Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας στρέφεται όλο και περισσότερο στην αναζήτηση της ιδανικής διατροφής για την προαγωγή της υγείας. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται η κρητική διατροφή, αφού η πλειονότητα των ερευνών αναδεικνύουν την κρητική κουζίνα ως το πιο χαρακτηριστικό και ποιοτικά υψηλό παράδειγμα μεσογειακής διατροφής. Οι κάτοικοι της Κρήτης, διαπιστωμένα, παρουσιάζουν τους υψηλότερους δείκτες μακροβιότητας αναλογικά και σε παγκόσμια κλίμακα τα λιγότερα ποσοστά θνησιμότητας από ασθένειες.
Η κρητική κουζίνα, μια από τις αρχαιότερες και πιο εύγευστες κουζίνες στον κόσμο, αποτελεί τη συνέχεια της παράδοσης γεύσεων, αρωμάτων και προϊόντων αιώνων και έχει τις ρίζες της στη μινωική εποχή, περισσότερο από 3.000 χρόνια πριν, φτάνοντας ως τις μέρες μας. Από τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών, που αποκάλυψαν στα μινωικά ανάκτορα μεγάλα πιθάρια για λάδι, κρασί, δημητριακά, όσπρια και μέλι, φαίνεται ότι οι αρχαίοι Κρήτες κατανάλωναν σχεδόν τα ίδια προϊόντα που καταναλώνει και ο σημερινός Κρητικός. Στη διάρκεια των χιλιετιών που πέρασαν, η παράδοση επιβίωσε από το πέρασμα των Ρωμαίων, των Βυζαντινών, των Ενετών και των Τούρκων και διατήρησε τα μαγειρικά ήθη του νησιού που τώρα απολαμβάνουν οι λάτρεις της σύγχρονης υγιεινής κουζίνας.
Η κουζίνα της Κρήτης είναι βασισμένη σε αυτά που προσφέρει η γη της, δίνοντας περισσότερο βάρος στην τέχνη του μαγειρέματος με τα απλά υλικά της. Εκείνο που μετρά στην κρητική παραδοσιακή κουζίνα είναι η φαντασία. Οι Κρητικοί μπορεί να τρώνε κάθε μέρα χόρτα ή όσπρια, αλλά δεν τρώνε ποτέ το ίδιο φαγητό. Βρίσκουν τον τρόπο να αναδείξουν καινούριες γεύσεις και διαφορετικές συνταγές.
Η βάση της διατροφής είναι το ελαιόλαδο, τα λαχανικά, τα άγρια χόρτα, τα φρούτα, το μέλι, ελιές, δημητριακά και τα όσπρια.
Τα όσπρια εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό μέρος της διατροφής του χειμώνα, ενώ τα χλωρά κουκιά τρώγονται σαν μεζές.
Το ελαιόλαδο παίζει καίριο ρόλο στην υγιεινή κουζίνα της Κρήτης, της οποίας τα γόνιμα εδάφη είναι ιδανικά για την καλλιέργεια των ελαιόδεντρων. Περισσότερα από 35 εκατομμύρια ελαιόδεντρα καλλιεργούνται, που όχι μόνο καλύπτουν τις ανάγκες των κατοίκων, αλλά παράγουν και μεγάλο πλεόνασμα που εξάγεται στο εξωτερικό.
Μια φέτα φρεσκοψημένο ψωμί με ντόπιο ελαιόλαδο και πασπαλισμένο με τη ρίγανη του νησιού και αλάτι είναι ένας νοστιμότατος κρητικός μεζές.
Το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται στην Κρήτη από τα μινωικά χρόνια έως σήμερα, εκτοπίζοντας το βούτυρο ή άλλα είδη λαδιού που χρησιμοποιούνται σε άλλες περιοχές του κόσμου. Η αξία του είναι τεράστια, καθώς αποτελεί το πιο ισχυρό αντιοξειδωτικό που μας προσφέρει η ίδια η φύση. Το γεγονός ότι οι Κρητικοί ζουν περισσότερο και έχουν τους χαμηλότερους δείκτες στην εμφάνιση ασθενειών φαίνεται να συνδέεται άμεσα με το ότι συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλύτερων καταναλωτών ελαιόλαδου παγκοσμίως.
Η κρητική κουζίνα είναι ιδιαιτέρως πλούσια σε ψάρια. Από όλα τα πιάτα με ψάρι, ο πρίγκιπας των κρητικών υδάτων είναι ο σκάρος. Συνήθως, ο σκάρος μαγειρεύεται στη σχάρα ή σε ψαρόσουπα. Η κακαβιά παραδοσιακά φτιάχνεται με σκορπίνες που σιγοβράζουν μαζί με πατάτες, κρεμμύδια, λεμόνι και ελαιόλαδο.
Στην Κρήτη η κατανάλωση κρέατος ήταν σπάνια και συνήθως γινόταν μόνο σε θρησκευτικές τελετές. Στη σύγχρονη κρητική διατροφή, η κατανάλωση κρέατος είναι ακόμη μικρότερη σε σχέση με άλλες χώρες της Μεσογείου. Οι Κρητικοί απολαμβάνουν το κρέας τους, ιδιαίτερα το χοιρινό και αρνί. Ακόμα και τα σαλιγκάρια, αλλά όλα με μέτρο.
Το κρέας κουνελιού έχει μια ξεχωριστή θέση στην κουζίνα της Κρήτης. Σερβίρεται σαν παραδοσιακό στιφάδο βρασμένο με μικροσκοπικά κρεμμύδια, τηγανητό ή ψητό με πατάτες στο φούρνο. Πρόβειο, αρνί και κατσικίσιο κρέας τρώγονται κυρίως στις εορταστικές εκδηλώσεις μαγειρεμένα με μάραθο ή αγκινάρες, με άγρια χόρτα και σάλτσα από ντομάτες ή σάλτσα αυγολέμονο. Μια άλλη κρητική σπεσιαλιτέ που συχνά σερβίρεται ως συνοδευτικό σε κρέας και ρύζι είναι η στάκα.
Η στάκα είναι απλά η κρέμα βουτύρου (τσίπα) που συλλέγεται προσεκτικά από το βοσκό, στη συνέχεια, προστίθεται λίγο αλάτι και πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό μέρος μέχρι να χρειαστεί. Παραδοσιακά, ήταν ένα κοινό πιάτο σε βαπτίσεις και γάμους, όπου αργότερα προστέθηκε το γαμοπίλαφο με ρύζι και κρέας.
Αρνάκι φρικασέ, μαγειρεμένο με ασκολύμπρους, ένα άγριο ακανθώδες χόρτο με σαρκώδη και εύγευστη ρίζα. Χρειάζεται πείρα για να εντοπιστεί, αλλά και ιδιαίτερη μαεστρία για να καθαριστεί από τα αγκάθια.
Το κυνήγι είναι άφθονο στις ορεινές περιοχές, όπου βρίσκoνται λαγοί, αγριογούρουνα κ.ά. Ιδιαίτερα νόστιμος γίνεται ο λαγός κρασάτος, ο οποίος, αφού μαριναριστεί, ψήνεται σε πήλινο τσουκάλι.
Άφθονα είναι επίσης και τα άγρια αρωματικά χόρτα του βουνού με τα οποία φτιάχνουν λαχταριστές χορτόπιτες με παραδοσιακό φύλλο. Οι Κρητικοί τα αγαπούν και τα τρώνε σχεδόν καθημερινά, και όμως καταφέρνουν να τους δίνουν διαφορετική γεύση μέσα από πολλούς, πρωτότυπους συνδυασμούς. Συνήθως χρησιμοποιούν με μέτρο τα καρυκεύματα, ενώ τα περισσότερα πιάτα περιέχουν μόνο τα βασικά: αλάτι, πιπέρι και λίγο λεμονάκι για τη φρεσκάδα. Και πάλι, αυτά είναι αρκετά για να δημιουργηθούν πλούσιες και ολοκληρωμένες γεύσεις. Όπως πλούσια είναι και τα οφέλη της παραδοσιακής κρητικής κουζίνας στην υγεία, αφού είναι ό,τι πιο κοντινό στην αυθεντική μεσογειακή διατροφή, χάρη στην αφθονία εποχιακών φρούτων και λαχανικών και φυσικά στην ποιότητα του έξτρα παρθένου ελαιόλαδου.
Από τα πιο γνωστά κρητικά τυριά είναι η γραβιέρα, η οποία είναι το πιο δημοφιλές σκληρό τυρί της Κρήτης. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι. Η μυζήθρα φτιάχνεται από πρόβειο γάλα ή κατσικίσιο ή μίγμα των δύο. Συχνά χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα, αλλά τρώγεται και φρέσκια. Τα καλτσούνια είναι μικρές πίτες που είναι γεμάτες με ανάλατη μυζήθρα (ανθότυρο) τηγανισμένες σε λάδι, στα οποία μπορεί να προστεθεί και μέλι.
Τα επιδόρπια δεν είναι συνήθως μέρος της κρητικής διατροφής, ένα γεύμα θα τελειώσει συχνά με φρούτα. Τα φρούτα είναι απαραίτητα σε κάθε γεύμα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η Κρήτη παράγει μεγάλες ποσότητες πορτοκαλιών και μανταρινιών, καθώς και πεπόνια, αχλάδια, σύκα, σταφύλια, ροδάκινα και βερίκοκα και την περίφημη κρητική σταφίδα, γνωστή ως σουλτανίνα. Στις ορεινές περιοχές υπάρχει μεγάλη παραγωγή από τσάι του βουνού, καρύδια, κάστανα και άλλα προϊόντα.
Ακόμα και στα παραδοσιακά γλυκά της Κρήτης, χρησιμοποιείται μόνο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Ωστόσο, υπάρχει ένα κρητικό γλυκό φτιαγμένο από μυζήθρα, αυγά, κανέλα και γλυκάνισο ή σουσάμι. Μια γλυκιά απόλαυση σε όλη τη διάρκεια του έτους είναι τα ξεροτήγανα, τηγανιτές λωρίδες ζύμης σε ρολό, με μέλι και σιρόπι και πασπαλισμένες με ψιλοτριμμένο καρύδι.
Το κρητικό γαστρονομικό δαιμόνιο έχει εντάξει μάλιστα και το ίδιο το αμπέλι στις πρώτες ύλες της ντόπιας μαγειρικής. Μπορεί κανείς να γευτεί την άνοιξη μια σπάνια σπεσιαλιτέ: κατσίκι μαγειρεμένο με φρέσκους βλαστούς αμπέλου.
Το φαγητό συνοδεύεται συχνά από κρητικό κρασί, ρακή ή τσικουδιά.
Ένα ποτήρι κοτσιφάλι συνοδευόμενο από λίγη κεφαλογραβιέρα είναι η καλύτερη αρχή για ένα κρητικό γεύμα. Άλλωστε, εδώ στο νησί το τυρί προηγείται του κυρίως πιάτου, για να ανοίξει την όρεξη. Ιδανικός μεζές για κρασί ή τσικουδιά είναι επίσης το κρητικό απάκι, φέτες από καπνιστό χοιρινό ψαρονέφρι. Ονομαστά είναι και τα κρητικά χωριάτικα λουκάνικα, με χοιρινό κιμά και πολλά μπαχαρικά, σε διάφορες παραλλαγές.
Το ψωμί ήταν πάντα βασικό είδος διατροφής στην Κρήτη. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς γεύμα χωρίς κάποιο είδος ψωμιού. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία από ψωμιά, ανάλογα με την εποχή και τις διάφορες γιορτές. Το ψωμί των Χριστουγέννων ή Χριστόψωμο χαρακτηρίζει το παραδοσιακό γεύμα των Χριστουγέννων.
Η προετοιμασία του αποτελεί μια τελετουργία και σε ορισμένες περιοχές το ψωμί έχει ένα μεγάλο σταυρό στη μέση, ή είναι διακοσμημένο με λουλούδια και πέρδικες. Μόνο ο αρχηγός της οικογένειας επιτρέπεται να το κόψει. Την περίοδο του Πάσχα, οι γυναίκες της Κρήτης παραδοσιακά κάνουν τις αυγοκουλούρες ή λαμπροκουλούρες.
Στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου, φτιάχνουν τα εφτάζυμα. Διάφορα διακοσμημένα ψωμιά που τρώγονται σε εκδηλώσεις, γάμους και βαφτίσια. Παξιμάδι από σκληρό ξηρό ψωμί που ψήνεται μια φορά, κόβεται σε φέτες και ξαναψήνεται για δεύτερη φορά. Με τον τρόπο αυτό θα κρατήσει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Παραδοσιακά, αυτό ήταν το ψωμί που έπαιρναν οι αγρότες στα χωράφια και το μαλάκωναν με λίγο νερό και ελαιόλαδο. Το διάσημο κρίθινο παξιμάδι ή ντάκος είναι η βάση για το πιο διαδεδομένο κρητικό πιάτο. Βρεγμένο με νερό και εμποτισμένο με λάδι και ντομάτα είναι πολύ καλό για την πέψη και εξαιρετικά νόστιμο.
Ο συνδυασμός βουνού και θάλασσας και η παρατεταμένη ηλιοφάνεια κάνουν τα πάντα πιο γευστικά. Ίσως πάλι τα βασικά συστατικά της παραδοσιακής κρητικής κουζίνας να είναι η αγάπη με την οποία φτιάχνονται τα φαγητά στην Κρήτη (το μεράκι που λέμε) και η φαντασία που καρυκεύει πολλά από τα ντόπια πιάτα. Στο κάτω – κάτω, το φαγητό εδώ δεν είναι απλώς μια από τις κρητικές παραδόσεις – είναι τρόπος ζωής.
Πηγή: daynight.gr
Επιμέλεια: Αλία Ζάε