Για εμάς τους Έλληνες, ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά [1798-1863] είναι μια οικεία και αγαπημένη, ακόμα και ηρωική προσωπικότητα, την οποία έχουμε συνδέσει άρρηκτα με τον ελληνικό αγώνα για ανεξαρτησία από τους Οθωμανούς. Οι πίνακες που φιλοτέχνησε με θέμα την Ελληνική Επανάσταση συνέβαλλαν αποφασιστικά στη δημιουργία και διατήρηση του φιλελληνικού ρεύματος στην Ευρώπη, που ενίσχυσε την επανάσταση και καθόρισε την επιτυχία της.
Κάθε επέτειος της ιστορικής ημερομηνίας που συνδέει συμβολικά την ελληνική επανάσταση με τη χριστιανική θρησκεία, η οποία τόσο καίριο ρόλο έπαιξε στη διαμόρφωση του διακριτού εθνικού μας χαρακτήρα και υπόστασης, αποτελεί και μία ευκαιρία να θυμηθούμε και να τιμήσουμε με τη σειρά μας τον ζωγράφο που συμμετείχε ενεργά με την τέχνη του και την ψυχή του στον ελληνικό αγώνα.
Ως θέμα, ο Ντελακρουά δεν εξαντλείται εύκολα. Ως ζωγράφος ήταν πολυδιάστατος, πολυπράγμων και ιδιοσυγκρασιακός. Ανήκει δικαίως στους Ρομαντικούς του 19ου αιώνα, με έργα που πάλλονται από δύναμη και ένταση και συγκινούν άμεσα τον θεατή. Παρόλα αυτά, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του έναν κλασικιστή, που εμπνεόταν και αντέγραφε τους μεγάλους δασκάλους της Αναγέννησης. Ταυτόχρονα, πειραματιζόταν και έψαχνε αενάως, ανοίγοντας τον δρόμο προς τον μοντερνισμό, έστω και άθελά του. Ήταν «ο τελευταίος από τους κλασικούς ή ο πρώτος από τους μοντέρνους», σύμφωνα με τον Σεμπαστιάν Αλλάρ, διευθυντή του τμήματος ζωγραφικής του Μουσείου του Λούβρου, ο οποίος μελετά το έργο του Ντελακρουά για περισσότερα από 20 χρόνια.
Θα μπορούσαμε να τον αποκαλέσουμε παιδί της Γαλλικής Επανάστασης, καθώς γεννήθηκε μόλις 9 χρόνια μετά από το ξέσπασμά της και έναν μόλις χρόνο πριν από τη λήξη της και τη μετάβαση στα Ναπολεόντεια χρόνια. Ήταν χρόνια ανόδου του φιλελευθερισμού, του ριζοσπαστισμού και του Διαφωτισμού, ιδέες που δεν σταμάτησαν να διαδίδονται ακόμα και μετά το πέρας της επανάστασης στη Γαλλία, επηρεάζοντας πολλές κοινωνίες και κράτη, πυροδοτώντας στους λαούς, περιλαμβανομένου και του ελληνικού, το πάθος για τη δημοκρατία και φέρνοντας την πτώση πολλών μοναρχιών.
Αν το πάθος αυτό ήταν καλό ή κακό, δεν είμαστε σε θέση να το κρίνουμε, πάντως ήταν ένα από τα σημεία των καιρών από τα οποία δεν ξέφυγε η οικουμένη. Ο Ντελακρουά περιγράφεται και ο ίδιος σαν ένας παθιασμένος άνθρωπος, έντονα συγκινημένος από τα δεινά των Ελλήνων και τα άγρια αντίποινα των Τούρκων. Ήταν παρών σε πολλές στιγμές της ελληνικής επανάστασης, βιώνοντας από πρώτο χέρι τις δυσκολίες και τους ενθουσιασμούς των Ελλήνων και αποτυπώνοντάς τες ολοζώντανες αργότερα στους καμβάδες του που μετέφεραν τις εικόνες του πολέμου σε όλη την Ευρώπη.
Ο Ντελακρουά επιθυμούσε να εντυπωσιάσει και να κατακτήσει το κοινό. Ήθελε και πίστευε ότι μετά από τον θάνατό του, το όνομά του θα γραφόταν δίπλα σε αυτό των Ραφαήλ, Μιχαήλ Άγγελου και Πουσέν. Μιμήθηκε την terribiltà του δεύτερου (μια ιδιότητα της τέχνη του που προκαλεί τρόμο ή δέος ή την αίσθηση του υψηλού στον θεατή), συνδυάζοντάς τη με τις ζωηρές πινελιές των Ζερικό και Ρούμπενς.
«Για να τραβήξει την προσοχή του κοινού, ισορροπούσε την τόλμη ενός σκοτεινού θέματος με τη δραματική ένταση των χειρονομιών και του χρώματος και με την τρομακτική πλευρά της σκηνής που αναπαριστούσε», είχε γράψει ο Αλλάρ, με αφορμή τη μεγάλη αναδρομική έκθεση που διοργάνωσε το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης το 2018.
Η μαθητεία του στη ζωγραφική ξεκίνησε στα 16 του χρόνια κοντά στον νεοκλασικό ζωγράφο Πιερ-Ναρσίς Γκεράν [Pierre-Narcisse Guérin, 1774–1833], ενώ έναν χρόνο μετά άρχισε τις σπουδές του στη γαλλική Σχολή Καλών Τεχνών. Έκανε ακαδημαϊκές σπουδές, ανατομικές μελέτες και αντέγραφε πολύ τους κλασικούς.
Είχε αναπτύξει μια δική του μέθοδο τριών σταδίων: πρώτα αντέγραφε με ριζόχαρτο, κατόπιν με ελεύθερο χέρι και τέλος από μνήμης. «Πριν ξεκινήσεις, μελέτα αδιάκοπα. Μα όταν έχεις ξεκινήσει, δούλεψε ελεύθερα», είχε σημειώσει στο ημερολόγιό του.
Αγαπημένος του δάσκαλος ο Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, του οποίου τα χαρακτικά αντέγραφε συχνότερα από των άλλων παλαιών δασκάλων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αν και δεν επισκέφθηκε ποτέ την Ιταλία όπως οι σύγχρονοί του ομότεχνοι, απορρόφησε την κλασική γνώση της Αναγέννησης, θεμελιώνοντας το έργο του σε στέρεες βάσεις.
«Είναι διασκεδαστική η αντιγραφή και κάνει τη μελέτη ευχάριστη. Έτσι, αποτυπώνονται στη μνήμη τα ωραία έργα, χωρίς την κούραση και την αγωνία που διακατέχουν συνήθως τον δημιουργό», είχε γράψει στο ημερολόγιό του.
Αργότερα, πέρασε στην αντιγραφή της φύσης, καλλιεργώντας την ικανότητά του να οργανώνει και να αποδίδει αποτελεσματικά το περιβάλλον. Όμως ούτε αυτό ήταν ο τελικός στόχος του Ντελακρουά. Αυτό που ο ζωγράφος πραγματικά επεδίωκε ήταν να εμπλουτίσει τη μνήμη του με εικόνες που θα μπορούσε αργότερα να χρησιμοποιήσει για να υλοποιήσει τις σκηνές που θα γεννούσε η φαντασία του.
«Αυτό που ονομάζουμε δημιουργικότητα στους μεγάλους ζωγράφους είναι απλά ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο ο καθένας έβλεπε, οργάνωνε και απέδιδε τη φύση», ισχυρίστηκε ο ζωγράφος το 1856.
Η παρατήρηση της φύσης χαρίζει ζωή και πειστικότητα σε ένα έργο. «Όταν δουλεύουμε χωρίς μοντέλο, όσο καλή και να είναι η αρχική μας σύλληψη, χάνουμε το εντυπωσιακό αποτέλεσμα που πετύχαιναν με απλό τρόπο οι μεγάλοι δάσκαλοι, παρατηρώντας και αποτυπώνοντας δηλαδή τα φυσικά φαινόμενα.»
Εξαιρετικά σημαντικά για τον Ντελακρουά ήταν και τα γρήγορα σκίτσα –premières pensées- με τα οποία κατέγραφε τις ιδέες του. Είτε εμφανίζονταν αργότερα σε έναν πίνακα είτε όχι δεν είχε καμία σημασία. Περιείχαν τον σπόρο από τον οποίο θα γεννιόταν ο πίνακας. Ήταν δεινός σκιτσογράφος, εφάμιλλος του Ενγκρ, αλλά με πιο ελεύθερο στυλ.
«Μάθε να σχεδιάζεις και επιστρέφοντας από ένα ταξίδι, τα αναμνηστικά που θα φέρνεις μαζί θα είναι απείρως πιο ενδιαφέροντα από το ημερολόγιο στο οποίο πάλευες να καταγράψεις τις εντυπώσεις σου από κάθε μέρος. Ένα απλό σκίτσο με μολύβι έχει την ικανότητα να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια σου και να ανακαλεί στη μνήμη τη σκηνή που αποτύπωσες και κάθε τι που σχετίζεται με αυτήν -τι έκανες πριν ή μετά, τι λέγατε με τους φίλους σου- και ακόμα και χιλιάδες νόστιμες εντυπώσεις, όπως τον ήλιο, την ατμόσφαιρα και το τοπίο, που το ίδιο το μολύβι δεν έχει αποτυπώσει. Επιπλέον, με τα σκίτσα, μπορούν οι φίλοι σου να καταλάβουν πώς αισθανόσουν, γιατί ποια γραπτή ή προφορική περιγραφή δίνει ποτέ μια πλήρη εικόνα αυτού που περιγράφει;»
Ο Ευγένιος Ντελακρουά ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα, που δεν αρκέστηκε στις κατακτήσεις των παλαιοτέρων ούτε και στις δικές του. Ταξιδευτής και συγγραφέας επίσης, πίστευε στην ενδοσκόπηση και είχε τη θαυμαστή ικανότητα να βλέπει μέσα στη δημιουργική διαδικασία και να αντιλαμβάνεται την αξία που δίνει η τέχνη στα πράγματα.
Όσον αφορά την Ελληνική Επανάσταση, δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει την αλληγορία για να προωθήσει το μήνυμα και τον σκοπό του, συνδέοντας την υποδουλωμένη Ελλάδα με το πνεύμα, το φως και τον πολιτισμό και τους Οθωμανούς με την πρωτόγονη βία και την καταπίεση.
ΠΗΓΕΣ