Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα κατέληξαν σε νέα συμπληρωματική συμφωνία, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών, όπως επιβεβαίωσε στις 26 Ιουνίου αξιωματούχος του Λευκού Οίκου στην εφημερίδα The Epoch Times.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει νωρίτερα στους δημοσιογράφους ότι η συμφωνία υπεγράφη στις 25 Ιουνίου, χωρίς ωστόσο να αποκαλύψει λεπτομέρειες. Είχε αναφέρει ότι οι ΗΠΑ ξεκινούν να «ανοίγουν» την Κίνα και ότι «πράγματα που δεν θα μπορούσαν ποτέ να συμβούν στο παρελθόν, τώρα γίνονται».
Όταν ζητήθηκαν διευκρινίσεις, ο αξιωματούχος του Λευκού Οίκου εξήγησε ότι επρόκειτο για ένα «συμπληρωματικό πρωτόκολλο για ένα πλαίσιο εφαρμογής της συμφωνίας της Γενεύης», αποφεύγοντας να επεκταθεί περαιτέρω.
Η αρχική συμφωνία είχε επιτευχθεί τον Μάιο, όταν ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσσεντ, και ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος, Τζέημσον Γκρηρ, είχαν συναντηθεί με τον Κινέζο αντιπρόεδρο και βασικό εκπρόσωπο για οικονομικά θέματα, Χε Λιφένγκ, καθώς και με την πρόεδρο της Ελβετίας, Κάριν Κέλερ-Σούττερ, στη Γενεύη. Την περίοδο εκείνη, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επιβάλει δασμούς ύψους 145% σε όλα τα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα, ενώ η Κίνα ανταπέδιδε με δασμούς 125% στα αμερικανικά.
Η συμφωνία εξελίχθηκε έπειτα από περαιτέρω συνομιλίες στο Λονδίνο. Στις 11 Ιουνίου, ο πρόεδρος Τραμπ είχε αναφέρει σε ανάρτησή του ότι οι συνολικοί δασμοί για τις ΗΠΑ φτάνουν το 55%, ενώ για την Κίνα το 10%, χαρακτηρίζοντας την εμπορική σχέση των δύο χωρών «εξαιρετική».
Η συμφωνία ανακοινώθηκε μία ημέρα μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου να επιτρέψει στην Κίνα να συνεχίσει την αγορά ιρανικού πετρελαίου, αίροντας προηγούμενες κυρώσεις που είχαν επιβληθεί για το ίδιο ζήτημα. Ο Τραμπ είχε εκφράσει την ελπίδα ότι το Πεκίνο θα προβεί σε αυξημένες αγορές πετρελαίου και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, χαρακτηρίζοντας την κίνηση αυτή «μεγάλη του τιμή».
Η νέα συμφωνία ανακοινώθηκε την ίδια ημέρα με τη δήλωση της GE Appliances – εταιρείας που ανήκει από το 2016 στον κινεζικό όμιλο Haier Group – για επένδυση 490 εκατομμυρίων δολαρίων στην επέκταση της μονάδας παραγωγής πλυντηρίων και στεγνωτηρίων στο Λούισβιλ του Κεντάκυ, μεταφέροντας περισσότερη παραγωγή από την Κίνα στις ΗΠΑ.
Η επένδυση αναμένεται να δημιουργήσει 800 νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης, ενισχύοντας περαιτέρω τη βιομηχανική ταυτότητα της πόλης ως κέντρου κατασκευής οικιακών συσκευών υψηλής τεχνολογίας.
Ο διευθύνων σύμβουλος της GE Appliances, Κέβιν Νόλαν, ανέφερε ότι η επαναφορά της παραγωγής στις ΗΠΑ είναι σε απόλυτη ευθυγράμμιση με τη στρατηγική της εταιρείας για «μηδενική απόσταση» από τον πελάτη. Υποστήριξε επίσης ότι πρόκειται για την πιο πρόσφατη απόφαση επαναπατρισμού της παραγωγής και πως αντανακλά το υφιστάμενο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.
Προς το παρόν δεν έχει γίνει γνωστό εάν η απόφαση της GE σχετίζεται άμεσα με τη συμφωνία της 25ης Ιουνίου. Ωστόσο, το χρονοδιάγραμμα της ανακοίνωσης προηγείται κατά δύο εβδομάδες της καταληκτικής ημερομηνίας της 9ης Ιουλίου, που έχει θέσει ο πρόεδρος Τραμπ για την επίτευξη συμφωνιών αμοιβαιότητας στους δασμούς με τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι δασμοί ενδέχεται να αυξηθούν σημαντικά από το τρέχον όριο του 10%.
Του T.J. Muscaro
Με τη συμβολή των Andrew Moran, Wesley Brown και Lily Zhou