Πέμπτη, 10 Οκτ, 2024

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ: Η κομμουνιστική οικονομική παγίδα (Μέρος Α΄)

Το φάντασμα του κομμουνισμού δεν εξαφανίστηκε με την αποσύνθεση του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ανατολική Ευρώπη.

Η Epoch Times εκδίδει ανά κεφάλαιο μια μετάφραση από τα Κινεζικά ενός νέου βιβλίου, «Πως το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας», από την συγγραφική ομάδα των «Εννέα Σχολίων στο Κομμουνιστικό Κόμμα».

Πίνακας περιεχομένων

Εισαγωγή

1. Κρατική ιδιοκτησία και προσχεδιασμένη οικονομία: Συστήματα δουλείας

α. Κρατική ιδιοκτησία: Ένας ζυγός ολοκληρωτισμού

β. Προσχεδιασμένη οικονομία: Καταδικασμένη να αποτύχει

2. Δυτικές χώρες: Άσκηση κομμουνισμού με άλλο όνομα

α. Υψηλοί φόροι και επιδόματα

β. Επιθετικός οικονομικός παρεμβατισμός στις Δυτικές χώρες

γ. Πως η σοσιαλιστική οικονομία οδηγεί σε κομμουνιστικό απολυταρχισμό

Παραπομπές

 

*  *  *

Εισαγωγή

Η επιρροή του κομμουνισμού είναι παρούσα σε κάθε τομέα του παρόντος οικονομικού συστήματός μας. Με την τάση της συνεχώς επεκτεινόμενης κυβέρνησης να είναι το σύνηθες, ουσιαστικά κάθε χώρα στον πλανήτη απομακρύνεται από τις κλασικές αρχές της ελεύθερης αγοράς και διολισθαίνει προς μια κομμουνιστική ή σοσιαλιστική οικονομία.

Βλέποντας τις χώρες που έχουν εγκαταλείψει τον κομμουνισμό ή το σοσιαλιστικό οικονομικό μοντέλο μετά την πτώση του σοβιετικού μπλοκ, κάποιος θα σκεφτόταν ότι το κομμουνιστικό φάντασμα δεν έχει πετύχει τους στόχους του. Αλλά η πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλή. Οι μέθοδοι του φαντάσματος δεν ακολουθούν μια σταθερή μέθοδο. Χάριν ενός μεγαλύτερου στόχου, μπορεί να παρατήσει ορισμένες μορφές ενώ υιοθετεί άλλες ώστε να ταιριάξει στην ιστορική ή κοινωνική κατάσταση. Αυτό δεν είναι πουθενά πιο αληθινό από ότι στην οικονομική σφαίρα.

Πάνω από 150 χρόνια πριν, ο Καρλ Μαρξ προώθησε την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και την άνοδο της κρατικής ιδιοκτησίας στο βιβλίο του Das Kapital. Απολυταρχικές κομμουνιστικές χώρες προσπάθησαν να επιτύχουν αυτόν τον στόχο άμεσα, χρησιμοποιώντας τρομοκρατία, βία, και μαζική δολοφονία. Αλλά καθώς ο ανοιχτός κομμουνισμός έχασε την υποστήριξή του, οι αριστεροί σε δημοκρατικές χώρες δημιούργησαν μη βίαιες μορφές. Τα πολυάριθμα παρακλάδια του σοσιαλισμού και κομμουνισμού που δημιούργησαν και εισήγαγαν ανά τα χρόνια δεν είναι εύκολο να ταξινομηθούν.

Επιπλέον της περικοπής βασικών δικαιωμάτων στην ιδιωτική ιδιοκτησία και επιχειρηματικότητα, τα κομμουνιστικά οικονομικά κυβερνητικά μέτρα προωθούν διαφθορά και συμβάλλουν στην διάβρωση του παραδοσιακού πολιτισμού. Για να διατηρήσουν την ευημερία τους, τρόπο ζωής, και ηθικά θεμέλια, τα έθνη του κόσμου πρέπει να αφυπνιστούν και να καταλάβουν ότι υπάρχει κομμουνιστική υπονόμευση στον οικονομικό χώρο, και να πάρουν μέτρα εναντίον της.

1. Κρατική ιδιοκτησία και προσχεδιασμένη οικονομία: Συστήματα δουλείας

Το θείον δημιούργησε τον άνθρωπο, του πρόσφερε σοφία και δύναμη, και όρισε ότι στην ζωή του θα κερδίζει τα αποτελέσματα της εργασίας του – και έτσι να μπορεί να έχει αρκετά ώστε να εξασφαλίζει την ζωή του. Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας δηλώνει: «Θεωρούμε αυτές τις αλήθειες να είναι αυταπόδεικτες, ότι όλοι οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν ίσοι, ότι έχουν προικιστεί από τον Δημιουργό τους με συγκεκριμένα αναφαίρετα Δικαιώματα, ότι μεταξύ αυτών είναι η Ζωή, η Ελευθερία, και η αναζήτηση της Ευτυχίας.» [1] Φυσικά, αυτά τα δικαιώματα περιλαμβάνουν την εξουσία να κατέχουμε και να διαμοιράζουμε ιδιοκτησία και περιουσία.

Σε αντίθεση, οι Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς δήλωσαν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο: «Η θεωρία των Κομμουνιστών μπορεί να ειπωθεί περιληπτικά σε μία μόνο πρόταση: Κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.» [2] Αυτή είναι μια επίκληση της κρατικής ιδιοκτησίας, η οποία, υπό μια προσχεδιασμένη οικονομία, είναι υποχρεωτική. Σε κομμουνιστικές προσχεδιασμένες οικονομίες, τα μέσα παραγωγής ελέγχονται άμεσα από το κράτος. Η ουσία αυτού του συστήματος παραβιάζει τις αρχές του ουρανού, είναι αντίθετη στην ανθρώπινη φύση, και, τελικά, είναι μια μορφή δουλείας.

α. Κρατική ιδιοκτησία: Ένας ζυγός ολοκληρωτισμού

Ο αντικομμουνιστής πρωτοπόρος Φρεντ Σβαρτς είπε το ακόλουθο αστείο στο βιβλίο του «Μπορείς να εμπιστεύεσαι για τους κομμουνιστές … ότι θα είναι κομμουνιστές», για έναν ερευνητή που επισκέφθηκε πρώτα ένα σοβιετικό εργοστάσιο αυτοκινήτων και έπειτα ένα αμερικανικό:

«Σε ποιον ανήκει αυτό το εργοστάσιο;»

«Σε εμάς», απάντησαν.

«Σε ποιον ανήκει η γη στην οποία χτίστηκε;»

«Σε εμάς.»

«Σε ποιον ανήκουν τα προϊόντα του εργοστασίου μόλις είναι έτοιμα;»

«Σε εμάς.»

Έξω στην γωνία ενός μεγάλου πάρκου βρίσκονταν τρεις παλιές σακαράκες. Ο επισκέπτης ρώτησε:

«Σε ποιον ανήκουν αυτά τα αυτοκίνητα εκεί έξω;»

Απάντησαν: «Σε εμάς, αλλά το ένα χρησιμοποιείται από τον διευθυντή του εργοστασίου, το άλλο χρησιμοποιείται από τον πολιτικό κομισάριο, και το τρίτο χρησιμοποιείται από την μυστική αστυνομία.»

Ο ίδιος ερευνητής πήγε σε ένα εργοστάσιο στην Αμερική, και είπε στους εργάτες: «Σε ποιον ανήκει αυτό το εργοστάσιο;»

«Στον Χένρυ Φορντ», απάντησαν.

«Σε ποιον ανήκει η γη στην οποία χτίστηκε;»

«Στον Χένρυ Φορντ.»

«Σε ποιον ανήκουν τα προϊόντα του εργοστασίου μόλις είναι έτοιμα;»

«Στον Χένρυ Φορντ.» Έξω από το εργοστάσιο ήταν ένα τεράστιο πάρκο γεμάτο με κάθε είδους σύγχρονα αμερικανικά αυτοκίνητα. Είπε: «Σε ποιον ανήκουν όλα αυτά τα αυτοκίνητα εκεί έξω;»

Απάντησαν: «Ω, σε εμάς.» [3]

Η ιστορία αυτή αναπαριστά ζωντανά τις επιπτώσεις και διαφορές μεταξύ συστημάτων ιδιωτικής και κρατικής ιδιοκτησίας. Υπό το σύστημα της κρατικής ιδιοκτησίας, πόροι και κέρδη από την εργασία κρατικοποιούνται. Δεν υπάρχουν οι μηχανισμοί που κινητοποιούν τον προσωπικό ενθουσιασμό, φιλοδοξία, και επινοητικότητα, μαζί με την αίσθηση της ευθύνης που έρχεται με τα δικαιώματα προσωπικής ιδιοκτησίας. Στις λέξεις μόνο, κρατική ιδιοκτησία σημαίνει ότι ο πλούτος μιας χώρας μοιράζεται σε όλους τους πολίτες, αλλά στην πράξη, σημαίνει ότι η προνομιούχος τάξη μονοπωλεί τους πόρους και κοιτάζει πρώτα τον εαυτό της.

Ο ύστατος παράγοντας της οικονομικής ανάπτυξης είναι οι άνθρωποι. Η κρατική ιδιοκτησία πνίγει την ζωτικότητα και κίνητρο που έχουν οι άνθρωποι για να είναι παραγωγικοί. Υπονομεύει το ηθικό, προωθεί αναποτελεσματικότητα και κακές επιδόσεις, και δημιουργεί υπερπροσφορά ή τεράστιες ελλείψεις. Από τις σοβιετικές συλλογικές αγροτικές καλλιέργειες (κολλεκτίβες) μέχρι τις λαϊκές κομμούνες στην Κίνα, και την αποτυχημένη κολλεκτιβοποίηση στην Καμπότζη και Βόρεια Κορέα, το σύστημα κρατικής ιδιοκτησίας φέρνει λιμό οπουδήποτε πηγαίνει. Για παράδειγμα, η με ανθρώπινη αιτία πείνα στην Κίνα σκότωσε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους μεταξύ 1959 και 1961.

Το κακό και το καλό, και τα δύο, ενυπάρχουν στον άνθρωπο. Η ιδιωτική ιδιοκτησία επιτρέπει στον άνθρωπο να αναπτύξει ακεραιότητα και ενθαρρύνει την εργατικότητα και την λιτότητα. Η συλλογική ιδιοκτησία όμως ενθαρρύνει το κακό στην ανθρώπινη φύση, προωθώντας ζήλια και οκνηρότητα.

Ο Αυστριακός οικονομολόγος και φιλόσοφος Φρίντριχ Χάγιεκ έγραψε ότι η ανάπτυξη ενός πολιτισμού στηρίζεται στις κοινωνικές παραδόσεις που θέτουν την ιδιωτική ιδιοκτησία στο κέντρο. Τέτοιες παραδόσεις γέννησαν το σύγχρονο εμπορικό σύστημα και την επακόλουθη οικονομική ανάπτυξη. Αυτή είναι μια φυσική, αυτοδημιουργούμενη τάξη που δεν χρειάζεται μια κυβέρνηση για να λειτουργεί. Παρ’ όλα αυτά τα κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά κινήματα προσπαθούν να επαναδιαμορφώσουν τον κόσμο σύμφωνα με τις επιθυμίες τους – αυτό που ο Χάγιεκ αποκάλεσε την «θανάσιμη απάτη» τους. [4]

Αν η ιδιωτική ιδιοκτησία και η ελευθερία είναι αδιαχώριστες, τότε η ίδια αρχή εφαρμόζεται και στην κρατική ιδιοκτησία, συνυφασμένη καθώς είναι με δικτατορία και καταστολή. Το σύστημα της κρατικής ιδιοκτησίας δημεύει τους πόρους, αλλοιώνει την οικονομική παραγωγικότητα, και μετατρέπει τους ανθρώπους σε υπηρέτες και σκλάβους της χώρας. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να υπακούν τις εντολές του κεντρικού κόμματος, και οποιαδήποτε ιδέα ή φωνή δεν συμφωνεί με το καθεστώς μπορεί να φιμωθεί. Οι άνθρωποι είναι τότε τελείως αδύναμοι ενώπιον της κρατικής παρέμβασης.

Συνεπώς, η εξάλειψη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και η καθιέρωση κρατικής ιδιοκτησίας αναπόφευκτα οδηγούν σε απολυταρχικά αποτελέσματα. Ο κολλεκτιβισμός είναι ένας ζυγός που τοποθετείται στους λαιμούς των ανθρώπων από ένα απολυταρχικό κράτος. Η ελευθερία κλέβεται – περιλαμβανομένης της ελευθερίας να είσαι δίκαιος – και ο καθένας αναγκάζεται να ακολουθεί το ηθικό πρόσταγμα του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Αν η εξουσία ιδιωτικοποιηθεί και ο πλούτος κρατικοποιηθεί, καταστροφή επέρχεται στην ανθρωπότητα.

β. Προσχεδιασμένη οικονομία: Καταδικασμένη να αποτύχει

Υπό μια προσχεδιασμένη οικονομία, η παραγωγή ολόκληρης της κοινωνίας, η κατανομή των πόρων, και η διανομή των προϊόντων βασίζονται σε ένα σχέδιο που καθιερώθηκε από το κράτος. Αυτό είναι τελείως διαφορετικό από την οικονομία προσφοράς και ζήτησης σε μια ελεύθερη αγορά.

Η προσχεδιασμένη οικονομία έχει εγγενή και προφανή ελαττώματα. Πρώτον, απαιτεί την συλλογή μιας τεράστιας ποσότητας δεδομένων για να γίνουν λογικές ρυθμίσεις για την παραγωγή. Για οποιαδήποτε χώρα, ειδικά μια μοντέρνα κοινωνία με μεγάλο πληθυσμό, το ποσό των απαιτούμενων πληροφοριών είναι αφάνταστα μεγάλο και αδύνατον να υποστεί επεξεργασία. Για παράδειγμα, η υπηρεσία καθορισμού τιμών στην πρώην Σοβιετική Ένωση έπρεπε να θέσει τιμές για εικοσιτέσσερα εκατομμύρια διαφορετικά είδη αγαθών. [5]

Η πολυπλοκότητα και μεταβλητότητα της κοινωνίας και των ανθρώπων δεν μπορεί να επιλυθεί μέσω μιας ενιαίας προσχεδιασμένης οικονομίας. Ακόμα και με την χρήση μοντέρνας επιστήμης μεγάλων δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης, οι ανθρώπινες σκέψεις δεν είναι δυνατόν να εισαχθούν ως μεταβλητές, και έτσι το σύστημα δεν θα είναι ποτέ πλήρες.

Ο οικονομολόγος Λούντβιγκ φον Μίσες εξέτασε την σχέση μεταξύ σοσιαλισμού και αγοράς στο άρθρο του «Οικονομικός υπολογισμός στην σοσιαλιστική κοινοπολιτεία». [6] Σημειώνει πως χωρίς μια πραγματική αγορά, μια σοσιαλιστική κοινωνία δεν είναι ικανή να κάνει λογικούς οικονομικούς υπολογισμούς. Συνεπώς, η κατανομή των πόρων δεν μπορεί να γίνει σωστά, και η προσχεδιασμένη οικονομία αποτυγχάνει.

Επιπροσθέτως, ο οικονομικός προσχεδιασμός απαιτεί επιβολή κρατικού ελέγχου επί των πόρων. Αυτό τελικά απαιτεί απόλυτη εξουσία, ποσοστώσεις, και διαταγές. Όταν οι απαιτήσεις του πραγματικού κόσμου δεν συμβαδίζουν με τον κρατικό σχεδιασμό, η κρατική δύναμη καταπατά τις φυσικές τάσεις της οικονομίας, προκαλώντας έτσι την μαζική λανθασμένη κατανομή κεφαλαίου και όλα τα επακόλουθα προβλήματα. Η προσχεδιασμένη οικονομία χρησιμοποιεί την περιορισμένη δύναμη και «σοφία» της κυβέρνησης σε μια καταδικασμένη προσπάθεια να παίξει τον Θεό.

Επιπλέον, μια οικονομία ελέγχου είναι πρώτα απ’ όλα δεσμευμένη στην πολιτική, και όχι στις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων. Ο οικονομικός σχεδιασμός και η απολυταρχική πολιτική είναι αδιαχώριστα. Επειδή τα εθνικά σχέδια είναι αναπόφευκτα ατελή, όταν προκύπτουν προβλήματα, τα σχέδια θα έχουν αντίσταση εντός και εκτός κυβέρνησης. Αυτοί στην εξουσία τότε νιώθουν ότι η δύναμή τους κινδυνεύει και θα αντιδράσουν χτυπώντας με πολιτική πίεση και εκκαθαρίσεις. Ο Μάο Τσετούνγκ, για παράδειγμα, αγνόησε τους νόμους της οικονομίας και εξανάγκασε να γίνει το Μεγάλο Άλμα Εμπρός, με αποτέλεσμα τριετή λιμό που προκάλεσε δεκάδες εκατομμύρια θανάτους. Αυτό οδήγησε σε σοβαρές αντιθέσεις προς τον ηγετικό του ρόλο στο Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο ήταν ένα βασικό αίτιο για το ότι εξαπέλυσε αργότερα την Πολιτιστική Επανάσταση.

Τα καταστρεπτικά αποτελέσματα της προσχεδιασμένης οικονομίας και της συλλογικής ιδιοκτησίας έχουν εκτεθεί πλήρως στις τρέχουσες συνθήκες των κινεζικών κρατικών εταιρειών (ΚΕ). Τα πρόσφατα χρόνια, μεγάλος αριθμός κινεζικών ΚΕ έχουν σταματήσει ή μειώσει την παραγωγή, έχουν υποφέρει ελλείματα κάθε χρόνο, ή έχουν πτωχεύσει. Στηρίζονται σε κυβερνητικά επιδόματα και σε παροχή τραπεζικών δανείων για να διατηρούν την λειτουργία τους. Έχουν βασικά γίνει παράσιτα στην εθνική οικονομία, και πολλές είναι γνωστές ως «επιχειρήσεις ζόμπι». [7] Μεταξύ των 150.000 κρατικών εταιρειών στην Κίνα, με εξαίρεση κρατικών μονοπωλείων στους κερδοφόρους τομείς του πετρελαίου και τηλεπικοινωνιών, άλλες ΚΕ αναφέρουν ελάχιστα κέρδη και υποφέρουν σοβαρά ελλείματα. Στο τέλος του 2015, η συνολική τους περιουσία ήταν το 176 τοις εκατό του ΑΕΠ, ο οφειλές τους ήταν το 127 τοις εκατό, και τα κέρδη τους ήταν μόνο το 3,4 τοις εκατό. [8] Κάποιοι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι αυτές οι εταιρείες ζόμπι έχουν βασικά κάνει πειρατεία στην οικονομία της Κίνας, η οποία για πολλά χρόνια εξαρτάται από φθηνές κατασκευές που γίνονται δυνατές λόγω της ακραίας εκμετάλλευσης των χαμηλόμισθων εργατών και μιας πλήρους αδιαφορίας για το περιβάλλον.

Εν τω μεταξύ, ο οικονομικός σχεδιασμός στερεί από τους ανθρώπους την ελευθερία τους και αναγκάζει το κράτος να τους φροντίζει. Όλες οι πτυχές της ανθρώπινης ζωής έρχονται υπό τον έλεγχο του κράτους, το οποίο κλειδώνει τους ανθρώπους σε μια αόρατη φυλακή, προσπαθεί να καταργήσει την ελεύθερη βούληση, και αλλάζει τις παραμέτρους της ανθρώπινης ζωής που καθιερώθηκαν από το θείον. Η ουσία του πρότζεκτ είναι να μετατρέψει τους ανθρώπους σε σκλάβους και μηχανές. Αυτή είναι ακόμα μία εκδήλωση της κομμουνιστικής επανάστασης κατά του θεϊκού και φυσικού νόμου.

2. Δυτικές χώρες: Άσκηση κομμουνισμού με άλλο όνομα

Για τα άτομα, η «κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας» του μαρξισμού περιέχει την «κατάργηση της μπουρζουά ατομικότητας, μπουρζουά ανεξαρτησίας, και μπουρζουά ελευθερίας.» Για την κοινωνία, σημαίνει ότι «το προλεταριάτο θα χρησιμοποιήσει την πολιτική υπεροχή του για να πάρει δια της βίας, σταδιακά, όλο το κεφάλαιο από τους μπουρζουά, να συγκεντρώσει όλα τα όργανα παραγωγής στα χέρια του Κράτους, δηλαδή, του προλεταριάτου οργανωμένου ως άρχουσα τάξη.» [9]

Πολλά οικονομικά μέτρα ή δομές μπορεί να μην φαίνονται σοσιαλιστικά στην επιφάνεια, παίζουν όμως τον ρόλο του περιορισμού, αποδυνάμωσης, ή στέρησης των ανθρώπων από το δικαίωμα στην ιδιωτική ιδιοκτησία. Άλλα αποδυναμώνουν τους μηχανισμούς της ελεύθερης επιχειρηματικότητας, επεκτείνουν την κυβερνητική δύναμη, και οδηγούν την κοινωνία προς τον σοσιαλισμό. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν υψηλή φορολόγηση, μεγάλα επιδόματα, και επιθετικό κρατικό παρεμβατισμό.

α. Υψηλοί φόροι και επιδόματα

Η υψηλή φορολογία είναι ένας κρυφός τρόπος για την σταδιακή κατάργηση του συστήματος της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Το τελικό αποτέλεσμα της υψηλής φορολόγησης είναι το ίδιο όπως και της κρατικής ιδιοκτησίας και του «εγκαλιταριανισμού» που επιβάλλεται από κομμουνιστικά καθεστώτα, με μόνη διαφορά ότι η δήμευση γίνεται μετά και όχι πριν την παραγωγή.

Στην Δύση, η παραγωγή ελέγχεται ιδιωτικά, αλλά τα έσοδα μετατρέπονται σε κρατική περιουσία μέσω φόρων και προγραμμάτων αναδιανομής. Αυτή η αρπαγή πλούτου επιτυγχάνεται νόμιμα μέσω δημοκρατίας και νομοθεσίας αντί μέσω δολοφονίας και βίας.

Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της κομμουνιστικής ή σοσιαλιστικής οικονομίας που υπάρχει στις δυτικές χώρες είναι τα μεγάλα κοινωνικά επιδόματα, που χρησιμοποιούνται για να διαβρώσουν σταδιακά την ηθική σοφία και ελευθερία. Ενώ κάποιο ποσό κυβερνητικής βοήθειας έχει νόημα – όπως σε κοινωνική ασφάλεια για θύματα θεομηνιών ή ατυχημάτων – είναι εύκολο τα επιδόματα να γίνουν ένα βολικό μέσο εξαπάτησης. Οι θετικές πτυχές τους γίνονται η δικαιολογία για αύξηση φόρων και κυβερνητικού ελέγχου. Από αυτήν την άποψη, τα μεγάλα επιδόματα έχουν ήδη επιτύχει τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στους ανθρώπους, την κοινωνία, και τις ηθικές αξίες όπως και οι ανοιχτά κομμουνιστικές οικονομίες, χωρίς την ανάγκη βίαιης επανάστασης.

Τα κοινωνικά επιδόματα σε ανεπτυγμένες δυτικές χώρες καταναλώνουν ένα μεγάλο ποσό εσόδων, που έρχεται από φόρους που παίρνονται από τον ιδιωτικό πλούτο. Όλα τα κοινωνικά επιδόματα πρέπει τελικά να πληρωθούν από τους ανθρώπους, μέσω φόρων ή εθνικού χρέους. Δεν υπάρχει άλλη μέθοδος για διατήρηση αυτού του επιπέδου κυβερνητικής παροχής. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότερα από τα μισά φορολογικά έσοδα ξοδεύονται σε κοινωνική ασφάλιση και ιατρική περίθαλψη. Πάνω από 80 τοις εκατό αυτών των χρημάτων έρχεται από φορολόγηση προσωπικών εισοδημάτων και φόρων κοινωνικής ασφάλισης. 11 τοις εκατό είναι από φόρους εταιρειών. [10] Αυτό το είδος μαζικής κυβερνητικής δαπάνης άρχισε μόνο τον προηγούμενο αιώνα.

Το 1895, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δήλωσε πως οι φόροι εισοδήματος είναι αντισυνταγματικοί. Η απόφαση ίσχυε έως την επικύρωση της 16ης Τροπολογίας το 1913. Δεδομένα από δεκαπέντε χώρες το έτος 1900 δείχνουν ότι μόνο επτά επέβαλαν φόρο εισοδήματος, με την Ιταλία επικεφαλής με ποσοστό 10 τοις εκατό. Οι Αυστραλία, Ιαπωνία, και Νέα Ζηλανδία είχαν φόρους εισοδήματος περίπου 5 τοις εκατό.

Το 2016, σύμφωνα με δεδομένα από τριανταπέντε οικονομίες αγοράς που δημοσιεύθηκαν από τον Οργανισμό για Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (OECD), εικοσιεπτά χώρες είχαν φόρο εισοδήματος υψηλότερο από 30 τοις εκατό. Οι δύο χώρες με το υψηλότερο ποσοστό φορολόγησης εισοδήματος, στο 54 και 49,4 τοις εκατό, είναι αμφότερες στην Ευρώπη. [11] Μαζί με αυτό, το φαγητό ή οι αγορές στην Ευρώπη συνήθως έχουν πάνω από 20 τοις εκατό φόρο αγορών. Εταιρικοί και άλλοι φόροι προσθέτουν επιπλέον στο συνολικό φορολογικό φορτίο.

Η υψηλή φορολογία βαραίνει όχι μόνο τους πλούσιους, αλλά επίσης αυτούς στην βάση της φορολογικής κλίμακας. Ενώ οι πλούσιοι συχνά έχουν άλλες νομικές οδούς προστασίας από την φορολόγηση, τα επιδόματα των φτωχών εξαφανίζονται καθώς το εισόδημά τους αυξάνεται πάνω από ένα ορισμένο όριο. Μετά την φορολόγηση, αυτό το εισόδημα είναι συχνά μικρότερο από αυτά που λάμβαναν ως επιδόματα. Οι άνθρωποι ουσιαστικά τιμωρούνται αν δουλεύουν περισσότερο και έτσι έχουν κίνητρο να μένουν στα επιδόματα.

Επεκτεινόμενα επιδόματα

Στην μοντέρνα κοινωνία, τα τεράστια συστήματα επιδομάτων έχουν επεκταθεί για να καλύπτουν ανεργία, ιατρική περίθαλψη, συντάξεις, τραυματισμούς εργασίας, νοικοκυριό, εκπαίδευση, ανατροφή παιδιών, και περισσότερα, πολύ πέρα από τις παραδοσιακές έννοιες βοήθειας αυτών με άμεση ανάγκη.

Μια έρευνα από το Heritage Foundation δείχνει ότι το 2013, πάνω από εκατό εκατομμύρια άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες, ή περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού, λάμβαναν επιδόματα (εξαιρώντας την κοινωνική ασφάλιση και ιατρική περίθαλψη) αξίας κατά μέσο όρο $9.000 ανά αποδέκτη. [12] Σύμφωνα με δεδομένα της υπηρεσίας απογραφών από εκείνο το έτος, 14,8 του πληθυσμού ήταν ταξινομημένο ως ζώντες κάτω από το όριο της φτώχειας – βασικά το ίδιο ποσοστό που υπήρχε το 1967, λίγα χρόνια αφότου ο πρόεδρος Λύντον Μπ. Τζόνσον ανακήρυξε «χωρίς προϋποθέσεις πόλεμο στην φτώχεια στην Αμερική.» Αυτό υποδεικνύει ότι η μεγάλη επέκταση των επιδομάτων – όπως έγινε υπό την διοίκηση Τζόνσον – δεν πέτυχε τον στόχο της μείωσης του ποσοστού των ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.

Έως το 2014, στα πενήντα χρόνια από την εκκίνηση του Πολέμου κατά της Φτώχειας του Τζόνσον, οι Αμερικανοί φορολογούμενοι πλήρωσαν $2,2 τρισεκατομμύρια για επιδόματα. Παρ’ όλα αυτά, όπως δείχνουν στατιστικά από την υπηρεσία απογραφών, το ποσοστό φτώχειας έχει παραμείνει σταθερό τα τελευταία σαράντα χρόνια. [13]

Επιπλέον, η φτώχεια υπολογίζεται από το εισόδημα και δεν επηρεάζεται από τις διάφορες ενισχύσεις που δίνονται σε αποδέκτες επιδομάτων, όπως κουπόνια φαγητού, επιδόματα κατοικίας, και εκπαιδευτικά επιδόματα. Πάνω από έναν αιώνα πριν, ο Γάλλος στοχαστής Αλεξί ντε Τοκβίλ (Alexis de Tocqueville) είπε ότι χρησιμοποιώντας μόνο το όριο φτώχειας για να κατανεμηθεί βοήθεια, θα είναι αδύνατον να γνωρίζουμε αν αυτοί που δικαιούνται την βοήθεια υποφέρουν πραγματικά από περιστάσεις εκτός του ελέγχου τους ή αν η δυστυχία τους προέρχεται από τους ίδιους. [14]

Η σκόπιμη κατηγοριοποίηση μεγάλων αριθμών ανθρώπων στην κατηγορία «φτώχειας» δίνει μια άνετη δικαιολογία για την επέκταση του συστήματος επιδομάτων. Τα πρότυπα διαβίωσης σε φτώχεια σήμερα είναι μακράν ανώτερα από αυτά την δεκαετία του 1960. Σύμφωνα με κυβερνητική έρευνα του 1999, 96 τοις εκατό των γονέων σε φτωχές οικογένειες είπαν πως τα παιδιά τους δεν πείνασαν ποτέ λόγω ανικανότητας αγοράς τροφίμων. Σχεδόν 50 τοις εκατό των φτωχών νοικοκυριών ζούσαν σε μονοκατοικίες, και 40 τοις εκατό ζούσαν σε σπίτια πόλης. Μόνο 9 τοις εκατό ζούσαν σε λυόμενα σπίτια. Ογδόντα τοις εκατό είχαν κλιματισμό και τα δύο πέμπτα είχαν μεγάλες τηλεοράσεις υγρών κρυστάλλων. Τρία τέταρτα των φτωχών νοικοκυριών κατείχαν αυτοκίνητα. [15]

Ακόμα, τα επιδόματα που δίνονται από την αμερικανική κυβέρνηση είναι κάτω από τον μέσο όρο σε σύγκριση με αυτά άλλων μελών του OECD. Οι περισσότεροι άνθρωποι στις Σκανδιναβικές χώρες και άλλες δυτικές Ευρωπαϊκές χώρες έχουν πολύ μεγαλύτερα επιδόματα από ότι οι Αμερικανοί. Στην Δανία, για παράδειγμα, ακόμα και οι πλουσιότεροι πολίτες έχουν κοινωνική ασφάλιση «από την κούνια στον τάφο» που περιλαμβάνει δωρεάν ιατρική περίθαλψη, πανεπιστημιακή εκπαίδευση, και άλλα παχυλά επιδόματα. Οι Σουηδοί δικαιούνται 480 μέρες γονικής άδειας όταν ένα παιδί γεννιέται ή υιοθετείται. Οι Έλληνες, πριν την οικονομική κατάρρευση της χώρας τους, είχαν ετησίως έναν μισθό ισοδύναμο με μισθό δεκατεσσάρων μηνών και σύνταξη στην ηλικία των 57. Η χώρα ξόδευε το 17,5 τοις εκατό του ΑΕΠ της σε πληρωμές συντάξεων.

Η επέκταση των επιδομάτων από τον παραδοσιακό ρόλο τους της έκτακτης βοήθειας σε οικονομική στήριξη πολύ μεγάλης διάρκειας για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού είναι, στην πραγματικότητα, μέρος του στόχου επιβολής μια κομμουνιστικής οικονομίας.

Κοινωνικά επιδόματα, διαφθορά, και ταξική αντιπαλότητα

Από μια οικονομική άποψη, η ουσία των επιδομάτων είναι να παίρνει χρήματα από κάποιους ανθρώπους και να μεταφέρει την αξία τους σε άλλους. Όμως, η κυβέρνηση είναι η υπεύθυνη για την διανομή του πλούτου, συνήθως χωρίς να απαιτείται κάτι από τον αποδέκτη – και έτσι χάνεται η έμφαση από την σοφία ότι κάποιος θα πρέπει να εργαστεί για να κερδίσει. Η απώλεια αυτής της ηθικής αρχής είναι ιδιαιτέρως εμφανής στην Βόρεια Ευρώπη.

Ο Σουηδός λόγιος Νίμα Σαναντάτζι εξέθεσε αυτήν την κατάσταση χρησιμοποιώντας δεδομένα από την Έρευνα Παγκόσμιας Αξίας. Στις αρχές της δεκαετίας 1980, 82 τοις εκατό των Σουηδών συμφωνούσαν με την δήλωση ότι «είναι λάθος να λαμβάνεις κυβερνητικά επιδόματα που δεν αξίζεις.» Στην έρευνα των ετών 2010-2014, μόνο 55 τοις εκατό των Σουηδών συμφώνησε με αυτήν την δήλωση. [16]

Υπό ένα σύστημα παχυλών επιδομάτων, αυτοί που εργάζονται σκληρά παίρνουν μικρότερες απολαβές, και αυτοί που είναι λιγότερο εργατικοί ανταμοίβονται με επιδόματα. Συν τω χρόνω, αυτό χαλάει ήπια τις ηθικές παραδόσεις, καθώς αυτοί που μεγάλωσαν με κυβερνητικά επιδόματα χάνουν την εργατικότητα, ανεξαρτησία, υπευθυνότητα, και επιμέλεια των προγόνων τους. Θεωρούν το σύστημα δεδομένο και τα επιδόματα ως ένα ανθρώπινο δικαίωμα. Έχουν σχηματίσει μια συνήθεια εξάρτησης από την κυβέρνηση και ακόμα και να την κρατούν ως όμηρο για συνεχή βοήθεια. Έτσι, οι κοινωνικές αξίες αλλάζουν σχεδόν αμετακλήτως.

Το επεκτεινόμενο σύστημα επιδομάτων χαλά επίσης τον ρόλο των παραδοσιακών φιλανθρωπιών, αφαιρώντας από τους δωρητές την ευκαιρία να κάνουν καλές πράξεις και από τους αποδέκτες την ευκαιρία να νιώσουν ευγνωμοσύνη. Στην παραδοσιακή κοινωνία, η φιλανθρωπία δινόταν αν κάποιος το επέλεγε, είτε δίνοντας βοήθεια άμεσα στους λιγότερο τυχερούς ή δωρίζοντας σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς όπως εκκλησίες. Οι χορηγοί και αποδέκτες ήταν γνωστοί, και ήταν προνόμιο να μπορείς να λάβεις βοήθεια, όχι δικαίωμα. Οι αποδέκτες ένιωθαν ευγνωμοσύνη για την καλοσύνη των χορηγών και θα κινητοποιούνταν να χρησιμοποιήσουν την φιλανθρωπία για να συμπληρώσει τις προσπάθειές τους να βελτιώσουν την κατάστασή τους. Αυτοί που λάμβαναν βοήθεια και άλλαζαν τις ζωές τους θα επέστρεφαν την χάρη συνήθως όταν άλλοι αντιμετώπιζαν τις ίδιες προκλήσεις που κάποτε είχαν και αυτοί.

Ο Τοκβίλ σημειώνει πως η φιλανθρωπία συνδυάζει τις αρετές της γενναιοδωρίας και ευγνωμοσύνης, που αλληλεπιδρούν για να βελτιώσουν την κοινωνία και να ασκήσουν μια θετική ηθική επιρροή. Εν τω μεταξύ, η σχέση μεταξύ χορηγών και αποδεκτών λειτουργούσε για να μειώσει την αντιπαλότητα και ανταγωνισμό μεταξύ πλουσίων και φτωχών, καθώς η φιλανθρωπική συμπεριφορά συνέδεε μέλη διαφορετικών οικονομικών τάξεων. [17]

Το υπερτροφικό σύστημα των σύγχρονων επιδομάτων διακόπτει την σχέση χορηγών και αποδεκτών επειδή μετατρέπει σε γραφειοκρατία την διαδικασία φιλανθρωπικής στήριξης. Οι «χορηγοί» σήμερα είναι φορολογούμενοι που εξαναγκάζονται να αφήσουν τον πλούτο τους, αντί να τον μοιράζονται εθελοντικά. Εν τω μεταξύ, οι αποδέκτες επιδομάτων δεν έχουν σύνδεση με τους ευεργέτες τους και δεν νιώθουν ευγνωμοσύνη για την θυσία τους.

Ο Τοκβίλ πίστευε πως τα κοινωνικά επιδόματα επιδεινώνουν την αντιπαλότητα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Με μέρος του πλούτου τους να υπόκειται σε εξαναγκαστική κατάσχεση, οι πλούσιοι θα καταλήξουν να θυμώνουν με τους αποδέκτες επιδομάτων. Ο Τοκβίλ είπε πως οι φτωχοί, επίσης, θα νιώθουν άσχημα αν θεωρούν ότι η οικονομική τους στήριξη είναι δεδομένη: «Μία τάξη βλέπει ακόμα τον κόσμο με φόβο και μίσος ενώ η άλλη σκέφτεται για την κακοτυχία της με απόγνωση και ζήλια.» [18]

Τα υπερτροφικά επιδόματα γίνονται επίσης ένας τρόπος για το κομμουνιστικό φάντασμα ώστε να επιδεινώσει την ζήλια και την πολιτική αντιπαλότητα. Αυτό παρατηρήθηκε στην Ελληνική οικονομική κρίση: Μεταξύ της ανώτερης τάξης, η φοροδιαφυγή έγινε «εθνικό σπορ», σύμφωνα με δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων που αναφέρει το Economist. [19] Με μειωμένα φορολογικά έσοδα, η Ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να μειώσει τα κοινωνικά επιδόματα, αλλά αντιμετώπισε ισχυρή αντίσταση. Έτσι για να μην χάσει την εύνοια των ψηφοφόρων της, η κυβέρνηση στηρίχθηκε στην δημιουργία νέων δανείων για να ισορροπήσει τα μειούμενα φορολογικά έσοδα, ενώ την ίδια στιγμή διατηρούσε το ίδιο επίπεδο επιδομάτων που υπήρχε σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελλάδα τελικά αύξησε τους φόρους σε μεσαία και υψηλά εισοδήματα, σε αγρότες, και επιχειρήσεις.

Το 2009, μια εμπειρική έρευνα από τους Μάρτιν Χάλλα, Μάριο Λάκνερ, και Φρίντριχ Γκ. Σνάιντερ έδειξε πως τα κοινωνικά επιδόματα αφαιρούν το κίνητρο για σκληρή δουλειά μακροπρόθεσμα. Οι τρεις οικονομολόγοι κατέληξαν ότι η δυναμική του συστήματος επιδομάτων είναι ζημιογόνος για την υγεία της οικονομικής βάσης ενός έθνους. [20]

Πολιτισμός φτώχειας

Τα επιδόματα θα πρέπει να είναι ένα έκτακτο μέσο για την βοήθεια αυτών που έχουν πραγματική ανάγκη, και να δίνονται σε περιπτώσεις όπως οι σχετικές με επαγγελματικά ατυχήματα, επιδημίες, φυσικές καταστροφές, και ούτω καθεξής. Δεν θα πρέπει να γίνονται μια δεδομένη μορφή διαβίωσης, καθώς είναι ανίκανα να επιλύσουν το πρόβλημα της φτώχειας.

Η επέκταση των κριτηρίων που ορίζουν ποιος δικαιούται επιδόματα δημιουργεί και ενισχύει μια αρνητική ατμόσφαιρα που ενθαρρύνει την κατάχρηση αυτών των επιδομάτων. Για παράδειγμα, ο όρος «αναπηρία» συνεχώς αποκτά διαφορετικούς ορισμούς για να επεκτείνει το φάσμα δικαιούχων. Το αποτέλεσμα είναι οικονομική κατάχρηση, που προκαλεί ζημία στην κοινωνική ηθική.

Το 2012, η New York Times δημοσίευσε ένα άρθρο άποψης με τίτλο «Κερδοφορία μέσω αγράμματων παιδιών», το οποίο συζητούσε την επίδραση των μέτρων επιδομάτων σε οικογένειες χαμηλού εισοδήματος που ζούσαν στην περιοχή των Απαλαχίων Ορέων στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες. Το άρθρο περιγράφει πως οι φτωχές οικογένειες σταμάτησαν να στέλνουν τα παιδιά τους σε τάξεις σχολικής εκπαίδευσης ώστε να δικαιούνται κρατική βοήθεια. «Μαμάδες και μπαμπάδες φοβούνται ότι αν τα παιδιά τους μάθουν να διαβάζουν, θα είναι λιγότερο πιθανό να δικαιούνται μια μηνιαία επιταγή που δίνεται για μαθησιακή ανικανότητα», αναφέρει το άρθρο. «Πολλοί άνθρωποι σε λυόμενα σπίτια στο βουνό είναι φτωχοί και σε απόγνωση, και μια μηνιαία επιταγή των $698 ανά τέκνο από το πρόγραμμα Συμπληρωματικής Ασφάλισης Εισοδήματος τους βοηθάει για πολύ καιρό – και αυτές οι επιταγές συνεχίζονται έως το παιδί να γίνει 18.» [21]

Το πρόγραμμα είχε αρχίσει περίπου σαράντα χρόνια πριν με στόχο την βοήθεια σε οικογένειες που είχαν παιδιά με βαριά σωματική ή νοητική αναπηρία, και έτσι οι γονείς δυσκολεύονταν να εργαστούν – περίπου ένα τοις εκατό των φτωχών παιδιών. Έως το 2012, περισσότερο από το 55 τοις εκατό των παιδιών ανήκαν στην κατηγορία των νοητικά προβληματικών, αλλά δεν είχαν μια καθορισμένη διάγνωση. Ανά τις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχουν τώρα συνολικά 1,2 εκατομμύρια «νοητικώς προβληματικά» παιδιά για τα οποία οι φορολογούμενοι παρέχουν $9 δισεκατομμύρια ετησίως. [22]

Εδώ, τα επιδόματα και τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης τροφοδοτούν το ένα το άλλο σε μια περιδίνηση προς τα κάτω. Ενώ αυτοί που προωθούν και σχεδιάζουν τα μέτρα επιδομάτων μπορεί να το κάνουν με καλές προθέσεις, τα αποτελέσματα αυτών των μέτρων είναι συχνά επιζήμια, τόσο σε άτομα όσο και στην κοινωνία ως σύνολο.

Η κατάχρηση επιδομάτων δεν κρατά δέσμια μόνο τα δημόσια οικονομικά. Επηρεάζει επίσης και το μέλλον των παιδιών που μεγαλώνουν μέσα σε αυτό το σύστημα. Έρευνα που εκπονήθηκε το 2009 βρήκε πως δύο τρίτα των ανθρώπων που λαμβάνουν επιδόματα ως παιδιά συνεχίζουν να λαμβάνουν επιδόματα στην ενήλικη ζωή. [23]

Σύμφωνα με τον Αμερικανό οικονομολόγο Γουίλιαμ Α. Νίσκανεν, το σύστημα επιδομάτων έχει δημιουργήσει έναν πολιτισμό φτώχειας, που με την σειρά του τροφοδοτεί έναν φαύλο κύκλο εξάρτησης από κυβερνητική βοήθεια, παιδιών που γεννιούνται εκτός γάμου, ανεργίας, και εκτρώσεων.

Ο Νίσκανεν ανέλυσε κρατικά δεδομένα του 1992 και έδωσε εκτιμήσεις για τα πιθανά αποτελέσματα μιας αύξησης βοήθειας σε οικογένειες με ανήλικα τέκνα της τάξης του 1 τοις εκατό του μέσου προσωπικού εισοδήματος. Βρήκε πως ο αριθμός αποδεκτών θα αυξανόταν περίπου 3 τοις εκατό. Ο αριθμός αυτών σε φτώχεια θα αυξανόταν περίπου 0,8 τοις εκατό. Γεννήσεις από ανύπαντρες μητέρες θα αυξάνονταν περίπου 2,1 τοις εκατό, και η ανεργία θα αυξανόταν περίπου 0,5 τοις εκατό. Οι εκτρώσεις και το βίαιο έγκλημα θα αυξάνονταν και τα δύο περίπου 1 τοις εκατό το καθένα. [24] Τα ευρήματα του Νισκάνεν υποδηλώνουν ότι ένα μεγάλο σύστημα επιδομάτων καλλιεργεί εξάρτηση από το σύστημα και αποθαρρύνει την προσωπική υπευθυνότητα.

Η αποσύνθεση των οικογενειών είναι ένα βασικό συστατικό στην κουλτούρα της φτώχειας. Σε έρευνα για την φτώχεια των μαύρων σε περασμένες ιστορικές περιόδους αλλά και στην σύγχρονη, ο οικονομολόγος Γουόλτερ Ι. Γουίλιαμς βρήκε ότι στην Νέα Υόρκη του 1925, 85 τοις εκατό των μαύρων οικογενειών είχαν δύο γονείς. Το 2015, οι μονογονεϊκές μαύρες οικογένειες ήταν σχεδόν το 75 τοις εκατό [στον πληθυσμό των φτωχών μαύρων οικογενειών]. Το σύστημα επιδομάτων δίνει κίνητρα για αυτό το φαινόμενο, καθώς παρέχει σημαντικά περισσότερα επιδόματα σε ανύπαντρες μητέρες απ΄ ότι σε όσες παντρεύονται. Μένοντας επίτηδες εκτός γάμου, ένας γονέας μπορεί να λάβει περισσότερα κυβερνητικά επιδόματα, όπως επίδομα πληρωμών, επίδομα στέγασης, κουπόνια τροφίμων, και ιατρική περίθαλψη. Τα επιδόματα ήταν βασικός παράγοντας στην προώθηση μονογονεϊκών οικογενειών, που έχει αποδειχθεί ότι παράγουν περισσότερη φτώχεια. Εν αντιθέσει, ο Γουίλιαμς βρήκε ότι το ποσοστό φτώχειας στον πληθυσμό των μαύρων παντρεμένων οικογενειών έχει παραμείνει στα μονά ψηφία από το 1994. [25]

Η χρήση της στρατηγικής επιδομάτων από την αριστερά για να κερδίσει ψήφους

Ενώ τα επιδόματα επεκτείνονται χωρίς όρια τις τελευταίες λίγες δεκαετίες, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών συνεχώς αυξάνεται επίσης. Ο μέσος μισθός, λαμβάνοντας υπόψιν τον πληθωρισμό, αυξάνεται με ταχύτητα σαλιγκαριού, ενώ ο πλούτος ρέει προς τους πλουσιότερους, με αποτέλεσμα μια μεγαλύτερη τάξη εργαζομένων φτωχών. Η αριστερά χρησιμοποιεί αυτά τα προβλήματα ως όπλα ώστε να πιέσει για μεγαλύτερη κυβέρνηση, υψηλότερη φορολόγηση, και περισσότερα επιδόματα για καταπολέμηση της φτώχειας, επιδεινώνοντας τα προβλήματα ακόμα περισσότερο.

Οι αριστεροί πολιτικοί χρησιμοποιούν πολλά εκλογικά συνθήματα για να πείσουν τους ψηφοφόρους για τον ευγενή σκοπό τους, παρουσιάζοντας τον εαυτό τους ως κατέχοντες την ηθική ανωτερότητα, παρά το ότι εξαντλούν τα χρήματα των φορολογουμένων για να χρηματοδοτήσουν τα προγράμματά τους. Οι μέθοδός τους είναι να υφαρπάξουν τον πλούτο της ανώτερης και μεσαίας τάξης και να τον διανείμουν στους φτωχούς. Αυτό το σύστημα εξαναγκαστικής φιλανθρωπίας αποκρύπτει την σχέση μεταξύ χορηγών (φορολογουμένων) και αποδεκτών. Οι πολιτικοί παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως τον καλοσυνάτο χορηγό χρημάτων και λαμβάνουν την ευγνωμοσύνη των αποδεκτών υπό μορφή ψήφων, ενώ λένε στους αποδέκτες ότι πρέπει να θυμώνουν με τους «πλουσίους» – τους πραγματικούς χορηγούς των χρημάτων.

β. Επιθετικός οικονομικός παρεμβατισμός στις Δυτικές χώρες

Σε Δυτικές χώρες, το κράτος, το οποίο παραδοσιακά μόνο ψήφιζε και επέβλεπε την επιβολή νόμων, έχει γίνει πλέον ένας ηγετικός συμμετέχων στην οικονομική αρένα. Όπως ένας διαιτητής που αρχίζει να συμμετέχει σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου, το κράτος έχει γίνει υπεύθυνο για τον έλεγχο και ρύθμιση του κεφαλαίου σε αυτό που κάποτε ήταν μια κυρίως αυτοελεγχόμενη οικονομία.

Επί του παρόντος, οι κυβερνήσεις του ελευθέρου κόσμου ασκούν ήδη παρεμβατισμό στα εθνικά οικονομικά συστήματά τους. Ένας οδηγός αυτής της τάσης προήλθε από την Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Μετά την κρίση, η Δυτική κοινωνία επηρεάστηκε βαθιά από την οικονομική θεωρία που είχε αναπτύξει ο Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέυναρντ Κέυνς. Η κεϋνσιανή οικονομική σκέψη προωθεί ενεργό κρατικό παρεμβατισμό και ρύθμιση της οικονομίας μέσω παροχής κεφαλαίων. Στο γνωστό βιβλίο του, «Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, Τόκων και Χρημάτων», ο Κέυνς αντιτίθεται στην αυτορύθμιση της ελεύθερης αγοράς και αντ’ αυτής προτιμά μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες και παρεμβάσεις όπως δάνεια προς επιχειρήσεις [πακέτα «διάσωσης»], για την σταθεροποίηση της αγοράς.

Σε μια υγιή κοινωνία, ο ρόλος της κυβέρνησης είναι περιορισμένος. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις θα πρέπει το κράτος να παρεμβαίνει στην οικονομία, όπως κατά την διάρκεια φυσικών καταστροφών ή άλλων κρίσεων. Αλλά σήμερα, η κεϋνσιανή θεωρία έχει ριζώσει ανά τον κόσμο. Κυβερνήσεις βασικά όλων των χωρών ανταγωνίζονται για το ποια θα έχει μεγαλύτερο έλεγχο της οικονομίας της χώρας της.

Όταν οι κυβερνήσεις διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην οικονομία, κάθε δράση δημιουργεί μια μαζική επίδραση στις αγορές. Νέα μέτρα και νόμοι μπορούν να βοηθήσουν ή να καταστρέψουν ολόκληρες βιομηχανίες, αναγκάζοντας πολλές επιχειρήσεις και επενδυτές να είναι υπερβολικά εξαρτημένοι από τις αποφάσεις της κυβέρνησης.

Ο ενεργός οικονομικός έλεγχος συνδυασμένος με μέτρα υψηλών επιδομάτων έχει προκαλέσει σε πολλές κυβερνήσεις να αποκτήσουν τεράστιο χρέος. Σύμφωνα με δεδομένα του OECD, περισσότερα από το ένα τρίτο των κρατών μελών του έχουν κυβερνητικά χρέη υψηλότερα του 100 τοις εκατό του ΑΕΠ. Το χρέος μιας χώρας έχει υπερβεί το 237 τοις εκατό της οικονομικής παραγωγής της. [26] Αυτό δημιουργεί έναν μεγάλο κίνδυνο για το κοινωνικό και οικονομικό μέλλον πολλών χωρών.

Ο διακεκριμένος με Νόμπελ οικονομολόγος Ρόναλντ Κόους εκπόνησε πολλές έρευνες για την επίδραση του κρατικού παρεμβατισμού. Στο έργο του, ο Κόους βρήκε πως τα παρεμβατικά μέτρα σχεδόν πάντα παράγουν αρνητικά αποτελέσματα. Η πιο πιθανή εξήγηση, είπε, είναι ότι «η κυβέρνηση λειτουργεί σήμερα σε τόσο τεράστια κλίμακα που έχει φτάσει το στάδιο αυτού που οι οικονομολόγοι ονομάζουν φθίνουσες αποδόσεις. Οτιδήποτε επιπλέον κάνει, ζημιώνει τα πράγματα.» [27]

Οι συνέπειες και πραγματικότητα του παρεμβατισμού

Υπάρχουν τουλάχιστον δύο μεγάλες συνέπειες του εκτεταμένου κρατικού παρεμβατισμού. Πρώτον, η δύναμη της πολιτείας επεκτείνεται ως προς τον ρόλο και κλίμακά της. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αναπτύσσουν αυξανόμενη ύβρη σχετικά με την ικανότητά τους να παρεμβαίνουν στην οικονομία και να κάνουν το κράτος να παίζει τον ρόλο του σωτήρα. Αφότου χειριστεί μια κρίση, η κυβέρνηση τείνει να διατηρεί τις μεγαλύτερες εξουσίες και λειτουργίες της.

Δεύτερον, ο παρεμβατισμός δημιουργεί περισσότερη εξάρτηση από την κυβέρνηση. Όταν ο πληθυσμός αντιμετωπίζει προκλήσεις, ή όταν η ελεύθερη αγορά δεν μπορεί να παρέχει τα επιθυμητά οφέλη, οι άνθρωποι θα πιέσουν για περισσότερο κυβερνητικό παρεμβατισμό για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους.

Καθώς η δύναμη του κράτους μεγαλώνει, η ιδιωτική επιχειρηματικότητα αποδυναμώνεται και η ελεύθερη αγορά έχει λιγότερο χώρο για να λειτουργήσει. Άνθρωποι που έχουν ωφεληθεί και έχουν γίνει εξαρτώμενοι των πολιτικών θα απαιτούν όλο και περισσότερο η κυβέρνηση να παίρνει την ευθύνη για την κατανομή πλούτου, και να ψηφίζει νόμους που να το επιβάλλουν αυτό.

Στην Δύση, υπάρχει ένα ισχυρό πολιτικό ρεύμα που μετατοπίζει την κοινωνία προς την αριστερά. Αυτό περιλαμβάνει ακολούθους της αρχικής αριστεράς, όπως σοσιαλιστές και κομμουνιστές, καθώς και αυτούς που δεν συσχετίζονταν παλιότερα με την αριστερά αλλά που τους έχει αρπάξει. Αυτό δίνει περισσότερη αυτοπεποίθηση σε αριστερούς πολιτικούς να πάρουν μεγαλύτερα μέτρα παρεμβατισμού στην οικονομία και παρέμβασης στην λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αυτή η διάβρωση της φυσιολογικής οικονομικής δραστηριότητας φαίνεται να προκαλείται από διάφορα κοινωνικά κινήματα, αλλά στην πραγματικότητα, είναι το φάντασμα του κομμουνισμού που κινεί τα νήματα.

Οι δυτικές κυβερνήσεις ασκούν την εξουσία τους υπό την σημαία της ισότητας και άλλων πολιτικών δικαιολογιών για να αυξήσουν τον παρεμβατισμό, ενώ επιβάλλουν νόμους για να δίνουν στον εαυτό τους περισσότερη μόνιμη δύναμη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η συμπεριφορά αφαιρεί από τις οικονομίες αγοράς τους βασικούς κριτές τους – την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων.

Το κράτος ουσιαστικά επεκτείνει την εξουσία του επί της ελεύθερης αγοράς για να την μετατρέψει σε μια οικονομία ελέγχου. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες είναι ότι όλες οι πτυχές της οικονομίας και της διαβίωσης του λαού έρχονται υπό τον έλεγχο του κράτους. Οικονομικά μέσα θα χρησιμοποιηθούν για να παγιωθεί η πολιτική εξουσία, σκλαβώνοντας την κοινωνία και τους πολίτες της.

γ. Πως η σοσιαλιστική οικονομία οδηγεί σε κομμουνιστικό απολυταρχισμό

Υψηλοί φόροι, υψηλά επιδόματα, και μεγάλος κρατικός παρεμβατισμός είναι εκδηλώσεις σοσιαλισμού εντός των Δυτικών οικονομικών συστημάτων. Όπως είναι τα πράγματα, η μόνη διαφορά μεταξύ των προσχεδιασμένων οικονομιών των κομμουνιστικών χωρών και του βαρέος κρατικού παρεμβατισμού στην Δύση είναι ο νόμος και κάποιες βασικές πτυχές του συστήματος προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα από απόλυτο κρατικό έλεγχο.

Ο Χάγιεκ, οικονομολόγος και φιλόσοφος, προειδοποίησε κατά του κρατικά ελεγχόμενου προσχεδιασμού και κατανομής πλούτου, λέγοντας ότι αναπόφευκτα θα χαλάσει την αγορά και θα οδηγήσει στην άνοδο του απολυταρχισμού, ασχέτως του εάν το σύστημα ήταν δημοκρατικό ή όχι. Ο Χάγιεκ πίστευε πως αν και ο σοσιαλισμός που ασκείται στην Ευρώπη και Βόρεια Αμερική ήταν διαφορετικός από την κρατική ιδιοκτησία και τις προσχεδιασμένες οικονομίες, θα έφτανε παρ’ όλα αυτά στο ίδιο αποτέλεσμα – οι άνθρωποι θα έχαναν και πάλι την ελευθερία τους και τα μέσα διαβίωησης, απλώς με έναν πιο αργό και έμμεσο τρόπο. [28]

Όπως συζητήθηκε νωρίτερα σε αυτό το βιβλίο, ο Μαρξ, Ένγκελς, και Λένιν θεωρούσαν τον κομμουνισμό ως τον τελικό στόχο, με τον σοσιαλισμό ως το απαραίτητο βήμα στο ταξίδι. Ο προορισμός ενός τραίνου δεν θα επηρεαστεί από την στάση του σε έναν σταθμό στην διαδρομή – στην πραγματικότητα, μπορεί να πάρει περισσότερους επιβάτες. Παρομοίως, το φάντασμα του κομμουνισμού είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από την κίνηση μιας χώρας προς τον σοσιαλισμό. Μόλις η ανθρωπότητα εγκαταλείψει την παράδοση, είτε στην οικονομική σφαίρα είτε σε άλλες περιοχές, και αποδεχθεί την κομμουνιστική ιδεολογία, ο ρυθμός αυτής της ανάπτυξης δεν έχει σημασία.

Ο προορισμός στο τέλος αυτού του μονοπατιού δεν είναι παράδεισος επί γης, αλλά η καταστροφή της ανθρωπότητας. Το φάντασμα δεν ενδιαφέρεται για το αν επιτευχθεί κάποιος «παράδεισος» – αυτή η υπόσχεση είναι απλώς το δόλωμα για να δελεάσει ανθρώπους προς την καταστροφή τους.

Διαβάστε ολόκληρη την σειρά εδώ: Πώς το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας

 

Παραπομπές

 

1. Thomas Jefferson et al., “United States Declaration of Independence,” July 4, 1776, National Archives, accessed April 20, 2020, https://www.archives.gov/founding-docs/declaration-transcript.

2. Karl Marx and Frederick Engels, “Manifesto of the Communist Party,” in Marx & Engels Selected Works, vol.1, trans. Samuel Moore, ed. Andy Blunden (Moscow: Progress Publishers, 1969), Marxists Internet Archive, accessed April 20, 2020, https://www.marxists.org/archive/marx/works/1848/communist-manifesto/ch04.htm.

3. Fred Schwarz, You Can Trust the Communists … to Be Communists (New Jersey: Prentice-Hall, 1960), 26–27.

4. Friedrich A. Hayek, The Fatal Conceit: The Errors of Socialism, W.W. Bartley III, ed. (Chicago: University of Chicago Press, 1991).

5. Thomas Sowell, Intellectuals and Society, Revised and Expanded Edition (New York: Basic Books, 2012), chap. 2.

6. Ludwig von Mises. “Economic Calculation in the Socialist Commonwealth,” Mises Institute, accessed April 20, 2020, https://mises.org/library/economic-calculation-socialist-commonwealth.

7. Shi Shan, “Quagmire in the Reform of China’s State-Owned Enterprises,” Radio Free Asia, September 22, 2015 [石山, 中国国企改革的困境, 普通话主页] https://www.rfa.org/mandarin/yataibaodao/jingmao/xql-09222015103826.html. [In Chinese]

8. Linette Lopez, “Zombie Companies Are Holding China’s Economy Hostage,” Business Insider, May 24, 2016, https://www.businessinsider.com/chinas-economy-is-being-held-hostage-2016-5.

9. Marx and Engels, “Manifesto.”

10. Max Galka, “The History of US Government Spending, Revenue, and Debt (1790–2015),” Metrocosm, February 16, 2016, http://metrocosm.com/history-of-us-taxes/.

11. Organization for Economic Cooperation and Development, “OECD Tax Rates on Labour Income Continued Decreasing Slowly in 2016,” November 4, 2017, http://www.oecd.org/newsroom/oecd-tax-rates-on-labour-income-continued-decreasing-slowly-in-2016.htm.

12. Rachel Sheffield and Robert Rector, “The War on Poverty After 50 Years,” The Heritage Foundation, September 15, 2014, https://www.heritage.org/poverty-and-inequality/report/the-war-poverty-after-50-years.

13. Robert Rector, “The War on Poverty: 50 Years of Failure,” The Heritage Foundation, September 23, 2014, https://www.heritage.org/marriage-and-family/commentary/the-war-poverty-50-years-failure.

14. Alexis de Tocqueville, Memoir on Pauperism, trans. Seymour Drescher (London: Civitas, 1997).

15. Sheffield and Rector, “The War on Poverty.”

16. Nima Sanandaji, Scandinavian Unexceptionalism: Culture, Markets, and the Failure of Third-Way Socialism (London: Institute for Economic Affairs, 2015), Kindle edition, 75.

17. Tocqueville, Memoir.

18. Ibid, 31.

19. “A National Sport No More,” The Economist, November 3, 2012, https://www.economist.com/europe/2012/11/03/a-national-sport-no-more.

20. Martin Halla, Mario Lackner, and Friedrich G. Schneider, “An Empirical Analysis of the Dynamics of the Welfare State: The Case of Benefit Morale,” Kyklos 63, no.1 (2010), 55–74, Wiley Online Library, accessed April 20, 2020, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/j.1467-6435.2010.00460.x.

21. Nicholas Kristof, “Profiting From a Child’s Illiteracy,” The New York Times, December 7, 2012, https://www.nytimes.com/2012/12/09/opinion/sunday/kristof-profiting-from-a-childs-illiteracy.html.

22. Ibid.

23. Kristof, “Profiting From.”

24. William A. Niskanen, “Welfare and the Culture of Poverty,” The Cato Journal 16, no.1 (1996), https://www.cato.org/sites/cato.org/files/serials/files/cato-journal/1996/5/cj16n1-1.pdf.

25. Walter E. Williams, “The True Black Tragedy: Illegitimacy Rate of Nearly 75%,” cnsnews.com, May 19, 2015, https://www.cnsnews.com/commentary/walter-e-williams/true-black-tragedy.

26. Organization for Economic Cooperation and Development, “General Government Debt (Indicator),” 2019, accessed April 27, 2020, https://data.oecd.org/gga/general-government-debt.htm.

27. Ronald Coase, as quoted in Thomas W. Hazlett, “Looking for Results: An Interview With Ronald Coase,” Reason, January 1997, https://reason.com/archives/1997/01/01/looking-for-results.

28. Friedrich A. Hayek, The Road to Serfdom (Chicago: University Of Chicago Press, 1944).

Ακολουθήστε μας στο Telegram @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο SafeChat @epochtimesgreece

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Σχολιάστε