Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε στις 15 Απριλίου ότι τα κράτη-μέλη του κατέληξαν σε μια «συμφωνία για τις πανδημίες», πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, με στόχο την καλύτερη προετοιμασία και προστασία της διεθνούς κοινότητας από μελλοντικές υγειονομικές κρίσεις.
«Έπειτα από τρία χρόνια έντονων και απαιτητικών διαπραγματεύσεων, τα κράτη-μέλη πραγματοποίησαν ένα σημαντικό βήμα για να διασφαλίσουν έναν πιο ασφαλή κόσμο απέναντι στις πανδημίες», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο διεθνής οργανισμός υγείας των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντχανόμ Γκεμπρεγέσους, χαιρέτισε την εξέλιξη αυτή και δήλωσε ότι η συμφωνία θα καταστήσει τον κόσμο «ασφαλέστερο», αποδεικνύοντας παράλληλα ότι «η πολυμερής συνεργασία είναι ζωντανή και συνεχίζει να αποδίδει καρπούς ακόμη και σε έναν διχασμένο κόσμο, όπου τα κράτη μπορούν ακόμη να βρίσκουν κοινό έδαφος».
Ένα από τα βασικά σημεία του σχεδίου συμφωνίας είναι η πρόβλεψη που διασφαλίζει ότι χώρες που μοιράζονται κρίσιμα δείγματα ιών θα λαμβάνουν αντίστοιχα πρόσβαση σε διαγνωστικά τεστ, φάρμακα και εμβόλια τα οποία θα αναπτυχθούν από αυτά τα δείγματα. Ο ΠΟΥ θα κρατά ένα 20% αυτών των προϊόντων, ώστε να εξασφαλίζεται η διάθεσή τους σε πιο φτωχές χώρες.
Οι διαπραγματεύσεις γύρω από τη συγκεκριμένη διάταξη αναμένεται να συνεχιστούν και μετά την αποδοχή της συμφωνίας από τα κράτη-μέλη, που αναμένεται επίσημα τον Μάιο.
Ήδη σήμερα οι χώρες δεσμεύονται νομικά από τους Διεθνείς Υγειονομικούς Κανονισμούς να αναφέρουν άμεσα νέες απειλητικές επιδημίες. Ωστόσο, στο παρελθόν οι κανονισμοί αυτοί παραβιάστηκαν επανειλημμένα, τόσο από ορισμένα αφρικανικά κράτη κατά τη διάρκεια της επιδημίας Έμπολα όσο και από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς στα πρώτα στάδια της πανδημίας COVID-19 στα τέλη του 2019 και τις αρχές του 2020.
Η Αν Κλερ Αμπρού, μία εκ των επικεφαλής του Διακυβερνητικού Διαπραγματευτικού Οργάνου που δημιουργήθηκε από τα κράτη-μέλη του ΠΟΥ το 2021, υπογράμμισε ότι η νέα συμφωνία αποτελεί «ένα σημαντικό βήμα προς την προστασία των πληθυσμών», με μια αντίδραση στις πανδημίες που θα είναι «πιο γρήγορη, αποτελεσματική και δίκαιη», ενισχύοντας «την ισότητα και την παγκόσμια ασφάλεια».
Σύμφωνα με το σχέδιο, τα κράτη διατηρούν πλήρη κυριαρχία στη διαχείριση ζητημάτων δημόσιας υγείας εντός των συνόρων τους.
«Τίποτα στην προτεινόμενη συμφωνία δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως χορήγηση εξουσίας στον ΠΟΥ να διατάσσει, να αλλάζει ή να επιβάλλει την εθνική νομοθεσία ή πολιτική, ούτε να υποχρεώνει τα κράτη να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα, όπως η απαγόρευση ταξιδιών, οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί, θεραπείες, διαγνωστικές εξετάσεις ή lockdown», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση του Οργανισμού.
Από τις διαπραγματεύσεις απείχαν οι ΗΠΑ, μετά την απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να ξεκινήσει τον περασμένο Ιανουάριο τη διαδικασία απόσυρσης της χώρας από τον ΠΟΥ. Ο Τραμπ, μέσω εκτελεστικού διατάγματος, κατηγόρησε τον ΠΟΥ για «αδυναμία διαχείρισης της πανδημίας που ξεκίνησε στη Γουχάν της Κίνας και άλλων υγειονομικών κρίσεων», καθώς και για έλλειψη μεταρρυθμίσεων και «ανάρμοστη πολιτική επιρροή» του Πεκίνου.
Στο ίδιο διάταγμα, ο Τραμπ έδωσε οδηγίες στον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο να «σταματήσει τις διαπραγματεύσεις για τη συγκεκριμένη συμφωνία καθώς και για τις τροποποιήσεις στους Διεθνείς Υγειονομικούς Κανονισμούς». Τόνισε επίσης ότι «ενέργειες που απορρέουν από αυτές τις συμφωνίες δεν θα δεσμεύουν τις ΗΠΑ».
Παράλληλα, απαγορεύθηκε σε ομοσπονδιακούς αξιωματούχους υγείας να συμμετέχουν σε συνομιλίες με τον ΠΟΥ. Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 οι ΗΠΑ ανέπτυξαν ορισμένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα εμβόλια.
Λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση Τραμπ, ο πρόεδρο της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι ανακοίνωσε επίσης την αποχώρηση της χώρας του από τον ΠΟΥ, χαρακτηρίζοντάς τον ως «επιβλαβή οργανισμό» και ως τον εκτελεστικό βραχίονα «του μεγαλύτερου πειράματος κοινωνικού ελέγχου στην ιστορία», αναφερόμενος στα μέτρα αντιμετώπισης της COVID-19.
Με την συμβολή του Associated Press.