδιασμό καυσίμων πολεμικών πλοίων εν πλω, γεγονός που είναι καίριας σημασίας για τη διατήρηση ναυτικών επιχειρήσεων σε μεγάλες αποστάσεις.
Σημειώνεται ότι ναυτικά δεξαμενόπλοια των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας ήδη ανεφοδιάζουν τα πλοία των εταίρων τους σε τακτική βάση. Ωστόσο, η νέα συμφωνία ενδέχεται να επιτρέψει τον ανεφοδιασμό των αυστραλιανών και ιαπωνικών δεξαμενόπλοιων από εμπορικά τάνκερ συμβεβλημένα με το αμερικανικό ναυτικό.
Ο αντιναύαρχος Τζεφ Τζάμπλον, αναπληρωτής αρχηγός επιχειρήσεων του αμερικανικού ναυτικού για εγκαταστάσεις και διοικητική μέριμνα, δήλωσε ότι η συνεργασία αυτή θα διασφαλίσει πως τα πλοία και των τριών χωρών θα λαμβάνουν «τα κατάλληλα υλικά και υπηρεσίες στο σωστό μέρος και χρόνο», είτε κατά τη διάρκεια τακτικών ασκήσεων ειρήνης είτε σε περιόδους κρίσης.
Στην τελετή υπογραφής παρευρέθηκαν επίσης η ναύαρχος Κάθριν Ρόουντς του Βασιλικού Ναυτικού της Αυστραλίας (Royal Australian Navy—RAN) και ο υποναύαρχος Ναόγια Χόσι της Ιαπωνικής Ναυτικής Δύναμης Αυτοάμυνας (Japan Maritime Self-Defense Force—JMSDF).
Ο Τζάμπλον επεσήμανε ότι η συμφωνία στέλνει ένα σαφές μήνυμα αποτροπής στους αντιπάλους, οι οποίοι έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν την αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα πως μια σύγκρουση μαζί τους θα ήταν αδύνατο να κερδηθεί και θα είχε υψηλό κόστος.
Σύμφωνα με τον Τζάμπλον, οποιαδήποτε χώρα ή αντίπαλος απειλεί έναν ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό λαμβάνει με αυτό το σύμφωνο ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Ο αντιναύαρχος επικαλέστηκε την στρατηγική «Ελεύθερος και Ανοιχτός Ινδο-Ειρηνικός», που είχε πρωτοεισαχθεί από τον αείμνηστο Ιάπωνα πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε και είχε υιοθετηθεί από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ το 2017.
Η στρατηγική αυτή αποτελεί θεμέλιο λίθο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και εστιάζει στην οικοδόμηση ενός δικτύου περιφερειακών συμμάχων και εταίρων με κοινές αξίες, στην προώθηση της οικονομικής ευημερίας και στην πιο αποφασιστική αντίδραση στην προσπάθεια της κομμουνιστικής Κίνας να εκβιάσει τους γείτονές της ώστε να υποχωρήσουν από τα κυριαρχικά τους συμφέροντα.
Η νέα συμφωνία συνδέεται με την επέκταση της κινεζικής ναυτικής παρουσίας. Τον Φεβρουάριο, μια κινεζική μοίρα αποτελούμενη από φρεγάτα, καταδρομικό και πλοίο ανεφοδιασμού περιέπλευσε την Αυστραλία και πραγματοποίησε ασκήσεις πραγματικών πυρών στη Θάλασσα της Τασμανίας, ανάμεσα στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Τον περασμένο Ιούνιο, η Κίνα ανέπτυξε δύο αεροπλανοφόρα με συνοδεία πέρα από την αποκαλούμενη «Πρώτη Αλυσίδα Νησιών» — μια σειρά νησιών από την Ιαπωνία μέχρι την Ταϊβάν, τις Φιλιππίνες και την Ινδονησία — η οποία θεωρείται παραδοσιακά ως η πρώτη άμυνα που η Κίνα θα έπρεπε να παραβιάσει σε ενδεχόμενο πόλεμο με τις ΗΠΑ.
Ιαπωνικές αρχές εξέφρασαν ανησυχίες όταν επιβεβαίωσαν ότι τα δύο κινεζικά αεροπλανοφόρα, το Liaoning και το Shandong, παρατηρήθηκαν να επιχειρούν χωριστά αλλά περίπου ταυτόχρονα κοντά σε νησιά του Νοτίου Ειρηνικού.
Σύμφωνα με Ιάπωνες αξιωματούχους, ήταν η πρώτη φορά που κινεζικά αεροπλανοφόρα εντοπίστηκαν να επιχειρούν ανατολικά της ιαπωνικής νήσου Ίβο Τζίμα — περίπου 750 μίλια από το Τόκυο — στην «Δεύτερη Αλυσίδα Νησιών», που περιλαμβάνει τα νησιά Γκουάμ, Παλάου και Παπούα Νέα Γουινέα.
Μόνο 15 χώρες παγκοσμίως διαθέτουν αεροπλανοφόρα και ακόμα λιγότερες μπορούν να αναπτύξουν δύο ταυτόχρονα με πλήρη συνοδεία. Αν και τα Liaoning και Shandong, βασισμένα σε τροποποιημένο σοβιετικό σχεδιασμό κλάσης Kuznetsov, δεν θεωρούνται τα πιο προηγμένα, η συντονισμένη λειτουργία τους αποδεικνύει την ικανότητα της Κίνας να προβάλει ναυτική ισχύ πέρα από τα παράκτια ύδατα της, στον ευρύτερο Ειρηνικό.
Εκτιμάται ότι το κινεζικό ναυτικό διαθέτει περίπου 395 πλοία, ενώ το αμερικανικό ναυτικό λειτουργεί 296 πλοία μάχης, αριθμός που δεν καλύπτει το θεσμικό όριο των 355 πλοίων, σύμφωνα με πρόσφατες εκθέσεις του Κογκρέσου.
Ο υπουργός Ναυτικού των ΗΠΑ, Τζον Φέλαν, δήλωσε ενώπιον της επιτροπής Ενόπλων Υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων σε ακρόαση προϋπολογισμού τον Ιούνιο, ότι με τον στόλο τους να πλησιάζει τα 400 πλοία, η Κίνα επιδιώκει όχι μόνο την άμυνα της πατρίδας της, αλλά και την προώθηση ισχύος και επιρροής στον Ινδο-Ειρηνικό.
Του Bill Pan